Τέχνη κάνουμε για να αφηγηθούμε τον ανθρώπινο πόνο, όχι για να τον προκαλέσουμε
- CITY GUIDE
- PODCAST
-
13°
Τίτος Πατρίκιος: «Πιο πολύ χάρηκα όταν πήγα από τη Μακρόνησο στον Άη Στράτη παρά από την Αθήνα στο Παρίσι»
Τίτος Πατρίκιος: Συνέντευξη με τον ποιητή με αφορμή την κυκλοφορία του βιβλίου «Τίτος Πατρίκιος: Μια άκρη της αλήθειας να σηκώσω», εκδόσεις Πατάκη.
«Ευχαρίστως να σας µιλήσω, αλλά φοβάµαι µη γίνω µαϊντανός», ήταν η πρώτη αντίδραση του Τίτου Πατρίκιου στο τηλέφωνο, πριν από τη συνάντησή µας στο σπίτι του στο Παγκράτι. «Ξέρετε, το καβάληµα του καλαµιού δεν έχει ηλικία, µπορεί να συµβεί στον καθένα ανά πάσα στιγµή», είπε µισοαστεία-µισοσοβαρά. Είχε προηγηθεί η βράβευσή του από τον Φιλολογικό Σύλλογο Παρνασσό σε µια θερµή εκδήλωση χωρίς τυπικότητες, βαθυστόχαστες οµιλίες και αναλύσεις, που δεν ταιριάζουν ούτε στην ιστορία ούτε στον χαρακτήρα του. Επίσης, είχε δεχθεί πολλές προσκλήσεις και βραβεία και δεν ήθελε, όπως είπε, να το παρακάνει µε την εξωστρέφεια. Παρ’ όλα αυτά συναντηθήκαµε. Ο ποιητής που έγραψε «κανένας στίχος δεν ανατρέπει καθεστώτα», ο άνθρωπος που έχει γνωρίσει τις πιο σηµαντικές προσωπικότητες της εποχής του και ο αντιστασιακός που αρνήθηκε να λάβει τιµητική σύνταξη παρά τις κακουχίες και τα ξερονήσια, απέδειξε για άλλη µια φορά αυτό που ξέραµε ήδη: ότι είναι ένας σεµνός, ευγενής και ειλικρινής συνοµιλητής, που ξέρει να συναρπάζει χωρίς να προσπαθήσει.
Τίτος Πατρίκιος: Συνέντευξη με τον ποιητή
Στο σπίτι του µένει µόνος, µετά την απώλεια της αγαπηµένης του συζύγου πριν από χρόνια. Είναι αυτάρκης στα 95 του και φροντίζει να µη γίνεται βάρος σε κανέναν. Περιστοιχίζεται από βιβλία, ή µάλλον η ζωή του ορίζεται ανάµεσά τους. Τα βλέπεις παντού, τα παραµερίζεις για να καθίσεις, για να ακουµπήσεις το ποτήρι σου, σκοντάφτεις πάνω τους όπου γυρίσεις τη µατιά σου, όπως και πάνω σε δεκάδες φωτογραφίες – µε τις κόρες και τις εγγονές του, µε τον ίδιο και τη γυναίκα του όταν ήταν νέοι, µε φίλους, σε εκδροµές, στις εξορίες, στο Παρίσι. Έζησε µια γεµάτη, ταραχώδη και εξόχως ενδιαφέρουσα ζωή, όµως δεν σου δίνει ούτε λεπτό την εντύπωση ότι είναι άνθρωπος της νοσταλγίας. Ζει στο παρόν, στο τώρα, στο επόµενο λεπτό. Μπορεί να θυµάται τον γέρο Κωστή Παλαµά όταν ήταν µικρό αγοράκι και του φίλησε το παγωµένο χέρι στην ίδια αίθουσα του Παρνασσού που βραβεύτηκε και ο ίδιος, αλλά δεν εγκλωβίζεται στις αναµνήσεις του. Κατοικεί σε µια εύφορη κοιλάδα δηµιουργικότητας, γράφει πάντα ποίηση, βγαίνει στον κόσµο, βλέπει φίλους, συµµετέχει σε όλα. Και κάθε φορά που γυρίζει πίσω είναι επειδή εµείς θέλουµε να προσθέσουµε µια παράγραφο ή έστω µια υποσηµείωση στο µεγάλο και συναρπαστικό µυθιστόρηµα της ζωής του.
Τίτος Πατρίκιος: Νέος έγραφα ποίηση κρυφά από τον εαυτό μου
Έχω πολλά κείμενα στα συρτάρια μου, ποιήματα, δοκίμια, κριτικές, αφηγήσεις, και συνέχεια τα ανασύρω και τα ξαναδουλεύω. Έχω το αίτημα της καλής γραφής, ιδίως στα ποιήματά μου είμαι πολύ αυστηρός. Στο σπίτι κρατάω τα ποιήματα που δεν έχω εκδόσει. Μπορεί και να το κάνω κυρίως από περιέργεια. Το μεγάλο πρόβλημα και το μεγάλο επίτευγμα σε ένα ποίημα είναι να φτάσεις σε ένα πραγματικό τέλος, αλλιώς το δημιούργημά σου μένει εκκρεμές. Δείτε τον Καβάφη πώς κλείνει τα ποιήματά του. Στη γλώσσα μας από τη λέξη τέλος δεν έρχεται η τελειότητα; Μου αρέσει πάντα να παραλληλίζω το ποίημα με τη γέφυρα, η κάθε πέτρα πρέπει να μπει στη σωστή θέση αλλιώς το οικοδόμημα σωριάζεται, η κάθε λέξη πρέπει να μπει στη σωστή θέση αλλιώς το ποίημα τραντάζεται και καταρρέει.
Η σχέση μου με την ποίηση πέρασε πολλές διακυμάνσεις. Μέσα στις συνθήκες του Εμφυλίου και της ένταξής μου στην κομμουνιστική αριστερά, είχα φτάσει στην υπερβολική αντίληψη ότι η ποίηση είναι έκφραση του μικροαστικού συναισθηματισμού και ότι σε εμποδίζει από το να αφοσιωθείς στην επανασταστική δράση και στον αγώνα. Βέβαια, πρέπει να πω ότι ακόμα και τότε έγραφα ποιήματα κρυφά από τον εαυτό μου. Σε ένα χειρόγραφο από σημειώσεις της Νομικής βρήκα στίχους που όταν τους δημοσίευσα αργότερα τους τιτλοφόρησα «Επιστροφή στην ποίηση».
Όταν πήγα πολιτικός κρατούμενος στον Άη Στράτη στα 23 χρόνια μου γνώρισα πολλούς σπουδαίους ανθρώπους της τέχνης, μεταξύ αυτών τον Γιάννη Ρίτσο, ο οποίος με έπεισε ότι η ποίηση ήταν το πεπρωμένο μου. Μου είχε πει να μην ξαναπάω στο καλύβι που έμενε αν δεν έφερνα μαζί ποιήματά μου. Έτσι, άρχισα πλέον να γράφω ανοιχτά και να δέχομαι τις παρατηρήσεις του που ήταν πολύ ενθαρρυντικές. Θυμάμαι σαν τώρα τρία πράγματα που μου είπε να προσέχω: τη συρροή επιθέτων που μπορούν να καταστρέψουν ακόμα και το ωραιότερο ποίημα, τα αφηρημένα ουσιαστικά που γίνονται ρητορεία και να αφαιρώ τουλάχιστον τα μισά από όσα γράφω. Μου είπε ακόμα να διαβάζω μεγαλόφωνα ένα ποίημα όταν νομίζω ότι το έχω τελειώσει για να ακούω την ηχώ του βηματισμού του.
Τίτος Πατρίκιος: Το αίσχος της Μακρονήσου
Πιο πολύ χάρηκα όταν πήγα από τη Μακρόνησο στον Άη Στράτη παρά όταν πήγα από την Αθήνα στο Παρίσι. Γιατί η Μακρόνησος, τόπος αναμόρφωσης λόγω φρονημάτων, ήταν ένα καθημερινό μαρτύριο. Από το Λαύριο φύγαμε νύχτα με καΐκι και θυμάμαι πριν επιβιβαστούμε κάποιος με χτύπησε στην πλάτη και μου ψιθύρισε: «Εκεί που θα πας μπορείς να κάνεις όσο κακό θέλεις στον εαυτό σου, πρόσεξε μόνο να μην κάνεις κακό σε άλλους». Ήταν μια φράση που με επηρέασε βαθιά. Φτάνοντας στη Μακρόνησο οι σφαλιάρες της «υποδοχής» έπεσαν βροχή μαζί με τις απαραίτητες απειλές: «Θα σε στείλω στο τρελάδικο όπως έστειλα τον Καρούζο», «Στη Μακρόνησο ή υπογράφει κανείς ή πεθαίνει». Μετά την υπογραφή βέβαια δεν ξεμπέρδευες, έπρεπε να στείλεις επιστολές αποκήρυξης, να βγάλεις ομιλίες παραδειγματισμού σε άλλους φαντάρους, να πάρεις μέρος σε εκδηλώσεις αποθέωσης του καθεστώτος ώστε να ολοκληρωθεί η «αναμόρφωση» και να αποχαρακτηριστείς.
Εγώ ήμουν από αυτούς που δεν υπέγραψαν. Και φυσικά το πλήρωσα. Η ανυπακοή μου είχε ως αποτέλεσμα ότι μετά τις καθημερινές ασκήσεις με έστελναν να κάνω βαρειές αγγαρείες ως αργά τη νύχτα. Το κακό ήταν ότι είχε περάσει φυματίωση πριν τη Μακρόνησο και η εξόντωση έφερε πυρετό. Ο γιατρός είχε εντολή να μη με βγάζει εκτός υπηρεσίας, έτσι η κατάσταση συνεχώς χειροτέρευε. Με αιμόπτυση και παρά την ιατρική διάγνωση ότι η φυματίωση επέστρεψε, με ανάγκαζαν να σπάω πέτρες στο λατομείο. Κάτω από αυτές τις συνθήκες κατάφερα να βγάλω έξω ένα γράμμα καταγγελίας για το αίσχος της Μακρονήσου με τη βοήθεια της μητέρας μου, το οποίο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Η Αλλαγή. Κατόπιν αυτού ανακρίθηκα, αλλά ούτε ομολόγησα ούτε υπέγραψα. Μπήκα σε απομόνωση με κρύο, με φαγητό μέρα παρά μέρα, τουλάχιστον όμως σώθηκα από την εξόντωση της πέτρας. Μετά απολύθηκα ως ανεπιθύμητος – το στράτευμα δεν ήθελε αμετανόητους που δεν είχαν υπογράψει. Σκέφτομαι ότι μπορεί και να σώθηκα διαβάζοντας ποιήματα του Νικηφόρου Βρετάκου που μου έδωσε ένας φαντάρος.
Τίτος Πατρίκιος: Η απομάγευση άργησε να έρθει
Θυμάμαι στον Άη Στράτη να κατεβαίνουμε από τις σκηνές μας στο καφενείο για να ακούσουμε τη συμφωνική ορχήστρα της Κυριακής. Πάντα είχα αδυναμία στη συμφωνική μουσική και περίμενα με λαχτάρα αυτές τις ακροάσεις. Μια μέρα η εκφωνήτρια ανήγγειλε ότι θα ακούγαμε την «Ιεροτελεστία της άνοιξης» του Ίγκορ Στραβίνσκι. Αλλά δεν προλάβαμε. Μια δυνατή φωνή ακούστηκε από το βάθος «Κλείστο αμέσως, αυτός είναι φορμαλιστής». Γυρνάω απορημένος να δω ποιος ήταν και έπαθα σοκ. Ήταν ο Μενέλαος Λουντέμης. Ούτε τον Ντοστογιέφσκι έπρεπε να διαβάζουμε ούτε κανένα συγγραφέα που είχε απαγορευτεί στη Σοβιετική Ένωση.
Η δική μου αφύπνηση δεν έγινε μονομιάς, ήρθε βαθμιαία, η απομάγευση ήταν σταδιακή. Χρειάστηκε να ωριμάσω και να φτάσω σε ένα σημείο εναντίωσης σε κάθε μορφή καταπίεσης από οποιονδήποτε θεωρεί ότι κατέχει την αλήθεια και θέλει να την επιβάλλει με το ζόρι στον άλλο. Στον Άη Στράτη, εκτός από τον Ρίτσο, συνδέθηκα με τον Κώστα Κουλουφάκο, τον Δημήτρη Ραφτόπουλο, τον Μανώλη Φουρτούνη και πολλούς ακόμα. Όταν σπούδαζα στη Νομική φοιτούσα παράλληλα και στη θεατρική σχολή του Καραντινού, έτσι κάποια στιγμή μου έδωσαν να σκηνοθετήσω μερικά έργα από αυτά που ανέβαιναν τότε από τους εξόριστους στο νησί, και μάλιστα έπαιξα σε ένα από αυτά, στους «Φοιτητές» του Ξενόπουλου. Είχε έρθει η μητέρα μου να με δει και δεν θα ξεχάσω ποτέ τι μου είπε: «Μπράβο, παιδί μου, θαυμάσια η σκηνοθεσία σου, αλλά για ηθοποιός δεν κάνεις». Έτσι ήταν η μητέρα μου, έλεγε την αλήθεια.
Τίτος Πατρίκιος: Το πατρικό σπίτι της οδού Μάρνη
Στην πολυκατοικία της οδού Μάρνη γνώρισα τον πόλεμο, ο πατέρας μας πήγε εκεί παραμονές Χριστουγέννων του 1940 επειδή το οίκημα είχε καταφύγιο. Ζήσαμε στο σπίτι αυτό όλη την Κατοχή μέχρι να φύγω με τον ΕΛΑΣ στα Δεκεμβριανά. Δεν πεινάσαμε στον πόλεμο επειδή οι γονείς μου ήταν ηθοποιοί και οι θαυμαστές πάντα κάτι μας έφερναν. Εκείνο τον χειμώνα του 1941-1942 θυμάμαι πολύ έντονα τα πτώματα στους δρόμους. Για να μπω στην αυλή του σχολείου στο Βαρβάκειο έπρεπε να περάσω πάνω από ανθρώπους που είχαν πεθάνει το βράδυ απ’ το κρύο και την πείνα. Στο σπίτι μας ξαναγυρίσαμε μετά τη Βάρκιζα, το βρήκαμε λεηλατημένο, είχαν κλέψει τα πάντα, το ξαναφτιάξαμε και έμεινα εκεί μέχρι το 1959, όταν μπόρεσα να φύγω στο Παρίσι.
Από τη μητέρα μου, τη Λέλα Πατρικίου, θυμάμαι την αγάπη της, αλλά και το κριτικό πνεύμα της. Και μια φράση της που επίσης με σημάδεψε: «Παιδί μου, πρέπει να σου πω ότι όταν γύρισες από την εξορία ήσουν ο πιο αντιπαθητικός άνθρωπος του κόσμου». Όταν τη ρώτησα έκπληκτος γιατί, μου απάντησε: «Διότι επειδή δεν είχες υπογράψει στη Μακρόνησο, μας κοίταζες όλους σαν να είμαστε μύγες». Τότε κατάλαβα ότι κι εγώ είχα καβαλήσει το καλάμι και συνήλθα.
Ο πατέρας μου ήταν πρόεδρος του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών, οργάνωνε συσσίτια στην Κατοχή και επίσης πρωτοστάτησε στη διαμόρφωση των συμβολαίων των ηθοποιών, όχι με βάση συγκεκριμένο μισθό αλλά την τιμή των εισιτηρίων που αυξανόταν λόγω του μεγάλου πληθωρισμού. Πρέπει εδώ να πούμε ότι η Κατοχή που όλοι την ταυτίζουμε με βασανιστήρια, πείνα, εκτελέσεις και αγώνες αντίστασης, ήταν επίσης μια εποχή άνθισης του πολιτισμού με γεμάτα θέατρα και αίθουσες διαλέξεων, με καινούργια βιβλία και περιοδικά τέχνης, στα οποία ξεκίνησα κι εγώ να γράφω και να κάνω φίλους ζωής, όπως η Άλκη Ζέη με την οποία παραμείναμε πολύ κοντά ως το τέλος. Έχω ακόμα ένα μπουκάλι ουίσκυ που είχε φέρει στο σπίτι, το φυλάω παρόλο που δεν πίνω. Μια Πέμπτη πριν από τρία χρόνια μιλήσαμε στο τηλέφωνο για τελευταία φορά.
Τίτος Πατρίκιος: Το Παρίσι και η σύνταξη του αντιστασιακού
Μετά τον Άη Στράτη πήρα την άδεια ασκήσεως του δικηγορικού επαγγέλματος για να βιοποριστώ. Άσκησα τη δικηγορία μέχρι να φύγω στο Παρίσι και αφού γύρισα την πρώτη φορά, συνεργάστηκα μάλιστα στο γραφείο του Κώστα Σημίτη. Από τη δικηγορία πήρα μειωμένη σύνταξη και σήμερα ζω από αυτήν και από την επίσης μειωμένη σύνταξη του συγγραφέα. Tη σύνταξη της Εθνικής Αντίστασης ντράπηκα να τη ζητήσω, έλεγα πώς είναι δυνατόν να πάρω σύνταξη για πράγματα που έκανα 15 χρονών; Μου αρκούσε η επίσημη αναγνώριση της συμμετοχής μου στον αντιστασιακό αγώνα.
Στο Παρίσι πήγα πρώτη φορά για σπουδές στην Κοινωνιολογία στην Ecole Pratique des Hautes Etudes. Η κόρη του Μοντιλιάνι, η Ζαν, μαζί με τον σύντροφό της με βοήθησαν πολύ όταν έφτασα και με εισήγαγαν σε όλο τον πνευματικό και επιστημονικό κόσμο της Γαλλίας. Στη δικτατορία έφυγα ξανά στο Παρίσι, ίσα ίσα πρόλαβα γιατί είχαν έρθει να με συλλάβουν στο σπίτι που έμενα με την πρώτη μου σύζυγο, με την οποία όμως είχαμε χωρίσει κι έτσι δεν με βρήκαν.
Στο Παρίσι, πέρα από την αντιστασιακή δράση, έζησα τον Μάη του ’68 σε όλη του τη δυναμική. Θυμάμαι τον Σαρτρ, τον οποίο είχα γνωρίσει στην Αθήνα, πήγαμε να τον ακούσουμε στο κατάμεστο αμφιθέατρο της Σορβόννης. Μια ομάδα κατευθυνόμενη φώναζε ότι το έργο του ήταν για πέταμα, για τα σκουπίδια. Κι ενώ περίμενα να τους αποστομώσει, εκείνος τους είπε ότι είχαν δίκιο και ότι πλέον θα έθετε τον εαυτό του στην υπηρεσία του λαού. Απογοητεύτηκα, δεν το περίμενα να υποκύψει. Στη Γαλλία χρωστάω πολλά, μπόρεσα να σπουδάσω, να δουλέψω σε Ινστιτούτο Ερευνών και μετά στην Ουνέσκο. Για ένα διάστημα δούλεψα και στη Ρώμη. Ποτέ δεν είχα πολλά χρήματα, είχα όσα χρειαζόμουν για να ζήσω.
Τίτος Πατρίκιος: Η γνωριμία με την ιστορικό και μετ' έπειτα σύζυγό του Ρένα Σταυρίδη
Στο Παρίσι γνωρίστηκα με τη σύζυγό μου Ρένα Σταυρίδη το 1970 και αυτή η συνάντηση με άλλαξε ολόκληρο. Η συνάντηση αυτή ήταν το σημαντικότερο γεγονός της ζωής μου. Μπορώ να πω ότι η Ρένα με ξανάφερε σε επαφή με τη ζωή, που μέχρι τότε την αντιμετώπιζα με φανατισμό και επιπολαιότητα. Εκείνη με έφερε σε επαφή με την πραγματικότητα και μου έδωσε φτερά, με γείωσε και με απογείωσε. Μετά τους γονείς μου είναι ο άνθρωπος που με σφράγισε. Από τον πρώτο μου γάμο απέκτησα μια κόρη, που δυστυχώς έφυγε από τη ζωή πριν από τρία χρόνια. Με τη Ρένα κάναμε τα κορίτσια μας, με τα οποία είμαι πολύ συνδεδεμένος, όπως και με τις εγγονές μου. Τη Ρένα την έχασα νέα, στα 65 της, και αυτή την απώλεια δεν την ξεπέρασα ποτέ. Όμως έπρεπε να καταφέρω να επιζήσω, να μη βυθιστώ στην απόγνωση, να αντιμετωπίσω τον χαμό της και να συνεχίσω για τα παιδιά μας, για το έργο που είχα ακόμη μπροστά μου και για τη διατήρηση της δικής της μνήμης. Ζήσαμε μαζί 39 χρόνια μέχρι τη στιγμή του θανάτου της και με έναν περίεργο τρόπο μετά έγραψα τα καλύτερα ποιήματά μου. Η απώλειά της ήταν μια συνεχής ωδύνη, αλλά όχι ανατρεπτική της ίδιας της ζωής. Στο κάτω κάτω για να θυμάμαι ότι την έχασα έπρεπε να είμαι ζωντανός.
Τίτος Πατρίκιος: Η άρνηση της Ακαδημίας, κίνδυνοι και λογοτεχνικές αγάπες
Η άρνηση της Ακαδημίας να με δεχθεί στους κόλπους της δεν με στενοχώρησε, μπορούσα να τη φανταστώ. Η Ακαδημία είναι ένα συντηρητικό όργανο, είναι φυσικό να θεωρεί ότι το δικό μου έργο και η ζωή μου δεν προσφέρονται για επιβράβευση. Υπέβαλα αίτηση στην Ακαδημία ως επιστέγασμα μιας πορείας και δεν το μετάνιωσα. Όμως, αυτό που με συγκίνησε πολύ ήταν η αντίδραση και η συμπαράσταση του κόσμου.
Εκτός από τον Ρίτσο, στον οποίο οφείλω πολλά όπως είπα, αγαπούσα τον Νικηφόρο Βρετάκο με τον οποίο ήμασταν πολύ συνδεδεμένοι, ήταν ένας θαυμάσιος άνθρωπος, εκτός από την ποιητική του αξία. Ξεχωρίζω επίσης τον Τάσο Λειβαδίτη, ιδιαίτερα τα τελευταία του ποιήματα, που είναι αριστουργηματικά, τον Άρη Αλεξάνδρου, τον Μανώλη Αναγνωστάκη, τον Νίκο Καββαδία, τον Γιάννη τον Κοντό και πολλούς ακόμα. Και βέβαια πάντα τον Καβάφη και τον Καρυωτάκη. Ζήλευα τα ποιήματα του Σεφέρη, τον Ελύτη τον θαύμαζα.
Δύο από τους μεγάλους κινδύνους στη ζωή είναι το να νομίζεις ότι είσαι πολύ σπουδαίος ή να νομίζεις ότι είσαι ακόμα νέος και να γελοιοποιείσαι ασταμάτητα. Επίσης, η υπερβολική εξωστρέφεια, η διάχυση και το αντίθετό τους, να κλείνεσαι και να βουλιάζεις μέσα στον εαυτό σου. Είναι καλύτερα να επικοινωνείς με τους άλλους, αλλά ταυτόχρονα να παρακολουθείς τον εαυτό σου χωρίς να βυθίζεσαι μες στην αυταρέσκεια.
Φοβάμαι το φυσικό τέλος αλλά δεν πανικοβάλλομαι. Ο φόβος δεν είναι απαραίτητα κάτι κακό, σε βοηθάει να αναγνωρίζεις τον κίνδυνο, αλλά γίνεται καταστροφικός όταν μεταβληθεί σε πανικό. Προσπαθώ να βλέπω τα πράγματα με ψυχραιμία – δεν μου αρέσει καθόλου ο εαυτός μου όταν την χάνω.
Τίτος Πατρίκιος: Ερωτικοί στίχοι αντί επιλόγου
Στο πλούσιο ποιητικό έργο του Τίτου Πατρίκιου συγκαταλέγονται μερικά από τα ωραιότερα νεοελληνικά ερωτικά ποιήματα. Επιλέγω να αναφέρω δύο από αυτά. Το ένα το διάβασα εγώ στο τέλος της συνέντευξης:
«Causa»
Κάθε που ξημερώνει / μισώ τη μέρα / που με εμποδίζει / να σε σκέφτομαι
Το άλλο το απήγγειλε εκείνος, και είναι γραμμένο για τη Ρένα:
Όπως κι αν έρθουνε τα πράγματα/ όσο αντίξοες κι αν είναι οι συνθήκες / πάντα μπορεί κανείς να ερωτεύεται. / Το δύσκολο είναι να αγαπάς.
ΙΝFO: Οι φωτογραφίες είναι από το προσωπικό αρχείου του Τίτου Πατρίκιου και έχουν δημοσιευτεί στο βιβλίο του Γιώργου Αρχιμανδρίτη «ΤΊΤΟΣ ΠΑΤΡΙΚΙΟΣ - Μια άκρη της αλήθειας να σηκώσω» εκδ. Πατάκη
Δειτε περισσοτερα
Η έκθεσή της Terra Cognita είναι ένα προσκύνημα σε άγνωστους τόπους
Η θρυλική Blondie ξεκίνησε πρόσφατα μία συνεργασία με τη μάρκα ένδυσης Wildfang, η οποία εστιάζει στη δημιουργία ενδυμάτων χωρίς φύλο και με δυναμικό, ασυμβίβαστο ύφος
Μιλήσαμε με τον φωτογράφο για την τέχνη της φωτογραφίας, τα ασπρόμαυρα και έγχρωμα καρέ και τον ρόλο της τεχνολογίας
Τα κοσμήματα με τα γράμματα και την περίτεχνη τέχνη της Charlotte Chesnais
Aγόρια ντυμένα γυναίκες, με εξαιρετικό μπρίο και αριστοτεχνική θηλυκότητα, προσέφεραν ένα εκρηκτικό show