Η Kovacs μιλάει στην Athens Voice λίγες μέρες πριν τη συναυλία της στην Αθήνα
Rotting Christ: Ο Σάκης Τόλης μιλάει για τα 35 χρόνια της ελληνικής black metal μπάντας
Rotting Christ: Συνέντευξη με τον Σάκη Τόλη για το νέο άλμπουμ «Pro Xristou», τη συναυλία στον Λυκαβηττό, τα 35 χρόνια της ελληνικής black metal μπάντας
Με το που τελειώνουμε τη συνέντευξή μας, φεύγουμε από τα γραφεία της Athens Voice και παίρνουμε ταξί από Ακαδημίας για να φτάσουμε στον Λυκαβηττό, όπου θα συναντήσουμε τα υπόλοιπα μέλη της μπάντας. Ο οδηγός στήνει λίγο αυτί, κοιτάζει προσεκτικά και δεν δυσκολεύεται να αναγνωρίσει τον Σάκη Τόλη. «Τι το ήθελες αυτό με την Παναγία στους Manowar;» ρωτά καθώς ανεβαίνουμε την Αμερικής. «Μάλλον δεν έπρεπε να το πω», απαντά ο frontman των Rotting Christ. Τρεις δεκαετίες πριν, στα προβάδικα των Εξαρχείων ή στη «Σκεπαστή» στη Νέα Φιλαδέλφεια, δύσκολα θα έλεγες ότι ο έφηβος που συστηνόταν ως Necromayhem θα γινόταν ηγέτης και cult φιγούρα μιας ολόκληρης σκηνής, αυτής του ελληνικού black metal. Με δεκάδες εκατομμύρια streams και views, με χιλιάδες fans σε όλον τον κόσμο, με εκατοντάδες t-shirts, 35 χρόνια μετά, με πολλές περιπετειώδεις και απόκρυφες ιστορίες, οι Rotting Christ θα παίξουν για πρώτη φορά στο Δημοτικό Θέατρο Λυκαβηττού στις 29 Ιουνίου 2024, στο πλαίσιο των Rockwave Nights, στη μοναδική τους εμφάνιση στην Αθήνα για φέτος, σε ένα ξεχωριστό show που ετοιμάζεται αποκλειστικά και μόνο για τη συγκεκριμένη συναυλία. Το νέο τους δέκατο τέταρτο studio album «Pro Xristou» κυκλοφορεί παγκοσμίως στις 24 Μαΐου από τη διεθνή γαλλική εταιρεία Season Of Mist. Στα δικά μου αυτιά ακούγεται ως η πιο ενδιαφέρουσα κυκλοφορία τους εδώ και πολλά χρόνια, μετά το «A Dead Poem». Με το τραγούδι “La Lettera Del Diavolo” να αναδεικνύεται χάρη στη συμμετοχή της Ανδρονίκης Σκουλά -που ανέλαβε τα γυναικεία φωνητικά- και το “The Farewell” που το διαδέχεται στη σειρά του track list να παίζει στο repeat με το χαρακτηριστικό riff και το αξιομνημόνευτο ρεφρέν του. Έχοντας αναμετρηθεί με τη λογοκρισία, τον εαυτό του και τον χρόνο, ο Σάκης Τόλης έχει επιστρέψει από τη headline περιοδεία της μπάντας στην Αμερική κι ετοιμάζεται να ταξιδέψει ξανά σε λίγες μέρες για το επόμενο σκέλος στην Αυστραλία, με την Ευρώπη, την Ασία και την Αφρική να βρίσκονται στο πλάνο. Τι χαμπάρια;
Τι διαφορετικό αποτυπώνει το «Pro Xristou» από τους προηγούμενους δίσκους;
Αυτό το άλμπουμ έρχεται πέντε χρόνια μετά την τελευταία κυκλοφορία, «The Heretics». Δεν μας πήρε ξανά τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα για έναν δίσκο και οφείλεται καθαρά και μόνο στην πανδημία. Μου δόθηκε μια πολύ καλή ευκαιρία να μη βγάλω δίσκο τότε και να γράψω πολλή μουσική, που τελικά βρέθηκε και στον προσωπικό δίσκο μου «Among The Fires Of Hell» και στους Rotting Christ. Mετά από πολλή σκέψη αποφάσισα ότι θα είναι ένας δίσκος που έχει λίγο από όλα. Δηλαδή δεν θα προσπαθήσω να τετραγωνίσω τον κύκλο αυτή τη φορά, ούτε να ρισκάρω τόσο πολύ, διότι δεν μπορώ να το στηρίξω πια. Μου λένε «παίξε κάτι γρήγορο να τους τρελάνεις». Δεν μπορώ να είμαι πια ο evil τύπος που ήμουν στα 20. Μπορώ να γίνω, φυσικά, αλλά ήθελα να είμαι ειλικρινής. Οπότε έγραψα έναν δίσκο, ο οποίος θα ήθελα να πιστεύω ότι έχει καλά κομμάτια και θα σε κάνει να τον ακούσεις ολόκληρο. Είναι μεγάλη επιτυχία να ακούσεις έναν δίσκο ολόκληρο και να περάσεις καλά. Βασισμένο σε όλες τις εποχές της μπάντας, με πολλή ποιότητα, δεν ξέρω αν είναι κάτι ανατρεπτικό ή οτιδήποτε άλλο, στιχουργικά μπορεί να ενοχλήσει και πάλι. Γιατί «Προ Χριστού»; Περπατάω συχνά σε αρχαιολογικούς χώρους και συνειδητοποιώ ότι πάντα υπάρχει μια εκκλησία χτισμένη εκεί. Πάντα αναρωτιέμαι για τον λόγο... Γιατί θέλουν να θάψουν έναν πολιτισμό, όχι μόνο ελληνικό αλλά σε όλη την Ευρώπη, ο οποίος υπήρχε πριν. Μου έδωσε ένα καλό ερέθισμα να γράψω κάτι γι’ αυτό.
Με τη Μητρόπολη Ξάνθης τι έγινε;
Τίποτα, απλώς πήγαμε εκεί πέρα, κάποια μικροπολιτικά θέματα μεταξύ τους –δήμαρχοι, αντιδήμαρχοι, αντιπολίτευση– έμπλεξαν και την εκκλησία που, φυσικά, δεν της άρεσε ότι έπαιζα εγώ. Νόμιζα ότι είχαν αλλάξει δυο - τρία πράγματα σε αυτήν τη ζωή, μάλλον όμως δεν αλλάζουν εύκολα. Πριν 10 χρόνια ένιωθα ότι κάτι γίνεται σε αυτόν τον κόσμο. Επειδή τυχαίνει να ταξιδεύω, παρατηρώ μια φοβία. Μπορεί να σημαίνει οτιδήποτε. Bullying σε ανθρώπους που είναι διαφορετικοί, bullying εναντίον φύλων, εναντίον θρησκειών. Βλέπω πάλι ότι τρομάζει ο κόσμος. Ελπίζω να κάνω λάθος, αλλά η φοβία και ο συντηρητισμός είναι εκεί έξω.
Οι κιθάρες πρωταγωνιστούν ε;
Πιο κιθαριστικός ήχος, πιο heavy metal. Βασίστηκα στη γνωστή συνταγή. Ίσως μερικές φορές επαναλαμβάνω τον εαυτό μου, αλλά μη ξεχνάμε ότι οι μπάντες έγραψαν ιστορία επαναλαμβάνοντας τον εαυτό τους. Κάποια riffs ίσως μοιάζουν, αλλά τι να κάνω; Έχω γράψει κάπου 200 τραγούδια, λογικό κάποια στιγμή να κλέβω από τον εαυτό μου. Από τον εαυτό μου, όμως, όχι από άλλους.
Υπάρχουν κάποια βασικά συστατικά τα οποία πιστεύεις ότι δεν έχουν λείψει ποτέ από κανένα άλμπουμ των Rotting Christ;
Η ατμόσφαιρα και η μελωδία. Γενικότερα, αυτός ο δίσκος είναι πιο επικός από ποτέ. Έχω βάλει να ακουστεί heavy metal σε πολλά σημεία. Δεν είναι extreme όπως θα περίμενε κάποιος. Αλλά δεν χρειάζεται τόσο extreme πάντοτε.
Πας κόντρα στο κοινό… Το θυμάμαι από το «A Dead Poem»…
Πάντα πήγαινα κόντρα. Πώς δεν πήγα; Μετά από 20 χρόνια λένε ότι είναι από τους καλύτερους δίσκους, ότι έχω βάλει την ψυχή μου σε αυτόν τον δίσκο. Πάω κόντρα και στο ρεύμα, θα έλεγα. Είναι πολλές μπάντες μεγάλης ηλικίας, γράφουν μουσική, προσποιούνται ότι είναι αρκετά evil, δεν ξέρω… μου φαίνεται ψεύτικο. Είναι λίγο ψεύτικο, γιατί προσπαθείς. Οι Rotting Christ πάντα είχαν μελωδία, κάτι διαφορετικό. Πάω κόντρα σεβόμενος, φυσικά, τον κόσμο, αλλά νομίζω ότι έχει παραδοθεί ένας δίσκος που έχει ψυχή. Και μέταλλο. Και αυτό μετράει για μένα.
«Προσπαθώ να σέβομαι οποιαδήποτε ιδέα, και ας διαφωνώ. Δίνω μεγάλη μάχη γι’ αυτό...» - Σάκης Τόλης
Πώς αποφάσισες να ηχογραφήσετε στα Devasoundz Studios του Fotis Benardo στο Παγκράτι;
Δεν μπορώ να λείπω πια δίμηνα, να μένω σε ένα χωριό μόνος μου σε ένα σπίτι που πήγαινα παλιά. Έχω περάσει μεγάλα χρονικά διαστήματα μόνος μου σε ένα χωριό, σε μια τρύπα της Γερμανίας ή της Σουηδίας, να μετράω πώς πέφτουν οι χιονόμπαλες όλη μέρα σε ένα σπίτι. Θα ήθελα να είμαι εδώ, γιατί έχω και υποχρεώσεις πια. Δεν είναι εύκολο να λείπεις τόσο καιρό. Νομίζω είναι ευκολότερο ώστε να είσαι σε επαφή με την μπάντα, και πιο οικονομικό. Μετά πήγαμε κάναμε mix στη Σουηδία, στο Fascination Street Studios, στο οποίο πάμε πάντα, θεωρούμε ότι είναι από τα καλύτερα studios που μπορούν να κάνουν μίξη και mastering.
Ποια στοιχεία θεωρείς ότι έδωσε ο Jens Bogren στο άλμπουμ;
Είναι πολύ ποιοτικό. Έτσι θεωρώ τουλάχιστον. Δεν ξέρω αν τα κομμάτια είναι καλά, αυτό θα το κρίνει ο κόσμος.
Εσύ με ποιο τραγούδι συνδέεσαι περισσότερο σε αυτό το άλμπουμ;
Με το «Like Father, Like Son». Ο νέος δίσκος έχει ένα επικό στοιχείο, την ιδέα να μεγαλώνεις την επόμενη γενιά με κάποιες αξίες. Οι αξίες αυτές έρχονται από έναν πατέρα, θα το καταλάβουν αυτοί που έχουν πατεράδες, και όχι μόνο…
Ήταν ένα tribute στον δικό σας πατέρα;
Όχι, δεν είχαμε τέτοια σχέση. Αλλά βλέποντας την πορεία, παρατηρώ παιδιά που ήμασταν μαζί μικροί, πάντα φέρνουν τα δικά τους παιδιά στις συναυλίες. Βλέπω πατεράδες που έχουν τα παιδιά τους δίπλα. Η νέα γενιά έχει τα παιδιά της δίπλα. Εμάς μας άφησαν στον δρόμο. Ήταν χύμα όλη η γενιά μας. Δεν φταίνε όμως αυτοί, δούλευαν όλη τη μέρα, και εμείς κάναμε ό,τι μπάχαλο μπορούσες να φανταστείς. Με εντυπωσιάζουν οι άνθρωποι που θέλουν να περάσουν με τρόπο, με πράξεις και όχι με λόγια κάτι στην επόμενη γενιά.
Και με ποιο τραγούδι των Rotting Christ συνδέεσαι περισσότερο;
Δύσκολο να πω, ίσως το «Non Serviam» που είναι μια πορεία ζωής για μένα.
Το Σάββατο 29 Ιουνίου στο θέατρο Λυκαβηττού, στο πλαίσιο των Rockwave Nights, γιορτάζετε 35 χρόνια με μια συναυλία. Τι σχεδιάζετε;
Είναι μια συναυλία που θα παίζουμε μόνο εμείς, θα είναι γύρω στις 2,5 με 3 ώρες. Μάλλον θα πεθάνουμε εκεί, μπροστά στο κοινό μας, θα έχουμε πολλούς guests με τους οποίους έχουμε συνεργαστεί όλα αυτά τα χρόνια, ίσως και μια χορωδία, δεν ξέρω ακόμα, το δουλεύουμε. Βάλαμε χαμηλό εισιτήριο για να μπορέσει να έρθει ο κόσμος ο οποίος έχει οικονομικό πρόβλημα στις εποχές που ζούμε. Και πάνω απ’ όλα, να γνωρίσει ένα πολύ ωραίο μέρος, στο οποίο μεγάλωσε η γενιά μας με πολλές συναυλίες. Θεωρώ ότι θα ήταν ένα δώρο για την επόμενη γενιά να γνωρίσει το συγκεκριμένο μέρος.
Σκεφτόσασταν κάποτε ότι θα κάνατε μια μπάντα που θα παίξει στον Λυκαβηττό;
Όχι. Ήταν μεγάλη υπόθεση τότε να βγάλεις δίσκο. Τα καταφέραμε, το κάναμε κι αυτό, με την τρέλα μας, χύμα όλα, ούτε συμβόλαια υπογράφαμε. Δεν μας ενδιέφερε, μας ενδιέφερε η τρέλα. Το όραμα.
Ποιο είναι το feedback από την παγκόσμια περιοδεία σας;
Πάει πολύ καλά, για κάποιον λόγο. Παρά την οικονομική δυσπραγία παγκοσμίως, ο κόσμος πάει ακόμα στις συναυλίες και στηρίζει τις μπάντες, και τους ευχαριστούμε πάρα πολύ. Πολύ ταξίδι... έχουμε ξεκινήσει από τέλος Ιανουαρίου, είμαστε συνεχώς στον δρόμο, διαφορετικά time zones, πολλή κούραση. Αλλά παίρνουμε και δίνουμε αγάπη και αυτό είναι μεγάλη υπόθεση, γιατί μας δίνει το ερέθισμα και την ώθηση να συνεχίσουμε.
Ποιο θεωρείς το μεγαλύτερο επίτευγμα των Rotting Christ;
Το ότι πάνω από όλα είμαστε «ζωντανοί» 35 χρόνια. Επίτευγμα είναι ότι μπορούμε και παίζουμε ακόμα, και σε πολλές χώρες που δεν τόλμησε κανείς να πάει. Και θα ήθελα να πήγαινα και σε άλλες. Θα ήθελα πολύ να παίξω τώρα στο Ιράν. Αλλά δεν μπορώ να πάρω και τους άλλους μαζί μου, να τους φάνε. Ξέρω ανθρώπους οι οποίοι ακούνε metal εκεί. Σε όποιες άλλες χώρες υπάρχουν δικτατορίες και καταπιέζουν τον κόσμο. Δεν μου αρέσει η εξουσία. Κι αυτό το «πρόεδρος» που κυκλοφορεί με κάνει να αισθάνομαι περίεργα. Τι πρόεδρος; Το πρωί πήγα το παιδί στο σχολείο, μετά πήγα σούπερ μάρκετ, πλήρωσα τους λογαριασμούς μου. Είμαστε άνθρωποι καθημερινοί. Τώρα αν θέλει ο κόσμος έτσι… εντάξει, δεν με λέει και μαλάκα.
Λειτουργείτε σαν ένα σύμβολο αντίδρασης;
Πάντα με πράξεις και όχι με λόγια. Δεν είμαι από αυτούς που λένε μόνο λόγια.
Θα δούμε μια κοινή περιοδεία Rotting Christ με Nightfall και Septicflesh; Είναι κάτι που συζητά ο κόσμος.
Θα το ήθελα σίγουρα πολύ. Ακούγεται ωραίο, αλλά διαδικαστικά μερικές φορές είναι δύσκολο. Υπάρχει η σκέψη και θα ήθελα κάποια στιγμή να κάνουμε περιοδείες με ελληνικές μπάντες, όπως γίνεται και στο εξωτερικό. Είναι μέσα στο πρόγραμμα και αυτό.
Πώς βλέπεις τις αλλαγές στη μουσική βιομηχανία;
Δεν υπάρχει πια βιομηχανία για μένα, υπάρχει ένα χάος. Είμαστε η τελευταία γενιά αναλογικών ανθρώπων. Είμαι πολύ χαρούμενος που έζησα αυτήν την εποχή, με τις δυσκολίες της, αλλά και με τους θρύλους της. Δεν ήξεραν τι κάνει ο Steve Harris, νόμιζαν ότι είναι εξωγήινος. Αυτό σου εξάπτει τη φαντασία λίγο, «να γίνω κι εγώ σαν αυτόν». Τώρα βλέπεις τις προσωπικές στιγμές του καθενός. Αυτός είναι ο κόσμος πια. Δεν ξέρω αν είναι καλύτερος ή όχι. Μπορεί να είναι καλύτερος στα σημεία, επειδή μπορούν να βγουν όλα στη φόρα, αλλά από την άλλη άμα λείπει και αυτός ο θρύλος ο γαμημένος, χάνεται το μυστήριο. Τι μυστήριο έχουμε τώρα, αυτή τη στιγμή, στην εποχή μας; Βγαίνει ένας δίσκος και λες, «εντάξει, δεν τον ακούω, βαριέμαι». Γι’ αυτό, το goal σε αυτόν τον δίσκο είναι μπας και τον ακούσει κάποιος. Να μου πει κάποιος ότι ταξίδεψε ακούγοντάς τον, κάπου, σε κάποια άλλη εποχή. Αυτό είναι σημαντικό για μένα, έχει αλλάξει ο κόσμος, όχι μόνο η σκηνή.
Πόσο εμπορευματοποιημένο είναι το metal σήμερα; Αντιμετωπίζονται οι fans ως καταναλωτές;
Από μερικές μπάντες, ναι. Από εμένα, όχι. Γι’ αυτό και κάνω πολλές φορές free meet & greet συναντήσεις. Το κάναμε πρόσφατα στην Αμερική, ήταν πολύ κουραστικό διότι μετά από κάθε συναυλία καθόμουν και υπέγραφα φωτογραφίες για όλους. Η επικοινωνία με τον κόσμο είναι αυτή που με κάνει να συνεχίζω. Δεν θα μπορούσα να το κάνω αλλιώς. Μπορούμε και ζούμε από αυτό, αλλά μπορούμε να βρούμε και άλλα πράγματα να ζήσουμε.
Όταν λες «ζούμε από αυτό»;
Ζούμε, ναι. Από τις περιοδείες ζουν οι μπάντες. Αν δεν κάνουμε περιοδείες, τελειώσαμε. Είναι δυνατόν να πιστεύει κάποιος ότι στη σημερινή εποχή μπορείς να ζήσεις από τους δίσκους; Δεν υπάρχει περίπτωση. Ίσως είναι ένα ελαφρύ βοήθημα, το οποίο το βάζεις και το ξαναβάζεις στην μπάντα. Το merchandising το πουλάς στις περιοδείες. Κι ευχαριστούμε πάρα πολύ τον κόσμο που μας στηρίζει. Κι εγώ όταν πηγαίνω σε συναυλίες παίρνω μπλουζάκι, διότι ξέρω ότι αυτό το κέρδος πάει στην μπάντα και μόνο.
Ποιο είναι το πιο extreme πράγμα που έχεις κάνει στη ζωή σου;
Δεν ξέρω, δεν θυμάμαι. Η ζωή μου είναι ένα extreme πράγμα... και να σου έλεγα τώρα, θα μας έβαζαν μέσα. Μην πάει το μυαλό σου κάπου, απλώς ζούμε σε εποχές που όλα ποινικοποιούνται. Αν μπορούσες να βγάλεις τη δεκαετία των 90s σε σειρά στο Netflix, θα είχαν πάρει μέρος όλες οι μουσικές μπάντες. Αυτά που έχουν δει τα μάτια μου να γίνονται με μπάντες είναι απίστευτα. Στα παρασκήνια και εκτός. Οτιδήποτε μπορεί να φανταστεί το μυαλό σου.
Τι άλλαξε όταν έγινες πατέρας;
Πάντα μου λείπουν τα παιδιά μου όταν φεύγω σε περιοδεία. Η μεγάλη μου κόρη είναι 17 χρονών, γεννήθηκε την εποχή που κυκλοφορήσαμε το άλμπουμ «Theogonia». Ήταν η περίοδος που αποφάσισα ότι πλέον η ζωή έχει υποχρεώσεις και κατάφερα να βάλω τα πράγματα σε τάξη. Είπα στα παιδιά «έτσι είναι τα πράγματα, όποιος θέλει ακολουθεί, όποιος θέλει δεν ακολουθεί. Πάμε να τα κάνουμε όλα όπως τα κάνουν έξω». Ακόμα δυσκολεύομαι. Γιατί εδώ στην Ελλάδα ξέρεις πώς είναι, έχουμε μάθει στο «ωχ αδελφέ». Ο μοναδικός τρόπος να κάνεις κάτι είναι να έχεις τη λέξη συνέπεια. Με επηρέασε πολύ η αίσθηση της οργάνωσης που βίωσα ηχογραφώντας στα Woodhouse Studios στη Γερμανία το 1997. Μία σφαλιάρα, δύο, τρεις, μάθαμε.
Τα παιδιά σας ακούνε metal ή όχι;
Ακούνε λίγο, αλλά με γράφουν κιόλας. Και τα αφήνω να κάνουν ό,τι θέλουν – δεν μπορώ να πιέσω. Αλλά ξέρω ότι έχουν πάρει πάρα πολλές αξίες δικές μου.
Ποιες αξίες έχετε ψηλά;
Τον σεβασμό. Προσπαθώ να σέβομαι οποιαδήποτε ιδέα, και ας διαφωνώ. Δίνω μεγάλη μάχη γι’ αυτό, αν και σε μερικούς θα ήθελα πραγματικά να τραβήξω το αυτί αν μπορούσα. Αν σέβεσαι τον εαυτό σου και τους άλλους, έχεις μια πολύ καλή ασπίδα για να προχωρήσεις στη ζωή.
35 χρόνια μετά τι σκέφτεστε;
Θα έλεγα «να το κάνεις ξανά», it was a great ride, παρά τις δυσκολίες, «μπράβο που είσαι τελικά εμμονικός, η εμμονή σου σε οδήγησε όχι στην παράνοια, αλλά στο να γράψεις μουσική. Μπράβο που νίκησες τις φοβίες σου και τους δαίμονές σου, ρισκάροντας τα πάντα». Ρίσκαρα, δεν είναι ρίσκο η ζωή;
Δειτε περισσοτερα
Μια Θεσσαλονικιά ποιήτρια του Μεσοπολέμου έρχεται πάλι στο προσκήνιο
Η Ρεβέκκα Καμχή γράφει για τη γνωριμία της με τον καλλιτέχνη Κωνσταντίνο Κακανιά και για την αναδρομική του έκθεση στην γκαλερί της
«Η αρχιτεκτονική είναι η τέχνη της διάρκειας»
Οι ταινίες, οι αριθμοί, οι αλλαγές, οι διαμάχες
Ένα φαινόμενο που η παρουσία του μεταξύ ψηφιακού κόσμου και αληθινών γειτονιών καταργεί τα όρια μεταξύ κατασκευασμένου και υπαρκτού