Ένα ταξίδι στο μεταίχμιο Αφρικής και Ευρώπης
- CITY GUIDE
- PODCAST
-
15°
Λένα Πλάτωνος: Ποτέ δεν μου άρεσε να τελειώνω με δυστοπία
Λένα Πλάτωνος: Μια μεγάλη συνέντευξη στην ATHENS VOICE - Η ζωή, η μουσική, τα νέα της καλλιτεχνικά βήματα
Παρασκευή μεσημέρι κάπου στον Χολαργό. Ο ήλιος είναι καυτός, αλλά η σκέψη μιας συνάντησης με ένα από τα μεγαλύτερα κεφάλαια της σύγχρονης εγχώριας μουσικής, με μια γυναίκα που συνδέει με την πορεία της τον Μάνο Χατζιδάκι με τους Στέρεο Νόβα, λειτουργεί καταπραϋντικά. Η Λένα Πλάτωνος μάς περιμένει στο σπίτι της για να μας ξεναγήσει σε αναμνήσεις μιας ζωής και μιας καλλιτεχνικής πορείας που είναι αδύνατον να χωρέσουν σε μερικές αράδες.
Ένα εμβληματικό πιάνο τραβάει αμέσως το βλέμμα – η μουσική που πιθανότατα έχει γραφτεί είναι σαν να εκπορεύεται και να ξαναγράφει αόρατες παρτιτούρες πάνω από μια ολόκληρη χώρα ετερόκλητων μικροαντικειμένων, αγαλματίδιων, κεραμικών που σχηματίζουν εξωτικά μικροπεριβάλλοντα πάνω στο καπάκι του. Αντικείμενα που νιώθεις αυτόματα ότι έχει καθένα μια δικιά του ιστορία να διηγηθεί, αλλά δεν κατατάσσονται απαραίτητα στην κλισέ κατηγορία «Ενθύμια Ζωής» – γιατί η Λένα Πλάτωνος, όπως μας λέει, θεωρεί τον εαυτό της «selector». «Είναι μια συλλογή, μια επιλογή αντικειμένων – είναι αντικείμενα που κάτι μου λένε αισθητικά εκείνη τη στιγμή που τα βλέπω. Ίσως να μου θυμίζουν και κάτι από τη ζωή μου, κάπου με πάει το κάθε αντικείμενο, κάπου με ταξιδεύει».
Κάπου πίσω από το μεγάλο πιάνο, από ένα ζευγάρι ηχεία πάνω στο γραφείο μια πιανιστική μελωδία παίζει χαμηλά, μια μελωδία που ανεβοκατεβαίνει κλίμακες που ακούγεται σαν να συνεχίζεται στο άπειρο κι ας πρόκειται στην πραγματικότητα για μια αλληλουχία κομματιών που αλλάζουν και διαδέχονται το ένα το άλλο χωρίς να το καταλαβαίνεις. Ένα piano loop που αγαπάει η Λένα Πλάτωνος γιατί, όπως μας λέει, ρέει ασταμάτητα, ακολουθώντας τη ρήση του Ηράκλειτου «Τα πάντα ρει».
Λένα Πλάτωνος: Ο παράδεισος της Λιλιπούπολης
Δεν μπορώ να ξεκολλήσω τα μάτια μου από το πιάνο και ρωτάω τη Λένα Πλάτωνος αν είναι το πρώτο εκείνο θρυλικό πιάνο από το οποίο ξεκίνησαν όλα, το πιάνο που της χάρισε ο πατέρας της.
«Κατά το ήμισυ μου το χάρισε, το άλλο μισό το πλήρωσα δουλεύοντας, με πολλή δουλειά στο Τρίτο Πρόγραμμα. Δουλεύαμε πολύ στο Τρίτο Πρόγραμμα και βγάζαμε και καλά λεφτά που όμως αντιπροσώπευαν κάτι πολύ μεγαλύτερο. Ήταν μια μαγική περίοδος. Μπορεί στην αρχή κάποιοι να με αντιμετώπιζαν συγκρατημένα λόγω του ότι δούλευε και ο άντρας μου τότε, ο Δημήτρης ο Μαραγκόπουλος, στο Τρίτο Πρόγραμμα, αλλά γρήγορα ξεπεράστηκαν όλα, από το δεύτερο κιόλας τραγούδι κατάλαβαν τι είμαι, την ποιότητά μου. Το κατάλαβαν και τα κορίτσια της Λιλιπούπολης, η Βλάχου, η Μαριανίνα Κριεζή. Έτσι μου έφυγε η όποια “ρετσινιά” ότι δηλαδή με έφερε το άντρας μου. Ήταν τόσο όμορφα, ήταν παραδεισένια η εποχή της Λιλιπούπολης. Δουλεύαμε πολύ σκληρά, αλλά πληρωνόμασταν πολύ καλά – και δεν εννοώ μόνο οικονομικά. Έχει και το χρήμα την αξία του – άλλωστε, τα πάντα γι’ αυτό γίνονται. Αλλά εμείς τότε δεν πληρωνόμασταν απλώς από μια τράπεζα, πληρωνόμασταν από τον ίδιο τον Χατζιδάκι. Ήταν μια πνευματική πληρωμή που κατέληγε σε χρηματική. Ήταν η αξία που είχε δώσει αυτός ο άνθρωπος σε αυτά τα χρήματα, γιατί περνούσαν όλα από τα χέρια του. Ήξερε τι έχει κάνει ο καθένας μας, τι εκπομπές έκανε, και όριζε το κασέ του καθένα μας σύμφωνα με αυτό που πίστευε ότι άξιζε. Και ήμασταν αγαπημένοι εκεί, σαν αγαπημένοι συμμαθητές σε ένα σχολείο, σαν το Summerhill. Ήταν παράδεισος, γι’ αυτό κράτησε και λίγο. Εδώ στη γη οι παράδεισοι κρατάνε λίγο. Ο πραγματικός παράδεισος φαντάζομαι ότι κρατάει πολύ – σε όποιο σημείο του σύμπαντος κι αν βρίσκεται. Για να τον έχουμε διανοηθεί κάπου θα βρίσκεται».
Λένα Πλάτωνος: Η χάρη ενός ονόματος
Η ιδέα ότι αυτό που έχουμε ψηλαφίσει με τη σκέψη μας κάπου υπάρχει στην πραγματικότητα μας πετάει πίσω σε σχολικά βιβλία και στη φιλοσοφία του Πλάτωνα. Γελάμε με το λογοπαίγνιο, συζητάμε με τη Λένα Πλάτωνος πόσο αγαπάμε αυτόν τον συνονόματο φιλόσοφο.
«Δεν είναι περίεργο; Η ζωή μου χάρισε –στην κυριολεξία– αυτό το όνομα. Ένα όνομα για το οποίο όταν ήμουν μικρή στο σχολείο ντρεπόμουν αφάνταστα. Θυμάμαι ένας δάσκαλος με είχε φωνάξει για αστείο “Σόλωνος”. “Να μας πει η Σόλωνος” – για να αναγκαστώ εγώ να φωνάξω ότι με λένε Πλάτωνος. Είχα ντραπεί φοβερά τότε που ήταν τόσο διαφορετικό το όνομά μου – θύμιζε και την περιοχή, την Ακαδημία Πλάτωνος. Τώρα πια υπάρχουν άνθρωποι που νομίζουν ότι είναι ένα πολύ πετυχημένο ψευδώνυμο. Κι εγώ πια το αντιλαμβάνομαι ως δώρο. Αν σκεφτώ ότι υπάρχει ένας Πλάτωνας κάπου στη μεγάλη ιστορία του κόσμου».
Η ζωή μου χάρισε –στην κυριολεξία– αυτό το όνομα. Ένα όνομα για το οποίο όταν ήμουν μικρή στο σχολείο ντρεπόμουν αφάνταστα. Θυμάμαι ένας δάσκαλος με είχε φωνάξει για αστείο «Σόλωνος».
Η Λένα Πλάτωνος των νέων
Λέω στη Λένα Πλάτωνος πόσο μεγάλη σημασία έχει το όνομά της για τους νέους –ανθρώπους της ηλικίας μου, αλλά και τους ακόμα νεότερους–, παιδιά που μεγαλώσαμε με τη Λιλιπούπολη για να ανακαλύψουμε μετά στην εφηβεία μας ή και στα φοιτητικά μας χρόνια το «Σαμποτάζ», τις «Μάσκες Ηλίου», το «Γκάλοπ», να χορέψουμε σε σκοτεινά clubs στους ήχους του «Μια Άσκηση Φυσικής Άλυτη» και του remix της Lena Willikens στο «Lego».
«Η νέα γενιά ανταποκρίθηκε στο έργο μου, κάποια στιγμή ξεκίνησε να ανταποκρίνεται πάρα πολύ έντονα, πιο έντονα από ό,τι η δική μου η γενιά. Και η δικιά μου η γενιά είχε ανταποκριθεί, αλλά άκουγε με μεγαλύτερη ευλάβεια τη μουσική, ενώ οι νέοι σήμερα ζούνε τα κομμάτια, λένε τα λόγια, συνδέονται πραγματικά με αυτά. Έχει επιτευχθεί μια πραγματική σχέση, ενώ στον πραγματικό χρόνο που έβγαιναν εκείνοι οι δίσκοι δεν είχε προκύψει αυτό το βιωματικό στοιχείο – ήρθε πολύ αργότερα, όταν το κατάλαβαν και οι συνομήλικοί μου.
»Και ο καθρέφτης που έχω για να δω αυτή τη νέα γενιά –ένας ζωντανός καθρέφτης– είναι οι συναυλίες μου. Έρχονται εκεί παιδιά δεκαεπτά, δεκαοχτώ χρονών και τραγουδάνε τους στίχους των τραγουδιών μου με την ψυχή τους. Εκεί βλέπεις την αντανάκλαση των εποχών, των γενεών, της μουσικής μου σε αυτά τα παιδιά και αυτή η αντανάκλαση έρχεται σε εμένα την ώρα που παίζω. Γίνεται ένα ρεύμα, ένα ζωτικό κύμα που με αγκαλιάζει. Και λέω μέσα μου –και το συζητάω και με φίλους– ότι αυτά τα παιδιά για να νιώθουν τόσο πολύ, τόσο βαθιά αυτά τα λόγια, που είναι λόγια ξεσκισμένα –τουλάχιστον εγώ όταν τα έγραφα έτσι ένιωθα, ξεσκισμένη– αυτά τα παιδιά, λοιπόν, πρέπει να έχουν μέσα τους ένα επίπεδο άγνωστο, μια σοβαρότητα περίεργη, ακατανόητη».
Μετά για κάποιους λόγους χάθηκε από τη ζωή μου η Μαριανίνα Κριεζή, κάναμε πολλά χρόνια να ιδωθούμε. Ιδωθήκαμε ξανά πριν λίγα χρόνια στη συναυλία της Λιλιπούπολης στο Ηρώδειο. Την είδα, ήρθε μου έπιασε τον ώμο κι αρχίσαμε να κλαίμε με αναφιλητά πιασμένες έτσι.
Σκέψου ότι η περασμένη σου ζωή ήταν ένα τρικ
Γιατί όμως υπάρχει αυτή η μεγάλη διαφορά γενεών στην πρόσληψη των τραγουδιών της Λένα Πλάτωνος; Έχει να κάνει με τη μοίρα της πρωτοπορίας που βιώνεται «μετά την εποχή της» ή με κάποιον διαφορετικό τρόπο που βίωναν τη μουσική δημιουργία οι προηγούμενες γενιές;
«Έχει να κάνει και με τα δύο. Τα τραγούδια μου δεν ήταν μια απλή αφήγηση – αυτό είναι το λιγότερο και το περισσότερο που μπορώ να πω. Τα τραγούδια τα υπόλοιπα της εποχής είχαν απλές αφηγήσεις κυρίως ερωτικού, συναισθηματικού, αλλά και πολιτικού περιεχομένου. Εγώ –δεν ξέρω πώς μου την έδωσε τότε– έβγαλα τα σωθικά μου. Τα έβγαλα στην κυριολεξία. Το ευτυχές ήταν ότι τα έβγαλα με έναν σωστό τρόπο – τόσο σε ό,τι αφορά τη μουσική γραφή μου όσο και την ποιητική, την πρόζα μου. Και θέλω να μνημονεύσω για αυτό τη Μαριανίνα Κριεζή που έπαιξε μεγάλο ρόλο στο να βγάλω αυτόν τον εαυτό μου. Είχε έρθει σπίτι μου, θυμάμαι, στο παλιό μου σπίτι πίσω από την Αμερικανική Πρεσβεία, και της παρουσίασα τα γραπτά μου – τα πρώτα πράγματα που είχα διανοηθεί να γράψω. Φτιάχναμε το “Σαμποτάζ” τότε και της λέω “Βρε Μαριανίνα, κοίτα εδώ, έχω γράψει κάτι, ρίξε μια ματιά”. Τα κοιτάζει και μου λέει “Αυτό, αυτό είναι”. Μου έκανε κάποιες διορθώσεις, άλλαξε σημεία σε μερικές λέξεις με την πείρα της, έφτιαξε το παζλ και μου λέει “Αυτό είναι έτοιμο, έτοιμο τραγούδι, το καταλαβαίνεις; Και θα το τραγουδήσεις εσύ”. Ήξερε και τη φωνή μου, με είχε ακούσει να τραγουδάω και τα τραγούδια του “Σαμποτάζ” που τα μάθαινα μετά εγώ στα παιδιά, στη Σαββίνα (Γιαννάτου) και στον Γιάννη (Παλαμίδα). Μου είπε τότε η Μαριανίνα “Ο επόμενος δίσκος πρέπει να είναι σε μουσική δική σου, στίχους δικούς σου και ερμηνεία δική σου – όπως κάνει ο Λουκιανός, ο Σαββόπουλος”. Έμεινα έκπληκτη, αλλά ήταν και κάτι που ήθελα πολύ. Και το ότι μου το έλεγε η Μαριανίνα αυτό είχε τεράστια σημασία για εμένα, ήταν σαν να βάζει τη σφραγίδα της – τη σφραγίδα ενός ανθρώπου της γενιάς μου που εκτιμούσα πολύ και ήταν τεράστιο ταλέντο. “Βάλε, λοιπόν, το φουστανάκι σου το ηλεκτρίκ/και σκέψου ότι η περασμένη σου ζωή ήταν ένα τρικ”. Η Μαριανίνα το έπιασε από τότε. Μετά για κάποιους λόγους χάθηκε από τη ζωή μου, κάναμε πολλά χρόνια να ιδωθούμε. Ιδωθήκαμε ξανά πριν λίγα χρόνια στη συναυλία της Λιλιπούπολης στο Ηρώδειο. Την είδα, ήρθε μου έπιασε τον ώμο κι αρχίσαμε να κλαίμε με αναφιλητά πιασμένες έτσι. Μετά πήγαμε να κάτσουμε στις θέσεις μας κι αυτή ήταν η τελευταία επαφή μας. Μιας βαθύτατης σχέσης ζωής με όλα τα στριφνά καλντερίμια που περάσαμε – ήταν μια πολύ βαθιά σχέση».
Άγνωστες ποιήτριες του αρχαίου κόσμου στον Κήπο του Μεγάρου
Η κουβέντα πηγαίνει από τους πρώτους αυτούς δίσκους που αποτύπωσαν το σύνολο της συνθετικής και ερμηνευτικής προσωπικότητας της Λένας Πλάτωνος στην επίσης αγαπημένη της μουσική πτυχή της μελοποίησης, της δουλειάς της με τα ποιήματα του Καβάφη, της Emily Dickinson και τελευταία μιας σειράς «άγνωστων» ποιητριών του αρχαίου κόσμου που αποτελούν το υλικό από ένα πρόσφατο πόνημα λυρικών αφηγήσεων σε συνεργασία με τη Μαρία Φαραντούρη που παρουσιάστηκε για πρώτη φορά πέρυσι τον Μάρτιο στο Μουσείο της Ακρόπολης και στη συνέχεια τον Ιούλιο του 2022 στον Αρχαιολογικό χώρο Ελευσίνας στο πλαίσιο των εκδηλώσεων για την πολιτιστική πρωτεύουσα, ενώ μέρος αυτού βρήκε τη θέση του και στην εφ’ όλης της ύλης συναυλία της Λένας Πλάτωνος τον περασμένο Ιούλιο στον Κήπο του Μεγάρου, με καλεσμένη επίσης, μεταξύ άλλων εκλεκτών προσκεκλημένων όπως η Δήμητρα Γαλάνη και ο Κωνσταντίνος Βήτα, η Μαρία Φαραντούρη.
«Είναι πολύ σημαντική δουλειά αυτή, είναι σπουδαία η Μαρία Φαραντούρη, έδεσε πολύ η μουσική μου με τη φωνή της αλλά και με τα διασωθέντα αυτά έργα, με την προέλευσή τους από τον αρχαίο κόσμο. Και δεν βρήκα αυτό το υλικό, ήρθε το υλικό αυτών των ποιητριών σε επαφή με εμένα. Ο Θάνος ο Τσακνάκης είχε κάνει μια πρώτη επιμέλεια σε αυτά τα έργα και μου τα έφερε. Του είπα ότι είναι υπερβολικός ο δεκαπεντασύλλαβος για το δικό μου στιλ οπότε του έκανα ένα ρετούς για να ταιριάξουμε. Αλλά ο Θάνος είχε κάνει όλο το οικοδόμημα, εγώ απλώς έβαψα μερικούς τοίχους. Είναι ωραίος λογοτέχνης ο Θάνος, συνδυάσαμε τη λυρική αφήγηση με ό, τι είχε διασωθεί για τη ζωή της εκάστοτε «χαμένης» ποιήτριας, με μικρά αποσπάσματα για τη ζωή τους προσαρμοσμένα σε στιλ τραγουδιού. Και αποφασίσαμε με τον Μιχαήλ τον Μαρμαρινό ότι θα πρέπει αυτή η αφήγηση να είναι ηχογραφημένη και να ακούγεται σαν από κάπου να έρχεται. Έγραψα τη μουσική μετά, όλα τα βασικά θέματα και τους ήχους, βάλαμε ένα δείγμα στη Μαρία και εκείνη ενθουσιάστηκε, τα έπιασε αμέσως. Ήταν πολύ ενδιαφέρον όλο αυτό, βρήκα μια σύνδεση με τον κόσμο αυτό μέσω της ανατολίτικης πλευράς μου. Δανείστηκα κάποιες ανατολικές κλίμακες και όσο προχωρούσε το έργο συνέχιζε αυτό το στοιχείο να μου βγαίνει και ασυναίσθητα. Είναι σπουδαίο υλικό, υπάρχουν σπουδαίες ποιήτριες, ποιήτριες που ασχολούνται με τα άστρα, που ασχολούνται με τις μικρές μορφές ζωής με εντυπωσιακή λεπτομέρεια. Ένας μεγάλος όγκος γυναικείου πνεύματος που δεν είχε φτάσει σε εμάς, απίθανα πράγματα που δεν τα ξέραμε και άξιζε να τα γνωρίσουμε. Χρωστάμε για αυτό στον Θάνο τον Τσακνάκη ένα μεγάλο ευχαριστώ. Εκτός από τη Μαρία Φαραντούρη και ο Κωνσταντίνος Βήτα είπε κάποια «χιτάκια» δικά μου, τον “Μάρκο” και τις “Αιμάτινες Σκιές από Απόσταση” και η Δήμητρα Γαλάνη δυο καινούργια μου τραγούδια, πολύ αγαπημένα μου, από τον νέο δίσκο που ετοιμάζω με τον Νίκο Μωραϊτη με διάφορους σπουδαίους τραγουδιστές και το περιμένω πώς και πώς».
Λένα Πλάτωνος: Από τους White Noise στους Στέρεο Νόβα
Μιλώντας για τον Κωνσταντίνο Βήτα λέω στη Λένα Πλάτωνος ότι στις γενιές που μεγάλωσαν και ενηλικιώθηκαν με την ποίησή του συνηθίζουμε να λέμε ότι ίσως οι Στέρεο Νόβα να μην υπήρχαν αν δεν υπήρχε η Λένα Πλάτωνος. Χωρίς τη μουσική ποιου, όμως, ίσως να μην υπήρχε η Λένα Πλάτωνος;
«Η αλήθεια είναι ότι ο Κωνσταντίνος (Βήτα) ήταν πολύ φίλος μου πριν ακόμα τους Στέρεο Νόβα. Είχε έρθει και με είχε βρει μια μέρα και μου λέει “H Joni Mitchell έχει το ίδιο ζώδιο με σένα”. Λατρεύαμε και οι δυο τη Joni Mitchell, κάπως έτσι άρχισε η επαφή μας. Γίναμε φίλοι, εγώ ήμουν στις παρυφές του «Γκάλοπ» και ο Κωνσταντίνος, που ζωγράφιζε, είχε αρχίσει να γράφει. Μου έλεγε ότι γράφει τραγούδια που μοιάζουν με τα δικά μου, του είπα να τα φέρει να τα ακούσουμε, αλλά τελικά δεν τα ακούσαμε. Τα άκουσα όμως μαζί με όλον τον κόσμο αργότερα, όταν βρισκόμουν σε ένα άλλο δικό μου πέλαγος και είχε ανατείλει πια το αστέρι των Στέρεο Νόβα. Πολύ καλοί. Και αν πάμε αυτήν τη γραμμή ακόμα πιο πίσω θα βρούμε στις δικές μου, τους White Noise. Στους White Noise και τη Delia Derbyshire – την πρώτη που έκανε ηλεκτρονική μουσική μέσα στο BBC. Είχα νιώσει μεγάλη δημιουργική ταραχή όταν πρωτάκουσα αυτόν τον ήχο, όταν ήμουν στη Βιέννη. Και τη δεύτερη ταραχή την πήρα στο πρώτο international tour του “Aqualung” των Jethro Τull. Θυμάμαι να έχω πάει στο show τους, να κάθομαι σε ένα χρυσοποίκιλτο θεωρείο και να τους βλέπω να βγαίνουν με τα ξεσκισμένα τους ρούχα, να παίζουν ξεσκισμένες κιθάρες κι αυτό το καταπληκτικό φλάουτο. Εκεί είπα ότι εγώ θέλω να ακολουθήσω με αυτήν την καριέρα, ότι δεν θέλω να γίνω πιανίστα».
Ο Κωνσταντίνος (Βήτα) ήταν πολύ φίλος μου πριν ακόμα τους Στέρεο Νόβα. Είχε έρθει και με είχε βρει μια μέρα και μου λέει «H Joni Mitchell έχει το ίδιο ζώδιο με σένα». Λατρεύαμε και οι δυο την Joni Mitchell, κάπως έτσι άρχισε η επαφή μας.
Λένα Πλάτωνος: Μουσική για τριάντα χρόνια μετά
Καθώς μιλάμε για τις πηγές εμπνεύσεις, ο Θανάσης Καρατζάς που παρακολουθεί τη συζήτηση μέσα από τον φακό του, σταματάει για να κάνει τη δικιά του ερώτηση στη Λένα Πλάτωνος. Θέλει να μάθει αν αντλεί έμπνευση από τα όνειρά της για τις αφηγήσεις και τα τραγούδια της.
«Από τα όνειρα που βλέπω στον ύπνο μου όχι, από τα όνειρα που βλέπω στον ξύπνιο μου ναι. Αυτά τα όνειρα είναι τόσο ζωντανά, από αυτά βγαίνουν όλα και δεν θα είχαν βγει αλλιώς. Υπήρχαν Κυριακές, όταν έμενα στην οδό Ξανθίππου –σε ένα μεγάλο, minimal σπίτι που με ενέπνευσε πολύ–, που καθόμουν και σκεφτόμουν πριν βγω τι να κάνω, σκεφτόμουν ότι ήθελα να κάνω μουσική που θα τη χορεύουν μετά από τριάντα, σαράντα χρόνια. Έτσι έγραψα το “Μια άσκηση φυσικής άλυτη”. Ήταν μια άσκηση που διασκέδαζα πολύ, ένα άλμα προς το μέλλον που δεν έλεγχα. Ένα ανεξέλεγκτο προαίσθημα, όραμα, μέρα μεσημέρι. Και έτσι και έγινε».
Το μέτρο της ζωής
Ενώ η συζήτηση εμπλουτίζεται από ανάλαφρα ιντερμέδια, ερωτήσεις για τον ζωδιακό μας κύκλο και τον ωροσκόπο μας, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι ακόμα και στα άστρα υπάρχει μια αλήθεια που πολύ απλά συχνά ξεχειλώνεται, γιατί ξεφεύγει από το μέτρο. Γιατί σε όλα υπάρχει μια αλήθεια, αρκεί να υπάρχει κι ένα μέτρο.
«Το μέτρο το είχα πάντα λόγω βαθιάς σχέσης με τη μουσική, τη ζωγραφική, το μπαλέτο, την τέχνη. Υπάρχει διάχυτο το μέτρο μέσα στην τέχνη. Η τέχνη είναι μια υπόθεση μέτρου. Όπως και η ζωή. Και στη ζωή το μέτρο είναι ένας συνεχής αγώνας που κερδίζεται με την ηλικία, με το πόσο θα ενδιαφερθεί κανείς για τον εαυτό του, για το ποιος είναι μέσα του, για το ποιοι είναι οι άλλοι, για όλους αυτούς τους συσχετισμούς. Έτσι βρίσκει κανείς, το μέτρο του, τη χρυσή τομή».
Υπήρχαν Κυριακές, όταν έμενα στην οδό Ξανθίππου –σε ένα μεγάλο, minimal σπίτι που με ενέπνευσε πολύ–, που καθόμουν και σκεφτόμουν πριν βγω τι να κάνω, σκεφτόμουν ότι ήθελα να κάνω μουσική που θα τη χορεύουν μετά από τριάντα, σαράντα χρόνια. Έτσι έγραψα το «Μια άσκηση φυσικής άλυτη».
Εδώ στη γη οι παράδεισοι κρατάνε λίγο. Ο πραγματικός παράδεισος φαντάζομαι ότι κρατάει πολύ – σε όποιο σημείο του σύμπαντος κι αν βρίσκεται.
Τελική Διάταξη
Στα νομικά, σε νόμους, ρυθμιστικά κείμενα και συμβάσεις, υπάρχει μια κατακλείδα όρου που λέγεται τελική διάταξη. Είναι μια τελευταία ρύθμιση, ένας ανακεφαλαιωτικός τρόπος ή/και χρόνος ισχύος μιας συμφωνίας. Η τελική διάταξη που προκύπτει από αυτήν την κουβέντα με τη Λένα Πλάτωνος, ενώ έχουμε κλείσει το μαγνητόφωνο και συζητάμε περί τεχνολογικών ανέμων και περιβαλλοντικών υδάτων, το τελευταίο πράγμα που αναδύεται μέσα από το αινιγματικό της χαμόγελο, είναι μια ανακεφαλαίωση φωτός που χαράζει χώρους και χρόνους που σε πολλούς μπορεί να φαίνονται ως προθάλαμοι δυστοπίας.
«Ποτέ δεν μου άρεσε να τελειώνω με δυστοπία – ούτε και στα τραγούδια μου».
Δειτε περισσοτερα
Πώς συγκεντρώνουν την πραμάτεια τους, ποιες δυσκολίες αντιμετωπίζουν και ποιο είναι το όραμά τους για κεντρική ενιαία αγορά
Φωνές από το περιθώριο και τροφή για σκέψη για την αποδοχή και τα σύγχρονα κοινωνικά στερεότυπα
Πώς συναντιούνται τόσοι κόσμοι;
Τα ψηφιακά εργαλεία που υπόσχονται ένα πράσινο μέλλον
Οι επιχειρήσεις που αναγνωρίζουν τη σημασία της βιωσιμότητας μπορούν να επιτύχουν σε όλα τα επίπεδα—οικονομικά, κοινωνικά και περιβαλλοντικά