Τέχνη κάνουμε για να αφηγηθούμε τον ανθρώπινο πόνο, όχι για να τον προκαλέσουμε
- CITY GUIDE
- PODCAST
-
18°
Καθημερινοί, χαρούμενοι άνθρωποι από την Ουαλία του 1970
Τον Βρετανό φωτογράφο Robin Weaver τον ανακάλυψα πρόσφατα μέσα από την υπέροχη σειρά φωτογραφιών και βιβλίο με τίτλο «A Different Country». Δεν θα μπορούσε να υπάρξει καλύτερο timing. Ήταν οι μέρες που έβλεπα –σχεδόν μανιωδώς, κλεισμένος στο σπίτι στην πρώτη καραντίνα – τις αστυνομικές σειρές «Hinterland» και «Hidden», με τη δράση να εξελίσσεται στην ουαλική εξοχή. Έτσι, οι εικόνες του Robin Weaver από διάφορα μέρη της Ουαλίας τη δεκαετία του 1970, από την πρωτεύουσα Κάρντιφ μέχρι πιο μικρές και κλειστές κοινότητες, μου έφεραν ένα χαμόγελο και κάπου μέσα μου σχεδιάζω το επόμενο ταξίδι. Άνθρωποι χαρούμενοι, αισιόδοξοι, που ζουν τη στιγμή παρά τις δυσκολίες και τις στερήσεις.
O Robin Weaver δούλευε τη δεκαετία του 1970 σαν φωτογράφος σε τοπική εφημερίδα της Νότιας Ουαλίας και ήρθε κοντά με αυτές τις κοινότητες, τις αγάπησε και οι εικόνες του από την καθημερινότητα και τις γιορτές τους αποδεικνύονται μοναδικά ντοκουμέντα μίας εποχής που πέρασε. Είμαστε καλύτερα εμείς σήμερα με όλες αυτές τις ανέσεις;
Παράλληλα με το «A Different Country», ο Robin Weaver επιμελήθηκε και το πολύ ενδιαφέρον βιβλίο «SNAPPERS», μία «ωδή» και ματιά στους ίδιους τους φωτογράφους, ερασιτέχνες και επαγγελματίες, επί το έργον.
Κάπου κοντά στο Peak District National Park, στο Ντέρμπισάιρ, ακριβώς στο κέντρο της Αγγλίας, ο Robin Weaver μίλησε στην ATHENS VOICE για τη ζωή του σαν φωτογράφος και την Ουαλία της δεκαετίας του 1970.
Πώς είναι η ζωή την χρονιά του COVID-19 για τον Robin Weaver;
Δεν κατάφερα να ταξιδέψω στο εξωτερικό πέρσι, κάτι που είχα σχεδιάσει, έτσι είχα το χρόνο να αφοσιωθώ στην έκδοση του βιβλίου «SNAPPERS», ένα βιβλίο με φωτογραφίες που ξεκίνησα να δουλεύω το 2007. Το «SNAPPERS» είναι μία μελέτη πάνω σε άλλους φίλους φωτογράφους, όπως τους παρατήρησα μέσα από τα διάφορα ταξίδια μου. Οι πιο πρόσφατες εικόνες στο «SNAPPERS» τραβήχτηκαν στην Αυστραλία και Νέα Ζηλανδία τον Μάρτιο του 2020. Ήμουν τυχερός που αυτό το πολύ όμορφο ταξίδι δεν επηρεάστηκε από τον COVID-19. Για την ακρίβεια, επέστρεψα στη Βρετανία μόλις δύο μέρες πριν το εθνικό lockdown. Είχα πολύ χρόνο να επικεντρωθώ στο βιβλίο και στις πωλήσεις φωτογραφικών αντιγράφων, να σκανάρω αρχειακό υλικό από αρνητικά και να φωτογραφίζω τα τοπία που βρίσκονται κοντά στο σπίτι μου για ένα νέο βιβλίο σχετικά με το Peak District National Park.
Πότε ξεκίνησε το ενδιαφέρον σας για τη φωτογραφία και πώς αυτό εξελίχθηκε στη συνέχεια;
Ο παππούς μου ήταν ένας πολύ παθιασμένος ερασιτέχνης φωτογράφος που δούλευε και εμφάνιζε τα πάντα μόνος του. Πέθανε πριν γεννηθώ εγώ, αλλά οι φωτογραφίες του από τις δεκαετίες του 1920 και 1930 παραμένουν «ζωντανές». Είχα κατενθουσιαστεί από αυτές τις στιγμές από μία χαμένη εποχή, παγωμένη στο χρόνο. Αυτές οι φωτογραφίες μου έδωσαν έμπνευση να πάρω τη δική μου κάμερα και στη συνέχεια την επεξεργασία των δικών μου φιλμ και εκτυπώσεις σε σκοτεινό θάλαμο, κάτι που εκνεύριζε την υπόλοιπη οικογένεια.
Πήγα στο Newport College of Art στις αρχές της δεκαετίας του 1970 και σπούδασα φωτογραφία για τρία χρόνια. Εκείνη την περίοδο, είδα μία έκθεση στο Κάρντιφ με τις φωτογραφίες του Henri Cartier-Bresson και από εκεί εμπνεύστηκα να φωτογραφίζω τη ζωή στους δρόμους. Αφήνοντας το πανεπιστήμιο, έπιασα δουλειά στην τοπική απογευματινή εφημερίδα, την South Wales Argus. Καλύπτοντας ιστορίες και εκδηλώσεις της πόλης, μου δόθηκε μία είδους πρόσβαση στις καθημερινές δραστηριότητες των κατοίκων των πεδιάδων της Νότιας Ουαλίας. Πάντα κουβαλούσα μαζί μου και μία μικρή Leica στην τσάντα με την άλλη κάμερα και έτσι, με την ευκαιρία, έβγαζα φωτογραφίες και για εμένα.
Ήταν τα ταξίδια στο εξωτερικό σημαντικά για την εικόνα σας για τον κόσμο και για τη δουλειά σας;
Κάποιοι λένε πως τα ταξίδια «σου ανοίγουν το μυαλό». Κάτι που έγινε και με εμένα μετά από τόσα χρόνια που πέρασα μέσα στα όρια της Νότιας Ουαλίας. Το τελευταίο μου ταξίδι στην Αυστραλία και τη Νέα Ζηλανδία μου έδωσε φοβερό υλικό για το βιβλίο «SNAPPERS» με όλους αυτούς τους τουρίστες τριγύρω.
Τι θέματα σας ενδιαφέρουν πιο πολύ να φωτογραφίζετε;
Μου αρέσει να καταγράφω την καθημερινότητα, μέρη, ανθρώπους και καταστάσεις που πολλές φορές αγνοούμε και δεν προσέχουμε, το «φόντο» στη ζωή μας. Οι παλιές μου φωτογραφίες έχουν αναπτύξει έναν συγκεκριμένο χαρακτήρα, μία μοναδική «γυαλάδα» και ομορφιά, «περασμένη» μέσα από το πέρασμα του χρόνου. Έτσι, αυτό που με ενδιαφέρει είναι να ψάχνω τις απλές και καθημερινές στιγμές τις οποίες ο χρόνος θα αποδώσει εντυπωσιακά. Πιστεύω πως αυτού του είδους documentary φωτογραφίας έχει μεγάλη αξία για τις μελλοντικές γενιές.
Υπήρχε κάποια «σύγκρουση» ανάμεσα στη δουλειά σας στην εφημερίδα και τα προσωπικά projects; Πώς βρήκατε τη σωστή ισορροπία;
Σίγουρα υπήρχε κάποια «σύγκρουση συμφερόντων» ανάμεσα στη δουλειά και τις προσωπικές μου φωτογραφίες. Σε κάθε περίπτωση, πραγματικά κοίταζα με δύο ζευγάρια μάτια. Οι φωτογραφίες για τον τύπο, από τη φύση τους, συχνά «φτιάχνονται» και επινοούνται. Μισούσα να βάζω ανθρώπους να στήνονται για φωτογραφίες ή να μου λέει ο εκδότης «κάνε αυτό και κάνε το άλλο». Τι πραγματικά ήθελα ήταν να βγάζω την αλήθεια στις φωτογραφίες μου, έτσι πάντα υπήρχε μία «σύγκρουση» στο μυαλό μου, κάποιες φορές δύσκολο να συμφιλιωθώ μέσα μου. Φυσικά, η δουλειά πάντα προηγείτο και εκεί επικεντρωνόμουν, άσχετα αν έχανα μία καλή ευκαιρία για να προσθέσω στην προσωπική μου συλλογή.
Πώς γεννήθηκε η σειρά φωτογραφιών και το βιβλίο «A Different Country»; Τι θέλατε να δείξετε μέσα από αυτές τις εικόνες;
Θα σας δώσω ένα παράδειγμα για τη διαφορετική προσέγγιση και στάσεις που έπρεπε να υιοθετήσω καθώς δούλευα. Κάθε πόλη και χωριό στη Νότια Ουαλία τη δεκαετία του 1970 είχε και από ένα καλοκαιρινό καρναβάλι, έτσι, από τον Ιούνιο μέχρι τον Αύγουστο, η εφημερίδα θα με έστελνε να καλύψω φωτογραφικά κάποια σαββατοκύριακα εκεί. Η εφημερίδα ήθελε μία φωτογραφία της «βασίλισσας» του καρναβαλιού να χαμογελάει από το άρμα της και πολλές άλλες «χαρούμενες» φωτογραφίες μασκαρεμένων ανθρώπων με τις στολές τους. Αφού τράβαγα τις φωτογραφίες που ζητούσε η εφημερίδα, στη συνέχεια έβγαζα και τις πιο αυθόρμητες δικές μου. Μου άρεσε ιδιαίτερα να φωτογραφίζω τους ανθρώπους που παρακολουθούσαν την παρέλαση. Φυσικά, τράβηξε και πολλές ακόμα στον δικό μου προσωπικό χρόνο, εκτός δουλειάς, όσο εξερευνούσα περισσότερες τις κοινότητες της Νότιας Ουαλίας. Δεν είχα κάποιο συγκεκριμένο θέμα στο νου τότε, μόνο μία παρόρμηση να καταγράψω ότι έβρισκα.
Πάντα ένιωθα πως έχω τραβήξει κάποιες συναρπαστικές εικόνες από τη δεκαετία του ’70 αλλά δεν είχα καταφέρει να τις εκδώσω, εκτός από κάποιες φωτογραφίες από διαδηλώσεις στον σοσιαλιστικό τύπο. Είχα μιλήσει με κάποια περιοδικά επίσης, τίποτα. Δεκαετίες αργότερα, στην ψηφιακή εποχή, άρχισα να σκανάρω τα παλιά αρνητικά και να ανακαλύπτω ξανά εικόνες που είχα ξεχάσει. Πούλησα μερικά αντίγραφα και έβαλα κάποια σε μία βιβλιοθήκη φωτογραφιών. Ανακάλυψα πως τώρα υπάρχει μία αγορά για αυτά και κυρίως πως έχαιραν εκτίμησης και ενδιαφέροντος. Τότε ήταν που αποφάσισα να επιμεληθώ μίας συλλογής και να εκδώσω κάποιες σε ένα βιβλίο.
Η δεκαετία του 1970 ήταν δύσκολη για τη Βρετανία και την οικονομία της, εργοστάσια έκλειναν, ανεργία. Βλέπω όμως χαρούμενους ανθρώπους στις φωτογραφίες σας, παιδιά να γελάνε. Πώς ήταν η ζωή τότε;
Ίσως βλέπω το παρελθόν με ρομαντισμό, αλλά δεν θυμάμαι τη δεκαετία του 1970 να είναι τόσο άσχημη, όσο, ας πούμε, η δεκαετία του 1980. Η αλήθεια να λέγεται, υπήρχε η πετρελαϊκή κρίση του 1973 και μετέπειτα το 1974 το μέτρο της κυβέρνησης που ήθελε να χρησιμοποιούμε ηλεκτρισμό μόνο για τρεις ημέρες τη βδομάδα για να εξοικονομηθεί ηλεκτρική ενέργεια. Υπήρχε τόση διαμάχη στη βιομηχανία στα τέλη του ’70, με κατάληξη τον «χειμώνα της δυσφορίας» το 1978-1979.
Αλλά, με διάφορους τρόπους, η κλειστή κοινωνία της Νότιας Ουαλίας ευημερούσαν και οι άνθρωποι ήταν αισιόδοξοι πως όλοι μαζί θα κάνουμε τα πράγματα καλύτερα. Πολλά από τα ανθρακωρυχεία ήταν ακόμα σε λειτουργία και τα συνδικάτα δυνατά. Μέχρι που ήρθε το ‘80, υπό την κυβέρνηση της Μάργκαρετ Θάτσερ, που τα συνδικάτα «έσπασαν» και τα ανθρακωρυχεία άρχισαν να κλείνουν. Αυτές οι κοινότητες δεν θα ήταν ξανά ίδιες. Ίσως να είχα διαφορετική ατζέντα αν φωτογράφιζα στη Νότια Ουαλία το 1980 και το 1990.
Τι σας φέρνει το 2021; Συνεχίζετε να βγάζετε φωτογραφίες κάθε μέρα;
Πριν τους ταξιδιωτικούς περιορισμούς στη Βρετανία, είχα ξεκινήσει κάποια ταξίδια πίσω στην Ουαλία, επισκέφτηκα μέρη που υπάρχουν μέσα στο βιβλίο «A Different Country» για να τα φωτογραφίσω ξανά και πώς έχουν αλλάξει από τη δεκαετία του 1970. Σκόπευα να το συνεχίσω και μέσα στο 2021.
Το άλλο μου project, που δουλεύω φέτος και μπορώ να το «τρέξω» χωρίς φυσική επαφή με άλλους, είναι στο τοπίο του White Peak, μία περιοχή του Peak District εθνικού πάρκου, κοντά στο σπίτι μου στο Derbyshire.
Ανυπομονώ να μπορώ να ταξιδέψω στο εξωτερικό ξανά, ειδικά τη στιγμή που δουλεύω μαζί με τη σύζυγό μου, Helen Werin, που είναι ταξιδιωτική συγγραφέας και αρχισυντάκτρια ταξιδιών σε ένα best-selling περιοδικό της Βρετανίας. Μας αρέσουν τα ταξίδια με το αυτοκινούμενο που έχουμε, κάτι που με βοηθάει να δώσω περισσότερα στο ευρύτερη αγορά της ταξιδιωτικής φωτογραφίας. Η μικρότερη κόρη μου είναι αυτή τη στιγμή στην Αυστραλία και θα ήθελα να την επισκεφτώ ξανά μέσα στο 2021, να ταξιδέψω στη χώρα, ίσως να ξαναπάω σε μέρη που φωτογράφισα σε ένα ταξίδι με μηχανή γύρω από την Αυστραλία τη δεκαετία του 1980.
Μου αρέσει να έχω μία φωτογραφική μηχανή μαζί μου κάθε στιγμή. Δεν λέω ότι βγάζω φωτογραφίες κάθε μέρα, αλλά σίγουρα αρκετές φορές τη βδομάδα.
robinweaver.co.uk
Δειτε περισσοτερα
Η έκθεσή της Terra Cognita είναι ένα προσκύνημα σε άγνωστους τόπους
Η θρυλική Blondie ξεκίνησε πρόσφατα μία συνεργασία με τη μάρκα ένδυσης Wildfang, η οποία εστιάζει στη δημιουργία ενδυμάτων χωρίς φύλο και με δυναμικό, ασυμβίβαστο ύφος
Μιλήσαμε με τον φωτογράφο για την τέχνη της φωτογραφίας, τα ασπρόμαυρα και έγχρωμα καρέ και τον ρόλο της τεχνολογίας
Τα κοσμήματα με τα γράμματα και την περίτεχνη τέχνη της Charlotte Chesnais
Aγόρια ντυμένα γυναίκες, με εξαιρετικό μπρίο και αριστοτεχνική θηλυκότητα, προσέφεραν ένα εκρηκτικό show