Τέχνη κάνουμε για να αφηγηθούμε τον ανθρώπινο πόνο, όχι για να τον προκαλέσουμε
Έλεν Μάρντεν: «Με γοητεύει το μυστήριο της ζωής»
Η Έλεν Μάρντεν μιλά στην ATHENS VOICE με αφορμή την έκθεσή της με τίτλο «Agape» στην γκαλερί Gagosian
Μιλά χαμηλόφωνα μειδιώντας, με την καταδεκτικότητα του ανθρώπου που αναγνωρίζει πως είχε μια καλή ζωή κι επιμένει να μη το βάζει κάτω παρά το ότι βίωσε πρόσφατα μια οδυνηρή απώλεια. Μόλις λίγες εβδομάδες μετά τον θάνατο του επί 55 χρόνια συζύγου της, του διάσημου καλλιτέχνη Μπράις Μάρντεν, η Έλεν Μάρντεν στέκεται μπροστά στις χρωματικές δίνες των καμβάδων της στην γκαλερί Gagosian στο Κολωνάκι. Αγέρωχη στα 82 χρόνια της, αποφασιστική, θα έλεγες ότι σκηνοθετεί ακόμα και το σκηνικό που θα φιλοξενήσει αυτή την κουβέντα επιλέγοντας το ακριβές σημείο και τη διάταξη των καθισμάτων. Αυθόρμητα μου έρχονται στο νου τα λόγια με τα οποία μου την περιέγραφε έναν χρόνο νωρίτερα ο καλλιτέχνης, επιμελητής και αγαπημένος της φίλος Δημήτρης Αντωνίτσης με αφορμή την έκθεση «Brice Marden και ελληνική αρχαιότητα» στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης: «μια ύπαρξη που καταλαμβάνει τον χώρο ενός γαλαξία»…
Είναι πια πάνω από μισός αιώνας που επιστρέφει τα καλοκαίρια στην χώρα μας, στην αγαπημένη της Ύδρα. Το ημερολόγιο έγραφε 1970 όταν αποφάσισε να επισκεφθεί μια φίλη της στις Σπέτσες. «Δούλεψα σε έναν φωτογράφο επί έξι μήνες για να μαζέψω τα χρήματα. Αναρωτήθηκα, όμως, ποιοι είναι όλοι αυτοί οι κομψοί άνθρωποι που κατεβαίνουν στην Ύδρα; Οπότε την επομένη πήγαμε στην Ύδρα και τη λάτρεψα. Η φυσική ομορφιά, το νερό και το φως, όλο το “πακέτο” μου ταίριαζε. Η Ελλάδα είναι η πιο όμορφη χώρα στη Γη. Πού αλλού βρίσκεις τέτοιο φως;» αναφέρει.
Εκείνος δούλευε στο εργαστήρι του, οι κόρες τους χαίρονταν τις διακοπές τους σ’ ένα γραφικό νησί με φίλους πέρα από τον αμερικανικό τους περίγυρο κι όταν πετούσαν ξανά προς την «κανονικότητα», μαυρισμένοι, με τα παπούτσια τους φθαρμένα και τα μαλλιά ξανθωπά από τον ήλιο έμοιαζαν με νησιώτες –τόσο που κάποτε ένας Γερμανός τραπεζίτης φίλος τους αναρωτιόταν ανήσυχος τι τους συνέβαινε.
Η περιπλάνηση είναι στη φύση της και δεν άργησε να φανεί. Στο κολλέγιο διάβαζε πολύ Πολ Μπόουλς και τις μεταφράσεις του από ιστορίες αφηγητών όπως ο Mohamed Mrabet της Ταγγέρης. Έχοντας πάρει το πτυχίο της στις Καλές Τέχνες από το Κρατικό Πανεπιστήμιο της Πενσυλβάνια το 1963, ήταν ζήτημα χρόνου να επιβιβαστεί σε μια πτήση για το Μαρόκο. Οι άνθρωποι, το φως, οι αγορές, η Μεδίνα, τα βουνά τη γοητεύουν από την πρώτη στιγμή.
Για χρόνια είχε συντονισμένη την πυξίδα της και στην Ινδία όπου η καθημερινότητα τροφοδοτούσε τις ακουαρέλες της. «Η δουλειά μου προκύπτει ενστικτωδώς, δεν το σκέφτομαι. Οτιδήποτε εσωτερικό βγαίνει, απλά έτσι γίνεται. Ο τρόπος που ο Μπράις εμπνέεται από έναν τόπο είναι πιο συγκεκριμένος, με το νερό, το τοπίο κ.λπ. Στην περίπτωσή μου όχι. Αλλά υπήρχε πάντα μια σύνδεση. Νομίζω ότι ο αέρας, οι γεύσεις, οι μυρωδιές (από τα ταξίδια) είναι παντού στα έργα μου. Δεν ξέρω, βέβαια, αν φαίνεται τόσο ζωηρά. Πριν από δυο-τρια χρόνια, εν μέσω της πανδημίας του κορωνοϊού, καταφέραμε να πάμε το φθινόπωρο στην Καζαμπλάνκα και να περιηγηθούμε οδικώς στη χώρα. Όταν μετά από δύο εβδομάδες πετάξαμε στη Μαδρίτη και επισκέφθηκα το Πράδο, όλα μου φαίνονταν τόσο… καφέ. Σκέφτηκα ότι είμαι Μαροκινή».
Διόλου τυχαία, πριν από κάποια χρόνια απέκτησαν εδώ ένα ριάντ, ένα από τα καταφύγια που έστησε το ζευγάρι ανά τον κόσμο –στο Νέβις της Καραϊβικής, μάλιστα, «τρέχει» το boutique θέρετρο Golden Rock. Και είναι σ’ αυτές τις δύο πλευρές της Μεσογείου, στον Αργοσαρωνικό και στο Μαρόκο που θέλει πλέον να επιστρέφει.
Η Έλεν Μάρντεν, η Ύδρα και η «Agape» στην γκαλερί Gagosian
Στην Ύδρα, άλλωστε, ξανάπιασε τα πινέλα αφού για ένα διάστημα είχε εγκαταλείψει τη ζωγραφική. Δυο έργα από το 1980 στον πρώτο όροφο της Gagosian στην Αθήνα θυμίζουν εκείνες τις μέρες αλλά και τον δρόμο που έχει διανύσει εικαστικά έκτοτε, το πέρασμα από την αφαιρετική απόδοση του ατίθασου, αγροτικού ελληνικού τοπίου στην απόσταξη της τοπογραφίας του σε βιομορφικά σχήματα.
«Μια από τις βεβαιότητές μας ήταν ότι και οι δύο δουλεύαμε συνέχεια, κάθε μέρα πηγαίναμε στα εργαστήριά μας. Ήταν υπέροχο. Ο Μπράις ήταν εμμονικός. Η ορμή του με βοήθησε κι εμένα να προχωρήσω. Χρειάστηκα πολλά χρόνια γιατί με υποτίμησε το οικοσύστημα της τέχνης της Νέας Υόρκης. Σταμάτησα γιατί μου έλεγαν ότι δεν είμαι καλή. Ήταν τελείως διαφορετικός ο κόσμος για τις γυναίκες τότε, τουλάχιστον για μένα. Αλλά όταν αποφάσισα ότι πρέπει να δουλέψω, μίλησα με την Τζένιφερ Μπάρτλετ και κυρίως με την Ελίζαμπεθ Μάρεϊ που με ενθάρρυνε πολύ καθώς είχε κι εκείνη παιδιά. Σκέφτηκα ότι αφού μπορούσα να μεγαλώσω παιδιά, μπορώ να κάνω τα πάντα».
Το να δουλεύει στη σκιά ενός διάσημου άνδρα δημιουργού δεν φαίνεται να υπήρξε ευνοϊκό για τη δική της καλλιτεχνική διαδρομή. Ομολογεί, βέβαια, πως ο σύντροφός της υπήρξε υποστηρικτικός ως προς το γεγονός ότι ζωγράφιζε, παρότι πέρασε καιρός για να αναγνωρίσει τη δουλειά της.
Ήταν πάντως εκείνος που σύστησε στον περίφημο ντήλερ Λάρι Γκαγκόζιαν τη δουλειά της. Μέσα στα χρόνια εκθέτει σε ατομικό επίπεδο μάλλον με φειδώ. Έχει, ωστόσο, συμμετάσχει σε ομαδικές στο New Museum, στο Drawing Center, στην Μπιενάλε του Whitney και στην The Last Brucennial στη Νέα Υόρκη, καθώς και στο Palmer Museum of Art στο Πανεπιστήμιο Pennsylvania State, ενώ το 2001 είδαμε δημιουργίες της στο αφιέρωμα «Αύρα και ενσάρκωση» του Hydra School Projects.
Η τρίτη της έκθεση στην Gagosian και η πρώτη της στην Ελλάδα γίνεται με «Agape», όπως δηλώνει ο τίτλος· μια λέξη που ανακαλεί σαν επαναλαμβανόμενο μοτίβο σε διάφορα τραγούδια και δηλώνει την αγάπη που διαρκεί άνευ όρων.
Από τα δύο πρώιμα έργα της Ύδρας μέχρι πρόσφατες δημιουργίες, τους πίνακες τροφοδοτεί η σύνδεσή της με τη σύγχρονη αφαίρεση, ένα άσβεστο ενδιαφέρον για τη φύση και η μαγεία που της ασκούν η ελληνική και άλλες πολιτιστικές παραδόσεις. Συνθέσεις ζωηρές με χρώματα τολμηρά, φόρμες αφαιρετικές με δέσμες νημάτων ρέουσες που ελίσσονται και αλληλεπικαλύπτονται.
Στην πρακτική της καλύπτει τον καμβά με υγρή ρητίνη και όσο αυτή στεγνώνει, προσθέτει χρωστικές σε μορφή σκόνης και τις δουλεύει με ταχύτητα και έντονη χειρονομία. «Ξέρεις τι κάνω; Κάθομαι για ώρα στον καναπέ έχοντας κάποιο χρώμα στο μυαλό μου και μετά τρέχοντας πηγαίνω και ανακατεύω τη ρητίνη. Κατόπιν ρίχνω το χρώμα και τρέχω ξανά και πάει λέγοντας» αποκάλυπτε πριν από λίγο καιρό σε μια συνομιλία στην φίλη και διάσημη ομότεχνή της Κίκι Σμιθ. «Υπάρχει μεγάλη προκατάληψη για το χρώμα και ειδικά για τις γυναίκες καλλιτέχνες που χρησιμοποιούν χρώμα. Είναι σαν ένα σημάδι ότι δεν είναι αρκετά καλές ή αρκετά έξυπνες» υπερθεματίζει σχετικά με την παλέτα της.
Αυτή τη φορά πάντως το μαύρο δεν έλειψε από τον χρωστήρα της. Δε θέλει και πολύ σκέψη, «είναι μια πιο σκοτεινή χρονιά» παραδέχεται. «Καθώς η υγεία του Μπράις έφθινε, σκέφθηκα ότι δεν μπορούσα να συγκεντρωθώ για να κάνω μεγάλα έργα ζωγραφικής, δεν είχα τη δύναμη και την ενέργεια. Έτσι δημιούργησα τα μικρά στρογγυλά έργα που παρουσιάζονται στο ισόγειο –τα οποία αποκαλώ πίνακες της θλίψης– γιατί ήταν η κλίμακα που μπορούσα να διαχειριστώ».
Ενταγμένα στην επιφάνειά τους φτερά (μια αναφορά στον Ίκαρο), κοχύλια, κλαδάκια και θαλασσινό γυαλί, στοιχεία από τον φυσικό κόσμο εύθραυστα αλλά και ανθεκτικά συνάμα, ζωτικά και μεταμορφωτικά, φανερώνουν, θα έλεγες, μια ματιά στο παιχνίδι της ζωής, ποτισμένη κι από μνήμες της παιδικής ηλικίας –αφού στις πεζοπορίες που έκαναν με τη μητέρα της συνήθιζαν να συλλέγουν κοχύλια.
Έλεν Μάρντεν: η απώλεια και τα πλάνα της για τη συνέχεια
Παρά τη θλίψη που φέρνει η απώλεια, δεν ήθελε η εικαστική της κατάθεση να αποπνέει σκοτάδι, απεναντίας επιθυμεί με κάποιον τρόπο να ενέχει τη χαρά. «Μπορεί να είναι οδυνηρό, αλλά είναι ο φυσικός κύκλος των πραγμάτων. Ξέρετε, είχαμε μια εξαιρετική ζωή με τον Μπράις. Υπήρξαν και δύσκολες στιγμές, όπως συμβαίνει σε όλους άλλωστε, αλλά η αγάπη ήταν εκεί, αυτή η πραγματική δύναμη ανάμεσά μας. Είναι στη φύση μου να είμαι αισιόδοξη, να ταξιδεύω και να βλέπω. Το να είσαι αισιόδοξος και να βρίσκεις την αγάπη είναι μια απόφαση με έναν τρόπο. Νομίζω ότι πρέπει να έχεις ανοιχτή την καρδιά σου».
Πλέον δε θέλει να ζει στην πόλη, να πηγαίνει σε μουσεία στην Ευρώπη ούτε την ενδιαφέρει ο κόσμος της τέχνης και οι κοσμικότητες του σιναφιού. Πριν ενσκήψει ο COVID εγκαταστάθηκαν στο Upstate New York, βόρεια της αμερικανικής μεγαλούπολης, και εκεί προτιμά να βρίσκεται. Να βγάζει βόλτα τα σκυλιά της το πρωί στον φρέσκο αέρα, να βλέπει λίγους φίλους και να δουλεύει.
«Η τέχνη είναι κάτι που θέλεις να δεις εσύ ο ίδιος και ελπίζεις να θέλουν να το δουν κι άλλοι. Το πιο σημαντικό που μου έδωσε είναι ένα βλέμμα στον κόσμο, μια συμπυκνωμένη ενέργεια. Ο Μπράις είχε πει κάποτε “Δουλεύω για τον εαυτό μου, δουλεύω για τη σύζυγό μου Έλεν και για όποιον θέλει να δει τη δουλειά μου”. Μου αρέσει αυτό. Έχω, ποιος ξέρει, 18 χρόνια ακόμα; Μπορώ απλά να δουλεύω. Με γοητεύει το μυστήριο της ζωής».
INFO:
Έλεν Μάρντεν, Agape/Αγάπη
Gagosian, Αναπήρων Πολέμου 22, Κολωνάκι, 210 3640215
Διάρκεια έκθεσης: μέχρι 21 Οκτωβρίου 2023
Ημέρες & ώρες λειτουργίας: Τρίτη-Σάββατο 11:00-19:00, Πέμπτη 11:00-20:00
Δειτε περισσοτερα
Η έκθεσή της Terra Cognita είναι ένα προσκύνημα σε άγνωστους τόπους
Η θρυλική Blondie ξεκίνησε πρόσφατα μία συνεργασία με τη μάρκα ένδυσης Wildfang, η οποία εστιάζει στη δημιουργία ενδυμάτων χωρίς φύλο και με δυναμικό, ασυμβίβαστο ύφος
Μιλήσαμε με τον φωτογράφο για την τέχνη της φωτογραφίας, τα ασπρόμαυρα και έγχρωμα καρέ και τον ρόλο της τεχνολογίας
Τα κοσμήματα με τα γράμματα και την περίτεχνη τέχνη της Charlotte Chesnais
Aγόρια ντυμένα γυναίκες, με εξαιρετικό μπρίο και αριστοτεχνική θηλυκότητα, προσέφεραν ένα εκρηκτικό show