Ο διάσημος σχεδιαστής παραγωγής και σκηνοθέτης έδωσε μια διαφορετική διάσταση στη νέα τηλεοπτική καμπάνια
Monet - Mitchell: Μια σπουδαία εικαστική συνάντηση στο Fondation Louis Vuitton
Ένας εικαστικός, καλλιτεχνικός, αισθητηριακός και ποιητικός διάλογος ανάμεσα στα έργα των δύο καλλιτεχνών
Φίδι. Ο Σικουάνας μοιάζει με φιδάκι που γύρω του αιώνες τώρα η αφρόκρεμα της διανόησης, της τέχνης των νέων ιδεών. Σε αυτό το φίδι χάνομαι, αποπροσανατολίζομαι και επαναπροσδιορίζω. Από παιδί, που έφτιαχνα τη Γαλλία με πλαστελίνες για το σχολείο, δεν αναρωτήθηκα για εκβολές, κοίτες και παραποτάμιους. Καθώς πλησιάζω στο Fondation Louis Vuitton στο δαιδαλώδες Bois de Boulogne για τη μεγαλειώδη έκθεση Monet - Mitchell, η οποία είναι αφιερωμένη στο έργο του Claude Monet και τη Joan Mitchell, διαπιστώνω ότι ο Σηκουάνας και οι παραπόταμοί του σαν να κυκλώνει αυτό το δάσος με τις ακακίες και τους κέδρους. Και μετά αναρωτιέμαι γιατί χάνομαι στους δρόμου του Παρισιού.
Μερικά χιλιόμετρα βορειοδυτικά από το σημείο που βρίσκεται το Fondation Louis Vuitton, είναι το μικρό χωριό Vétheuil, εκεί όπου έζησε, εμπνεύστηκε και δημιούργησε ο Κλωντ Μονέ από το 1878 ως το 1881. Σε αυτό το χωριό μετακόμισε η Μίτσελ το 1968 (το φλογισμένο 1968) κι έζησε μέχρι τον θάνατό της το 1992 από αρρώστια αιφνίδια. Γεννημένη στο Σικάγο, είδε πρώτη φορά έργα του Μονέ στο μουσείο της πόλης της. Το πόσο την επηρέασε το έργο του είναι πρόδηλο: μετακόμισε εκεί που μεγαλούργησε. Στους New York Times και την ενδιαφέρουσα παρουσίαση της Farah Nayeri με τίτλο «Ένας πρωτοπόρος καλλιτέχνης και η Νέμεσις του, δίπλα δίπλα», αναφέρεται ότι δεν της άρεσε καθόλου η σύγκριση με τον μεγάλο ιμπρεσιονιστή.
Θα αισθανόταν τιμή ή θλίψη η Μίτσελ για αυτήν την έκθεση; Οι εκατοντάδες επισκέπτες που στριμώχνονται απ’ έξω από τον χώρο για τη διπλή αυτή έκθεση (εκτός από τον διάλογο με τον Μονέ, παρουσιάζεται και ρετροσπεκτίβα στο έργο της) αποδεικνύουν σίγουρα το ενδιαφέρον του κοινού. Η ιστορικός τέχνης, καλλιτεχνική διευθύντρια του Fondation Louis Vuitton και επιμελήτρια της έκθεσης, Suzanne Pagé, που την ανακάλυψε το 1982, σημειώνει στον κατάλογο της έκθεσης: «Η Μίτσελ έλεγε για τον ουρανό του Vétheuil: «το πρωί, ειδικά πολύ νωρίς, είναι μοβ. Ο Μονέ το έχει ήδη δείξει αυτό. Και όταν βγαίνω το πρωί, είναι μοβ, δεν αντιγράφω τον Μονέ”».
Είναι καλό να γνωρίζουμε τα πώς και τα γιατί των ιστοριών που γίνονται τέχνη κι έπειτα δρώμενα. Η Τζόαν Μίτσελ ήταν μια πρωτοπόρος καλλιτέχνιδα που γεννήθηκε σε μια χώρα και μια εποχή που δεν συγχωρούσε το ταλέντο και την επιτυχία στις γυναίκες. Μετακόμισε σε άλλη ήπειρο, βρήκε τους συμμάχους της, υπερασπίστηκε την τέχνη της. Πέθανε ξαφνικά, έχοντας απολαύσει αναγνώριση, μαχόταν με την κατάθλιψη. Οι πίνακές της ακτινοβολούν ζωή, χωράει η αισιοδοξία που έκρυβε πίσω από το θλιμμένο χαμόγελο. Παχιές πινελιές με λάδι σε έντονα χρώματα που με αποφασιστικές κινήσεις άπλωσε σε μεγάλους καμβάδες. Τριάντα πέντε πίνακες, τριάντα πέντε παράθυρα που ακτινοβολούν την προσωπικότητα της Μίτσελ. «Ήταν σαν να ζωγράφιζε τις μουσικές νότες» είπε για εκείνη η Παζέ. Άλλα δίπλα στα έργα του Μονέ, άλλα απέναντι, άλλα πάλι μόνα τους, στις αίθουσες που παρουσιάζεται αποκλειστικά το αφιέρωμα σ’ εκείνη. Τριάντα πέντε έργα του Μονέ, τα 25 ως δάνειο από το Musée Marmottan Monet στο Παρίσι.
Δεν τίθεται θέμα σύγκρισης. Πρόκειται για έναν πολύ ζωντανό διάλογο. Πρόκειται για μια πολύ δυνατή εμπειρία. Ανεβοκατεβαίνεις ορόφους, διασχίζεις αίθουσες, προσπερνάς το πλήθος που έχει ταξιδέψει από παντού για την έκθεση. Χρώμα, αισθήσεις, αισθήματα, εντυπώσεις και αναμνήσεις. Το τρίπτυχο Agapanthus του Μονέ σε καθηλώνει. Έργα της Μίτσελ από τη σειρά La Grande Vallée ξανά μαζί, δίπλα κι ανάμεσα από τον Μονέ. Το τρίπτυχό της του 1969 που ταξίδεψε από το Musée du monastère royal de Brou και τα χρώματα του χαϊδεύουν τα μάτια και την ψυχή. «Σε κάποια περίοδο της ζωής τους, ο Μονέ και η Μίτσελ ζούσαν σε μελαγχολική μοναξιά και σε παρόμοιες καταστάσεις οδύνης, θλίψης και πένθους. Αισθανόμαστε, παρ' όλα αυτά, τον θρίαμβο της αληθινής χαράς της ζωγραφικής, μια joie de vivre» καταλήγει η Suzanne Pagé. «Αυτή τη χαρά μας προσκαλούν να μοιραστούμε με ιλιγγιώδη, εκθαμβωτική συγκίνηση».
Μπορεί να έμεινα εκεί για μια ώρα ή μια μέρα. Ο χρόνος διαστέλλεται διότι όσο ξετυλίγεις μουσειολογικά το γαϊτανάκι της μεταξύ τους σχέσης, όσο βλέπεις τους πίνακές τους, όλο κι επιστρέφεις σε προηγούμενες αίθουσες για να ξαναδείς αυτό πριν είχες δει με άλλα μάτια. Το Fondation Louis Vuitton με τα χιλιάδες γυάλινα πάνελ να συνθέτουν το αιχμηρής αισθητικής κέλυφος του είναι σχεδιασμένο από τον Frank Gehry και είναι φτιαγμένο για μεγάλα θεάματα, όπως είναι και το επόμενο που ξεκινά που ξεκινά στις 5 Απριλίου: Basquiat X Warhol, η τέχνη παρηγορεί και θάλπει. Στην έξοδο ξαναπαίρνω το μπουκαλάκι με το νερό που είχαν κρατήσει (τα μέτρα ασφαλείας είναι αυξημένα) και περπατάω ανάμεσα στις μικρές λίμνες και τα ποταμάκια του Bois de Boulogne ενώ οι Παριζιάνοι τρέχουν και ποδηλατούν.
Σημείωση: Στις 20 Φεβρουαρίου κυκλοφόρησε η καμπάνια της Louis Vuitton για την τσάντα Capucines με την πρωταγωνίστρια Sea Leydoux να ποζάρει μπροστά στα έργα της Joan Mitchell. «Είναι μεγάλη απογοήτευση για το Ίδρυμα Joan Mitchell που η Louis Vuitton αδιαφορεί για τα δικαιώματα μιας καλλιτέχνιδας και εκμεταλλεύεται το έργο της για οικονομικό όφελος», ανέφερε σε ανακοίνωσή του το ίδρυμα, το οποίο επιβλέπει την πνευματικά δικαιώματα της καλλιτέχνιδας από το 1993. «Στα τέλη του 2022, η Louis Vuitton προσέγγισε το ίδρυμα Joan Mitchell για να ζητήσει άδεια χρήσης έργων της στην επερχόμενη διαφημιστική καμπάνια. Το ίδρυμα ωστόσο απέρριψε γραπτώς αυτό το αίτημα σύμφωνα με τη μακροχρόνια πολιτική του να χρησιμοποιούνται εικόνες του έργου του καλλιτέχνη μόνο για εκπαιδευτικούς σκοπούς. Στη συνέχεια, η Louis Vuitton επανέλαβε το αίτημα το οποίο απορρίφθηκε πολλές φορές» σημειώνεται. Από τη μεριά του Louis Vuitton δεν υπάρχει απάντηση: η καμπάνια ωστόσο δεν υπάρχει στα social media και το website του.
Δειτε περισσοτερα
Δείτε το φιλμάκι για το νέο του single «Under the Weight»
Πρεμιέρα στους κινηματογράφους στις 25 Δεκεμβρίου
Η ερμηνευτική συνύπαρξη των Φίνιξ - Lady Gaga κάνει… παπάδες
Ένα αρκετά ανατριχιαστικό θρίλερ που καθηλώνει με τη φρεσκάδα της γραφής και τις πρωτότυπες ιδέες της
Ένα ψυχολογικό θρίλερ με στοιχεία μαύρης κωμωδίας κι έναν ανατριχιαστικά πειστικό Τσάνινγκ Τέιτουμ