Μιλήσαμε με τον φωτογράφο για την τέχνη της φωτογραφίας, τα ασπρόμαυρα και έγχρωμα καρέ και τον ρόλο της τεχνολογίας
- CITY GUIDE
- PODCAST
-
12°
Ο Ναπολέων Βοναπάρτης ως κομβική φιγούρα της ποπ κουλτούρας
Ναπολέων Βοναπάρτης: Η ζωή του μέσα από διάσημα βιβλία, πίνακες ζωγραφικής, τραγούδια και ταινίες
Είναι πολύ δύσκολο να συμπεριλάβει κάνεις σε μια λίστα όλες τις αναφορές της ποπ κουλτούρας στον μεγάλο, κορσικανικής καταγωγής στρατηλάτη, Ναπολέοντα Α’ Βοναπάρτη. Μια φιγούρα εφάμιλλη του Μεγάλου Αλεξάνδρου, που κατά τις αρχές του 19ου αιώνα προσπάθησε να κατακτήσει τον κόσμο, όχι πάντα με ειρηνικά μέσα, όμως όχι και με το βάρβαρο τρόπο που το έκανε ο Μογγόλος κατακτητής, Τζένγκις Χαν, για παράδειγμα, στην Ανατολή. Ο στρατιωτικός Βοναπάρτης ενηλικιώθηκε μέσα στην εποχή που ακολούθησε τη Γαλλική Επανάσταση (το λεγόμενο «Καθεστώς του Τρόμου»), βλέποντας βασιλείς να αποκεφαλίζονται και νέους αναρχικούς, σαν τον Ροβεσπιέρο ή τον Νταντόν, να καταλαμβάνουν ανώτατες θέσεις εξουσίας της χώρας. Με αυστηρά στρατιωτική σκέψη, ο Μέγας Ναπολέων δεν παρέκλινε ποτέ από το στόχο του, οργανώνοντας γρήγορα στρατό και τελικά λαμβάνοντας ο ίδιος το αξίωμα του Πρώτου Ύπατου της Γαλλικής Δημοκρατίας (και τελικά, το 1804, εκείνο του Αυτοκράτορα της Γαλλίας), καταφέρνοντας να κατακτήσει την Ιταλία, σε ηλικία μόλις 25 ετών.
Ο χολιγουντιανός σκηνοθέτης, Σερ Ρίντλεϊ Σκοτ, γνωστός για μια μεγάλη γκάμα ταινιών, από το «Alien» (1979) και το «Blade Runner» (1982), ως το «1492: Χριστόφορος Κολόμβος» (1992) και τον «Μονομάχο» (2000), αναλαμβάνει τώρα, με πρωταγωνιστή τον αγαπητό σε εκείνον ηθοποιό, Χοακίν Φίνιξ, να αφηγηθεί τη συγκλονιστική ιστορία του Βοναπάρτη, από τις ταπεινές της αρχές, έως το θρίαμβο και την αγάπη του για τη Ζοζεφίνα, μέχρι το τραγικό της τέλος.
Από το Ρώσο συγγραφέα, Λέων Τολστόι, μέχρι τον Γάλλο πρωτοπόρο σκηνοθέτη του βωβού κινηματογράφου, Αμπέλ Γκανς, πολλοί αξιόλογοι καλλιτέχνες έχουν επιχειρήσει να πουν τη σχετικά σύντομη, αλλά αειθαλούς υστεροφημίας ιστορία του Ναπολέοντα Βοναπάρτη, που πέθανε στα 51 του χρόνια, ατιμασμένος μετά την ήττα του στο Βατερλό του σημερινού Βελγίου, από τον Δούκα του Ουέλλινγκτον. Αυτά είναι μερικά από τα παραδείγματα έργων που έχουν επηρεαστεί βαθύτατα από τη βιογραφία του μεγάλου στρατηλάτη, χωρισμένα ανά κατηγορίες:
Λογοτεχνία
Στον τομέα της λογοτεχνίας, το «άλφα» και το «ωμέγα» των ιστορικών μυθιστορημάτων που πραγματεύονται τους Ναπολεόντειους Πολέμους είναι το «Πόλεμος και Ειρήνη», που εκδόθηκε ως ενιαίο έργο το 1869. Ο συγγραφέας Λέων Τολστόι δεν εμμένει στα ιστορικά γεγονότα περισσότερο από όσο κρίνει αυτό σημαντικό, προσθέτοντας αυθαίρετα, εδώ και εκεί, δικές του παρατηρήσεις και ερμηνείες της ιστορίας. Το τελικό έργο, που εκδόθηκε σε μέρη, από το 1865 έως το 1867, φυλλομετρείται στις 1.225 σελίδες και δεν ασχολείται αποκλειστικά με τον Βοναπάρτη, ως μία αδιαμφισβήτητα σημαντική φιγούρα στην παγκόσμια ιστορία, αλλά πιο πολύ στις επιπτώσεις που είχαν οι εισβολές του σε άλλες χώρες, όπως για παράδειγμα στην τσαρική Ρωσία, από όπου καταγόταν και ο ίδιος ο Τολστόι. Δίνοντάς μας τις διάφορες πτυχές και το αντίκτυπο που είχε αυτή η ριζική αλλαγή σε όλα τα κοινωνικά επίπεδα των κατεκτημένων χωρών, ο Τολστόι καλύπτει όλα όσα θα μπορούσε κανείς να πει, κατά τον 19ο αιώνα, για την κληρονομιά μιας τόσο αμφιλεγόμενης περσόνας, όσο εκείνης του Βοναπάρτη.
Άλλες αναφορές στον στρατηλάτη υπάρχουν στον «Κόμη Μόντε Κρίστο» (1844) του Αλέξανδρου Δουμά (πατήρ), στο α’ μέρος των «Αθλίων» (1862) του Βίκτωρα Ουγκώ, εμμέσως στο «Κόκκινο και το Μαύρο» (1830) του Σταντάλ και σε πολύ μεταγενέστερα έργα, όπως το θεατρικό, «Λεωφορείον ο Πόθος» (1947) του Τενεσί Ουίλιαμς και τη σατιρική, «Φάρμα των Ζώων» (1945) του Όργουελ. Σε κανένα από αυτά τα έργα δεν βλέπουμε, φυσικά, τον Βοναπάρτη ως πρωταγωνιστή, όμως, είτε αλληγορικά, είτε ως ίνδαλμα κάποιων εκ των πρωταγωνιστών, το όνομά του αναφέρεται και γίνεται κάτι σαν «McGuffin» (συμβολικό αντικείμενο με κινητήριο δύναμη) για την πλοκή των έργων.
Ζωγραφική
Καθώς η φωτογραφία ανακαλύφθηκε μόλις το 1826, από τον Νισεφόρ Νιεπς, αρκετά μετά από την βασιλεία του Ναπολέοντα, η ζωγραφική (και ειδικά εκείνη που τον εξήρε, κάτι το οποίο σήμερα θα ονομάζαμε απροκάλυπτη προπαγάνδα) υπήρξε το κυρίαρχο μέσο της προώθησης της δημόσιας εικόνας του στρατηλάτη. Όπως έχει γίνει γνωστό από πολύ μεταγενέστερες μελέτες, ο Βοναπάρτης δεν ήταν ιδιαίτερα ψηλός (1,68 μ.) και ίσως όχι και τόσο όμορφος όσο απεικονίζεται στα εξαιρετικής ποιότητας πορτραίτα του, από τον Ζακ-Λουί Νταβίντ, μεταξύ άλλων. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα αυτής της τάσης προς την υπερβολή του καλλιτέχνη είναι ο διάσημος πίνακας, «Ο Ναπολέων διασχίζει τις Άλπεις» (1805), όπου ο Βοναπάρτης, όχι μόνο φαίνεται αρκετά ψηλότερος από ό,τι πραγματικά ήταν, αλλά η σκηνή αποτελεί σίγουρα ένα παζλ από άλλες εικόνες, εφόσον, όταν ο στρατηλάτης διέσχιζε τις Άλπεις, ο καιρός ήταν αίθριος, δεν βρισκόταν επάνω σε άλογο, αλλά σε ένα μουλάρι, πιθανότατα δεν φόραγε αυτόν τον βαρύ ρουχισμό και φυσικά δεν είχε στηθεί μπροστά στον ζωγράφο, σε μία τέτοια πόζα, για τόση πολλή ώρα, όση χρειαζόταν για να δημιουργηθεί ένας τέτοιος, λεπτομερής πίνακας.
Άλλο ένα διάσημο πορτραίτο, «Ο Ναπολέων Α’ στον Αυτοκρατορικό του Θρόνο» (1806), αυτή τη φορά του Ζαν Ωγκύστ Ντομινίκ Ενγκρ, απεικονίζει το Ναπολέοντα ως Αυτοκράτορα της Γαλλίας, με το σκήπτρο ενός άλλου, προγενέστερου κατακτητή στο δεξί χέρι, του Καρλομάγνου, καθώς και χρυσές δάφνες στο κεφάλι, κάτι το οποίο παραπέμπει στο Ρωμαίο Αυτοκράτορα, Ιούλιο Καίσαρα. Πιστή ή μη, η απεικόνιση του Ενγκρ τιμά τον Ναπολέοντα με σαφή τρόπο, ως έναν ιμπεριαλιστή, με όραμα παρόμοιο (ή και διορατικότερο) από εκείνο των προκατόχων του.
Μουσική
Στη μουσική, ο Ναπολέοντας δεν δοξάστηκε με τέτοιο ακριβώς διθυραμβικό τρόπο. Από τα τέλη του 18ου αιώνα, ο Λούντβιχ βαν Μπετόβεν ήταν ο μόνος από τους σημαντικούς συνθέτες που εξέφρασε ανοιχτά θαυμασμό για τον στρατηλάτη και αυτό αρχικά μονάχα, μέχρι τη στιγμή που ο Βοναπάρτης αυτοανακηρύχτηκε Αυτοκράτορας της Γαλλίας, κάτι το οποίο έκανε τον Μπετόβεν να μην αφιερώσει την «Τρίτη Συμφωνία» του σε εκείνον (όπως σκόπευε στην αρχή), δείχνοντας έτσι την αποστροφή του για έναν ηγέτη που κατέληξε να γίνει το ένα και το αυτό με τους Λουδοβίκους που η Επανάσταση εκτέλεσε ως τυράννους.
Το ενδιαφέρον για τον Ναπολέοντα επανήλθε, μόνο ειρωνικά ή με παιχνιδιάρικο τρόπο, ίσως, κατά τη δεκαετία του 1960, με τον Bob Dylan να τον αναφέρει στα τραγούδια του, «On the Road Again» και «Like a Rolling Stone» (1965) και αργότερα τους Kinks, τους Bee Gees, τους ABBA (το γνωστότερο τραγούδι των οποίων ήταν το «Waterloo») και πολύ αργότερα τους Coldplay, να συμπεριλαμβάνουν σε τραγούδια τους τις δικές τους αναφορές στην ιστορική αυτή περσόνα.
Κινηματογράφος
Υπάρχουν, μάλλον, παραπάνω από δέκα ταινίες με θέμα την ιστορία του Ναπολέοντα στη ραχοκοκαλιά τους. Μία είναι, όμως, εκείνη που, αν και δεν αφηγείται ολόκληρη την ιστορία, δίνει την καλύτερη και πιο ανθρώπινη (αν και ευνοϊκή) εικόνα για το ποιος ήταν πραγματικά ο Γάλλος στρατηλάτης. Η ταινία του Αμπέλ Γκανς, «Napoléon» (1927), με διάρκεια 330’ είναι ένα πλήρες έπος, που ξεκινάει από τα παιδικά χρόνια του Ναπολέοντα (τον οποίο ενσαρκώνει εδώ ο Αλμπέρ Ντιεντονέ), όταν ακόμα έπαιζε χιονοπόλεμο με τους συμμαθητές του και φτάνει ως τη μεγάλη νίκη του στα σύνορα της Ιταλίας, τελειώνοντας με τον στρατηλάτη να ατενίζει τις Άλπεις. Ο Γκανς δεν ενδιαφέρεται για την πτώση ενός αλαζόνα ιμπεριαλιστή. Το «Napoléon» (1927) είναι μια μελέτη της ζωής και του έργου μιας στρατιωτικής ιδιοφυίας, που ξεχνώντας τις δημόσιες εκτελέσεις της αριστοκρατίας, την άνοδο των σαθρών επαναστατών, τη Θερμιδοριανή Αντίδραση, η οποία έριξε τελικά τον δόλιο Ροβεσπιέρο και άλλα τέτοια σημαντικά για την ιστορία, αλλά ασήμαντα για εκείνον τεκταινόμενα, ο Βοναπάρτης είναι κλεισμένος για ώρες επί ωρών στη μελέτη του, μακριά ακόμα και από την αγαπημένη του Ζοζεφίνα, σχεδιάζοντας πως θα κατακτήσει, όχι μόνο τη Γαλλία, αλλά ολόκληρο τον κόσμο. Ακριβώς επειδή είναι βωβή και χωρισμένη σε μέρη, η ταινία μοιάζει με μυθιστόρημα και έχει μεγάλο «ιστορικό» (με όλη τη σημασία της λέξης) ενδιαφέρον.
Στις 23 Νοεμβρίου θα κάνει πρεμιέρα στην Ελλάδα η ταινία του Ρίντλεϊ Σκοτ, με πρωταγωνιστή τον Χοακίν Φίνιξ στον ρόλο του Ναπολέοντα Α’, σε μία παραγωγή της Columbia Pictures και της Apple Original Films. Το πρότζεκτ, αν και εντελώς διαφορετικό ως σύλληψη, είχε κάποια στιγμή απασχολήσει και τον Στάνλεϊ Κούμπρικ, που μάλλον το είχε αφήσει στην άκρη για να σκηνοθετήσει το δικό του επικό αριστούργημα εποχής, το «Barry Lyndon» (1976). Δεν μένει παρά να δούμε πώς ένας τόσο σημαντικός σκηνοθέτης, όσο ο Σκοτ, θα χειριστεί ένα μεγαλειώδες θέμα, σαν αυτό της βιογραφίας του Μέγα Ναπολέοντα, σε ετούτη την ώριμη περίοδο της καριέρας του.
Δειτε περισσοτερα
Τα κοσμήματα με τα γράμματα και την περίτεχνη τέχνη της Charlotte Chesnais
Aγόρια ντυμένα γυναίκες, με εξαιρετικό μπρίο και αριστοτεχνική θηλυκότητα, προσέφεραν ένα εκρηκτικό show
Η καθημερινότητα της πόλης αλλάζει, μαζί και η ζωή μας
Η έκθεση φιλοξενείται στο MOMus-Μουσείο Άλεξ Μυλωνά, στην Αθήνα
Ιστορικά ντοκουμέντα από το ξέσπασμα εναντίον του δικτατορικού καθεστώτος