Τέχνη κάνουμε για να αφηγηθούμε τον ανθρώπινο πόνο, όχι για να τον προκαλέσουμε
- CITY GUIDE
- PODCAST
-
13°
Τζουμέρκα ή Αθαμανικά όρη: Το οδοιπορικό του Γιώργου Ζαρζώνη σε ένα φωτογραφικό αφιέρωμα, στη στήλη The Mountain Walker.
Τζουμέρκα ή Αθαμανικά όρη! Αυτός ο τόπος μου φέρνει κάτι από στίχο Σταυριανού: «Πάντα θα ξαναγυρίζεις…» και αυτό κάνω. Time out στα ταξίδια, με ένα ταξίδι όμως σε έδαφος δικό μου. Τόσο ανοιχτό είναι αυτό το βουνό, που μπορεί και εισχωρεί βαθιά σε μνήμες… που ούτε καν γνωρίζω. Και πώς αλλιώς αφού Αράχθος και Ασπροπόταμος τα κυκλώνουν μαζί με αμέτρητους παραπόταμους, καταρράχτες τα δίνουν ζωή, φαράγγια τα ορίζουν, παραδοσιακά χωριά τους δίνουν ζωή. Και χαίρομαι που η άγρια ομορφιά τους συλλέγει όλο και περισσότερους εραστές του βουνού.
Από τη Θεσσαλία και τα Τρίκαλα πέρασα στην Ήπειρο. Αργά το απόγευμα ίσα που πρόλαβα τις κόκκινες κορυφές. Αυτό το λεγόμενο σεληνιακό τοπίο στα μάτια μου μέχρι να έρθει το σκοτάδι. Επόμενη μέρα και ξύπνησα στο Βουλγαρέλι, χωριό χτισμένο σε υψόμετρο κάπου 800 μέτρων, αφού η αμφιθεατρική του θέση του δίνει διαφορετικά υψόμετρα ανά γειτονιά. Στο χρώμα της πέτρας το εξαιρετικής αρχιτεκτονικής ξενοδοχείο Rouista Tzoumerka Resort, που με φιλοξένησε και ψηλά πάνω, σαν στεφάνι αγκαλιασμένο στο σύννεφο, η κορυφή Σκλάβα που αγγίζει τα 2.090 μέτρα. Το χωριό με τις πολλές βρύσες, είναι από εκείνα που όλοι κουβαλάμε σε κάποια άκρη του μυαλού, σαν απανέμι στην καθημερινότητα. Πετρόχτιστα σπίτια, παλιές εκκλησίες και μια πλατεία που εύκολα τη φτάνει ο ήλιος. Η ώρα κοντά έντεκα και μας ζεσταίνει αργά. Την έσω ζεστασιά έχει αναλάβει το ήπιο τσίπουρο του Μίτου.
Η ανηφόρα πάνω από το χωριό, με μια φιδωτή διαδρομή μας βγάζει κοντά στην κορυφή Τσούμα Κατή. Κι αυτό επειδή μοιάζει με θρόνο, από εκείνους που καθόταν και δίκαζε διαφωνίες κάποτε ο δικαστής (Κατής). Έτσι ακριβώς σκληρό είναι το πέτρινο τοπίο, το χωρίς ίχνος βλάστησης που κάνει έντονο κοντράστ με την μέχρι εδώ διαδρομή. Έρχεται και η κατηφόρα, που ανοίγει σα βεντάλια τις κορυφές των βουνών στα μάτια. Αριστερά υψώνεται η κορυφή Κωστηλάτα προς δεξί βουνό της Νεράιδας, με το ομώνυμο χωριό ακριβώς πίσω της. Το αυτοκίνητος έμεινε στο δρόμο και με τα πόδια κατηφορίζουμε προς τα νερά του ρέματος Μαρκς. Πανέμορφο και πυκνό ελατόδασος, σηματοδοτημένο και απότομο μονοπάτι μέχρι τους μικρούς συνεχόμενους καταρράκτες που σχηματίζουν ιδανικές για μπάνιο λιμνούλες. Λιλιπούτειος παράδεισος, με κρύα βουνίσια νερά που απολαύσαμε με μια παγωμένη βουτιά. Ιδιότυπο όμως όνομα το «Μαρκς» και ο ιχνηλάτης μου σήμερα, Δημήτρης Χαντράς, μου εξηγεί ότι η παράδοση θέλει τον Μάρκο Μπότσαρη να ήρθε για κρυφτεί σε αυτό το ρέμα μετά την πτώση του Σουλίου. Ο ίδιος ξέρει το κάθε σημείο ξεχωριστά εδώ, αφού ξεναγεί με τον καλύτερο τρόπο τους επισκέπτες του Rouista. «Εδώ είναι το σπίτι μου. Ανάμερα στα νερά και στα δέντρα που βλέπεις. Θέλω όχι μόνο να προστατέψω αυτό τον τόπο αλλά και όσο περνάει από μένα να τον αναδείξω. Λατρεύω όταν φέρνω επισκέπτες και όχι τουρίστες εδώ και η πρώτη λέξη που λένε είναι woooowwww!!! Πάρτε τα βουνά λέω και σε φίλους και στον κόσμο που ψάχνει το κάτι. Ε, λοιπόν το κάτι είναι σε μέρη σαν αυτό εδώ που είσαι…».
Ανοδική πορεία με το τζιπ και σε μια στροφή του δρόμου βλέπουμε τα Θεοδώριανα απλωμένα στην πλαγιά σε υψόμετρο 950 μέτρα. Θυμάσαι εκείνη την παρομοίωση παιδικών εκθέσεων, τη «σαν προβατάκια στο πράσινο». Αυτό είναι το χωριό με τα σπίτια να κατεβαίνουν μέχρι το φαράγγι. Το όνομά τους φαίνεται να απηχεί στην αρχαία πόλη Θεοδωρία, αν και εμένα η ετυμολογία της λέξης, σε συνδυασμό με το θέαμα που αντικρίζω, μου κάνει σαν «δώρο του Θεού». Οι ντόπιοι συνηθίζουν να τα λένε και «Πρωτεύουσας του Νερού». Μα πώς αλλιώς! Δυτικά υψώνεται το Καταφίδι με 2.303 μέτρα υψόμετρο ενώ ανατολικά ίσα που διακρίνεται η κορυφογραμμή του Κρυάκουρα.
Μετά από κινηματογραφικό πέρασμα σε στενά σοκάκια ανάμεσα στα σπίτια που χτίστηκαν όταν μόνο ζώα περνούσαν, φτάνουμε κοντά στα 1.300 μέτρα υψόμετρο. Μια μικρή διαδρομή στο δάσος με ένα μικρό ρέμα να κατηφορίζει στη γραμμή του μονοπατιού. Υποκύπτω στον πειρασμό να ξεδιψάσω. Ο δυνατός παφλασμός του νερού έρχεται στα αυτιά μας. Ο καταρράκτης Σούδα χωρίζεται στη ράχη του βράχου δημιουργώντας ένα δίδυμο ορμητικού νερού που σκάει μετά από 25 μέτρα πτώση. Είναι νωρίς το πρωί ακόμη και το φως δεν φτάνει στο μικρό φαράγγι. Αυτό κάνει ακόμη πιο απόκοσμο και επιβλητικό το τοπίο. Στέκομαι για λεπτά κρυμμένος πίσω από το βράχο, περιμένοντας σαν να είναι να η στιγμή του θεατρικού, που βγαίνουν οι νεράιδες. Αντί αυτού του εικονικού μύθου, ο Δημήτρης πήγε και στάθηκε στο κέντρο της εικόνας μου. Για μικρό και ανυπολόγιστο χρόνο έπαιξε αγαπημένος του ρυθμούς με το κλαρίνο, που ίσα έφτανε σε μένα μέσα από τη δυνατή βουή των νερών. Ξεκινάνε ορμητικά από τις κορυφές των Ανατολικών Τζουμέρκων και μετά από την εδώ πτώση τους συμβάλλουν στο ρέμα της Άσπρης Γκούρας, και συναντάνε το ρέμα της Χίστρας, για να εκβάλλουν μαζί στον μεγάλο Αχελώο. Ήπειρος εδώ… με αμέτρητα παρακαλώ τοπωνύμια.
Περάσαμε από το ορεινό καταφύγιο με την ταβέρνα «Πανόραμα» σε μια στρατηγική για την όραση θέση. Αχελώος και Τζουμερκοχώρια και ένα γρήγορο τσίπουρο και μεζές από τον ξυλόφουρνο του Δημήτρη Σφώρου, διαχειριστή του καταφυγίου. Γι’ αυτή ακριβώς την εξόρμηση και γι’ αυτό το σημείο κράτησα και μία εικόνα από προηγούμενη αυγουστιάτικη εξόρμηση. Φωτογραφία τραβηγμένη στα 2.000 μέτρα υψόμετρο, ακριβώς πάνω από τα Θεοδώριανα. Εικονίζεται ο Λάμπρος, βοσκός που εδώ στις κορυφές περνάει τα καλοκαίρια του. Ένα τσιγάρο στην αυτοσχέδια καλύβα πριν βγει ξανά στον παγωμένο αέρα για να φτιάξει με τη γυναίκα του το τσαλαφούτι με γάλα από τα εκατοντάδες πρόβατά του. Αυτό το κρεμώδες και ιδιότυπο τυρί, που το βουτάνε στο κρύο νερό του ποταμού για να συμβεί, το έφτιαχναν οι παππούδες του για πεσκέσι κάποτε. «Στις μέρες μας είναι το πετρέλαιο κίνησης για την οικογένεια αυτό το μικρό εισόδημα. Είναι και η παράδοση που δεν θέλω να αφήσω πίσω και τη συνεχίζω, όπως μπορεί και τα παιδιά μου. Τα Τζουμέρκα εξάλλου, γεμίζουν οξυγόνο και περηφάνεια τα στήθη μου…».
«Κι αν ακόμα δεν υπήρχε Θεός, θα έπρεπε να τον εφεύρουμε…» Νομίζω ότι την άποψη του Βολταίρου έχουν οι ντόπιοι εδώ στα ανατολικά Τζουμέρκα. Και επειδή η θάλασσα είναι κάπως μακριά, βαφτίσανε «παραλία Τζουμέρκων» ένα μικρό τμήμα του Αχελώου. Ένας βράχος πέντε περίπου μέτρα ύψος, νερό βαθύ στη βάση του, άμμος με χαλίκια στην άκρη του νερού κάτω από τα τελευταία δέντρα και το νερό γλυκό. Τι θες άλλο! Δεν ξεχνάω και τη συρμάτινη γέφυρα ακριβώς από πάνω, που κάποτε την χρησιμοποιούσανε ζευγολάτες για να περάσουν μικρά εμπορεύματα πάνω από το ποτάμι. Η κρεμαστή συρματογέφυρα της Γλύστρας ένωνε την Ηπείρο με τη Θεσσαλία. Σήμερα της λείπουν σανίδες, την τρώει η σκουριά. Όμως κάνει λίγο από Ιντιάνα Τζόουνς το μήκος και ύψος της και έτσι οι επισκέπτες στις παραλίας, περνάνε χωρίς λόγο απέναντι. Έτσι κι αλλιώς, δε χρειάζεται και κάποιος ιδιαίτερος λόγος, για να περάσεις από όπου… απέναντι!
Δειτε περισσοτερα
Η έκθεσή της Terra Cognita είναι ένα προσκύνημα σε άγνωστους τόπους
Η θρυλική Blondie ξεκίνησε πρόσφατα μία συνεργασία με τη μάρκα ένδυσης Wildfang, η οποία εστιάζει στη δημιουργία ενδυμάτων χωρίς φύλο και με δυναμικό, ασυμβίβαστο ύφος
Μιλήσαμε με τον φωτογράφο για την τέχνη της φωτογραφίας, τα ασπρόμαυρα και έγχρωμα καρέ και τον ρόλο της τεχνολογίας
Τα κοσμήματα με τα γράμματα και την περίτεχνη τέχνη της Charlotte Chesnais
Aγόρια ντυμένα γυναίκες, με εξαιρετικό μπρίο και αριστοτεχνική θηλυκότητα, προσέφεραν ένα εκρηκτικό show