Μιλήσαμε με τον φωτογράφο για την τέχνη της φωτογραφίας, τα ασπρόμαυρα και έγχρωμα καρέ και τον ρόλο της τεχνολογίας
- CITY GUIDE
- PODCAST
-
15°
Οδοιπορικό στην έρημο: Εννιά μέρες στο Burning Man - Μέρος 1ο
Burning Man: Πήγαμε στο μεγαλύτερο υπαίθριο φεστιβάλ της Βόρειας Αμερικής.
Κυριακή, 28 Αυγούστου
1 μ.μ. - Έχουμε μόλις αφήσει τον παλιό αυτοκινητόδρομο 50 – τον «πιο μοναχικό δρόμο στην Αμερική» που διασχίζει τις Ηνωμένες Πολιτείες οριζοντίως από το Σακραμέντο μέχρι το Μέριλαντ. Έχουμε επιτέλους μπει στην τελική ευθεία: στον αυτοκινητόδρομο 447. Ο δρόμος 447, έκτασης 120 χιλιομέτρων, ξεκινάει απ’ το Φέρνλι∙ λίγο πιο μετά, στο Νίξον, αφήνει πίσω του ένα παρακλάδι, τον 446∙ μετά το Νίξον: η άβυσσος. Ο 447 απομακρύνεται από κάθε άλλο δρόμο. Χωρίς λωρίδες εκτάκτου ανάγκης ή χώρο για στάση, πινακίδες, φώτα ή κάποιο άλλο σημάδι του σύγχρονου πολιτισμού, ο δρόμος γίνεται ένα με το απόκοσμο τοπίο. Μπαίνει στην αρχαία, προστατευόμενη περιοχή της φυλής των Παγιούτε. Περνάει δίπλα απ’ τη Λίμνη Pyramid. Ο ορίζοντας ξαφνικά ανοίγει, γίνεται πανοραμικός, τεράστιος∙ το ένα αυτοκίνητο, το άτομο, ξαφνικά φαντάζει ως μικρή, ασήμαντη τελεία. Μπροστά μας εκτείνεται μια απέραντη, πανέμορφη πεδιάδα που οριοθετείται από βουνά που μοιάζουν με κοφτερά βράχια. Το έδαφος αλλάζει χρώματα. Στην αρχή είναι πράσινο, θαμνώδες. Μετά γίνεται κόκκινο και ογκώδες, στο χρώμα του πηλού. Στο τέλος, όσο πλησιάζουμε στην έρημο, γίνεται ξανθό και ξερό∙ μετά, ολόλευκο.
Στη δεξιά λωρίδα του δρόμου, προς τους απόμερους οικισμούς του Έμπαϊαρ και του Γκέρλακ, μια αέναη αυτοκινητοπομπή χιλιάδων αυτοκινήτων, τροχόσπιτων και φορτηγών, κινούνται με σταθερή ταχύτητα 60 χλμ. την ώρα, σαν ιμάντας που χάνεται στο άπειρο του ορίζοντα. Στην αριστερή λωρίδα επικρατεί σιωπή. Μια στις τόσες ένα αυτοκίνητο έρχεται από την αντίθετη κατεύθυνση. Κάποιοι ανυπόμονοι οδηγοί επιχειρούν να προσπεράσουν – για να φτάσουν πού όμως; Πίσω από τη φαινομενική γαλήνη του τοπίου και της σταθερής κίνησης των οχημάτων κρύβεται ένταση. Ο 447 είναι η κλωστή που συνδέει τον προορισμό μας με τον πολιτισμό. Mια στραβοτιμονιά αρκεί για να χαλάσουν όλα. Το 2019, μια θανατηφόρα μετωπική σύγκρουση έξω απ’το Γκέρλακ έκλεισε όλο τον δρόμο για πολλές ώρες. Χιλιάδες αυτοκίνητα τράβηξαν χειρόφρενο με την ουρά να εκτείνεται σε δεκάδες μίλια. Βγάλαμε έξω καρέκλες, ομπρέλες και αναψυκτικά και πιάσαμε φιλίες με τους «γείτονες».
Στον οικισμό του Έμπαϊαρ –πρώην βιομηχανική ζώνη που κάποια στιγμή εγκαταλείφθηκε και στο οποίο διαδραματίζεται η οσκαρική ταινία Nomadland– βρίσκεται ένα και μοναδικό παντοπωλείο, το οποίο για δύο εβδομάδες κάθε χρόνο γίνεται κέντρο διερχομένων. Στο ψυγείο του βρίσκω τα δύο τελευταία σάντουιτς∙ το τελευταίο «φρέσκο» φαγητό που θα φάμε τις επόμενες 10 μέρες. Λίγο παραπέρα, στον οικισμό του Γκέρλακ, παραλαμβάνουμε τα ποδήλατα. Είναι η τελευταία στάση πριν μπούμε στην έρημο. Εκεί που τελειώνει ο δρόμος και ξεκινάει το σύννεφο σκόνης που δημιουργείται απ’το κομβόι αυτοκινήτων και από τον αέρα.
Μου πήρε χρόνια να συνειδητοποιήσω ότι όλη αυτή η πορεία – ο 447, η έξοδος απ’ τον ασφαλτοστρωμένο δρόμο, η βασανιστικά αργή πορεία μέσα απ’ το σύννεφο της σκόνης, στο τραχύ πρώτο κομμάτι της ερήμου – είναι μια ιεροτελεστία που παίζει κομβικό ρόλο στην ψυχολογία σου: βγαίνεις απ’ το κανονικό σύμπαν, απ’τον «έξω κόσμο» (default world) και εισέρχεσαι σε ένα παράλληλο σύμπαν: στο Burning Man.
5 μ.μ. - Μετά από πτήση έντεκα ωρών για Σαν Φρανσίσκο, και road trip επτά ημερών από Σαν Φρανσίσκο μέσω του Εθνικού Πάρκου Γιοσέμιτι προς την έρημο Black Rock της Νεβάδα, μετά από εντατική προετοιμασία δέκα μηνών και επίπονη αναμονή τριών ετών, αγκαλιάζουμε τους εθελοντές (greeters) και περνάμε την Πύλη. Επιτέλους φτάσαμε. Τα καταφέραμε και επιστρέψαμε. Είμαστε πια στο σπίτι μας.
Τον Δεκέμβριο του 2021 πήραμε το ρίσκο και κλείσαμε τις πτήσεις – χωρίς να ξέρουμε καν αν θα βρούμε εισιτήρια∙ για την ακρίβεια χωρίς να ξέρουμε αν, μετά από δύο χρόνια παύσης λόγω πανδημίας, θα υπάρξει Burning Man. Στις 30 Μαρτίου καταφέραμε να τα κλείσουμε, που ήταν από μόνος του ένας άθλος αφού τα εισιτήρια ανοίγουν στις 8 μ.μ. και μέσα σε ελάχιστα λεπτά έχουν εξαντληθεί.
Από την 1η Απριλίου είχε ξεκινήσει η αντίστροφη μέτρηση και ο μαραθώνιος προετοιμασίας: ενοικίαση αυτοκινήτου (διπλάσιο το κόστος φέτος λόγω έλλειψης ημιαγωγών που έχει δημιουργήσει συνθήκες κρίσης στις αυτοκινητοβιομηχανίες)∙ ενοικίαση ποδηλάτων (το πεντάγωνο της αυτοσχέδιας πόλης 80.000 κατοίκων που δημιουργείται κάθε χρόνο στην έρημο έχει έκταση 16 τετραγωνικών χιλιομέτρων, η χρήση αυτοκινήτων απαγορεύεται και το ποδήλατο είναι το βασικό μέσο μετακίνησης)∙ η σπαζοκεφαλιά της μεταφοράς των ποδηλάτων από το Γκέρλακστον προορισμό μας (που σημαίνει παραγγελία και παράδοση σε φίλους στην Αμερική κάθετων και οριζόντιων μπαρών οροφής για ποδήλατα – χωρίς όμως να γνωρίζουμε το μοντέλο και το μέγεθος του αυτοκινήτου που τελικά θα μας δώσει η εταιρία ενοικίασης αυτοκινήτων).
Στις αρχές του καλοκαιριού άρχισαν οι λίστες, τα ψώνια, ο έλεγχος και η ανανέωση του εξοπλισμού και οι πρόβες για το πακετάρισμα της σκηνής, μαζί με σκεπάσματα, ρούχα, φάρμακα, εξαρτήματα και συσκευές, για να χωρέσουν όλα σε τρεις βαλίτσες. Λίγες ημέρες πριν, και ενώ πηγαίνουμε από μοτέλ σε μοτέλ, κουβαλώντας πάνω-κάτω βαλίτσες, σκηνές, σάκους και τσάντες, παραλαμβάνουμε, και με τη βοήθεια ενός ποδηλατάδικου στο Κάρσον Σίτι καταφέρνουμε να εγκαταστήσουμε, τις μπάρες. Την Παρασκευή το βράδυ στο Walmart βρίσκουμε και «σηκώνουμε» τα τελευταία γαλόνια νερού (σύνολο: 120 λίτρα αποθηκεύονται στο πορτ μπαγκάζ και τα πίσω καθίσματα). Το Σάββατο αγοράζουμε προμήθειες: κονσέρβες, μιλκσέικ πρωτεΐνης, μπάρες δημητριακών, αναψυκτικά, χανζαπλάστ, μονωτική ταινία, χαρτί, κολλύριο για τα μάτια, βαζελίνη (απαραίτητη προστασία για μύτη και χείλη), ένα γαλόνι λευκό ξίδι, σνακ με αλάτι, ηλεκτρολύτες. Το βασικό όμως είναι το ξίδι.
Η έρημος του Black Rock θεωρείται ένα απ’ τα πιο εχθρικά περιβάλλοντα στον πλανήτη με ακραία καιρικά φαινόμενα, υψηλές θερμοκρασίες, και αλκαλική σκόνη-πούδρα που εισχωρεί παντού και, μετά από λίγο, διαβρώνει τα πάντα. Το ξίδι λειτουργεί ως καθαριστικό, απολυμαντικό και προστασία για αντικείμενα, συσκευές, επιδερμίδα. Το καλοκαίρι η υγρασία στην έρημο δεν ξεπερνάει το 12%. Η θερμοκρασία ξεπερνάει συχνά τους 40 βαθμούς ενώ το βράδυ μπορεί να πέσει σε μονοψήφιο αριθμό. Αγοράζοντας το εισιτήριο δηλώνεις ρητά ότι καταλαβαίνεις ότι θα συμμετάσχεις σε δραστηριότητες που περιλαμβάνουν το ρίσκο σοβαρού τραυματισμού, μόνιμης αναπηρίας ή και θανάτου με αποκλειστικά δική σου ευθύνη.
Μία απ’ τις δέκα αρχές του Burning Man είναι η «ριζική αυτάρκεια» που σημαίνει ότι πρέπει να προβλέψεις και να προετοιμαστείς για ό,τι μπορεί να συμβεί και να φέρεις μαζί σου ό,τι (μα ό,τι) υπάρχει περίπτωση να χρειαστείς. Στην έρημο δεν υπάρχει ούτε ρεύμα, ούτε νερό, ούτε φαγητό, ούτε σήμα κινητής τηλεφωνίας, ούτε ίντερνετ, ούτε κανενός είδους υπηρεσίες ή υποδομές, εκτός από κοινές, φορητές τουαλέτες τοποθετημένες σε διάφορα σημεία της πόλης, και πάγο τον οποίο μπορείς να αγοράσεις στο κέντρο της πόλης. Η χρήση χρημάτων και η πώληση προϊόντων –πέραν αυτού του πάγου– απαγορεύεται. Αν και μια άλλη αρχή, αλλά και το πνεύμα του Burning Man, υποστηρίζει με κάθε τρόπο την έννοια της κοινότητας, του εθελοντισμού, του να βοηθάς και να μοιράζεσαι τον χρόνο και τα αγαθά σου με τους άλλους, ο καθένας είναι εν τέλει αποκλειστικά υπεύθυνος για τον εαυτό του. Δεν υπάρχει ούτε «κράτος», ούτε «αρμόδιος», ούτε γονείς, ούτε τίποτα. Μόνο εσύ και η φύση. Ουσιαστική εμπειρία ενηλικίωσης.
Και φέτος επιλέγουμε να κατασκηνώσουμε στη θεωρητικά πιο ήσυχη πλευρά της πόλης, κοντά στην έξοδο. Η ρυμοτομία του Black Rock City είναι απλή. Ακριβώς στο κέντρο ενός τεράστιου κύκλου-«ρολογιού» ακτίνας χιλιομέτρων βρίσκεται ο Man – ένα τεράστιο ανδρείκελο που θα καεί μεγαλοπρεπώς το επόμενο Σάββατο το βράδυ.
Στο κάτω μισό του ρολογιού εκτείνεται η πόλη των 80.000 κατοίκων, χωρισμένη σε «οικοδομικά τετράγωνα» (από σκηνές, τροχόσπιτα και προσωρινές κατασκευές). Την πόλη διατρέχουν κάθετοι λεωφόροι που νοητά καταλήγουν όλες στον Man, αντιστοιχώντας σε αντίστοιχες «ώρες» του ρολογιού. Αυτές τέμνονται από δρόμους-καμπύλες με γράμματα της αλφαβήτου. Η Α βρίσκεται πιο κοντά στο κέντρο του κύκλου. Η K είναι ο τελευταίος δρόμος που κοιτάει προς την έξοδο.
Το πάνω μισό του ρολογιού είναι η «βαθιά playa» (playa είναι το χαϊδευτικό που οι συμμετέχοντες έχουν δώσει στην έρημο). Εκεί δεσπόζουν διάσπαρτα, σε απόσταση δεκάδων ή εκατοντάδων μέτρων το καθένα από το επόμενο, τεράστια, υπεράνθρωπα έργα τέχνης, προσωρινές και φορητές κατασκευές από ξύλο ή μέταλλο ή φώτα ή άλλα υλικά, και ο Ναός.
10 μ.μ. - Μετά το εξαντλητικό ταξίδι, το στήσιμο της σκηνής, το ξεφόρτωμα του αυτοκινήτου, το ξεμοντάρισμα των ποδηλάτων που από μόνο του πήρε μία ώρα, κάθομαι στην καρέκλα έξω απ ’τη σκηνή για να ανασάνω. Ένας περαστικός έρχεται και μου πιάνει κουβέντα, όπως συμβαίνει παντού και πάντα εδώ πέρα. Εκεί που μιλάμε, ξαφνικά στον σκοτεινό ουρανό, εκτός οποιασδήποτε λογικής κλίμακας, βλέπω να εμφανίζεται ένας τεράστιος καουμπόϊ που αποτελείται από πολλά φωτεινά σημεία και βγάζει το καπέλο του – κάτι ανάμεσα σε μαζική προσγείωση εξωγήινων και τριπάκι με μανιτάρια. Είναι απλώς χίλια (!) drones που, με ειδικό λογισμικό και προγραμματισμό, εκτελούν ένα φαντασμαγορικό σόου που φαίνεται σε ακτίνα χιλιομέτρων, σχηματίζοντας στον ουρανό τη μορφή του Larry Harvey – του δημιουργού όλης αυτής της ιστορίας που πέθανε πριν τέσσερα χρόνια. Καλώς ήρθαμε στο Burning Man.
Δευτέρα, 29 Αυγούστου
9 π.μ. - Έφτασε επιτέλους η στιγμή που περίμενα εδώ και τρία χρόνια. Εξοπλισμένος με τρίλιτρο σάκο ενυδάτωσης, ανεβαίνω στο ποδήλατο για να γνωρίσω κόσμο και να εξερευνήσω την πόλη και τα εκατοντάδες camps που έχουν δημιουργηθεί, από μικρές σκηνές δύο ή τριών ατόμων μέχρι τα μεγαλύτερα camps που καταλαμβάνουν ολόκληρα οικοδομικά τετράγωνα με περίπλοκες μεγάλες κατασκευές και στα οποία έχουν τη βάση τους εκατοντάδες εθελοντές. Το κάθε camp προσφέρει κάτι διαφορετικό – από καφέ και αυτοσχέδια κοκτέιλ μέχρι μασάζ και διαλογισμό, από ζωντανή μουσική μέχρι μαθήματα συναίνεσης, από εργαστήρια ζωγραφικής μέχρι τάξεις γιόγκα, από την πιο παρανοϊκή και ανούσια χαρτομαντία μέχρι την πιο συγκλονιστική και ουσιαστική ανθρώπινη επαφή.
Κάθε δεδομένη στιγμή λαμβάνουν χώρα ταυτόχρονα άπειρες δραστηριότητες και είναι προφανώς αδύνατο να προλάβεις ή να δοκιμάσεις τα πάντα. Με το που περνάς την Πύλη παραλαμβάνεις ένα χοντρό βιβλίο με το πρόγραμμα των δραστηριοτήτων, ωστόσο αυτό είναι μάλλον θεωρητικό. Τα πάντα είναι δωρεάν – είναι κυριολεκτικά ένα δώρο, αφού αυτό είναι και μία απ’ τις βασικότερες 10 αρχές: άνθρωποι τους οποίους δεν έχεις ξανασυναντήσει ποτέ σου δωρίζουν γενναιόδωρα τον χρόνο τους, την ενέργειά τους, μοιράζονται τα λιγοστά αγαθά τους – χωρίς να περιμένουν κάποια ανταπόδοση. Το να μπορείς να λαμβάνεις χωρίς να δίνεις πίσω είναι ένα απ’τα πρώτα και πιο δύσκολα μαθήματα του Burning Man. Ίσως είναι και το πιο καθοριστικό γιατί σε κάνει να θέλεις κι εσύ να δώσεις με τη σειρά σου σε άλλους.
Αυτό όμως σημαίνει ότι δεν υπάρχει καμία εγγύηση ότι τα πράγματα θα πραγματοποιηθούν όταν και όπως νομίζεις ότι θα γίνουν, ούτε έχει νόημα να έχεις απαιτήσεις ή προσδοκίες ή παράπονα (κάτι που θα χρειαστεί να το υπενθυμίσω στον εαυτό μου αρκετές φορές τις επόμενες μέρες). Οι άνθρωποι που προσφέρουν το οτιδήποτε έχουν φτάσει στην έρημο μέρες πριν από εσένα και έχουν περάσει ατέλειωτα εικοσιτετράωρα κατασκευάζοντας εθελοντικά και με δικό τους κόστος οτιδήποτε δεν είναι σκόνη σε αυτό εδώ το μέρος. Οι ίδιοι θα κάτσουν πίσω αφού έχεις φύγει εσύ για να τα ξεμοντάρουν όλα αυτά, να μαζέψουν μέχρι και το μικρότερο σκουπιδάκι και να τα πάρουν όλα μαζί τους. Όταν έχουν ελεύθερο χρόνο δεν κάθονται να ξεκουραστούν, αλλά βοηθούν άλλους σε άλλα camps με τις δικές τους κατασκευές και τα δικά τους προβλήματα. Εάν η ηθική πυξίδα σου δεν είναι εντελώς σπασμένη, όταν ζεις κάτι τέτοιο, το ερώτημα που φυσικά προκύπτει είναι: και πώς μπορώ να βοηθήσω εγώ;
8 μ.μ. - Το φως έχει μόλις πέσει, η πόλη μπαίνει στους ρυθμούς της νύχτας κι εγώ παίρνω το ποδήλατο για να πάω μέχρι την playa, εκεί που τελειώνει η πόλη και ξεκινάει η έρημος και τα έργα τέχνης. Θυμάμαι ακόμη ακριβώς τη στιγμή που είδα για πρώτη φορά την playa βράδυ. Δεν είναι μια εικόνα που μπορείς να την ξεχάσεις, κυρίως επειδή δεν είναι μια εικόνα που εμπίπτει στο πλαίσιο εμπειριών που έχουμε στη Γη. Σε έναν σκοτεινό ορίζοντα, στο άπειρο της ερήμου, χιλιάδες άνθρωποι με τα ποδήλατά τους, στολισμένοι απ’ το κεφάλι μέχρι τις ρόδες με πολύχρωμα LED φωτάκια όλων των ειδών, κινούνται προς όλες τις κατευθύνσεις, ενώ στο βάθος τεράστια έργα τέχνης και φωτιστικές εγκαταστάσεις με λέιζερ και προβολείς οριοθετούν το τοπίο δημιουργώντας την εικόνα και την ατμόσφαιρα ενός ψυχεδελικού λούνα παρκ. Καλό τριπάκι, χωρίς καν μανιτάρια. Μεγάλες φλόγες ξεπετάγονται από διάφορες φορητές κατασκευές, όπως το θρυλικό El Pulpo Mecanico – ένα αξιολάτρευτο χταπόδι-άρμα που κινείται και βγάζει φωτιά από κάθε πλοκάμι, φωτίζοντας τα πρόσωπα αυτών που βρίσκονται πάνω και τριγύρω του.
Αν και η σκηνή αυτή είναι όπως πάντα εντυπωσιακή, πιάνω τον εαυτό μου να μην έχει την ίδια ενστικτώδη, σωματική αντίδραση που είχε την πρώτη φορά που βρέθηκα εδώ. Αναρωτιέμαι αν η πανδημία και ο εγκλεισμός έχουν σκοτώσει εντελώς τις αισθήσεις μου. Επίσης, δεν το γνωρίζω ακόμα αλλά αυτή είναι η μόνη φορά που θα βρεθώ στην playa τη νύχτα μέχρι το τελευταίο βράδυ.
10 μ.μ. - Ενώ πίνω το δεύτερο κοκτέιλ σε πολυπληθή συγκέντρωση για τη ΛΟΑΤΚΙ κοινότητα (κάποιες κακές συνήθειες παραμένουν και σε αυτό το παράλληλο σύμπαν, και η γκετοποίηση είναι μία από αυτές), ο ουρανός αρχίζει να φωτίζεται ολόκληρος από αστραπές. Το εφέ είναι τόσο ακραίο –σαν κακό μπλοκμπάστερ της δεκαετίας του ’90– που, όντας άλλωστε στο Burning Man, αναρωτιόμαστε αν όντως πρόκειται για αστραπές (στην έρημο, εν μέσω καύσωνα;) ή για κάποιου είδους περφόρμανς. Όταν σκάνε οι πρώτες ψιχάλες το χαμόγελο παγώνει στα χείλη μας. Απ’ όλα τα πιθανά φυσικά και ακραία καιρικά φαινόμενα, η βροχή είναι ο χειρότερός μας εφιάλτης (όπως και οι πολύ δυνατοί άνεμοι γιατί μπορούν να παρασύρουν αντικείμενα). Με ένα ψιλόβροχο απλώς θα γεμίσουμε λάσπη. Με παρατεταμένη καταιγίδα ωρών ή ημερών τα πάντα θα βυθιστούν σε μερικά εκατοστά νερού (η έρημος Black Rock ήταν κάποτε μια τεράστια λίμνη). Η λάσπη γρήγορα θα τσιμενταριστεί. Τροχόσπιτα, αυτοκίνητα, ποδήλατα θα κολλήσουν στο έδαφος. Κανείς δεν θα μπορεί να μας βγάλει από εδώ για μέρες. Ζωές θα κινδυνέψουν.
Καβαλάω κατευθείαν το ποδήλατο και αρχίζω να τρέχω προς τη σκηνή για να προστατέψω τα ρούχα και τις συσκευές. Εθελοντές-φύλακες φωνάζουν με ντουντούκες: «καταιγίδα έρχεται στο Burning Man· αναζητήστε καταφύγιο». Υπολογίζω ότι σε πέντε λεπτά θα έχω φτάσει. Στρίβω στη γωνία και το βλέπω να έρχεται καταπάνω μας: ένα πηχτό σύννεφο σκόνης καλύπτει μέσα σε δευτερόλεπτα τους πάντες και τα πάντα. Το πρώτο μας “white-out” είναι γεγονός. Φοράω μάσκες, ανάβω τον φακό κεφαλής στο τέρμα και, με ορατότητα ελάχιστων μέτρων, κινούμαι προς τη σκηνή.
Οι θύελλες σκόνης μπορεί να κρατήσουν από τρία λεπτά μέχρι τρεις μέρες. Απόψε είμαστε τυχεροί. Σε δέκα λεπτά το σύννεφο έχει απομακρυνθεί. Το ίδιο και η βροχή. Αργότερα μαθαίνουμε ότι μεγάλη καταιγίδα πέρασε μόλις 10 μίλια μακριά απ’ την πόλη μας.
Φτάνω στη σκηνή και ανάβω το πρώτο τσιγάρο μετά από τρία χρόνια. Προσέχω να μη μου πέσει στάχτη στην έρημο. Τίποτα δεν πρέπει να πέσει στην έρημο: leave no trace. Σβήνω το τσιγάρο στο χώμα και παρατηρώ αυτό που έχουν αναφέρει κι άλλοι: η φωτιά αφήνει σημάδια καψίματος στην ολόλευκη playa. Με το καπάκι του μπουκαλιού μαζεύω λίγη λίγη την καμένη σκόνη και τη ρίχνω μέσα στο μπουκάλι. Αναρωτιέμαι αν όλο αυτό το πράγμα αξίζει τον κόπο.
Τρίτη, 30 Αυγούστου
8 π.μ. - Η αλλαγή θερμοκρασίας στη σκηνή κάθε πρωί είναι εντυπωσιακή. Στις 6 το πρωί, λίγο πριν ανατείλει ο ήλιος, έχει κρύο. Στις 7.45 η ζέστη στο εσωτερικό της σκηνής είναι ήδη ανυπόφορη, ενώ έξω ο ήλιος καίει. Αυτό σημαίνει ότι έχεις ακριβώς μιάμιση ώρα για να ολοκληρώσεις την πρωινή ρουτίνα: άνοιγμα σκηνής και στήσιμο τέντας (χωρίς όμως να γεμίσεις σκόνη, κάτι που απαιτεί χορογραφία με ακρίβεια μπαλέτου)∙ σβήσιμο εξωτερικών φώτων∙ επαναφόρτιση μπαταριών∙ φάρμακα και πρωινό (μια μπάρα και ένα μιλκσέικ θα σε κρατήσουν για πολλές ώρες – η ζέστη μειώνει αισθητά την ποσότητα φαγητού που χρειάζεσαι∙ το αλάτι και το νερό είναι ζωτικής σημασίας)∙ πλύσιμο δοντιών (με χωνί σε μπουκάλι μέσα στη σκηνή, αφού απαγορεύεται να πέσει έστω και μια σταγόνα νερό πάνω στην έρημο)∙ αντηλιακό∙ αποσμητικό (αν και είναι περιττό∙ το μόνο καλό αυτού του περιβάλλοντος είναι ότι με 12% υγρασία δεν επιβιώνει ούτε μισό βακτήριο∙ για 10 μέρες είσαι απαλλαγμένος από κακοσμία)∙ βαζελίνη σε όλα τα ευαίσθητα σημεία∙ τακτικό πλύσιμο χεριών (απ’ το ένα μπουκάλι νερού στο άλλο, πιο πολύ για την αίσθηση της καθαριότητας παρά για την ουσία)∙ προετοιμασία σάκου πλάτης (το να ξεχάσεις κάτι σημαίνει ενδεχομένως μισή και βάλε ώρα οδήγημα μπρος πίσω για να το πάρεις)∙ η πιο δυσάρεστη πράξη της ημέρας: δέσιμο κορδονιών τα οποία έχουν ήδη αλλάξει χρώμα και σύσταση λόγω της σκόνης∙ και, τέλος, λίγα δευτερόλεπτα πριν ανέβεις στο ποδήλατο: απολύμανση κυπέλου και στομίου παγουριού με ξίδι.
Αν κάνεις τα πράγματα με τη λάθος σειρά, τότε ξεκινάς το καθάρισμα απ’ την αρχή. Κάτι διαφημιστικά αρωματικά μαντιλάκια του Χόντου καταχωνιασμένα σε διάφορες τσέπες του σάκου καταλήγουν μετά από μέρες να γίνονται το πιο πολυπόθητο αγαθό. Το πιο βασικό: μην μπερδέψεις τα μπουκάλια με το πόσιμο νερό, το νερό για πλύσιμο, το βρώμικο νερό, και το πολύ βρώμικο νερό.
5 μ.μ. - Μετά από μία ευχάριστη μέρα περιήγησης στα camps και νέων γνωριμιών, ο Αντώνης κι εγώ κατευθυνόμαστε προς τον Ναό (Temple). Ο Ναός είναι μια τεράστια, ξύλινη, πολύπλευρη κατασκευή –σχεδιασμένη κάθε χρόνο από διαφορετικό αρχιτέκτονα– στην οποία ο καθένας μπορεί να περάσει όσο χρόνο θέλει. Από τη στιγμή που ο χώρος ανοίγει, και κάθε ώρα που περνάει μέχρι το τελευταίο βράδυ χιλιάδες άνθρωποι περνάνε και αφήνουν ένα μνημείο ή αφιέρωση σε αγαπημένα τους πρόσωπα που έφυγαν την τελευταία χρονιά ή σε ανθρώπους απ’ τους οποίους χώρισαν ή ακόμη και σε ανθρώπους οι οποίοι τους κακοποίησαν: γράμματα, κορνίζες και φωτογραφίες καρφιτσωμένες, καρφωμένες ή κολλημένες πάνω στο ξύλο∙ μηνύματα γραμμένα με μαρκαδόρο και στιλό∙ προσωπικά αντικείμενα, αρκουδάκια και λευκώματα τοποθετημένα στο έδαφος δίπλα στους ξύλινους τοίχους∙ πολλοί γράφουν γράμματα στον εαυτό τους προσπαθώντας να ξεπεράσουν, να συγχωρήσουν, να πενθήσουν, να βρούνε γαλήνη και κάθαρση.
Μετά από την παύση των τελευταιών τριών χρόνων και με τον κορωνοϊό, τον καρκίνο, τα οπιοειδή ναρκωτικά και τις αυτοκτονίες να θερίζουν, ο Ναός είναι απελπιστικά γεμάτος με φωτογραφίες νέων ανθρώπων. Σε μια άδεια γωνιά κολλάμε και εμείς το δικό μας σημείωμα-αφιέρωμα με τις φωτογραφίες τριών φίλων που έφυγαν πολύ νωρίς. Την Κυριακή το βράδυ στις 8 μ.μ. μια μεγάλη πυρά θα κάψει τον Ναό και όλα τα υπάρχοντα μέσα σε αυτόν.
Ο Ναός του Burning Man είναι ένας απ’ τους πιο ιδιαίτερους χώρους στους οποίος έχω βρεθεί ποτέ στη ζωή μου. Η συναισθηματική φόρτιση του χώρου σε χτυπάει σαν τοίχος με το που φτάνεις εκεί και δεν έχει καμία απολύτως σχέση με το τι συμβαίνει στην πόλη: πρόκειται για δύο διαφορετικούς κόσμους. Την απόλυτη ησυχία που επικρατεί διακόπτουν οι λυγμοί ανθρώπων που μόλις άφησαν κάτι ή κλαίνε τοπαιδί τους∙ χαμηλόφωνα γέλια από παρέες που θυμούνται έναν φίλο τους που τώρα δεν είναι μαζί τους∙ και ο ρυθμικός ήχος περίεργων κρουστών και έγχορδων οργάνων στα οποία κάποιοι μεταβολίζουν τον πόνο τους σε μουσική. Τα όρια ανάμεσα στο ιδιωτικό πένθος και τη δημόσια συνύπαρξη συγχέονται. Η ενστικτώδης αντίδραση είναι να προσεγγίσεις και να αγκαλιάσεις τον άλλο –όπως θα έκανες οπουδήποτε αλλού στο Burning Man. Εδώ όμως υπάρχουν άλλα όρια– ο άλλος πενθεί, και παρόλο που μπορεί να θέλει να βρίσκεται ανάμεσα σε κόσμο, μπορεί ταυτόχρονα να θέλει να χαθεί στο πλήθος.
Είναι απολύτως λογικό ο αναγνώστης να αντιμετωπίζει την περιγραφή αυτή με σκεπτικισμό. Στην αρχή κι εγώ δεν ήμουν σίγουρος αν αυτό το περιβάλλον προωθεί κάποιου είδους ναρκισσισμό, επίδειξη συναισθημάτων ή συναγωνισμό πένθους. Εν τέλει όμως όταν βρίσκεσαι εκεί, οι αντιστάσεις κάμπτονται. Η συνεύρεση σε έναν χώρο με άλλους ανθρώπους με τους οποίους ανοιχτά μοιράζεσαι τα πιο δύσκολα συναισθήματά σου και εντοπίζετε, ο ένας στον άλλον, τα ίδια στοιχεία, την κοινή ανθρώπινη φύση, έρχεστε δηλαδή σε κοινωνία, είναι μία απ’ τις πιο δυνατές εμπειρίες που μπορεί να προσφέρει η ζωή. Αυτός είναι, άλλωστε, ο λόγος της μαζικής επιτυχίας και ιστορικής επιβίωσης των θρησκειών.
6 μ.μ. - Όπως ο ήλιος αρχίζει σιγά-σιγά να πέφτει, φεύγω απ’ τον Ναό για να εξερευνήσω τα έργα τέχνης στη «βαθιά έρημο» (deep playa). Για μια ακόμη φορά, μπαίνω σε έναν εντελώς άλλο κόσμο που δεν έχει σχέση ούτε με την πολύβουη ζωή της πόλης, ούτε με την κατάνυξη του Ναού. Βρίσκομαι σε ένα παράλληλο σύμπαν στο οποίο μια πολυθρόνα (με λαμπατέρ και βιβλιοθήκη) είναι τοποθετημένη μέσα στη μέση του πουθενά. Μερικές εκατοντάδες μέτρα πιο κάτω, ανεβαίνοντας τα σκαλιά και περνώντας την είσοδο μιας κατασκευής που θυμίζει αρχαίο ναό, θα βρω βιβλία του 19ου και των αρχών του 20ού αιώνα τοποθετημένα πάνω σε σκονισμένα ράφια, μαζί με μία πινακίδα: «υιοθετήστε ένα βιβλίο»· κάποιος δωρίζει τα βιβλία του στους περαστικούς. Ακόμη πιο κάτω, άλλη μια αριστουργηματική κατασκευή από τον Dave Keane και τους συνεργάτες του, που το 2019 έχτισαν (και έκαψαν) το θρυλικό Folly: ένα «ψαροχώρι» φτιαγμένο από ανακυκλωμένο ξύλο, σκοινιά, ρολόγια και άλλα διακοσμητικά στοιχεία. Από τις στάχτες του Folly, ο Keane έφτιαξε το Paradisium, ένα πανέμορφο οικοσύστημα, φόρο-τιμής στη βιωσιμότητα, που κόβει την ανάσα. Λίγο πιο πέρα, κοντά στο trash fence (τον φράκτη που ορίζει που τελειώνει το πεντάγωνο του Burning Man), ένα κτίριο με την πρόσοψη ενός σινεμά, διαφημίζει ταινίες της δεκαετίας του ’50.
Συνεχίζω με το ποδήλατο και στο βάθος του ορίζοντα βλέπω να ξεπροβάλλει από το πουθενά ένας σταθμός τρένου, πλήρης τόσο εξωτερικά (με φανάρια, ράγες, πινακίδες) όσο και στο εσωτερικό του. Μπαίνω μέσα και είναι σαν να έχω μπει σε άλλη διάσταση. Τα πάντα –από τις αφίσες στους πίνακες και τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές πίσω απ’ το γκισέ– είναι από μια άλλη εποχή. Αφήνω το ποδήλατο και περπατάω μερικά μέτρα μακριά. Γυρίζω και κοιτάω τον σταθμό και κάπου εκεί θυμάμαι γιατί το κάνουμε όλο αυτό∙ γιατί βασανίζουμε τους εαυτούς μας με όλη αυτή τη διαδικασία. Διότι στη μέση της απόλυτης ερήμου, στη μέση του πουθενά, υπάρχει ένας τέλειος σταθμός τρένου, οι ράγες του οποίου δεν πάνε πουθενά, χάνονται μέσα στο χώμα. Και αυτή η εικόνα του σταθμού στο ηλιοβασίλεμα –όπως και όλα τα έργα τέχνης στο Burning Man– λυγίζει τη γραμμικότητα της ζωής και του τι είναι δυνατό. Αν αυτό εδώ το πράγμα είναι εφικτό, τότε τα πάντα είναι εφικτά. Και αυτή η αίσθηση της δυνατότητας, της ελπίδας, είναι κάτι που εν μέσω παγκόσμιας κατάθλιψης, είχα να το νιώσω εδώ και χρόνια.
Πολλοί με ρωτάνε: τι είναι το Burning Man; Αυτή είναι μια ερώτηση που κανείς πραγματικά δεν μπορεί να την απαντήσει πλήρως. Το Burning Man δεν είναι (μόνο) ούτε η πόλη και τα camps, ούτε τα πάρτι και η ελευθερία, ούτε ο Ναός και η κατάνυξη, ούτε η τέχνη στη βαθιά έρημο, ούτε τα ποδήλατα το βράδυ, ούτε οι αγκαλιές και τα δώρα των αγνώστων. Δεν είναι (μόνο) ούτε φεστιβάλ, ούτε κοινότητα, ούτε παγκόσμιο κίνημα με εκατοντάδες τοπικές εκδηλώσεις σε όλον τον κόσμο, ούτε εμπειρία, ούτε προσωρινή πόλη. Είναι όλα αυτά τα πράγματα μαζί – ένα σύνολο παράλληλων κόσμων∙ και ταυτόχρονα είναι ό,τι το κάνεις εσύ να είναι. Το Burning Man είναι ταυτόχρονα το μετα-αποκαλυπτικό Mad Max και το multiverse στον πραγματικό κόσμο.
Συνεχίζεται...
Δειτε περισσοτερα
Τα κοσμήματα με τα γράμματα και την περίτεχνη τέχνη της Charlotte Chesnais
Aγόρια ντυμένα γυναίκες, με εξαιρετικό μπρίο και αριστοτεχνική θηλυκότητα, προσέφεραν ένα εκρηκτικό show
Η καθημερινότητα της πόλης αλλάζει, μαζί και η ζωή μας
Η έκθεση φιλοξενείται στο MOMus-Μουσείο Άλεξ Μυλωνά, στην Αθήνα
Ιστορικά ντοκουμέντα από το ξέσπασμα εναντίον του δικτατορικού καθεστώτος