Η δημιουργικότητα δεν έχει όρια και η διαφήμιση μπορεί να είναι μια ισχυρή δύναμη για το καλό
- CITY GUIDE
- PODCAST
-
11°
Αθήνα 1896, Σύγχρονοι Ολυμπιακοί Αγώνες: Η ιστορία πίσω από την αναβίωσή τους
Οι Ολυμπιακοί Αγώνες και η αναβίωσή τους θεωρήθηκαν κορυφαίο πολιτισμικό και πνευματικό γεγονός
Από την προεπαναστατική περίοδο και τον «Ηθικό τρίποδα» του Ρήγα Βελεστινλή το 1797 στη Βιέννη, μέχρι τα «Παιδαγωγικά Μαθήματα» του Στέφανου Κομμητά και το ιστορικό ποίημα του Παναγιώτη Σούτσου στον «Ήλιο» του Ναυπλίου, διανοούμενοι και καλλιτέχνες όπως ο Βίνκελμαν, ο Γκαίτε, ο ζωγράφος Άντον Ραφαέλ Μενγκς, η ζωγράφος Αντζέλικα Κάουφμαν, ο αρχαιολόγος Ντ’ Αζινκούρ, οι γλύπτες Θορβάλντσεν και Κανόβα, διανοητές και στοχαστές όπως ο Ρουσσώ, ο Μπάσεντοφ, ο Χέρντερ, ο Μουτς, ο Ντάριλ, όλοι συνομολογούσαν ότι η Ευρώπη οφείλει να εγκαταλείψει το παρηκμασμένο ροκοκό και να στραφεί στη διαφωτιστική ιδεολογία της επιστροφής στον κλασικισμό και την αρχαιοελληνική αντίληψη της τέχνης και των γραμμάτων.
Οι Ολυμπιακοί Αγώνες και η αναβίωσή τους θεωρήθηκαν κορυφαίο πολιτισμικό και πνευματικό γεγονός, η επιτομή της σωματικής και πνευματικής διαύγειας, συστατικά τα οποία είχαν ανάγκη οι δυτικοευρωπαϊκές κοινωνίες προκειμένου να οδηγηθούν σε δρόμους ευημερίας και προόδου.
Στο εξωτερικό είχαν καταγραφεί πολλάκις προσπάθειες αναβίωσης των Αγώνων –κυρίως στην Αγγλία– με πρώτη ιστορική αναφορά τους αγώνες του δικηγόρου Ρόμπερτ Ντόβερ, μεταξύ 1601 και 1612 (Dover’s Games) και κατόπιν διάφορους αγώνες στο Shropshire, στο Liverpool και στο Northumberland, όπου καταγράφεται και η πρώτη συμμετοχή επαγγελματιών αθλητών.
Εάν συνυπολογιστούν διοργανώσεις όπως οι Παναγγλικοί Αγώνες της Βρετανικής Εθνικής Ένωσης Olympian, οι αγώνες στο Drehberg της Γερμανίας, στο Rondeau της Γαλλίας, στη Ramlosa της Σουηδίας, στο Montreal του Καναδά και στη Νέα Υόρκη των ΗΠΑ και στο Paliç της τότε υπό ουγγρική κυριαρχία, Βοϊβοντίνα, ήταν πασίδηλο ότι η Ευρώπη «διψούσε» για αθλητισμό και διοργανώσεις αθλητικού θεάματος.
Πολύ πριν την καθοριστική παρέμβαση του Πιέρ Ντε Κουμπερτέν και σχεδόν παράλληλα με τις πρωτοβουλίες του Ζάππα, ο Άγγλος ιατρός Γουίλιαμ Πέννυ Μπρουκς είχε διοργανώσει αθλητικές εκδηλώσεις στο Much Wenlock του Shropshire, ένα χωριό κοντά στα σύνορα με την Ουαλία, επιχειρώντας μια πρόσμιξη βικτωριανών και αρχαιοελληνικών προτύπων.
Το 1850 ο Μπρουκς ιδρύει την «Ολυμπιακή Τάξη» (The Olympian Class) με κεντρικούς άξονες τη βελτίωση της σωματικής και ψυχικής υγείας των κατοίκων και την ανύψωση των ηθών της τοπικής κοινωνίας μέσω της άσκησης. Δέκα χρόνια αργότερα, το 1860 ιδρύεται η τοπική «Ολυμπιακή Εταιρεία» (Wenlock Olympian Society) διά της οποίας διοργανώθηκαν τριάντα τέσσερεις ετήσιοι αθλητικοί αγώνες μέχρι το 1895.
Ο Μπρουκς παρατηρώντας έκπληκτος την ανταπόκριση του κοινού στις αθλητικές εκδηλώσεις, πρότεινε το 1881 τη διεθνοποίηση των αγώνων, ανταλλάσσοντας επιστολές με τον ευεργέτη Ιωάννη Γεννάδιο, τότε διπλωματικό υπάλληλο στο Προξενείο του Λονδίνου. Οι αντιλήψεις των δύο ωστόσο δεν συνέπιπταν, εξ αιτίας του γεγονότος ότι ο Εγγλέζος ήθελε την ακριβή αναβίωση των αρχαιοελληνικών αγώνων και δεν είχε ένα έτοιμο εκσυγχρονιστικό μοντέλο στο μυαλό του.
Παρά τη μη επίτευξη συμφωνίας, ο Μπρουκς εξακολούθησε να προσπαθεί να εκπονήσει ένα πιο εύπεπτο σχέδιο και ο Γεννάδιος, από πλευράς του, εξακολούθησε να αποκρούει σθεναρά τις τουλάχιστον πέντε νέες προτάσεις από το 1888 μέχρι το 1891. Ο άνθρωπος που συμμερίστηκε και εντυπωσιάστηκε από την ιδέα του Μπρουκς, ήταν ένας νεαρός παιδαγωγός με αριστοκρατική καταγωγή από το Παρίσι, ο Πιέρ ντε Φρεντύ, γιος του Σαρλ-Λουί ντε Φρεντύ, δηλαδή του Βαρόνου ντε Κουμπερτέν.
Ο Πιερ επισκέφθηκε το Wenlock, παρακολούθησε αγώνες που ο Μπρουκς φρόντισε να διοργανώσει προς τιμήν του και μυήθηκε στην ιδέα διοργάνωσης Ολυμπιακών Αγώνων, αντιλαμβανόμενος πλήρως το όραμα του Άγγλου ιατρού. Οι δυο τους αντάλλαξαν επιστολές, επρόκειτο για μια θερμότατη αλληλογραφία ειδικά εκ μέρους του Μπρουκς, με αποτέλεσμα ο ιατρός από την αγροτική κοινότητα να θεωρείται δικαίως μέχρι σήμερα πατριάρχης των σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων. Προς τιμήν του μάλιστα, μια από τις μασκότ των Αγώνων του Λονδίνου, το 2012, ονομάστηκε Wenlock προκειμένου να τιμηθούν το όραμα, η επιμονή και το έργο του.
Ο Μπρουκς και ο ντε Κουμπερτέν τον Σεπτέμβριο του 1892 συμμετείχαν ως επίσημοι ομιλητές στο ετήσιο άτυπο συνέδριο του Saint George’s and Oakengates Athletic Club, επαναφέροντας το ζήτημα της θεσμοθέτησης διεθνών αγώνων και κάνοντας λόγο για πρώτη φορά περί διοργάνωσης Ολυμπιακών Αγώνων στην Ελλάδα και δει στην Αθήνα.
Τα πάντα είχαν αφετηρία την πρότυπη σχολική οργάνωση της αγγλικής αγωγής, η οποία μεταλαμπαδεύτηκε στην υπόλοιπη Ευρώπη μέσα από το έργο του Thomas Arnold, που επί της ουσίας επηρέασε περισσότερο από κάθε άλλον τον Πιερ ντε Φρεντύ. Πρόκειται για ένα έργο το οποίο είχε βάση τη συμμετρική ολοκλήρωση του ανθρώπου κυρίως μέσα από της παιδιές και τα αθλητικά αγωνίσματα, όπως στην κλασική αρχαιότητα και ανέδειξε τη σημασία της σωμασκίας όπως την αντιλαμβάνονταν οι αρχαίοι Έλληνες.
Ο Ντε Κουμπερτέν, αντιλαμβανόμενος τις θεμελιώδεις ελλείψεις του γαλλικού εκπαιδευτικού συστήματος και διαισθανόμενος την αναγκαιότητα εξεύρεσης καινούργιων σημείων αναφοράς μετά τον καταστροφικό πόλεμο του 1870 και τον εμφύλιο βοναπαρτιστών και σοσιαλιστών, οραματίστηκε μια παιδαγωγική μεταρρύθμιση εκ βάθρων.
Το ασύμμετρο, ετεροσκελές και αυστηρά σχολαστικό γαλλικό σύστημα ήταν φύσει και θέσει ανίκανο να πλάσει σωματικά και πνευματικά υγιείς νέους, συνεπώς ήταν αδήριτη η ανάγκη δημιουργίας ενός μεταρρυθμιστικού πλαισίου με βασικό άξονα την εναρμόνιση της σωματικής και της πνευματικής αγωγής, παράλληλα με το κίνητρο της ευδοξίας.
Παρά το γεγονός ότι εκείνη την εποχή στη Γαλλία ευδοκιμούσε ο γερμανικού τύπου μιλιταρισμός όσον αφορά τη γυμναστική, ο Πιερ ντε Κουμπερτέν είχε την πεποίθηση ότι διά του φιλαθλητισμού και της παιδαγωγικής μεταρρύθμισης, θα μπορούσε να αποκατασταθεί το εθνικό φρόνημα και η σώφρονα χρήση της δύναμης της Γαλλίας και των υπολοίπων χωρών ανά την Ευρώπη.
Στις 25 Νοεμβρίου του 1892, στο αμφιθέατρο της Σορβόννης και επ’ ευκαιρία της πέμπτης επετείου ίδρυσης της Ένωσης των γαλλικών αθλητικών σωματείων (Union des Sociétés Françaises de Sports Athlétiques) ετέθη επισήμως το ζήτημα της αναβίωσης των Ολυμπιακών Αγώνων.
Σε μια συγκλονιστική τριπλή διάλεξη, ο Γενικός Γραμματέας της Ένωσης, Πιερ ντε Φρεντύ - βαρόνος ντε Κουμπερτέν, υποστήριξε με θέρμη την ανασύσταση των Ολυμπιακών Αγώνων εκθειάζοντας και προοιωνίζοντας το ευεργετικό έργο τους. Η φλόγα είχε ανάψει.
Την επόμενη χρονιά ανέπτυξε το τολμηρό σχέδιό του και διαβλέποντας την τάση προς επαγγελματισμό που επεδείκνυε ο νηπιακός ακόμα ευρωπαϊκός αθλητισμός, κατοχύρωσε και οριοθέτησε το Ολυμπιακό πλαίσιο, συνδυάζοντας την κλασική ελληνική αντίληψη περί αθλητισμού με την παγκόσμια προσπάθεια γένεσης του φίλαθλου πνεύματος.
Αναπτύσσοντας τη σημασία του amateurism (φιλαθλητισμού), ανακοίνωσε επί της ουσίας τη διοργάνωση του συνεδρίου των Παρισίων του 1894 με την επωνυμία «Διεθνές συνέδριον των Παρισίων διά την μελέτην και την διάδοσιν των αρχών του φιλαθλητισμού», με παγκόσμια συμμετοχή των περισσοτέρων αθλητικών Ενώσεων και κεντρικό θέμα την εναρμόνιση των κανονισμών των αθλητικών αγώνων και τη θεσμική επανασύσταση των Ολυμπιακών Αγώνων.
Ακολούθησαν το άτυπο προκαταρκτικό forum του Νοεμβρίου του 1893 στο University Club της Νέας Υόρκης και η κομβική συνάντηση της 7ης Φεβρουαρίου του 1894 στο Λονδίνο, όπου συντάχθηκε η ημερήσια διάταξη και το πρόγραμμα του Συνεδρίου των Παρισίων, καθώς και η συνοδευτική επεξηγηματική εγκύκλιος.
Το πρόγραμμα αποστέλλεται στις Ενώσεις και τα Σωματεία και την άνοιξη του 1894 καταφθάνει στην Αθήνα, στα γραφεία του Πανελληνίου Γυμναστικού Συλλόγου, μαζί με τη μεγαλοπρεπή πρόσκληση για τη συμμετοχή στο Διεθνές Συνέδριο των Παρισίων. Το όγδοο θέμα της ημερήσιας διάταξης ήταν η διερεύνηση της δυνατότητας αναβίωσης των Ολυμπιακών Αγώνων.
Ο Πανελλήνιος αποδέχθηκε την πρόσκληση, αλλά η αδυναμία του να ανταπεξέλθει οικονομικά στο δυσθεώρητο κόστος του ταξιδιού, επιτρέπει στον «εξωθεσμικό» Διευθυντή της Αμερικανικής Σχολής Κλασικών Σπουδών στην Αθήνα, Τσαρλς Γουόλντστιν, να προτείνει στον λόγιο διπλωμάτη και πολιτικό, Αλέξανδρο-Ρίζο Ραγκαβή, το μέλος του Εποπτικού Συμβουλίου του Πανελληνίου, Δημήτριο Βικέλα.
Ο ήδη εγκατεστημένος στο Παρίσι Βικέλας λαμβάνει την από 7 Μαΐου 1894 επιστολή του Ραγκαβή και με ένα λακωνικό τηλεγράφημα στις 26 Μαΐου αποδέχεται να εκπροσωπήσει το ελληνικό κράτος στο «παρά τω εν Παρισίοις Διεθνεί συλλόγω γυμναστικής» συνέδριο. Στα Ανάκτορα και στα υψηλά κυβερνητικά κλιμάκια, κυκλοφορούν πολύ σύντομα οι ειδήσεις ότι ο Βαρόνος ντε Κουμπερτέν έχει «προσηλυτίσει» τα πλέον επιφανή στελέχη του αθλητισμού σε διεθνές επίπεδο, μεταξύ των οποίων είναι ο πρόεδρος της Ένωσης Γαλλικών Αθλητικών Σωματείων και μετέπειτα πρώτος ταμίας της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής, Ερνστ Καλό, ο Σουηδός Ανώτατος Αξιωματικός, Βίκτορ Γκούσταφ Μπαλκ, ο Αμερικανός ακαδημαϊκός, Γουίλιαμ Μίλιγκαν Σλόαν και ο Ρώσος Αξιωματικός και παιδαγωγός Ολεκσέι Μπουτόφσκι.
Όλοι οι προαναφερόμενοι ήταν τα ονόματα που άκουσε ο διάδοχος Κωνσταντίνος κατά την επίσκεψή του στις ανασκαφές του Άργους, τον Απρίλιο του 1894, από τον Γουόλντστιν, και μετέφερε στον βασιλέα Γεώργιο προκειμένου να καμφθούν οι όποιες αντιρρήσεις και να ασπαστεί την ολυμπιακή ιδέα.
Το απολύτως μη αναμενόμενο και περίεργο ήταν η τελική επιλογή του Βικέλα ως εκπροσώπου του ελληνικού αθλητισμού, μια και επρόκειτο για έναν λόγιο κοσμοπολίτη και παντελώς ακατάλληλο για να εκφράσει τις (όποιες) ελληνικές θέσεις περί αθλητισμού, όπως ομολόγησε και ο ίδιος σε ομιλία του στο σύνδεσμο Ελλήνων φοιτητών στο Παρίσι τον Απρίλιο του 1895.
Ο γεννημένος στην Ερμούπολη της Σύρου, στις 15 Φεβρουαρίου του 1835, Δημήτριος Βικέλας είναι, μεταξύ άλλων, από τους σπουδαιότερους Έλληνες λογοτέχνες και το μυθιστόρημά του «Λουκής Λάρας», θεωρείται ένα από τα σημαντικότερα έργα για την εξέλιξη της νεοελληνικής πεζογραφίας. Υπήρξε σπουδαίος λόγιος και ποιητής και έμεινε για πάντα στην ελληνική ιστορία διότι ήταν ο άνθρωπος που τον Ιούνιο του 1894 αντιπροσώπευσε τη χώρα στο «Διεθνές συνέδριο για την ανασύσταση των Ολυμπιακών Αγώνων» μεταξύ δύο χιλιάδων και πλέον διεθνών αντιπροσώπων.
Ένας λόγιος, ένας πνευματικός ευπατρίδης, ο οποίος έκανε όσα είχε τη δυνατότητα για να βοηθήσει την πατρίδα στο μέρος που του αναλογούσε. Πιθανόν εξ αυτού του λόγου αποδέχθηκε την πρόταση, ακόμα πιο πιθανό να ήταν τόσο ευγενής ώστε αδυνατούσε να αρνηθεί. Η ευρυμάθεια του Βικέλα, η οξυδέρκεια και το αίσθημα ευθύνης του, οδήγησαν στην ιστορική αναγνώριση ότι με δική του πρωτοβουλία αποφασίστηκε ομόφωνα να τελεσθούν οι πρώτοι Ολυμπιακοί Αγώνες το 1896 στην Αθήνα και κατά το ίδιο περίφημο συνέδριο, κατεγράφη ότι ψηφίστηκε ως ο πρώτος πρόεδρος της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής.
Ήταν 16 Ιουνίου του 1894, στη Σορβόννη άνοιξαν οι πύλες του πρώτου διεθνούς αθλητικού συνεδρίου των Παρισίων. Το αμφιθέατρο γεμάτο με δύο χιλιάδες ακροατές, άπαντες αδημονούντες για τις εισηγήσεις των συνέδρων. Το πρωτόκολλο επέτασσε τη λειτουργία δύο Επιτροπών: αφενός την Επιτροπή Φιλαθλητισμού και αφετέρου την Επιτροπή Ανασύστασης των Ολυμπιακών Αγώνων.
Ο Δημήτριος Βικέλας ορίστηκε προεδρεύων της δεύτερης δεκαπενταμελούς Επιτροπής, με Αντιπρόεδρο τοn Βαρόνο Καραγιόν Λα Τουρ και Γραμματέα-Εισηγητή το Μορίς Μπορέλ, εντεταλμένο αντιπρόσωπο των γαλλικών αθλητικών σωματείων. Το συνέδριο εγκαινίασε ο φιλέλληνας Βαρόνος Ντε Κουρσέλ και ήταν έμπλεο αρχαιοελληνικών αναφορών.
Στην αρχή εκτελέστηκε ο Δελφικός Ύμνος στον θεό Απόλλωνα, που μόλις πριν έναν χρόνο είχε ανακαλυφθεί στους Δελφούς κατά τις ανασκαφές της Γαλλικής Αρχαιολογικής Σχολής. Επρόκειτο για μια συμβολική επιλογή, η οποία συνέδεε τον αθλητισμό και το κυρίως θέμα του συνεδρίου με την Αρχαία Ελλάδα και αποτέλεσε το αμάλγαμα για την ιδέα των Ολυμπιακών Αγώνων, με τη φιλία και την ευγενή άμιλλα μεταξύ των λαών, όπως ανέφερε και ο ίδιος ο ντε Κουμπερτέν στο εισαγωγικό του σημείωμα.
Μετά την εκτέλεση των Ύμνων, εν συνεχεία εδόθη ο λόγος στον εμπνευστή του κινήματος για την επανασύσταση των Αγώνων, Βαρόνο Πιέρ ντε Κουμπερτέν, τα λόγια του οποίου αποτύπωσαν μεταγενέστερα μοναδικά τη ρέουσα ατμόσφαιρα: «Ένα είδος ξεχωριστής συγκίνησης απλώνεται, η οποία σαν την αρχαία ευρυθμία αναδύεται από το βάθος των αιώνων. Η ελληνικότητα διείσδυσε με τον τρόπο αυτό στην τεράστια αίθουσα. Ήδη, από εκείνες τις πρώτες ώρες, το Συνέδριο είχε πετύχει. Ήξερα από τότε, συνειδητά ή όχι, ότι κανείς δεν θα ψήφιζε εναντίον της αναβίωσης των Ολυμπιακών Αγώνων».
Ο Βικέλας, στην τελευταία συνεδρίαση, έκανε μια συγκλονιστική αγόρευση πείθοντας άπαντες να συμφωνήσουν ώστε οι πρώτοι Αγώνες να τελεστούν στην Αθήνα. Κρατούσα άποψη μέχρι τότε μεταξύ των συνέδρων ήταν ότι ο νέος θεσμός έπρεπε να εγκαινιασθεί το 1900 στο Παρίσι, συνδυαζόμενος με την Παγκόσμια Έκθεση εκείνου του έτους στην Πόλη του Φωτός, την εξασφάλιση οικονομικών πόρων και τη δεδομένη παρουσία θεατών.
Η ομιλία του Βικέλα υπήρξε καταλυτική, η πρότασή του υποστηρίχθηκε θερμά από τον Σλόαν, τον Ντε Βιλέρ, τον Γκοντινέ και τον «αμφιτρύωνα» Ντε Κουμπερτέν, ο οποίος μετά την ομόφωνη αποδοχή της πρότασης ανακοίνωσε συγκινημένος ότι οι Αγώνες θα αναβιώσουν στην Αθήνα και τέσσερα χρόνια μετά θα γίνουν στο Παρίσι.
Το ιδρυτικό Συνέδριο ολοκληρώνεται πανηγυρικά και ανακοινώνονται οι κεντρικές αποφάσεις του:
- Ανασύσταση των Ολυμπιακών Αγώνων, οι οποίοι θα είναι διεθνείς και θα προσαρμόζονται σύμφωνα με τη σύγχρονη σωματική αγωγή και τα αθλητικά θέματα.
- Απαγορεύεται η συμμετοχή αλλοδαπών αθλητών στις εθνικές ολυμπιακές ομάδες, ενώ πριν από τους Ολυμπιακούς Αγώνες σε κάθε συμμετέχουσα χώρα θα γίνονται προκριματικοί αγώνες για την επιλογή των αθλητών που θα συμμετέχουν στους Ολυμπιακούς.
- Την ευθύνη για την οργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων θα έχει ολιγομελής Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή (ΔΟΕ), της οποίας η γραμματεία θα εδρεύει στη Λοζάνη.
- Στους Ολυμπιακούς Αγώνες θα μετέχουν μόνο φίλαθλοι, μέλη αθλητικών σωματείων ή ανοργάνωτοι (εκτός της οπλομαχίας που επιτρέπεται να γίνει χωριστός αγώνας μεταξύ οπλοδιδασκάλων). Απαγορεύεται η συμμετοχή εφήβων ή επαγγελματιών αθλητών.
- Οι πρώτοι Ολυμπιακοί Αγώνες θα τελεσθούν στην Αθήνα το 1896, οι δεύτεροι στο Παρίσι το 1900 και στη συνέχεια κάθε τέσσερα χρόνια σε πόλεις άλλων κρατών του κόσμου.
- Για την επιτυχία των Ολυμπιακών Αγώνων απαιτείται η κυβερνητική αρωγή. Η Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή οφείλει να κάνει όλα τα αναγκαία διαβήματα για να εξασφαλίσει την αρωγή τους.
Διανέμεται το πρώτο φύλλο του Δελτίου της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής με τίτλο «ΑΘΗΝΑΙ, 1896», ενώ σε συνέντευξή του στην «ΕΣΤΙΑ», ο Βικέλας επιβεβαιώνει ότι δεν είχε την εξουσιοδότηση να διεκδικήσει τη διεξαγωγή των Ολυμπιακών Αγώνων στην Ελλάδα και ενήργησε μόνος του, βάσει ενστίκτου και αισθήματος φιλοπατρίας. Ο αντίκτυπος για τη χώρα υπήρξε άμεσα θετικός, αναζωογονήθηκαν τα φιλελληνικά αισθήματα των Ευρωπαίων, η Δύση θυμήθηκε τα δεινά του λαού και μας (ξανα)κοίταξε με συμπάθεια.
Ο πνευματικός κόσμος της χώρας στρέφεται και πάλι υπέρ της ανοικτής υποστήριξης των Αγώνων και ο Φιλολογικός Σύλλογος Παρνασσός ξεκινά μια σειρά διαλέξεων με θέμα τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Εκ των τακτικών ομιλητών είναι μια από τις κορυφαίες προσωπικότητες που πρωταγωνίστησαν στο δημόσιο βίο του ελληνικού κράτους στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ού αιώνα, ο Σπυρίδων Λάμπρος.
Ο Λάμπρος πίεσε με όλες του τις δυνάμεις τον διάδοχο Κωνσταντίνο να ζητήσει από τον Γεώργιο Αβέρωφ την καθοριστική οικονομική συμβολή εν είδει χορηγίας για την ανακατασκευή του Παναθηναϊκού Σταδίου κι έτσι την Τετάρτη, 10 Μαΐου του 1895, υπογράφτηκε το πολυπόθητο ψήφισμα του δωδεκαμελούς συμβουλίου, σύμφωνα με το οποίο γίνεται αποδεκτή η χορηγία Αβέρωφ για την ανακατασκευή του Καλλιμάρμαρου.
Τα αποκαλυπτήρια του αδριάντα του Αβέρωφ έγιναν την ημέρα της έναρξης των αγώνων, 25η Μαρτίου 1896 κατά το παλιό Ημερολόγιο (6η Απριλίου κατά το νέο). Αυτή είναι η ημέρα έναρξης των πρώτων σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων, των πρώτων αγώνων στους οποίους συναντώνται οι αντιπρόσωποι όλων των χωρών και των αγωνισμάτων υπό τη σκέπη του μόνου θεσμού που μπορούσε να τους προσδώσει μεγαλείο και δόξα.
Δειτε περισσοτερα
Βρεθήκαμε στα Few Studios πριν το live που «δεν έχουμε ιδέα τι μας περιμένει»
Ένα από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της Πλάκας είναι οι πολυάριθμες ταβέρνες της, με μερικές εξ’ αυτών να κουβαλάνε στην πλάτη τους πολλά χρόνια ιστορίας
Η τεχνολογία είναι πολύ σημαντικό θέμα για να το αφήσουμε απλώς στους τεχνολόγους
Κι όμως, είμαστε έτοιμοι να ζήσουμε σε μια Θεσσαλονίκη των 17 λεπτών από τη μία άκρη της ως την άλλη
«Η γνήσια, αυθεντική επαφή μεταξύ ηθοποιού και θεατή, είναι σαν να έχεις ρίξει ένα σημείωμα σε μια μπουκάλα στο πέλαγος και κάποιος την βρήκε»