Οι Ιστοριες σας

Λουμπλιάνα: ιστορίες από έναν διαφορετικό χειμώνα

Η παγωμένη Λουμπλιάνα, οι αναμνήσεις του Ψυχρού Πολέμου, και ο αθλητισμός ως συνεκτικό στοιχείο δύο εντελώς διαφορετικών εποχών.

Αναγνώστες
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ένα οδοιπορικό για τη Σλοβενία από τον Δημήτρη Μακρίδη.

Φτάνεις βράδυ στην κρύα Λουμπλιάνα και μαζί σου φτάνει και η αποστολή της Τότεναμ. Ο Αντρέι, ο Σλοβένος ταξιτζής που έχει έρθει να σε πάρει, δεν γνωρίζει αν θα γίνει κάποιο παιχνίδι. Είσαι ο ξένος που θα πει στον ντόπιο αυτό που στην τυποποιημένη καθημερινότητά του δεν έχει δει και ακούσει. Η ποδοσφαιρική  ομάδα του Λονδίνου θα παίξει ενάντια στην αντίστοιχη της Μούρα, μιας μικρής σλοβένικης πόλης. «Η περιοχή έχει καλό φαγητό αλλά όχι καλούς παίχτες», σου λέει  αστειευόμενος, ενώ οδηγεί με άνεση μέσα στην ομίχλη. Περνάτε τα περίχωρα της πρωτεύουσας και οι πρώτοι λιγοστοί διαβάτες εμφανίζονται. Νιώθεις έπειτα από καιρό τη ζωντάνια που σου δίνει η δυνατότητα να ανακαλύψεις μία πόλη ξεκινώντας από τα περίχωρα.

Η συνάντησή σου έχει θέμα την Ιστορία. Το  πώς ο αθλητισμός και ο πολιτισμός ενισχύουν την ταυτότητα του πολίτη. Το πρόγραμμα θα γίνει στις παλιές φυλακές της πόλης που έχουν μετατραπεί σε σύγχρονο ξενοδοχείο. Δραστήριοι αρχιτέκτονες μετέτρεψαν τα παλιά κελιά σε καλαίσθητα δωμάτια όπου και θα μείνετε. Τώρα οι ιδέες  θα ακούγονται ελεύθερα από όλους μας, χωρίς την άδεια κανενός, στο γεμάτο ιστορικές αντηχήσεις κτίριο. Εδώ φυλακίστηκε για κάποιο διάστημα ο νυν πρόεδρος της χώρας, που οι νέοι Σλοβένοι δεν θέλουν να ακούνε για αυτόν ούτε κουβέντα. Τον θεωρούν διεφθαρμένο, πως έχει δωροδοκήσει τα μέσα ενημέρωσης και περνάει όποιο νομοσχέδιο θέλει ανενόχλητος. Πολλοί από αυτούς συμμετέχουν στις εβδομαδιαίες διαδηλώσεις που γίνονται κάθε Παρασκευή κατά της κυβέρνησης στην κεντρική πλατεία της Λουμπλιάνας.

Οι παλιές φυλακές βρίσκονται στο ξεκίνημα της οδού Μετέλκοβα. Είναι η περιοχή των παλιών στρατώνων που οι συλλογικότητες των καλλιτεχνών κατέλαβαν  όταν διακηρύχθηκε η ανεξαρτησία της Σλοβενίας. Η κατάληψή τους ξεκίνησε αμέσως μόλις τα Γιουγκοσλαβικά στρατεύματα αποχώρησαν το 1991. Παρά  τις απαγορεύσεις του  κόβιντ και το κρύο του χειμώνα, η περιοχή φωνάζει από μακριά πως είναι καλλιτεχνική. Αν πλησιάσεις κοντά τα σκοτεινά τζάμια και τις κλειστές πόρτες, φανερώνονται ατελιέ και εργαστήρια. Εκθέσεις  και συναυλίες διεξάγονται όλο τον χρόνο. Το άλλοτε yugo-rock της αμφισβήτησης εξακολουθεί να ακούγεται γνήσια εδώ αφού η περιοχή δεν έχει χιπστεροποιηθεί.

© Γιάννης Μακρίδης

Στο Μουσείο Σύγχρονης Ιστορίας, οι μεταπολεμικές δεκαετίες παρουσιάζονται με τη βοήθεια παλιών αντικειμένων. Ρούχα, έπιπλα, καπέλα και οικιακές συσκευές βρίσκονται ανάμεσα σε χάρτες και συνθήκες. Με την απόσταση του χρόνου, όλα  παίρνουν μία πιο γλυκιά γεύση. Σαν να ξεχάστηκαν με μιας οι στερήσεις και οι δυσκολίες και έμεινε η όρεξη και η θύμηση των ελάχιστων καλών στιγμών. Ξεχωρίζεις την καμπάνια των σκιέρ που ξεκίνησε τη δεκαετία του ‘80 με τον τίτλο Podarim-Dobim, που σημαίνει εγώ δίνω, εγώ κερδίζω. Μία λαχειοφόρος με κάρτες, με αρχικό σκοπό να στηριχθούν οικονομικά οι αθλητές  της εθνικής ομάδας της Σλοβενίας, που σταδιακά εξελίχθηκε σε ορόσημο για όλη την χώρα. Ο καθένας μπορούσε να αγοράσει αυτές τις κάρτες  που τη χρονιά πριν από την ανεξαρτησία   έφτασαν στον αριθμό των 2,3 εκατομμύριων, ακόμα μεγαλύτερο από τον τότε πληθυσμό της χώρας. Έτσι ο αθλητισμός  και αυτές οι κάρτες που ήταν το ενοποιητικό στοιχείο για όλους του Γιουγκοσλάβους έγινε και η αφορμή να τους χωρίσουν. Η καθεμία από τις κάρτες με τα πρόσωπα των αθλητών κλήρωναν μεγάλα δώρα στους τυχερούς. Δώρα, που τα θυμούνται ακόμα και σήμερα και που  μπορούσαν όλοι να αποκτήσουν.

Περνώντας από αίθουσα σε αίθουσα, η διαπίστωση για την κοινή εμπειρία μεγαλώνει. Τα μάτια του Τίτο, που συνεχίζουν να γοητεύουν τις γυναίκες της Γιουγκοσλαβίας, ενώνονται με  τα φρύδια του Καραμανλή σε ένα κοινό πρόσωπο. Μία φιγούρα που ταξιδεύει πάνω σε ένα τραίνο με προορισμό μία φανταστική χώρα της Ευρώπης. Ένα Ακρόπολις Εξπρές, που ξεκινάει από την Αθήνα με αυτούς που μεταναστεύουν για κάπου όπου θα είναι καλύτερα και σταματάει στη Λουμπλιάνα  για να πάρει και τους Γιουγκοσλάβους γκασταρμπάιτερ. Προορισμός του τραίνου, ένα καλύτερο μέλλον. Στη διαδρομή, το τραίνο αυξάνει ταχύτητα και οι επιβάτες σκάνε τα πρώτα δειλά χαμόγελα. Στις τσέπες τους εμφανίζονται μαγικά περισσότερα χρήματα και μπορούν να μετακινηθούν σε καλύτερα βαγόνια. Να βγουν έξω σε όποια στάση θέλουν, για αγορές και αναψυχή. Με όλη αυτή την ευκολία κοινωνικής κινητικότητας,  δυναμώνει η πίστη πως το τραίνο θα πηγαίνει όλο και πιο ψηλά, όλο και πιο γρήγορα. Πως θα φτάσουμε κάποτε στις κορυφές και θα δούμε από κοντά τους σκιέρ της καμπάνιας.

© Γιάννης Μακρίδης

Η πίστη αυτή αποτυπώνεται στις εκφράσεις των ανθρώπων στις φωτογραφίες. Στα συναισθήματα που δημιουργούν αυτά τα αντικείμενα στους επισκέπτες του μουσείου. Στις άυλες και υλικές ελπίδες που γέννησαν αντικείμενα που βελτιώνονταν συνεχώς. Και εμείς, οι επίγονοι, βλέπουμε όλο αυτό τον πλούτο των αντικειμένων να έχει αντικατασταθεί από ένα ξεχείλισμα πληροφοριών, από έναν κόσμο όχι πραγμάτων. «Μπορούμε να κατεβάσουμε κάποια εφαρμογή που να περιέχει ελπίδα;» τρολάρουμε μεταξύ σοβαρού και αστείου την ξεναγό μας.  

Και οι μέρες  του προγράμματος τρέχουν και έρχεται το τελευταίο βράδυ. Στιγμές αποχαιρετισμού, υποσχέσεων αλλά και αξιολόγησης. Συζητάμε τι θα μείνει από τόσες ημερομηνίες, γεγονότα και ονόματα. Νιώθουμε το βάρος του παρελθόντος σαν μία παραγεμισμένη σχολική τσάντα που πρέπει να κουβαλήσουμε στην επιστροφή μας. Και ξαφνικά τα πάντα ξεχνιούνται  στις πρώτες νιφάδες που πέφτουν. Το χιόνι δίνει μία πρωτόγνωρη  γαλήνη μετά από τόσο γεμάτες μέρες. Κάποιοι ξεκινάνε Χριστουγεννιάτικες μελωδίες και το τραγούδι απλώνεται σε όλους τους συμμετέχοντες. Έτσι γινόμαστε και εμείς μία φωτογραφία του μουσείου, με το παλιό τελετουργικό της γιορτής να παρέχει σταθερότητα και παρηγοριά. Χιόνια γεμίζουν τις σκεπές στους παλιούς στρατώνες και η εικόνα είναι ίδια με τον πίνακα του Σμρέκαρ. Σε αυτήν απεικονίζεται ένα παλιό χωριό κτηνοτρόφων, με τις στέγες να μην ξεχωρίζουν από τις βουνοκορφές. Διακρίνονται κάποιοι σκιέρ έτοιμοι να τις κατέβουν. Μα αυτοί αποφασίζουν μαγικά να βγουν από τον πίνακα και να  έρθουν  δίπλα μας. Οι σκιέρ κατεβαίνουν από τα ψηλά κάδρα για να μας φέρουν την Ιστορία σαν κάτι χειροπιαστό. Σαν μία απλή κάρτα εκείνης της καμπάνιας που ένωσε όλη την Σλοβενία. Δεν χρειάζονται παραπάνω βάρη, αυτήν και μόνο να πάρουμε στην επιστροφή, μας αρκεί.  

Ο πίνακας του Σμρέκαρ