22257-49809.jpg
Ποιηση

Τέσσερα Κουαρτέτα

Πατάκης, Αθήνα 2012, Δίγλωσση έκδοση, με cd όπου ο Τ.Σ. Έλιοτ διαβάζει το έργο. Εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια: Χάρης Βλαβιανός (συν: βιογραφικό, εργογραφία, φωτογραφίες, ευρετήριο)

Στην Ελλάδα, οι περισσότεροι μάθαμε τον Έλιοτ (1888-1965) μέσω του Σεφέρη. Πρόκειται για μείζονα ποιητή, θεατρικό συγγραφέα και δοκιμιογράφο, που γεννήθηκε Αμερικάνος αλλά πολιτογραφήθηκε Βρετανός, υπήρξε πρωτοπόρος του μοντερνισμού, θεωρήθηκε «ο σημαντικότερος αγγλόφωνος ποιητής του 20ού αιώνα» και έλαβε ένα από τα δικαιότερα Νόμπελ στην ιστορία της Λογοτεχνίας (1948).

Τα «Τέσσερα κουαρτέτα» (η ονομασία δανεισμένη, φυσικά, από τη μουσική) είναι τα μείζονα ποιήματα «Burnt Norton», «East Coker», «The Dry Salvages» και «Little Gidding», που γράφτηκαν στα χρόνια 1936-1942 και ενοποιήθηκαν σε σπονδύλωση εκ των υστέρων, το 1943. Φέροντας κατά τα 3/4 τη σφραγίδα του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου (και μάλιστα των βομβαρδισμών που υπέστη το Λονδίνο), τα «Κουαρτέτα» διαγράφουν τη σχέση ενός σκεπτόμενου «εγώ» με το χρόνο, το χώρο, το σύμπαν και το θεϊκό στοιχείο. Πρόκειται, ουσιαστικά, για ποίηση με γερή φιλοσοφική-μεταφυσική βάση –το θρησκευτικό ζήτημα απασχόλησε πολύ τον Eliot, που προσχώρησε στον αγγλικανισμό (με τα δικά του λόγια, ήταν «αγγλο-καθολικός)– από την οποία δεν απολείπουν, ωστόσο, ισχυρές δόσεις ρεαλισμού και χιούμορ. Η Παλαιά και Καινή Διαθήκη, ο Άγιος Ιωάννης του Σταυρού, ο Τένισον, ο Πάουντ, ο Δάντης, η βρετανική ιστορία, ο Μαλαρμέ, ο Ζιντ, ο Μπλέικ, η λατινική γραμματεία, ο Κόνραντ και ο Μποντλέρ είναι μερικές από τις επιρροές του Eliot στη συγκεκριμένη σύνθεση, όπως τις καταγράφει ο Βλαβιανός στις (επι)σημειώσεις του.

Ό,τι ξεχωρίζει αυτή τη μετάφραση από άλλες είναι, κατά τη γνώμη μου, η ακριβολογία. Η νοοτροπία του μεταφραστή δεν έγκειται στο να αποδοθεί το γενικό νόημα, αλλά στο να αποδοθεί το ειδικό νόημα, με επιλογή λέξεων τέτοια ώστε να βρίσκεται όσο το δυνατόν πιο κοντά στο ακριβές πνεύμα του πρωτοτύπου. Το πράγμα κάθε άλλο παρά εύκολο είναι, δεδομένης της δύσκολης σύνταξης, της λεξιθηρίας και της πολυσημίας του ελιοτικού λεξιλογίου. Η όλη προσπάθεια, είναι φανερό, προϋπόθεσε μακρό διάστημα (είκοσι χρόνια) και μεγάλο μόχθο για τον Βλαβιανό – μόχθο που δικαιώνεται από το αποτέλεσμα: ακόμα κι αν ο αναγνώστης δεν έχει μεταφυσικά ενδιαφέροντα, θα βρει εδώ ποίηση υψηλού επιπέδου και μετάφραση πρώτης γραμμής. Το δίγλωσσο του βιβλίου διευκολύνει ακόμα περισσότερο τον αναγνώστη, εφόσον είναι γνώστης της αγγλικής.

Η έκδοση διαθέτει αξιοσημείωτη πληρότητα, για την οποία αξίζουν συγχαρητήρια και στον εκδοτικό οίκο. Όπως το θέτει ο μεταφραστής: «Η Άννα Πατάκη, σε μια δύσκολη οικονομική συγκυρία, αποφάσισε να στηρίξει αγόγγυστα τις ποιητικές μου εμμονές».