9702-21975.jpg
Μυθιστορημα

Κι άσε τον κόσμο τον μεγάλο να γυρίζει

Η συνέντευξη τον βρίσκει σε ένα νοσοκομείο της Νέα Υόρκης ακριβώς τη στιγμή που ένας φίλος του ξυπνά από κώμα. Χαμογελά όταν του διαβάζει ένα ποίημα του νομπελίστα Σέιμους Χίνι. Είναι ο βραβευμένος (Μεγάλο Eθνικό Βραβείο Λογοτεχνίας των ΗΠΑ) Ιρλανδός συγγραφέας Κόλουμ ΜακΚαν, ο οποίος από τη χώρα του Τζέιμς Τζόις εγκαταστάθηκε στην αμερικάνικη μεγαλούπολη. Γεννήθηκε στο Δουβλίνο το 1965, ξεκίνησε την καριέρα του ως δημοσιογράφος, συστήθηκε με τη συλλογή διηγημάτων «Σκυλίσια τραγούδια», έγινε γνωστός με το μυθιστόρημα «Ο χορευτής» –εμπνευσμένο από τη ζωή του Νουρέγιεφ– και καταξιώθηκε με το πολυμεταφρασμένο «Ζόλι». Στο νέο του μυθιστόρημα «Kι άσε τον κόσμο τον μεγάλο να γυρίζει» (“Let the Great World Spin”) στήνει μια συναρπαστική αλληγορία για τους Δίδυμους Πύργους, τοποθετώντας τη δράση στο σημείο μηδέν και ταξιδεύοντας πίσω στο 1974, με τον Γάλλο σχοινοβάτη Φιλίπ Πετί να διασχίζει πάνω σε ένα σύρμα το κενό ανάμεσα στους νεόδμητους Δίδυμους Πύργους.

Πότε πρωτοσκεφτήκατε ότι θέλετε να  γίνετε συγγραφέας; Aπό μικρή ηλικία. Ο πατέρας μου ήταν δημοσιογράφος στο Δουβλίνο. Στην ηλικία των εννιά ξεκίνησα να γράφω ιστορίες. Δεν πήρα συνειδητή απόφαση, μέχρι τα είκοσι τρία - είκοσι τέσσερα που εγκαταστάθηκα στην Αμερική. Έπρεπε να δραπετεύσω από την ασφάλεια και την άνεση του σπιτιού μου. Γράφω εδώ και είκοσι χρόνια τώρα. Αισθάνομαι τόσο τυχερός που μπορώ να το κάνω.

Ποιο ήταν το έναυσμα της ιστορίας για το «Kι άσε τον κόσμο τον μεγάλο να γυρίζει»; H ιδέα προήλθε από μια βαθιά ανάγκη να γράψω για την 9/11 χωρίς άμεση όμως αναφορά. Ή τουλάχιστον δίχως να εμπλέκεται με τους καθαυτούς μηχανισμούς της. Ήθελα να γράψω σε ένα πιο ποιητικό, πιο ερμηνευτικό επίπεδο. Λίγο μετά την κατάρρευση των Πύργων θυμήθηκα το περπάτημα του Φιλίπ Πετί. To είχα διαβάσει στον Πολ Όστερ. Ήθελα να γράψω γι’ αυτό αμέσως, αλλά δούλευα ένα άλλο βιβλίο. Έβαλα την ιδέα στο συρτάρι αλλά διαρκώς επέστρεφε. Σαν παλιά πληγή. Η ερώτηση που θέλω να θέσω είναι: πώς αναρρώνουμε; Θέλω να δω αν ένα έθνος, ακριβώς όπως ένα ανθρώπινο ον, μπορεί να συνέλθει. Αυτό που επιζητούσα μέσα σε όλον αυτόν το θόρυβο ήταν μια στιγμή χάριτος και αλήθειας. Ένα άλλο στοιχείο ήταν ότι ο πατριός μου Roger Hawke ήταν στο WTC εκείνη τη μέρα, στον 59ο όροφο. Ήρθε στο διαμέρισμα που ζούσα με τη γυναίκα μου καλυμμένος με σκόνη και θυμάμαι την κόρη μου Isabella να μυρίζει τα ρούχα του και να λέει «ο παππούς καίγεται», κι εγώ της είπα «όχι, όχι, αγαπούλα μου, είναι μόνο ο καπνός από τα κτίρια που πότισε τα ρούχα του». Εκείνη όμως μου είπε με τη γλώσσα ενός μωρού, «όχι, όχι, καίγεται από μέσα» και κατάλαβα αμέσως ότι αναφερόταν σε ένα έθνος. Είχε δίκιο, καιγόμαστε από μέσα προς τα έξω. Έτσι ήθελα να γράψω για την 9/11 και ταξίδεψα πίσω στο 1974...

 

Πόσο δύσκολο ήταν να τοποθετήσετε το χρόνο και το χώρο του βιβλίου στο 1974; Τι έρευνα χρειάστηκε; Συνολικά μού πήρε τρεισήμισι χρόνια. Ένας χρόνος ήταν για την έρευνα.  Για ένα συγκεκριμένο κομμάτι του βιβλίου τριγύρισα πολύ στο Μπρονξ και βγήκα έξω με τους αστυνομικούς. Ακολουθούσα μέχρι και το τμήμα ανθρωποκτονιών. Ήθελα να δω προσεκτικά τη σύσταση της πόλης, μολονότι έχει αλλάξει πολύ από το 1974. Ακόμη, όπως πάντα, πέρασα πολύ καιρό σε βιβλιοθήκες, αναγνωστήρια, παρακολουθώντας ταινίες, ψάχνοντας φωτογραφίες. Το άλλο που ήθελα να καταλάβω καλά ήταν η γλώσσα του 1974, οπότε διάβασα πολλές προφορικές εξιστορήσεις. Όμως μου αρέσει να κάνω έρευνα. Μου ανοίγει τον ορίζοντα.

 

Πώς θα μετακινούνταν σήμερα ο σχοινοβάτης ανάμεσα στους γκρεμισμένους Δίδυμους Πύργους; Στον αέρα. Ακόμη κινείται στις αναμνήσεις μας. Αυτό είναι το ωραίο με την τέχνη. Υπάρχει και παραμένει.

 

Τι είναι για σας η τέχνη; Ό,τι μας επιτρέπει να θυμόμαστε, υποθέτω. Ή ίσως είναι πιο ακριβές να πω ότι τέχνη είναι ό,τι μας επιτρέπει τόσο να θυμόμαστε όσο και να βιώνουμε.

Θεωρείς πως τα διηγήματα μπορούν να επιστρέψουν στην πιο ακαριαία εποχή του twitter; Είμαι ανοιχτός σε αλλαγές, ακόμη και σε νέες φόρμες της λογοτεχνικής διερεύνησης. Νομίζω πως η ποίηση θα είναι πάντα παρούσα. Το ίδιο και οι ιστορίες. Έχουμε μια πολύ βαθιά ανάγκη για ιστορίες.

Πώς επιδρά η μεγαλούπολη στο ύφος σας; Moυ αρέσει ο θόρυβος, το νεύρο της, ακόμη και η εξάντληση που σου αφήνει η πόλη. Αισθάνομαι ότι αυτή είναι το θέμα μου και από αυτήν πρέπει να περιβάλλομαι.

 

Μια εικόνα που ανακαλείτε από την 11/9; Θυμάμαι ένα σκύλο που περπατούσε στη γέφυρα του Μπρούκλιν. Τα ράφια των σουπερμάρκετ που ξέμεναν από καθαριστικά ματιών. Τη σκόνη που έπεφτε από το παράθυρό μου. Την ελπίδα ότι αυτή η θλίψη μπορούσε να φέρει παρηγοριά στο τέλος.

Πώς αφουγκράζεστε καινούργιες φωνές κάθε φορά; Προσπαθώ να ακούω τον κόσμο. Μου αρέσει η μουσική του. Όμως δεν θέλω να ακούω το ίδιο τραγούδι κάθε φορά, οπότε επιδιώκω να προσέχω όσες περισσότερες μπορώ.

Ποιο είναι το πρόσωπο που θαυμάζετε περισσότερο; Πολλά. Από συγγραφείς μού έρχεται αμέσως ο Τζον Μπέργκερ. Είναι ένας από τους ήρωές μου. Άγγλος συγγραφέας που τώρα ζει στη Γαλλία. Λατρεύω κάθε λέξη που ρίχνει στο χαρτί.

Αγαπημένος σας λογοτεχνικός χαρακτήρας; O Leopold Bloom από τον «Οδυσσέα».

 

Τι διαβάζετε αυτή τη στιγμή; Τα νέα διηγήματα της Νικόλ Κράους (από το “Great House”). Υπέροχο βιβλίο.

 

Ποιοι είναι οι φιλόσοφοι που σας επηρέασαν; Οι ποιητές είναι που με έχουν διαμορφώσει. Αυτοί με δίδαξαν φιλοσοφία. Μου αρέσει ο Σέιμους Χίνι, για παράδειγμα. Θα περπατούσα άπειρα χιλιόμετρα για ένα νέο του βιβλίο. Τώρα, αυτή ακριβώς τη στιγμή το διαβάζω σε ένα φίλο μου στο νοσοκομείο. Έχει ξυπνήσει από κώμα δύο εβδομάδων και σήμερα το πρωί χαμογέλασε όταν του διάβασα το ποίημά του “Human Chain”.

Κι άσε τον κόσμο τον μεγάλο να γυρίζει, Κόλουμ Μακ Καν, μτφ. Αύγουστος Κορτώ, εκδ. Καστανιώτης, σελ. 464