22260-49819.jpg
Μυθιστορημα

Ίσλα Μπόα


Το  «Ίσλα Μπόα» φιλοξενεί ένα τηλεοπτικό συνεργείο, σκηνοθέτη, παρουσιαστή και δέκα παίκτες με διαφορετική καταγωγή, θρησκεία και γλώσσα. Τα πρόσωπα έχουν προσεχτικά επιλεγεί από την παραγωγή του καναλιού βάσει του παρελθόντος, των προτιμήσεων, των επιθυμιών και της εχεμύθειάς τους, για να συμμετέχουν σε ένα «πείραμα» συμβίωσης. Πόσο ανέτοιμη αποδεικνύεται τελικά αυτή η παγκοσμιοποιημένη κοινότητα μπροστά στην ισχύ και στο απρόβλεπτο της φύσης, αλλά και απέναντι στα ασαφή κέντρα αποφάσεων και τις θολές εντολές τους;

Το μυθιστόρημα του Χρήστου Αστερίου (γ. 1971) είναι πολιτικό, όχι πολιτικοποιημένο, ούτε στρατευμένο. Εμπνέεται από θέματα της επικαιρότητας, χωρίς στιγμή να ξεχνάει πως πρόκειται για λογοτεχνία. Η υπόθεση είναι άκρως επίκαιρη, αν και η επιλογή της είχε ρίσκο, γιατί ξεκίνησε να γράφεται το 2008. Δεν θυμάται πώς συνέλαβε την εμπνευσμένη κεντρική ιδέα του βιβλίου, αλλά θα ήθελε να διαβάζεται και σε δέκα χρόνια, «όπως συμβαίνει και με τον Ροβινσώνα Κρούσο».

Χαρακτηριστικό του βιβλίου είναι η απουσία ενός πρωταγωνιστή. Οι ήρωες πολλοί, δημιουργούν έντονα συναισθήματα. «Συχνά μου λένε: “Αυτόν τον ήρωα τον αντιπαθώ” και όχι “μου είναι αδιάφορος”, άρα είναι επιτυχημένα σκιαγραφημένοι οι χαρακτήρες. Γράφοντας χρειάστηκε να κάνω παύσεις, να κάνω αποσυμπίεση για να μπορώ να μπαίνω στο ρυθμό, να βρίσκω το τέμπο και τη γλώσσα του κάθε επόμενου ήρωα. Ένιωθα σαν ηθοποιός που ερμηνεύει πολλούς ρόλους – μπαίνεις στο καμαρίνι, αλλάζεις ρούχα και βγαίνεις στη σκηνή να μιλήσεις με άλλον τρόπο».

Στο τραχύ τοπίο του «Ίσλα Μπόα», ένα σύμβολο πολιτισμού όπως είναι το πιάνο χρησιμοποιήθηκε για να ζεστάνει τους ήρωες. Συμβολική κίνηση ως προς την πρωταρχική ανάγκη επιβίωσης. «Εάν βάλουμε ανθρώπους σε ένα γυμνό, πρωτόγονο μέρος, όσο πολιτισμένοι και αν χαρακτηρίζονται, θα καταρρεύσουν οι βεβαιότητές τους. Ζούμε στην εποχή της εξειδίκευσης, έχουμε παύσει να είμαστε πολυμήχανοι, δεν ξέρουμε πώς να ψαρεύουμε, να κυνηγούμε, να επιβιώνουμε στη φύση».

Στο βιβλίο καταλόγισαν σκληρότητα, παρόλο που όπως λέει «θα μπορούσε να είναι ακόμα πιο σκληρό. Γνωρίζω τεχνοκράτες, σπουδαγμένους στα καλύτερα πανεπιστήμια που κάθονται πίσω από οθόνες και όταν βλέπουν μια χώρα να καταρρέει οικονομικά κηρύσσοντας πτώχευση να ανοίγουν σαμπάνια περιμένοντας το μπόνους τους. Δεν σκέφτονται τους ανθρώπους πίσω από το γεγονός».

Υπάρχει και αυτή η αντιπαθητική έκφραση «παράπλευρες απώλειες». «Είναι μια έκφραση που την πρωτοάκουσα στους πολέμους. Βγαίνει ένας εκπρόσωπος και λέει: “Λυπόμαστε πολύ, είναι παράπλευρη απώλεια”. Είναι αντίστοιχη του “αναλαμβάνω την πολιτική ευθύνη” στην Ελλάδα – δεν σημαίνει τίποτα. Αυτός ο τύπος που το λέει είναι φρικιαστικός και κυνικός, αλλά τυπικά δεν έχει παρανομήσει».

O Χρήστος Αστερίου με το τρίτο του βιβλίο δίνει ανάσα σε αυτή την αμήχανη επανάληψη θεμάτων που χαρακτηρίζει την ελληνική λογοτεχνία, τοποθετώντας εσκεμμένα και πειστικά ήρωες και πλοκή σε έναν τόπο μακρινό. «Με ενδιαφέρει η θέση του Έλληνα όχι στενά τοπικά, αλλά σαν πολίτη του κόσμου. Μπορεί όλα τα προβλήματα να έχουν τοπική διάσταση, αλλά αυτή τη στιγμή που μιλάμε κρεμόμαστε από το τι θα πει κάποιος στη Ν. Υόρκη ή στις Βρυξέλλες, οπότε γιατί εγώ πρέπει να περιγράφω τι γίνεται στο σοκάκι της Αθήνας;» Η σύνοψη; «Τρίζει ένα οικοδόμημα σχέσεων και ζούμε την ήττα καθημερινά, περιμένοντας να δούμε πόσο μεγάλη θα είναι. Το θέμα δεν είναι η καταγραφή της κατάστασης, αλλά να προβληματιστούμε. Γι’ αυτό το τέλος του βιβλίου είναι ανοιχτό».