Σκοτεινή πλευρά
Θέλω να γράφω κοινωνικά - ρεαλιστικά μυθιστορήματα, να γράφω για το σύγχρονο κόσμο, τις σύγχρονες κοινωνίες, να επικεντρώνομαι στο χάος μέσα στο οποίο ζούμε και να κάνω ερωτήσεις του στιλ: «ποιος φταίει;» και «πώς βγαίνουμε από αυτή την κατάσταση;». Θέλω με τα μυθιστορήματά μου να εξερευνήσω το Εδιμβούργο και να το χρησιμοποιήσω ως μια μικρογραφία της Σκοτίας, έτσι ώστε να προκύψουν ερωτήματα περί εθνικής ταυτότητας, τέχνης και κουλτούρας, πολιτικής και κοινωνικής ψυχολογίας.
Νομίζω πως τα εγκλήματα μας λένε πολλά για τις κοινωνίες μέσα στις οποίες διαπράττονται κι αυτοί είναι και κάποιοι από τους λόγους που γράφω αστυνομικά μυθιστορήματα. Επίσης: Μου αρέσουν τα αινίγματα. Μου αρέσει να βάζω στον εαυτό μου αινίγματα και να τα λύνω. Θέλω οι αναγνώστες μου να αισθάνονται σαν να ζουν την εμπειρία μιας βόλτας στο τρενάκι ενός λούνα παρκ, όπως ανεβαίνουν και κατεβαίνουν οι χαρακτήρες μου, να νιώθουν το ύψος και την ταχύτητα. Δεν θέλω να γράφω δοκίμια ή πολεμικές. Δεν είμαι πολιτικός. Η λογοτεχνία είναι ο σύνδεσμός μου με τον κόσμο, τη χρησιμοποιώ σαν οδηγό στο σκοτάδι, μου δείχνει το δρόμο ανάμεσα σε απροσδιόριστα σχήματα και υφές που όμως αντιπροσωπεύουν την αλήθεια, αυτή που βρίσκεται κρυμμένη πίσω από τον ορατό, τον καθημερινό κόσμο.
Λένε πως σε κάποιες πόλεις του κόσμου μπορεί να στεκόμαστε λίγα μόνο μέτρα μακριά από έναν αρουραίο, ένα ποντίκι ή έναν κροκόδειλο. Έτσι μπορεί να στεκόμαστε και λίγα μόνο μέτρα μακριά από ένα έγκλημα. Μπορεί να μην το δούμε ή να μην το μάθουμε, αλλά είναι εκεί, συμβαίνει.
Λατρεύω τα αστυνομικά μυθιστορήματα: γρήγορες, έξυπνες ιστορίες όπου οι ήρωες και οι ηρωίδες προσπαθούν να ανακαλύψουν την αλήθεια. Ιστορίες με δυνατή παραδοσιακή δομή, μια δομή τριών πράξεων, όπως συμβαίνει σε πολλά χολιγουντιανά φιλμ. Έγκλημα. Έρευνα. Εξιχνίαση. Η αρχή, η μέση και το τέλος.
Οι αστυνομικές ιστορίες έχουν να κάνουν με την αναζήτηση της δικαιοσύνης αλλά και με την αναζήτηση απαντήσεων που ικανοποιούν περισσότερο. Ως άνθρωποι, θέλουμε και τα δύο. Και θέλουμε να καταλαβαίνουμε γιατί τα πράγματα συμβαίνουν όπως συμβαίνουν.
Καθόμαστε στα τρένα, τα λεωφορεία, τα αεροπλάνα ή στο σπίτι μας ή σε ένα παγκάκι και διαβάζουμε με μανία αστυνομικά μυθιστορήματα. Γινόμαστε φίλοι με επικίνδυνους ανθρώπους, παίρνουμε ρίσκα, γινόμαστε γενναίοι και απερίσκεπτα τολμηροί ενίοτε, και γοητευτικοί. Μπαίνουμε σε έναν παράλληλο κόσμο με τον δικό μας και παίρνουμε σημαντικά μαθήματα εμπιστοσύνης και ετοιμότητας. Τα καλύτερα αστυνομικά μυθιστορήματα έχουν την ίδια ξεκάθαρη δύναμη με τα παραμύθια. Μας προειδοποιούν για το μεγάλο κακό λύκο.
Ο Ντίκενς έγραψε ένα υπέροχο αστυνομικό μυθιστόρημα, τον «Ζοφερό οίκο». Και ο Ντοστογέφκι έγραψε (το «Έγκλημα και τιμωρία»), ο Μακμπέθ του Σέξπιρ θυμίζει μαφιόζικο έπος – ήδη φαντάζομαι τον Σκορτσέζε να σκηνοθετεί μια σύγχρονη διασκευή του!
Οι κριτικοί το 1940 έλεγαν πως τα αστυνομικά διηγήματα έχουν πεθάνει επειδή η Αγκάθα Κρίστι εξάντλησε κάθε πιθανή ιστορία, πλοκή ή λύση. Αυτό δεν ήταν αλήθεια. Οι αστυνομικές ιστορίες μπορούν να ανακαλύψουν ξανά τον εαυτό τους, να αποκτήσουν νέο κοινό σε κάθε γενιά. Οι ήρωες και οι κακοί μιλούν στο καλύτερο και στο χειρότερο που έχει ο καθένας μέσα του. Έχουμε όλοι μέσα μας τον κύριο Τζέκιλ και τον κύριο Χάιντ. Είμαστε ικανοί να μεγαλουργούμε, αλλά είμαστε το ίδιο ικανοί και για κάθε μορφή ακρότητας. Έχουμε ελαττώματα και πάθη. Προσπαθούμε να είμαστε καλοί, αλλά μερικές φορές απλά δεν τα καταφέρνουμε.
Τα αστυνομικά διηγήματα κρατάνε έναν καθρέφτη μπροστά στο πρόσωπο του καθένα μας. Μας ρωτάνε: Σου αρέσει αυτό που βλέπεις;
Σκοτεινή πλευρά, Ίαν Ράνκιν, εκδ. Μεταίχμιο