- CITY GUIDE
- PODCAST
-
19°
Έρωτας υπό αίρεση
O Νίκος Παπανδρέου μοιράζεται μαζί μας μυστικά της γραφής με αφορμή την τελευταία συλλογή διηγημάτων «Έρωτας υπό αίρεση»
Ποια η σχέση του συγγραφέα με τους ήρωες του βιβλίου του; Όταν γράφει στο πρώτο πρόσωπο είναι εκείνος και στο τρίτο δεν είναι; Αν είναι γυναίκα ο χαρακτήρας του και ο συγγραφέας άνδρας; Αν έχει ο ήρωας το ίδιο όνομα με το συγγραφέα, μήπως παύει να είναι λογοτεχνία; Αν έχει προσωπικά στοιχεία είναι μήπως αυτοβιογραφία; Για πολλά απ’ τα βιβλία μου με ρωτάνε φίλοι και συγγενείς: «Περιέγραψες τι έκανες μικρός» ή «Να, αυτή η σχέση είσαι εσύ» ή «Α, ώστε έτσι με τη φιλενάδα σου απ’ την Αμερική;», «Α, ώστε σε έδερνε ο τάδε;», «Α, δεν ζούσες κι εσύ στον Καναδά όπως ο τάδε σου χαρακτήρας;», «Έγινε αυτό σε σένα;».
Για πολλούς και διάφορους λόγους, το πρώτο μου βιβλίο θεωρήθηκε κάτι σαν αυτοβιογραφία. Σ’ ένα κεφάλαιο, «Το γράμμα λάμδα», ο αφηγητής της ιστορίας περιγράφει πώς του δίδαξε η γιαγιά του η Λυδία την ελληνική αλφάβητο και πώς του έμαθε καλλιγραφία. Έτσι, όταν υπέγραφα το πρώτο μου βιβλίο «Δέκα Μύθοι και Μια Ιστορία» έγινε το εξής παράλογο. Υπέγραφα έτσι, με το κουρασμένο μου χέρι, με κάτι γράμματα που έμοιαζαν ορνιθοσκαλίσματα. Οι αναγνώστες με κοιτούσαν δύσπιστοι. «Μα, δεν μπορείτε να το υπογράψετε καλλιγραφικά, όπως σας έμαθε η γιαγιά σας;»
Ιδού λοιπόν η πρώτη, αθώα έστω, σύγχυση ανάμεσα στο συγγραφέα του βιβλίου και τον αφηγητή. Ποτέ δεν μου δίδαξε η γιαγιά μου την ελληνική αλφάβητο. Και φυσικά ποτέ δεν μου έμαθε την όμορφη τέχνη της καλλιγραφίας. «Μα δεν ξέρω καλλιγραφία!» έλεγα ενοχλημένος. Αλλά η δυσπιστία και η απογοήτευση ήταν τόσο μεγάλη όταν έλεγα στους αναγνώστες που ήθελαν μια υπογραφή ότι, όπως όλο το βιβλίο, και τούτο το κεφάλαιο δεν ήταν αληθινό, ώστε αποφάσισα να ανατρέψω τα δεδομένα και να δράσω «αιρετικά». Αγόρασα μια καλλιτεχνική πένα και μετά από μια-δυο ώρες έμαθα κάτι φρου φρου με ουρές και με ανεβάσματα. Το έστριβα από εδώ και από εκεί να παχύνω τη μελάνη ή να τη λεπτύνω, ώστε, με το ειδικό αυτό στιλό, η υπογραφή μου έμοιαζε καλλιτεχνική.
Όμως, άλλο ο συγγραφέας και άλλο ο αφηγητής. Ο αφηγητής είναι μέρος της δημιουργίας του συγγραφέα. Ο συγγραφέας είναι ο παντοδύναμος, εκείνος που έχει την εξουσία πάνω στους χαρακτήρες τους. Ο μικρός θεός τους. Ως συγγραφέας είμαι εκείνος που δημιουργεί το όνειρο της αφήγησης. Εγώ «αποφασίζω», έστω και χωρίς να το πολυσκέφτομαι, το χρώμα των ματιών της Μαίρη Κόρλις στο πρώτο διήγημα του «Έρωτας Υπό Αίρεση», εγώ αποφασίζω το χαρακτήρα της, την κάνω έξυπνη, καλοδιαβασμένη, απελευθερωμένη και άτομο που τη βίασαν στα 16 της. Εγώ έκτισα και τον αντίποδά της, τον Ντάνυ Σάτον, που την ερωτεύεται. Ναι, στο πανεπιστήμιο του Yale όπου φοίτησα. Γιατί στο Yale θα μου πείτε; Γιατί γνωρίζω τις γωνίες των κτιρίων, ή τουλάχιστον τις θυμάμαι, γνωρίζω την τοπογραφία του χώρου, τα χρώματα των φύλλων και τις συνήθειες των φοιτητών. Όμως, άλλο αυτό και άλλο να ταυτίσουμε το συγγραφέα με τον αφηγητή.
Σε αυτό το πρώτο διήγημα με τον ομώνυμο τίτλο, ο Ντάνυ Σάτον μόλις έχει κάνει έρωτα με τη γοητευτική και απελευθερωμένη Μαίρη Κόρλις. Δεν έχει εισβάλει το τρίτο πρόσωπο στη σχέση τους, δηλαδή δεν έχει ακόμη αρχίσει να αίρεται το όμορφο πράγμα του έρωτα, αν και, επειδή η πρώτη τους ερωτική πράξη έγινε μέσα σε μισή ώρα απ’ την πρώτη τους συνάντηση, ο πρωταγωνιστής έχει κάποια ερωτηματικά... Δηλαδή γιατί ερωτεύτηκε εκείνον, τόσο εύκολα, και όχι κάποιον άλλον, και δη στο Yale όπου οι επιλογές της ήταν αμέτρητες;
«Ένα βράδυ, ξαπλωμένοι ο ένας δίπλα στον άλλον (δεν θυμάμαι αν ήμασταν στο δικό της ή στο δικό μου κρεβάτι) σ’ ένα απ’ αυτά τα κενά μεταξύ σεξ και ύπνου, όταν υποτίθεται πως όσα λες πρέπει να’ χουν κάποιο βαθύτερο νόημα αφού ο άλλος μόλις σου έχει δοθεί, εφόσον ο καθένας έχει δείξει τις κρυφές του πλευρές, τη ρώτησα τι μου έβρισκε. Γιατί εμένα και όχι κάποιον άλλο; Έκανε έναν αναστεναγμό – σημάδι ότι η ερώτησή μου την ενόχλησε, αλλά μου απάντησε με ευκολία, με τη μεθοδικότητα μάλιστα ενός δικηγόρου.
- Πρώτον, είσαι άψογος στο κρεβάτι...
- Δεύτερον, τα μάτια σου κρύβουν μια σοβαρότητα, που σαν να επωάζει μέσα σου μια επικίνδυνη μελλοντική γνώση. Όταν με είδες στην ουρά, μου μίλησες με μια, πώς να την πω; Μια παραληρηματική αμετροέπεια – μια μπερδεμένη εκρηκτικότητα.
- Τρίτον, αναπτύσσεις τις ιδέες με γοητευτική αστάθεια και μετά τις αποσύρεις εν τη ρύμη του λόγου και τις στέλνεις με αστερίσκους σε νοητικές υποσημειώσεις προς μελλοντική χρήση.
- Τέταρτον με κάνεις και γελάω. Οκέι;»
Περιγράφω τον εαυτό μου; Περιγράφω το πώς πιστεύω με βλέπει μια κοπέλα όταν είμαι είκοσι ετών; Ίσως. Θα μπορούσα να είχα διαλέξει από άλλα τριάντα στοιχεία; Και αυτό. Αλλά είναι και ο χαρακτήρας της κοπέλας, η ψυχοσύνθεσή της, το πώς μιλάει και ποιες λεπτομέρειες προσέχει. Και είναι εντέλει δικό της θέμα το πώς θα τον περιγράψει.
Τώρα, τι το ήθελα ως συγγραφέας εκείνο το παρενθετικό «δεν θυμάμαι αν ήμασταν στο δικό της ή στο δικό μου κρεβάτι;». Μα δεν γνωρίζω ως συγγραφέας σε ποιο κρεβάτι το έκαναν; Γιατί δεν τον έβαλα να λέει «ήμασταν στο δικό μου κρεβάτι;». Εγώ, ο θεός των μικρών πραγμάτων; Στο χέρι μου δεν ήταν; Θα σας πω γιατί. Πρώτον, τούτο είναι το «κόλπο» αν θέλετε του έμπειρου συγγραφέα που δίνει ελευθερία στον αφηγητή του. Σε τι συνίσταται η ελευθερία; Μα στο ότι ως άνθρωπος «ανεξάρτητος» δεν θυμάται τα πάντα παρά το ότι ο συγγραφέας τα ξέρει όλα! Έτσι προσδίδω αληθοφάνεια στον ήρωά μου επειδή, σε αντιδιαστολή με το συγγραφέα, «ξεχνάει».
Δεύτερον. Γιατί δεν μιλάει ο συγγραφέας αλλά ο αφηγητής και ο αφηγητής, στη μέθη του πρώτου έρωτα και των νιάτων του, όπου το σεξ μάλλον γίνεται σχεδόν καθημερινά. Δεν το προσδιορίζω, αλλά το γεγονός ότι δεν θυμάται πού το έκαναν δεν προδιαθέτει με την πολύ πολύ μικρή και αχνή αυτή λεπτομέρεια, ότι για να μη θυμάται πού έγινε, υπονοεί ότι το έκαναν τόσες φορές ώστε το ένα κρεβάτι να σμίγει στο νου και στη μνήμη του με άλλο κρεβάτι; Έτσι υπόγεια περνάει ο αφηγητής την πληροφορία τού πόσες φορές το «κάνουν».
«Κόλπο» θα μου πείτε, να ξεχνάει ο αφηγητής μια τέτοια λεπτομέρεια. Συμφωνώ… αλλά κόλπο που εμένα μου πήρε 10 τουλάχιστον χρόνια να το καταλάβω, να το χρησιμοποιήσω σε γραπτό μου, δηλαδή να έχω έναν αφηγητή όλο και πιο αληθινό. Ενώ, πριν ν’ αποκτήσω την εμπειρία τόσων πολλών ετών γραφής, ήθελα να προσδιορίζω την κάθε λεπτομέρεια σε σημείο δικτατορικό. Τι χρώμα φορούσε η γυναίκα, τι καλσόν, τι άρωμα έβαλε ο ήρωας, πώς αντιδρούσε στη βία… Συγγραφέας που αφήνει συνεχώς ερωτηματικά για τον ήρωά του, που δεν θυμάται, συγγραφέας οι ήρωες του οποίου αισθάνεσαι ότι είναι αληθινοί επειδή πραγματικά σαν να μπερδεύονται συνεχώς στη ζωή τους, είναι ο προσφάτως αποθανών Χιλιανός συγγραφέας Ρομπέρτο Μπολάνο. Η μεγάλη του επιτυχία, το βιβλίο που τον έκανε γνωστό πριν λίγα χρόνια, είχε τίτλο “The Savage Detective” και το όνομα του ήρωά του ήταν Αρτούρο Μπολάνο! Κι ο Φίλιπ Ροθ βάζει κατά κόρον αφηγητή κάποιον που του μοιάζει, χωρίς να χάνουμε ποτέ την αίσθηση ότι διαβάζουμε λογοτεχνία.
Στη συλλογή «Έρωτας υπό αίρεση» υπάρχουν χαρακτήρες που δύσκολα θα ταυτίσετε με τη ζωή μου. Η δική μου πραγματικότητα, αυτό που με τρέφει δηλαδή, είναι το άπειρο της ανθρώπινης εμπειρίας, οι αισθήσεις, οι δράσεις, τα όνειρα, η γνώση, και φυσικά τα πάθη. Ενώ η πραγματικότητα του αφηγητή είναι περιορισμένη σε τεράστιο βαθμό. Τι έχει στην κατοχή του ο αφηγητής για να προβάλει τη δική του πραγματικότητα; Μα τις λέξεις και τη σειρά των γεγονότων της αφήγησης.
Το έργο αυτό, το να επινοήσεις έναν αφηγητή που θα αναλάβει το έργο της αφήγησης, είναι το πιο σημαντικό πράγμα που κάνει ο συγγραφέας. Και κατά κάποιο σατανικό τρόπο, το να πιστεύουν ότι όποτε ο αφηγητής μιλάει στο πρώτο πρόσωπο και μοιάζει σε κάποια στοιχεία με το συγγραφέα, τα γεγονότα είναι είναι αληθινά κι έτσι έγιναν, είναι μια μορφή κομπλιμέντου για το πόσο πειστική είναι η γραφή.
Ελπίζω να έχω απαντήσει στην ερώτηση: μα δεν είσαι εσύ στο πρώτο διήγημα του βιβλίου; Όχι, δεν είμαι. Εγώ όμως επινόησα τον Ντάνυ Σάτον, τον αφηγητή. Ρίξτε τα βέλη σας σ’ αυτόν! Αν θέλετε να πιστέψετε ότι διαβάζετε εμένα, δικαίωμά σας, δεν θα σας το στερήσω!
Έχουμε μόνο μια ζωή αλλά οι φαντασιώσεις και οι πόθοι μας απαιτούν χίλιες ζωές. Επειδή η άβυσσος ανάμεσα στο τι είμαστε και τι θα θέλαμε να είμαστε απαιτεί μια γέφυρα. Το βιβλίο είναι η γέφυρα. Είναι ο τόπος του απίθανου. Λόγω του βιβλίου ζούμε έντονα την πραγματικότητα αλλά και τη φαντασία, την ιστορία και το μύθο, τη συγκεκριμένη ζωή μας αλλά και τη μαγευτική περιπέτεια του «άλλου». Αρκεί, βέβαια, να είναι πετυχημένη λογοτεχνία.
Η τελευταία συλλογή διηγημάτων μου γύρω από τον έρωτα είναι εμπλουτισμένη με τα χαρακτηριστικά της εποχής μας και δη το χιούμορ, το σαρκασμό και τον αυτοσαρκασμό. Τα διηγήματα αναλύουν τις πιο λεπτές αποχρώσεις της ανθρώπινης ψυχής, εγκλωβισμένες ή απελευθερωμένες απ’ τον έρωτα. Οι λεπτές αποχρώσεις είναι εκείνες που ανεβάζουν την ποιότητα της ζωής μας, και η λογοτεχνία φωτίζει όλα τα χρώματα, κοιτάζει όλα τα πράγματα με ένα δεύτερο μάτι, με ένα σύνθετο τρόπο, θέτοντας τα πάντα Υπό Αίρεση, ακόμη και τον έρωτα.
Έρωτας υπό αίρεση, Νίκος Παπανδρέου, εκδ. Καστανιώτη