Trending Now

Το post της ημέρας: Φυστίκι ΠουΚυλάει

Η ATHENS VOICE διαλέγει κάθε μέρα τις αναρτήσεις που συζητήθηκαν περισσότερο στα social media

A.V. Team
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Το Post της Ημέρας: Οι αναρτήσεις που προκάλεσαν συζητήσεις στα social media καθημερινά στο athensvoice.gr

«[Πέρυσι ανήμερα Πάσχα ανέβασα αυτό. Ισχύει ακόμα.]

Το πρώτο Πάσχα μετά το θάνατο της μάνας μου, ήταν αμήχανο. Φίλοι και συγγενείς μας είχαν προσκαλέσει να περάσουμε μαζί την Κυριακή, να ψήσουμε μαζί τους και να περάσουμε τη μέρα, αλλά δεν θέλαμε. Δε θυμάμαι γιατί, δεν το συζητήσαμε, εγώ προσωπικά δεν ήθελα γιατί ένιωθα πως θα "μαύριζα" τη μέρα τους, μέρα γιορτής κ γω είχα πρόσφατο πένθος, σαν να μην ανηκα εκεί που άνθρωποι γλεντούσαν... Παράξενο συναίσθημα, ίσως κάποιοι το νιώθετε οικείο.

[Και εκ των υστέρων θα πω, έχοντας προσκαλέσει εγώ, αργότερα, στο σπίτι μου, ανθρώπους με πένθος, πως είναι χαζομάρα να νιώθει κάποιος έτσι. Όταν σε καλούν άνθρωποι που σε αγαπούν, δεν το κάνουν από λύπηση, ούτε σκέφτονται πως θα τους χαλάσεις τη μέρα τους. Αν σε αγαπούν κ τους αγαπάς, είσαι δώρο για το τραπέζι τους, όχι κάλεσμα οίκτου. ΝΑ ΠΑΣ.]

Ανήμερα του Πάσχα λοιπόν, αποφασίσαμε με τον πατέρα μου να βγούμε έξω για φαγητό, σε ταβέρνα. Είπαμε να το συνδυάσουμε κ με εκδρομή και έτσι βρεθήκαμε Καπανδρίτι αν θυμάμαι καλά, πήγαμε και Ιπποκράτειο Πολιτεία κ μετά βρεθήκαμε σε έναν οικισμό στις Αφίδνες, που ήξερε ο πατέρας μου πως είχε ταβέρνες. Όμως, προφανώς όλες ήταν κλειστές, οι άνθρωποι έτρωγαν στα σπίτια τους, δεν είχαν ανοίξει τα μαγαζιά τους

Είχε μεσημεριάσει για τα καλά, πεινούσαμε κ δεν υπήρχε τίποτα ανοιχτό, ξαφνικά περάσαμε έξω από μια μεγάλη ταβέρνα, ακούσαμε μουσική και είδαμε σούβλες και μισάνοιχτη πόρτα στην αυλή. Σκεφτήκαμε πως επιτέλους, βρήκαμε κάπου να φάμε.

Καμιά 20ρια άνθρωποι ήταν στη μεγάλη αίθουσα, είχαν ξεκινήσει να τρώνε. Με αμηχανία μας είπαν πως δεν ήταν ανοιχτά εκείνη τη μέρα και απλά είχαν βάλει σούβλα για εκείνους, 2 οικογένειες ήταν, όλοι συγγενείς.

Ζητήσαμε συγγνώμη και κατευθυνθήκαμε προς την εξώπορτα.

Φαντάζομαι πως κοιτάχτηκαν μεταξύ τους. Υποθέτω πως ίσως χαμογέλασαν ο ένας στον άλλο, με νόημα. Δεν ξέρω. Μπορεί και όχι. Αυτό που ξέρω είναι πως έτρεξε ο ιδιοκτήτης και μας πρόλαβε στην πόρτα. Έπιασε τον πατέρα μου από το μπράτσο "σας παρακαλώ, δεν θα φύγετε. Μέρα που είναι. ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ ΘΑ ΦΑΜΕ ΚΑΙ ΘΑ ΓΛΕΝΤΗΣΟΥΜΕ. ΣΑΣ ΠΑΡΑΚΑΛΩ!"

Ρε φίλε, το θυμάμαι τόσο καλά εκείνο το "ΣΑΣ ΠΑΡΑΚΑΛΩ!" - Σαν να ήταν το πιο σημαντικό πράγμα για εκείνον, εκείνη τη μέρα, να κάτσουμε να φάμε με την οικογένεια του.

"ΣΑΣ ΠΑΡΑΚΑΛΩ!"

Μας έβαλαν και καθίσαμε δίπλα τους, είχαν ενώσει τα τραπέζια τους, και μας συστήθηκαν όλοι, παππούδες, γιαγιάδες, η γυναίκα του ιδιοκτήτη, τα αδέρφια τους, τα παιδιά τους... Μας σέρβιραν τα καλύτερα τους. Φάγαμε, ήπιαμε, τι όμορφο γλέντι! Μια υπέροχη μέρα του Πάσχα. Με μια οικογένεια. Δεν είχε σημασία που δεν ήταν δική μας. Μπορεί κ να ήταν. Λίγο. Εκείνη τη μέρα.

Όταν ήρθε η ώρα να φύγουμε, ο πατέρας μου ζήτησε το λογαριασμό. Είμαι σίγουρη πως ότι κ να του είχαν χρεώσει εκείνη τη μέρα, όσο και να του έλεγε ο ιδιοκτήτης πως ήταν ο λογαριασμός, ο πατέρας μου θα τα έδινε με μεγάλη χαρά.

"ΣΕ ΠΑΡΑΚΑΛΩ!" του είπε πάλι ο ιδιοκτήτης. "ΣΕ ΠΑΡΑΚΑΛΩ! Τι είναι αυτά που λες! Σήμερα είμαστε κλειστά, δεν δουλεύουμε! Σήμερα είμαστε εδώ ΜΟΝΟ Η ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ!"

Μας γέμισαν αλουμινόχαρτα με φαγητό, να φάμε κ το βράδυ (βασικά, τόσο φαγητό που έφτανε να φάνε 10 άνθρωποι για βράδυ, όχι δύο!) και μας χαιρέτησαν με αγκαλιά.

Ο πατέρας μου φώναξε όλα τα πιτσιρίκια της οικογένειας και έδωσε σε όλα χαρτζιλίκι, έκαναν να διαμαρτυρηθούν οι μανάδες τους, ο πατέρας μου τους έκανε νόημα να σωπάσουν "επ! Πάσχα είναι. Έτσι κάνω στα ανήψια μου" και εκείνες έδωσαν συγκατάθεση με χαμόγελο.

Νομίζω πάει ακόμα ο πατέρας μου σε εκείνη την ταβέρνα, τόσα χρόνια μετά. Ήθελε να κάνω εκεί και το γλέντι του γάμου μου, αλλά ήταν μακριά από την εκκλησία, δεν βόλευε.

Σκέφτομαι, εντάξει δεν ήταν κ τόσο τρομερό αυτό που έκανε ο ιδιοκτήτης εκείνης της ταβέρνας. Σιγά. Τόσο φαγητό είχαν, 2 πιάτα ακόμα. Και επιχειρηματικά να το σκέφτηκε, σου λέει "θα τους πιάσω πελάτες". Μπορεί.

Από την άλλη.. εκείνο το "ΣΕ ΠΑΡΑΚΑΛΩ! Σήμερα είμαστε κλειστά, δεν δουλεύουμε! Σήμερα είμαστε εδώ ΜΟΝΟ Η ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ!" δεν μπορείς να το προσποιηθείς, δεν βγαίνει από την τσέπη αυτή η κουβέντα. Από την καρδιά βγαίνει. Ετσι τουλάχιστον πιστεύω εγώ.

Λοιπόν, εκείνη η Λαμπρή, λίγο μετά το θάνατο της μάνας μου ήταν από τα πιο όμορφα τραπέζια του Πάσχα που έχω περάσει ποτέ.

Μόλις τελειώσει η καραντίνα, θα πω στον άντρα μου να πάρουμε το παιδί κ να πάμε Αφίδνες. Να πάρουμε κ τον πατέρα μου μαζί, δε θυμάμαι το δρόμο για την ταβέρνα».