Φοίβος Οικονομίδης: Υπήρχε κάτι δυσοίωνο που μεγάλωνε μέσα μας…
Ο συγγραφέας μιλάει για τις «Γιακαράντες», το δεύτερο μυθιστόρημά του, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Εστία

Φοίβος Οικονομίδης - Γιακαράντες: Μια ιστορία για όλα όσα κάνουμε, προκειμένου να αποσπάσουμε την προσοχή μας από την κάποτε ανυπόφορη πραγματικότητα
Έχω συναντήσει ανθρώπους που απορρίπτουν βιβλία επειδή ο συγγραφέας τους έρχεται από μια χώρα που δεν συμπαθούν. Ή από έναν σεξουαλικό προσανατολισμό που δεν έχουν. Ή από μια φυλή στην οποία δεν ανήκουν. Ή επειδή είναι πολύ μεγάλος σε ηλικία. Ή πολύ μικρός σε ηλικία. Ο Φοίβος Οικονομίδης ανήκει σ’ αυτή την τελευταία κατηγορία: είναι πολύ νέος. Αυτό όμως από τη μία πλευρά δεν τον εμποδίζει να γράφει εξαιρετικά κι από την άλλη τον κάνει να θέτει ζητήματα που μερικοί από εμάς –ηλικιακά μεγαλύτεροι– θα αργούσαμε να εντοπίσουμε. Ο «Βορράς» ήταν ένα βιβλίο που αναδείκνυε το πλούσιο ταλέντο του Φοίβου Οικονομίδη. Κι αν σ’ εκείνο το βιβλίο υπήρχαν ακόμη άγουρα στοιχεία, στις «Γιακαράντες» έχουμε ένα πολύ ωριμότερο κείμενο, που μιλάει για όσα δυσοίωνα νιώθουμε στους μοντέρνους καιρούς μας. Όσο για εκείνα που μένει να κάνουμε για να αλλάξει κάτι, ο Φοίβος το θέτει σ’ αυτή τη συζήτηση εξαιρετικά: «Μάλλον θα πρέπει τα πράγματα να πάνε πρώτα ακόμα χειρότερα, για να αναγκαστούμε να συζητήσουμε για ριζικές αλλαγές».
—Τι επίδραση είχε το Κρατικό Βραβείο Πρωτοεμφανιζόμενου Συγγραφέα, στο πρώτο σου βιβλίο;
Πέραν της στιγμιαίας χαράς, του ενθαρρυντικού αισθήματος της αναγνώρισης, που ξεθυμαίνει αρκετά γρήγορα, σ' εμένα το βραβείο επέδρασε κυρίως αγχωτικά. Φυσικά, αυτό έχει να κάνει με τις δικές μου ανασφάλειες. Ένιωσα πως το επόμενο βήμα που θα έκανα θα έπρεπε κάπως να δικαιώσει τη βράβευση, και χρειάστηκε μια κάποια προσπάθεια για να διώξω αυτή τη σκέψη.
—Σήμερα πώς κρίνεις τον «Βορρά»; Βλέπεις ατέλειες, σου αρέσει το ίδιο όπως όταν το τελείωσες; Γενικά, τι αίσθηση έχεις για το πρώτο βιβλίο σου;
Για καιρό ένιωθα όπως, νομίζω, νιώθουν οι περισσότεροι για τις πρώτες τους δημιουργίες. Δεν μπορούσα να δω τίποτα εκτός από τις ατέλειες. Πλέον όμως αγαπάω και πάλι τον «Βορρά». Μοιάζει σαν να κρατάει μέσα του το απόσταγμα της πρώτης μου ενηλικίωσης, την πραγματική αίσθηση του να είσαι 22-23 και να συνειδητοποιείς για πρώτη φορά ότι είσαι ζωντανός.
—Πόσο διαφορετικός ήταν ο τρόπος που δούλεψες για τον «Βορρά» σε σχέση με τις «Γιακαράντες»; Εννοώ στην προπαρασκευαστική φάση του βιβλίου.
Ήταν εντελώς διαφορετικός. Το πρώτο draft του «Βορρά», άπαξ και πήρε σχήμα η βασική συνθήκη, με τον κομήτη και το πάγωμα των συναισθημάτων, αλλά και ο πρωταγωνιστής, το έγραψα παρορμητικά, σχεδόν ενστικτωδώς. Με τις «Γιακαράντες», αντίθετα, σχεδίαζα την πλοκή, τη δομή της, τους χαρακτήρες και σκάλιζα το θέμα για μήνες. Στην πορεία πολλά σχέδια ανατράπηκαν, αλλά αυτή είναι η διαδικασία.

—Τι σε γοητεύει στις γιακαράντες; Πώς τις συνδέεις με τις βασικές γραμμές του βιβλίου σου;
Ήταν σοκ για μένα, όταν γνώρισα αυτά τα δέντρα. Πρώτα με γοήτευσαν επειδή είναι όμορφα κι εξωτικά, ειδικά όταν ανθίζουν, με τα εξωγήινα βιολετιά τους άνθη. Υπάρχουν σε τόσα σημεία σε όλη την Αθήνα, παρ’ όλα αυτά τόσα χρόνια αγνοούσα πλήρως την ύπαρξή τους. Οι γιακαράντες έχουν πολύ ενδιαφέρουσα ιστορία, εμένα όμως με συγκίνησαν επειδή, αν δούμε την ασχήμια και το βάσανο της Αθήνας μέσα στον καύσωνα ως μια μεταφορά για την υπαρξιακή αγωνία, τότε οι γιακαράντες τριγύρω μπορεί να είναι μια απάντηση, που δεν μπορεί να εκφραστεί με λέξεις, παρά μόνο να γίνει βίωμα. Είναι η επιστροφή στα θεμελιώδη. Είναι η παύση. Είναι η γείωση. Είναι η σιωπή. Είναι η αναζήτηση της παροδικής ομορφιάς. Είναι το να είσαι παρών. Καθόμασταν σ' ένα παγκάκι με έναν φίλο, είχε σαράντα βαθμούς, και ένας περαστικός τουρίστας ξαφνικά σταμάτησε μπροστά μας, έδειξε τη γιακαράντα πίσω μας και φώναξε το όνομά της. Δεν είχα ιδέα τι εννοούσε. Ο φίλος μου μού εξήγησε ότι είναι ένα δέντρο, υπάρχει παντού στην Αθήνα, και ύστερα είπε μια ατάκα που μπήκε ατόφια στο βιβλίο: «Τι να πω, με τον βλάκα τον τουρίστα. Έρχεται ως την Αθήνα και ψάχνει γιακαράντες». Την ίδια στιγμή που άκουσα αυτή την ατάκα, ήξερα ότι η γιακαράντα θα έμπαινε στο κείμενο, και είχα βρει τίτλο.
—Νιώθω ότι, σε μεγάλο βαθμό, το βιβλίο σου έχει να κάνει με όψεις των θεματικών του Βάλτερ Μπένγιαμιν. Ποια στοιχεία της θεώρησής του πιστεύεις ότι είναι επίκαιρα και πώς βλέπεις να συνδέονται με τη σημερινή πραγματικότητα;
Το «Έργο τέχνης στην εποχή της τεχνολογικής του αναπαραγωγιμότητας» είναι συγκλονιστικά επίκαιρο. Κάθε του γραμμή βρίσκει γόνιμο έδαφος στη σύγχρονη εμπειρία. Η μετάβαση από την ακίνητη εικόνα, τη φωτογραφία, στον κινηματογράφο στις αρχές του 20ού αιώνα, και το πώς αυτή σχετίζεται με τον αυξημένο φόβο του θανάτου και την ανάγκη του ανθρώπου για πιο έντονη απόσπαση της προσοχής του έχει εντυπωσιακά σημεία ταύτισης με τη μετάβαση στην ψηφιακή ζωή, τη μετάβαση, ενδεχομένως, από τον κινηματογράφο στο περιεχόμενο μικρής φόρμας, δηλαδή στο TikTok. Το TikTok εξερράγη την περίοδο του κορωνοϊού. Σήμερα η φόρμα του δεν μοιάζει απλώς να έχει κερδίσει τον κόσμο, έχει καθιερωθεί. Στο ίντερνετ έχεις δύο και τρία δευτερόλεπτα για να πείσεις κάποιον να μη σε κάνει skip. Και αυτή η απόσπαση, η τόσο έντονη, είναι και τρομερά εθιστική. Κράτησα τον διαχρονικό φόβο του θανάτου, που βρίσκεται στη βάση κάθε εποχής, και τον συνέδεσα με τον φόβο του θανάτου που συχνά κρύβεται στον πυρήνα του κλινικού άγχους. Τόσο ο πρωταγωνιστής στις «Γιακαράντες» όσο και ολόκληρος ο κόσμος του βιβλίου, που παλεύει με το μυστηριώδες, ανεξήγητο burnout, ίσως κατά βάθος να προσπαθούν διακαώς να αποσπαστούν από αυτόν ακριβώς τον φόβο.
—«Υπήρχε κάτι δυσοίωνο που μεγάλωνε μέσα μας…», γράφεις στη σελίδα 69. Θα μπορούσες να περιγράψεις ποιο είναι αυτό το «δυσοίωνο» που γεννά η σημερινή κοινωνική πραγματικότητα;
Η αίσθηση ότι δεν καταλαβαίνεις τίποτα. Ότι ο κόσμος είναι τεράστιος και ασταμάτητος κι εσύ κατώτερος/κατώτερη των περιστάσεων. Ότι ο κόσμος αποτυγχάνει συλλογικά κι εσύ αποτυγχάνεις προσωπικά. Η συναισθηματική απομόνωση, η ανάγκη να μιλήσεις, να πεις κάτι, και να μη βρίσκεις με τίποτα τις λέξεις.
—«Υπήρχε κάτι, ένα ύψος, μια κορυφή που δεν έφτανα ποτέ», γράφεις επίσης (σελ. 72). Πόσο εγκλωβισμένοι είμαστε σήμερα και σε τι;
Νομίζω, πάντα είμαστε εγκλωβισμένοι μέσα στα κεφάλια μας. Αυτό που περιγράφει η συγκεκριμένη πρόταση, το να μην αισθάνεσαι ποτέ αρκετός, ξεκινάει από μέσα. Παράλληλα, το μάρκετινγκ και οι εικόνες που προωθεί η διαφήμιση στοχεύουν και τροφοδοτούν το αίσθημα ανεπάρκειας του καθενός. Ίσως σήμερα, στην οριακή κατάσταση που βρίσκεται ο κόσμος και χωρίς να ξέρουμε ακόμα πώς να ζήσουμε με την τεχνολογία, να προσφέρονται όλο και λιγότερο δραστικά μέσα για να καλύψουμε, δήθεν, το κενό.
—Στη μεγάλη εικόνα, βλέπουμε νέους ανθρώπους να δείχνουν ευτυχισμένοι μέσα σ’ αυτή τη συνεχή ανάπτυξη της τεχνολογίας. Τι νιώθεις ότι συμβαίνει πίσω απ' αυτό;
Προσωπικά, δεν μπορώ να τη δω αυτή τη μεγάλη εικόνα. Πάντως, δεν πιστεύω πως η ανάπτυξη της τεχνολογίας είναι κάτι εγγενώς αρνητικό. Αντιθέτως, χρωστάμε τόσα σ' αυτήν. Ούτε πιστεύω πως έχει κάποιο νόημα να είμαστε καταδικαστικοί απέναντι στην τεχνολογική πρόοδο απλώς και μόνο επειδή συχνά στρέφεται εναντίον μας. Δεν πρόκειται να σταματήσει, όχι μόνο επειδή το προτάσσει το καπιταλιστικό σύστημα, αλλά και επειδή οι άνθρωποι είμαστε φύσει εξερευνητές και δημιουργοί και γεμάτοι ερωτήματα. Όμως, ταυτόχρονα με τα ευτυχισμένα stories και την contentο-ποίηση της ζωής, όλο και περισσότερες έρευνες δείχνουν πως τα social media πιθανότατα βλάπτουν σοβαρά την ψυχική μας υγεία. Και γενικότερα, η ζωή με την τεχνολογία συχνά έχει μια υφή κάπως ανοίκεια. Σαν να εξερευνούμε έναν νέο πλανήτη. Αξίζει να μιλάμε περισσότερο για το πώς μας κάνει να αισθανόμαστε.
—Θα μπορούσε να υπάρξει κάποιος δρόμος για να πάνε τα πράγματα καλύτερα; Πού θα τον αναζητούσες;
Πάντα δεν υπάρχει; Δεν ξέρω πού, όμως μάλλον θα πρέπει τα πράγματα να πάνε πρώτα ακόμα χειρότερα, για να αναγκαστούμε να συζητήσουμε για ριζικές αλλαγές.
—Έχεις μια ολότελα αρνητική άποψη για τη σχολή της «θετικότητας», να το πω έτσι. Ξέρεις, καλή διατροφή, καλός ύπνος, θετικές σκέψεις κ.λπ., με την οποία διασκέδασα στο βιβλίο. Θέλεις να μου πεις κάτι περισσότερο για την άποψή σου αυτή;
Δεν μπορώ να κρίνω το τι αρέσει και τι ανακουφίζει τον καθένα. Μπορεί το manifesting ή ένα βιβλίο αυτοβοήθειας να αλλάξει τη ζωή κάποιου, υποθέτω. Μιλάμε όμως για ένα ακόμα billion dollar market. Την αγορά του wellness. Μη σκάψεις βαθύτερα, μην κοιτάξεις τον εαυτό σου στον καθρέφτη, μην αμφισβητήσεις τον κόσμο γύρω σου, μην το πολυσκέφτεσαι. Αν νιώθεις σκατά, φταις εσύ, οπότε δοκίμασε να σταματήσεις να νιώθεις σκατά. Χαίρομαι που σε διασκέδασε! Προσωπικά, όντως βρίσκω το όλο πράγμα κάπως αστείο, γιατί είναι απλοϊκό, σαν να παίρνεις αναλγητικό για να αποφύγεις την εγχείρηση.
—Τι διαβάζεις αυτόν τον καιρό; Τι είδους βιβλία προτιμάς γενικά;
Διάβασα το «Μελαγχολικό κομμάτι της δυτικής ακτής» του Ζαν-Πατρίκ Μανσέτ, που μου το πρότεινε ένας φίλος, και μου άρεσε πολύ. Κινηματογραφικό, πολιτικό νουάρ, βρόμικο. Αγάπησα επίσης το «Σφερδούκλια στο κεφάλι» του Βρασίδα Καραλή. Δεν έχω συγκεκριμένη προτίμηση. Μου αρέσει οτιδήποτε κρατάει το ενδιαφέρον μου.
—Τι μουσικές ακούς; Περνούν αρκετές μέσα από τις «Γιακαράντες»…
Έχω αναπτύξει εμμονή με τους Fontaines D.C. Λάτρεψα τον τελευταίο δίσκο του Nick Cave. Μου έχει κολλήσει η διασκευή του «Mean Girls» της Charli XCX με τον Julian Casablancas. Δεν μπορώ να σταματήσω να μιλάω για τον νέο δίσκο του ΛΕΞ. Πόσο όμορφη δουλειά, τι συνεπή κόσμο στήνει και τι στιχάρες έχει γράψει. Μου έχουν κολλήσει επίσης «Τα παιδιά κάτω στον κάμπο» του Χατζηδάκι, σε εκτέλεση Μαργαρίτας Ζορμπαλά, και ο «Ιδανικός κι ανάξιος εραστής» με τον Κώστα Καράλη.
—Ποιος είναι ο επόμενος στόχος σου; Τι θα ήθελες να κάνεις στο επόμενο διάστημα;
Να δώσω έμφαση στο σενάριο. Συμμετέχω σε κάποια κινηματογραφικά πρότζεκτ, με τα οποία είμαι πολύ ενθουσιασμένος.
—Έχεις στα σκαριά επόμενο βιβλίο; Τι θα μπορούσες να αποκαλύψεις γι’ αυτό;
Ακόμα βρίσκομαι σε πολύ προκαταρκτικό στάδιο. Των ιδεών, του ψαξίματος. Δεν έχω αφήσει ακόμα πίσω τις «Γιακαράντες».
ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΙ ΠΑΝΤΑ
ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Πώς να ζούμε πιο ανάλαφρα, πιο συνειδητά και με περισσότερη αγάπη προς τον εαυτό μας και τους γύρω μας
Ξεφυλλίζουμε τις νέες εκδόσεις και προτείνουμε τίτλους
Μια συζήτηση με τον συγγραφέα, ποιητή και στιχουργό με αφορμή το βιβλίο του «Ο Νοσταλγός»
Ο Πίτερ Μπερκ εξετάζει τη μακρά ιστορία της ανθρώπινης άγνοιας σε σχέση με τη θρησκεία και την επιστήμη, τον πόλεμο και τις καταστροφές, τις επιχειρήσεις και την πολιτική
Ξεφυλλίζουμε τις νέες εκδόσεις και προτείνουμε τίτλους ελληνικής, ξένης και αστυνομικής λογοτεχνίας
Η ψυχολογία λέει «μην αγχώνεσαι», η τράπεζα λέει «έχεις 32 ευρώ»
Το μυθιστόρημα που απέσπασε το βραβείο Goodreads Choice στην κατηγορία Science Fiction κυκλοφορεί στις 27 Μαρτίου
Ένα μικρό εσωτερικό ταξίδι στα κείμενα που άφησαν ανεξίτηλα σημάδια
Το βιβλίο περιλαμβάνει 22 νέα κείμενα για τη σχέση του κινηματογράφου με τον έρωτα, τις σχέσεις των δύο φύλων, τη σεξουαλικότητα και τον ερωτισμό
Ξεφυλλίζουμε τις νέες εκδόσεις και προτείνουμε τίτλους παιδικών και εφηβικών βιβλίων και graphic novels
Αφορμή το πρόσφατο βιβλίο του «Στην άκρη του γκρεμού, Ελλάδα 2007 - 2019»
«Σ’ αυτή τη ζωή είναι δώρο το ότι δεν ξέρουμε τι μας περιμένει»
Πού μπορείτε να την παρακολουθήσετε Live
Η ζωή και το έργο του Έλληνα ποιητή που τιμήθηκε με το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας
Ο Μάικλ Γουλφ κάνει μια ταχύτατη και αιχμηρή καταγραφή της πορείας του Ντόναλντ Τραμπ από την ήττα του στις εκλογές του 2020 μέχρι την επιστροφή του στον Λευκό Οίκο το 2024.
Εμβληματική μορφή των νορβηγικών γραμμάτων - Διαχρονικά υποψήφιος για το Νόμπελ Λογοτεχνίας
Αυτός είναι ο μοναδικός τρόπος να ανακτήσεις τον χρόνο που έχει περάσει
Το βιβλίο του Χουάνγκ Σοκ Γιονγκ θεωρείται ένα από τα εμβληματικότερα και πιο αντιπροσωπευτικά έργα της σύγχρονης κορεατικής λογοτεχνίας
Τα 50 χρόνια των metal θρύλων μέσα από σπάνιο υλικό - Η πρώτη ματιά στην πολυτελή έκδοση
Εξαιρετικές επιλογές συγγραφέων σε συνδυασμό με άριστους επιμελητές εκδόσεων αποτελούν εγγύηση ποιότητας για κάθε βιβλίο
Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.