Βιβλιο

Ποτέ μη γυρίζεις πίσω

Προδημοσίευση αποσμάσματος από το νέο βιβλίο του Lee Child

A.V. Team
ΤΕΥΧΟΣ 514
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Στο «Ποτέ μη γυρίζεις πίσω» του Lee Child, από τη χιονισμένη Νότια Ντακότα, ο Τζακ Ρίτσερ φτάνει στη Βιρτζίνια. Προορισμός του το αρχηγείο της παλιάς μονάδας του, του 110ου Λόχου Στρατονομίας. Ο μοναδικός λόγος που τον φέρνει πίσω στα παλιά του λημέρια είναι η επιθυμία του να γνωρίσει την καινούρια διοικήτρια, Ταγματάρχη Σούζαν Τέρνερ. Γιατί; Επειδή του άρεσε η φωνή της από το τηλέφωνο. Όμως, το άτομο που κάθεται τώρα στο παλιό γραφείο του Ρίτσερ δεν είναι γυναίκα. Η Σούζαν Τέρνερ έχει εξαφανιστεί και τα πράγματα παίρνουν περίεργη τροπή... Κυκλοφορεί στις 20/2 από τις εκδόσεις Bell.

«….Το αυτοκίνητο ακινητοποιήθηκε παράλληλα με το κτίριο, σε τόση απόσταση από τον Ρίτσερ όση είχε κι εκείνος από το δωμάτιο του μοτέλ πίσω του, φέρνοντάς τον στο κέντρο ενός χώρου με διαστάσεις ρινγκ. Δύο άντρες βγήκαν από το αυτοκίνητο. Παρά την παγωνιά, ήταν ντυμένοι με μακό μπλουζάκια, στενά και λευκά, πάνω από το είδος των αθλητικών παντελονιών που βγάζουν οι δρομείς λίγα δευτερόλεπτα πριν από τον αγώνα. Και οι δύο έμοιαζαν να έχουν το λιγότερο ένα και ογδόντα ύψος και βάρος ενενήντα κιλά ο καθένας. Πιο μικρόσωμοι από τον Ρίτσερ, αλλά όχι πολύ. Και οι δύο ήταν στρατιωτικοί. Αυτό ήταν σαφές. Ο Ρίτσερ το καταλάβαινε από το κούρεμά τους. Κανένας κουρέας για απλούς πολίτες δε θα μπορούσε να είναι τόσο στερημένος φαντασίας ούτε τόσο άσπλαχνος. Δε θα το επέτρεπε η αγορά.

Ο τύπος από τη θέση του συνοδηγού έκανε το γύρο του καπό και πλησίασε τον οδηγό. Οι δυο τους στέκονταν εκεί, ο ένας δίπλα στον άλλον. Και οι δύο φορούσαν αθλητικά παπούτσια, ογκώδη, λευκά και ασουλούπωτα. Κανείς από τους δυο τους δεν είχε βρεθεί πρόσφατα στη Μέση Ανατολή. Ούτε ηλιοκαμένοι ήταν, ούτε ρυτίδες από την προσπάθεια να κοιτάζουν με μισόκλειστα μάτια είχαν, ούτε ένταση ή κόπωση φαινόταν στο βλέμμα τους. Και οι δύο ήταν νέοι, λίγο πριν τα τριάντα. Τυπικά, ο Ρίτσερ ήταν αρκετά μεγάλος για να είναι πατέρας τους. Κατώτεροι υπαξιωματικοί, σκέφτηκε. Δεκανείς ή υποδεκανείς, πιθανότατα, όχι λοχίες. Δεν έμοιαζαν με λοχίες. Δεν είχαν την απαιτούμενη σοφία. Το αντίθετο, για την ακρίβεια. Είχαν πρόσωπα κουτά κι ανέκφραστα.

Ο τύπος από τη θέση του συνοδηγού είπε: “Είσαι ο Τζακ Ρίτσερ;”

Ο Ρίτσερ ρώτησε: “Ποιος ρωτάει;”

“Εμείς ρωτάμε”.

“Και ποιοι είστε εσείς;”

“Οι νομικοί σου σύμβουλοι”.

Που προφανώς δεν ήταν. Ο Ρίτσερ το ήξερε. Οι δικηγόροι του στρατού δε μετακινούνται ανά ζεύγη ούτε ανασαίνουν από το στόμα. Αυτοί οι δύο ήταν κάτι άλλο. Τελικά τα μαντάτα δε θα ήταν ευχάριστα. Σ’ αυτή την περίπτωση, η άμεση δράση ήταν πάντοτε η τακτική με τις μεγαλύτερες πιθανότητες για επιτυχία. Αρκετά εύκολο να προσποιηθεί κανείς πως ξάφνου αντιλήφθηκε τι συμβαίνει και να πλησιάσει πρόθυμα και να υψώσει το χέρι σε χαιρετισμό, και αρκετά εύκολο να αφήσει την όλο προθυμία προσέγγιση να αποκτήσει ασυγκράτητη κεκτημένη ταχύτητα, και το υψωμένο χέρι να καταφέρει ένα χτύπημα όμοιο με δρεπάνι, με τον αγκώνα του να μπήγεται στο πρόσωπο του άντρα που βρισκόταν από την αριστερή του πλευρά, για να ακολουθήσει ένα δυνατό κατέβασμα του δεξιού ποδιού, σάμπως ολόκληρο το νόημα της άσκησης να ήταν πώς να σκοτώσει κανείς μια φανταστική κατσαρίδα, με αποτέλεσμα η αναπήδηση να στείλει τον ίδιο αγκώνα, αλλά από την ανάποδη, στο λαρύγγι του άντρα που βρισκόταν από τη δεξιά του πλευρά, ένα, δύο, τρία, αγκωνιά, κατέβασμα ποδιού, αγκωνιά, τέλος παιχνιδιού.

Αρκετά εύκολο. Και πάντοτε η ασφαλέστερη μέθοδος. Το ρητό του Ρίτσερ: Πέρνα πρώτος στην αντεπίθεση. Ειδικά όταν ο αντίπαλος υπερτερεί και είσαι ένας εναντίον δύο, και αυτοί οι δύο έχουν τα νιάτα και το σφρίγος με το μέρος τους…»

image