Βιβλιο

Θοδωρής Τσομίδης: Η Γέννα, μια αφήγηση σε τρεις εποχές, ένα μυθιστόρημα-γρίφος

Εποχές κόλασης ή paradiso;

Τζέμη Τασάκου
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Θοδωρής Τσομίδης, Η Γέννα: Ένα μυθιστόρημα που συνομιλεί με στίχους ενός «αμφιλεγόμενου» ποιητή

«Μια ιστορία σε τρεις εποχές» είναι ο υπότιτλος του μυθιστορήματος «Η γέννα», του Θοδωρή Τσομίδη, (εκδόσεις Πατάκη). Τρεις εποχές Γραφής; Εποχές κόλασης ή paradiso; Η ιστορία ξεκινά Νοέμβρη του 189…, σ’ έναν τόπο που δεν ονομάζεται (θα μπορούσε να είναι ένα οποιοδήποτε χωριό ή κωμόπολη της Ευρώπης ή της Αμερικής). Εκεί γεννιέται ένα αγόρι, ο Έζρα. Έρχεται στη ζωή, εννιά μήνες ακριβώς μετά τον θάνατο της νεογέννητης αδερφής του: «Γεννήθηκα εννιά μήνες αφού θάψαν το μωρό. (…) Ίσως οι γονείς μου σμίξανε το πρώτο κιόλας βράδυ που φύγανε οι γιατροί. Το υγρό χώμα κάτω απ’ τα νύχια του πατέρα. Ίσως το χώμα αυτό να έσπειρε τη μήτρα που με γέννησε.» Μαύρο χώμα και υγρά μήτρας: η συνταγή της γης.

«Γεννήθηκα καταμεσής της συμφοράς. Ένα επεισόδιό της. Μια ανακωχή της συμφοράς». Ο Έζρα μεγαλώνει μέσα στο πένθος, («Το πένθος είναι πάντοτε μια πράξη τέλεια»,) την απώλεια, τη ματαίωση. Την απουσία. «Ο πατέρας ήταν πολύ κουρασμένος, ιδίως τα βράδια. Στεναχωριόμουν να βλέπω τον πατέρα μου τόσο αφηρημένο». Συχνά, το βλέμμα του πατέρα «κοιτούσε το κενό», ενώ η μάνα κάλυπτε καθρέφτες με σεντόνια, κι άηχες θρηνωδίες κι ολοφυρμοί φώλιαζαν μες στις ρωγμές των τοίχων, ή κάτω από τα κεραμίδια και την στέγη του σπιτιού… Έτσι ο Έζρα φεύγει μακριά από το σπίτι.

Ξενιτεύεται. Φθάνει στο Παρίσι του 192…. Εκεί, σε ένα μπορντέλο γνωρίζει την νεαρή πόρνη Σελέστε· τα μάτια της είχαν το χρώμα του ουρανού: σιέλ. Το πάθος της ίσως να ήταν όμοιο με εκείνο της Σεμέλης, της μάνας του Διονύσου, ίσως η Σελέστε να θύμιζε «νύμφη των δασών». Αρχικά ο Έζρα την περιφρονεί. «Περιφρονούσα την φτήνια και τον ξεπεσμό που η ομορφιά της αδυνατούσε να συγκαλύψει. (…) Και φαντάζομαι πως εξίσου περιφρονούσε και αυτή κάθε άντρα που περνούσε τα βράδια του στο σπίτι της Μαντάμ». Το σμίξιμό τους, «άγριο, πεινασμένο κι ωστόσο πάντοτε θλιμμένο».

Να αγάπησε άραγε, τον Έζρα, η Σελέστε; «Η Σελέστε με αγαπούσε πέρα από κάθε αμφιβολία. Μόνο η αγάπη θα μπορούσε να γεννήσει μίσος όμοιο με εκείνο που αντίκρισα στα μάτια της πόρνης που σοδομίστηκε από έναν Γραικό αμαξά». Ο Έζρα και η Σελέστε φεύγουν μαζί για την Ιταλία. Βρίσκονται σ’ ένα μουσείο. Και μαζί τους βρισκόμαστε κι εμείς σε κάποιες από τις πιο μαγικές σελίδες ετούτου του βιβλίου. Οι δυο εραστές θα σταθούν αντίκρυ στο άγαλμα του Πλούτωνα και της Περσεφόνης, αντίκρυ στο γλυπτό του Απόλλωνα που κυνηγά τη Δάφνη. Garofani. Ολόγυρά μας πέταλα garofani πετούν. Και μια πεταλούδα. Farfalla.

O Έζρα σκέφτεται για την γλυπτική: «…η πιο αδικημένη τέχνη. Η πιο επίπονη, η πιο χρονοβόρα, και ωστόσο απαιτεί από τον θεατή λιγότερο χρόνο από ό,τι η ανάγνωση ενός βιβλίου, η παρακολούθηση μιας θεατρικής παράστασης ή ενός κονσέρτου». Κι έπειτα οι δυο εραστές φωτογραφίζονται στη σκιά ενός αιγυπτιακού οβελίσκου, στέκονται μπροστά στην Πυραμίδα του Κέστιου, και η Σελέστε γελώντας λέει: «Ξανά η Αίγυπτος…» . Μέρες, μήνες αργότερα, η Σελέστε κυοφορεί το παιδί του Έζρα. Χρόνους μετά, χρόνους πολέμου, ο Έζρα κυοφορεί το παιδί της Σελέστε. Άραγε ποιο παιδί θα γεννηθεί;

Ένας γρίφος το μυθιστόρημα του Θοδωρή Τσομίδη; Ένα μυθιστόρημα που συνομιλεί με στίχους ενός «αμφιλεγόμενου» ποιητή. Ο συνονόματος του ποιητή ήρωας περνά από μέρη όπου έζησε ο Πάουντ: Παρίσι, …, Σαντ’ Αμπρότζιο… Και ίσως αφήνει κάποια garofani στον Τάφο του Ποιητή.

Ο Θοδωρής Τσομίδης (γενν. 1994) διδάσκει Δίκαιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στη Νομική Σχολή του Λάιντεν της Ολλανδίας. Έχει μεταφράσει έργα των Κάφκα, Σβάιτσερ, Μορέλ, Ουάιλντ καθώς και τις προκηρύξεις της οργάνωσης Λευκό Ρόδο. Λευκό Ρόδο ονομαζόταν εκείνη η αντιστασιακή οργάνωση που έδρασε στη Γερμανία με σκοπό την αφύπνιση και τον ξεσηκωμό του γερμανικού λαού κατά της γέννησης του ναζισμού.