Βιβλιο

«Μια αγνοούμενη ακόμα» της Τζίλιαν ΜακΆλιστερ: Αποκλειστική προδημοσίευση

Το βιβλίο κυκλοφορεί στις 19 Νοεμβρίου από τις εκδόσεις Μεταίχμιο

A.V. Team
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Για το βιβλίο «Μια αγνοούμενη ακόμα» της Τζίλιαν ΜακΆλιστερ (μετάφραση Μαρία-Νεφέλη Ταμία, 440 σελίδες, Εκδόσεις Μεταίχμιο)

Δεύτερο μυθιστόρημα της Τζίλιαν ΜακΆλιστερ από το Μεταίχμιο, μετά το μπεστ-σέλερ «Λάθος μέρος, λάθος στιγμή» που διαβάσαμε πέρυσι (μετάφραση: Μαρία-Νεφέλη Ταμία). Ένα καθηλωτικό συναισθηματικό θρίλερ, γεμάτο ανατροπές και ένταση. Στη λίστα ευπωλήτων των New York Times, ανάμεσα σε άλλες.

Τι το χαρακτηρίζει; Η έξυπνη γραφή, η ανάμειξη τριών διαφορετικών παράλληλων αφηγήσεων, οι γρίφοι που επιζητούν επίλυση, αλλά και η έμφαση στους πολύ καλά ανεπτυγμένους χαρακτήρες (και στη μητρότητα). Ακόμη, δαίμονες από το παρελθόν, μυστήριο, διλήμματα που πρέπει να απαντηθούν άμεσα, και ακόμη περισσότερα ερωτηματικά και παζλ που συσσωρεύονται γυρεύοντας «δυνατούς λύτες».

Το μυθιστόρημα της Τζίλιαν ΜακΆλιστερ, «Μια αγνοούμενη ακόμα» (440 σελίδες, μετάφραση Μαρία-Νεφέλη Ταμία) κυκλοφορεί στις 19 Νοεμβρίου από τις Εκδόσεις Μεταίχμιο

* * *

«Μια αγνοούμενη ακόμα» της Τζίλιαν ΜακΆλιστερ, εκδόσεις Μεταίχμιο: Αποκλειστική προδημοσίευση

Η Τζούλια πασχίζει να καταλάβει αν ο άντρας στο διπλανό τραπέζι είναι κάποιος που έχει συλλάβει στο παρελθόν. Τον βλέπει να παραγγέλνει ένα τσιζκέικ με καραμέλα, συνοδεύεται από μια σύζυγο και δύο παιδιά· κι όμως, η Τζούλια είναι σίγουρη πως κάποτε του απήγγειλε κατηγορίες για φόνο. Ο φωτισμός είναι χαμηλός· δεν μπορεί να σιγουρευτεί. Προσπαθεί να μην αφήσει την κόρη και τον άντρα της να καταλάβουν τι κοιτάζει, κι έτσι ρίχνει το βλέμμα στον κατάλογο.

«Το Νάντος είναι ό,τι να ’ναι τώρα τελευταία, ε;» λέει η Ζενεβιέβ. Η Τζούλια χαμογελάει στο μοναχοπαίδι της.

«Δηλαδή;» ρωτάει αγριεμένος ο Αρτ. Ο Αρτ, που πήρε το όνομά του από τον Αρτ Γκαρφάνκελ, είναι ο άντρας της. Καθηγητής Αγγλικών, σχολαστικός, αναβλητικός, ο τελευταίος άνθρωπος που ακόμη χρησιμοποιεί άνω τελείες σε μηνύματα από το κινητό. Και, μέχρι πρόσφατα, ο έρωτας της ζωής της.

Το τσιζκέικ φτάνει στο τραπέζι του πιθανού δολοφόνου. Η Τζούλια τον κοιτάζει καθώς εκείνος σηκώνει το βλέμμα του ψηλά. Έχει δυο κινητά, και τα δυο μπρούμυτα στο τραπέζι. Ξεκάθαρο σημάδι εγκληματία. Είναι σχεδόν σίγουρη πως είναι αυτός. Κάτι στο φρύδι του...

«Ε, απλώς – ξέρεις. Τα λογοπαίγνια στη μαρκίζα και λοιπά. Χαλαρώστε κάπου, δηλαδή» λέει η Ζενεβιέβ. Παίρνει στα χέρια της τον κατάλογο. Φοράει μια μαύρη μπλούζα που αφήνει ακάλυπτους τους ώμους της, χωμένη μες στο ψηλόμεσο τζιν της. Και μεγάλους χρυσαφένιους κρίκους. Είναι πανέμορφη, αλλά δεν θα την ένοιαζε ακόμα κι αν δεν ήταν. Έτσι είναι η Ζενεβιέβ: κάνει ό,τι στον διάολο θέλει. Μερικές φορές, η Τζούλια χαίρεται που μεγάλωσε μια γυναίκα τόσο δυναμική. Άλλες φορές, όχι και τόσο.

Είναι επτά το απόγευμα και η Τζούλια δεν μπορεί να πιστέψει ότι βρίσκεται εδώ. Ότι δεν προέκυψε τίποτα, ότι τα κατάφερε.

«Κάνουν ωραίο κοτόπουλο» λέει μαλακά ο Αρτ, ίσως ελαφρώς πληγωμένος: η επιλογή του εστιατορίου ήταν δική του. Το τσιζκέικ έχει σχεδόν τελειώσει. Τζον. Η Τζούλια πιστεύει ότι τον λένε Τζον. Τον κοιτάζει ξανά και βγάζει έξω το κινητό της. Τζον δολοφονία Πόρτισχεντ, πληκτρολογεί στην Google. Είναι σίγουρη πως δεν θα έπρεπε να έχει κιόλας βγει απ’ τη φυλακή. Μαχαίρωσε κάποιον στο κέντρο της πόλης, βάναυσο έγκλημα. Καταδικάστηκε σε ισόβια, δεν πάει πολύς καιρός.

Με την αναζήτηση στην Google εμφανίζονται πάρα πολλά αποτελέσματα. Σκέφτεται να πληκτρολογήσει κάτι άλλο, μα εκείνη τη στιγμή ακριβώς χτυπάει το κινητό της: είναι από το τμήμα.

«Ντετέκτιβ Ντέι» λέει ο υπεύθυνος διαχείρισης περιστατικών στο προσωπικό κινητό της Τζούλια –αυτό που πάντα χρησιμοποιεί– και τότε είναι που η καρδιά της αρχίζει το γνωστό της βούλιαγμα. «Υπόθεση αγνοούμενου ατόμου υψηλού κινδύνου, μόλις έφτασε» λέει εκείνος, και η καρδιά της προσγειώνεται στα πόδια της.

Η Τζούλια αναστενάζει. Ούτε κοτόπουλο πίρι πίρι, ούτε πειράγματα με τη Ζενεβιέβ. Μόνο δουλειά. Αυτά έχει το επάγγελμα. Αυτά έχει το επάγγελμα, επαναλαμβάνει νοερά. Έχει γίνει πια το μάντρα της έπειτα από είκοσι χρόνια στην αστυνομία. Αφού έχει ακούσει τις λεπτομέρειες, κοιτάζει το τραπέζι. Μια αγνοούμενη είκοσι δύο ετών. Κανένα ζήτημα ψυχικής υγείας. Τελευταία φορά εθεάθη χθες, από κλειστό κύκλωμα ασφαλείας. Οι συγκάτοικοί της τηλεφώνησαν όταν δεν γύρισε στο σπίτι. Αυτά είναι τα γεγονότα. Όμως, πίσω απ’ τα γεγονότα κρύβεται και κάτι άλλο, είναι σίγουρη. Κάτι επιπλέον. Κάτι που ακόμη δεν γνωρίζει. Ένα βαθύ αστυνομικό ένστικτο της το λέει. Ανατριχιάζει εκεί, στο μισοσκότεινο εστιατόριο.

«Πρέπει να πάω στο τμήμα» λέει την ώρα που φτάνει το πιάτο της. Αχνιστό καλαμπόκι, πουρές πατάτας, κοτόπουλο... το κοιτάζει με λαχτάρα. Στέκεται όρθια, κοιτάζει τον πιθανό δολοφόνο στ’ αριστερά τους. «Σε περίπτωση που τον δείτε να φεύγει» λέει χαμηλόφωνα στον Αρτ και τη Ζενεβιέβ «μπορείτε να σημειώσετε τις πινακίδες του;»

[…]

Η Τζούλια κολλάει την πολαρόιντ φωτογραφία της Ολίβια στον πίνακα της αίθουσας ενημέρωσης. Είναι ένα ταλαιπωρημένο παμπάλαιο δωμάτιο: ψευδοροφές, απαίσιες μοκέτες. Για κάποιον λόγο, οι καθαριστές δεν ασχολούνται μαζί του τόσο συχνά όσο με τα υπόλοιπα γραφεία, κι έτσι τριγύρω υπάρχουν παλιά ποτηράκια καφέ, η μυρωδιά τής πανταχού παρούσας υγρασίας του Πόρτισχεντ και χαρτούρα από παλιές υποθέσεις.

Οι κατακόρυφες περσίδες της δεκαετίας του 1970 κρύβουν τον νυχτερινό ουρανό, και, καθώς η Τζούλια τις κοιτάζει, αναρωτιέται μήπως έχει περάσει περισσότερα βράδια εδώ από οπουδήποτε αλλού. Μπορεί να μην είναι το ζεστό εστιατόριο όπου θα καθόταν παρέα με το παιδί της, αλλά παραδόξως είναι κάτι σχεδόν πιο ισχυρό: για την Τζούλια είναι το σπίτι της. Βγάζει τα παπούτσια της σαν να αποδέχεται αυτό το γεγονός, κι έπειτα ρίχνεται στην έρευνα, ρίχνεται στο άτομο που οφείλει να γίνει, έστω για ένα διάστημα: μια ντετέκτιβ, για την οποία καθετί άλλο έρχεται σε δεύτερη μοίρα.

Η υπόλοιπη ομάδα καταχωρεί στοιχεία και μοιάζει κουρασμένη. Κάποιοι δεν θα είχαν φύγει ακόμη. Άλλοι θα αναγκάστηκαν να επιστρέψουν από τα δείπνα τους, από τα ραντεβού τους, από τα ήσυχα βράδια με τους συζύγους τους ενώ κοιμούνται τα παιδιά. Στο Πόρτισχεντ δεν υπάρχει ειδική ομάδα για τα σοβαρά περιστατικά. Η συγκεκριμένη συγκροτήθηκε βιαστικά μόλις η υπόθεση κρίθηκε υψηλού κινδύνου – κάλεσαν αστυνομικούς κι αναλυτές από άλλες ομάδες, και η Τζούλια ελπίζει ότι κάποια από τα μέλη της θα είναι καλοί άνθρωποι. Συμπαθεί ορισμένους μόνο. Δεν μπορεί να κάνει αλλιώς.

Κοιτάζει τη φωτογραφία της Ολίβια. Είναι λεπτή και ξανθιά, αλλά με έναν δυναμισμό στα χαρακτηριστικά του προσώπου της, που την κάνει εντυπωσιακή. Η Τζούλια προσπαθεί να ισιώσει την πολαρόιντ. Το μπλου-τακ με το οποίο την κόλλησε είναι άχρηστο, παλιό και στεγνό· τόσα χαλαλίζει η αστυνομία για σένα. Είναι η φωτογραφία του διαβατηρίου της: το Instagram της ήταν πολύ καλλιτεχνικό, με γυαλιά ηλίου σε σχήμα καρδιάς και κρυφές ματιές πίσω από παγωτά… Έχει τεράστιο χαμόγελο, στραβά δόντια. Τέλεια ατελής, μ’ αυτό το φως που έχουν οι νέοι.

Η Τζούλια την κοιτάζει στα μάτια και σκέφτεται ότι στην πραγματικότητα κανείς ποτέ δεν αγνοείται· ο ίδιος ξέρει πού βρίσκεται. Μονάχα αυτοί που μένουν πίσω αγνοούν.

* * *

Η ΥΠΟΘΕΣΗ: Η Ολίβια, είκοσι δύο χρονών, αγνοείται. Το τελευταίο πράγμα που ξέρουμε για κείνη είναι ότι μπήκε σε ένα αδιέξοδο σοκάκι. Από το οποίο δεν ξαναβγήκε ποτέ. Η Τζούλια, η αρχιεπιθεωρήτρια που αναλαμβάνει τη σχετική έρευνα, νομίζει ότι ξέρει τι να περιμένει: Μια απελπισμένη οικογένεια, τον χρόνο να μετράει αντίστροφα και ατέλειωτες ώρες μακριά από τον σύζυγο και την κόρη της. ́Όμως δεν έχει ιδέα πόσο προσωπική θα γίνει η υπόθεση. Επειδή εκεί έξω υπάρχει κάποιος. Είναι οπλισμένος – όχι με πιστόλι ή μαχαίρι, αλλά με ένα μυστικό. Το χειρότερό της μυστικό. Και η ασφάλεια της οικογένειάς της εξαρτάται από ένα και μόνο πράγμα: Η Τζούλια δεν πρέπει να ανακαλύψει τι συνέβη στην Ολίβια. Και πρέπει να φορτώσει την εξαφάνισή της σε κάποιον άλλον. Ένα ευφυές θρίλερ, γεμάτο εκπλήξεις, που διακρίνεται για την έξυπνη ματιά του γύρω από την οικογένεια και τη μητρότητα, και το οποίο εδραιώνει την της Τζίλιαν ΜακΆλιστερ ως ένα από τα σημαντικότερα ταλέντα στον κόσμο του σασπένς.

Η ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ: Η Βρετανίδα  της Τζίλιαν ΜακΆλιστερ (Τζίλιαν Μακ΄Αλιστερ, 1985) είναι η συγγραφέας εφτά μυθιστορημάτων που έχουν μπει στις λίστες των μπεστ σέλερ των Sunday Times και New York Times. Τα βιβλία της περιλαμβάνονται στις επιλογές της λέσχης ανάγνωσης της Reese Witherspoon, της λέσχης ανάγνωσης Richard and Judy και της λέσχη ανάγνωσης του BBC Radio 2. Το «Λάθος μέρος, λάθος στιγμή» (Μεταίχμιο, 2023), το έβδομο μυθιστόρημά της, ήταν υποψήφιο για το Theakston Old Peculier 2023 και αναμένεται να μεταφερθεί στον κινηματογράφο από τη Sony Pictures. Τα βιβλία της έχουν μεταφραστεί σε περισσότερες από 40 γλώσσες.