Βιβλιο

Ο Πάπας κι ο Γαλιλαίος του Γαβρόγλου: ένα θεατρικό αναλόγιο

Μια ιστορική μυθοπλασία όπου ο συγγραφέας ενδιαφέρεται κυρίως για τη δυνατότητα της γνώσης και της αλήθειας να υπερβούν τις σκοπιμότητες και τις δεσμεύσεις της πολιτικής

Ηλίας Ευθυμιόπουλος
Ηλίας Ευθυμιόπουλος
7’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Ο Πάπας κι ο Γαλιλαίος του Γαβρόγλου: ένα θεατρικό αναλόγιο

Ο Παπάς και ο Γαλιλαίος: Το νέο βιβλίο του Κώστα Γαβρόγλου

Ο ομότιμος καθηγητής και πρώην υπουργός Παιδείας του ΣΥΡΙΖΑ Κώστας Γαβρόγλου, μετά τη δοκιμασία του στο πεδίο της πολιτικής, γνωστός επίσης και για την πολεμική του στον «αναθεωρητισμό που απειλεί το δημόσιο πανεπιστήμιο», επιχειρεί μια παρουσία στο θέατρο με το έργο «Ο Πάπας του Γαλιλαίου». Η παράσταση δόθηκε άπαξ, και η είσοδος ήταν δωρεάν, με προσκλήσεις. Χώρος υποδοχής η αίθουσα Ολύμπια, η πρώην Λυρική Σκηνή δηλαδή, που με τα βελούδα, τις ξύλινες κουπαστές και τα θεωρεία, μας μετέφερε σε παλιότερες εποχές.

Καθόλου τυχαίο ότι παρών ήταν ο Αλέξης Τσίπρας ο οποίος την επομένη μέρα θα παρουσίαζε το δικό του έργο «η Ελλάδα στην μετά Τσίπρα Εποχή», ένα είδος πολιτικής προφητείας όπως ειπώθηκε, για το μέλλον της χώρας και για τον ρόλο των πολιτικών υποκειμένων εν αυτή. Με φορέα διοργάνωσης αυτή τη φορά το νεοσύστατο Ινστιτούτο Αλέξης Τσίπρας (!), το οποίο μάλλον φιλοδοξεί να συνυπάρχει με τα προηγούμενα, δηλαδή το Ίδρυμα Ρόζα Λούξεμπουργκ, και το Ινστιτούτο Νίκος Πουλαντζάς, αν και δεν είμαι και τόσο σίγουρος ούτε για τη συνύπαρξη, ούτε για τη σφραγίδα.

Ο Πάπας και ο Γαλιλαίος: Ένα βιβλίο από τον Κώστα Γαβρόγλου

Η επόμενη αναπόφευκτη παρατήρηση είναι ότι ο χρόνος αυτής της κίνησης δεν είναι καθόλου τυχαίος, αφού τελείται εν μέσω της γνωστής κρίσης και της απαξίωσης του ΣΥΡΙΖΑ – τουλάχιστον μεταξύ των μη φανατικών οπαδών του – όπως όλα δείχνουν καθώς και οι δημοσκοπήσεις. Πιστεύω λοιπόν ότι ο κ. Γαβρόγλου, θέλει να δηλώσει με αυτή την πρωτοβουλία, πέραν των δικών του επιστημολογικών αναζητήσεων, και μια οιονεί υπενθύμιση ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι μόνο οι μετριότητες που σήμερα ευτελίζουν το παρελθόν και το παρόν της Αριστεράς, αλλά και μια σειρά από «ανθρώπους του πνεύματος» οι οποίοι ανησυχούν θέτοντας και διερευνώντας παλιά και νέα ερωτήματα, ακόμη και όταν δεν μπορούν να τα απαντήσουν. Όπως ο Γαλιλαίος ήταν πεπεισμένος για το δίκιο της θεωρίας του, ακόμα κι αν δεν μπορούσε να το αποδείξει, έτσι και η Αριστερά είναι προορισμένη να κυβερνήσει ξανά και ξανά, ίσως και με την ελαφρά υποστήριξη κάποιας φυσικής υπερβατικής οντότητας (αυτό που ο Ένγκελς ονόμασε Ιστορικό Υλισμό), αλλά κυρίως χωρίς να είναι υποχρεωμένη να αποδείξει γιατί απέτυχε όταν το δοκίμασε.

Νομίζω όμως ότι ο Γαβρόγλου τα κατάφερε μια χαρά. Το θέατρο ήταν γεμάτο και στον κόσμο υπήρχε λάμψη και ευχαρίστηση, όπως συμβαίνει συχνά στις αντίστοιχες κοινωνικές συνευρέσεις, χωρίς κανείς να μπορεί να διακρίνει τις πρόσφατες και παλιότερες πληγές από τις αντιπαραθέσεις και το μίσος που κοντεύει να διαιρέσει και το άτμητον άτομο του Δημοκρίτου. Η παράσταση υποβλητική, αν αγνοήσει κανείς τον ολίγο ερασιτεχνικό χαρακτήρα των ηθοποιών (που μάλλον δεν είχαν χρόνο για πρόβες ούτε για αποστήθιση του κειμένου – έτσι αυτό που είδαμε ονομάστηκε θεατρικό αναλόγιο). Αντίστοιχα ευπρεπής και στο ύψος της η σκηνοθεσία του Τάκη Τζαμαργιά και βεβαίως να μην το ξεχάσω, η μουσική συνοδεία με βιολοντσέλο του Δήμου Γκουνταρούλη που ήταν στα όρια της τελειότητας. Γνώμη μου είναι ότι το έργο πρέπει να ξαναπαιχτεί, αφού του δοθεί περισσότερος χρόνος.

Ο Πάπας κι ο Γαλιλαίος του Γαβρόγλου: ένα θεατρικό αναλόγιο

Στο κείμενο τώρα. Ο κ. Γαβρόγλου λέει ότι μεταξύ άλλων προέκυψε και ως ένα πείραμα διδασκαλίας της Ιστορίας των Επιστημών, που άλλωστε είναι και το κύριο ερευνητικό του αντικείμενο. Εδώ αναρωτιέται πράγματι κανείς, πόσο διαφορετική θα ήταν η εκπαίδευση εάν η δραματουργική δομή και η ελευθερία του θεατρικού έργου μπορούσαν να αντικαταστήσουν κάποτε τη στεγνή παράθεση γνώσεων (;) στη μαθησιακή διαδικασία.

Ο Γαλιλαίος του Γαβρόγλου κινείται στα πατήματα που δίδαξε ο Μπρεχτ —στο ομώνυμο έργο— όπου η απόσταση από τα επί σκηνής δρώμενα, υποχρεώνει τον θεατή να κινηθεί πίσω από τις γραμμές, χωρίς να τον παρασύρει η ευκολία μιας συναισθηματικής ταύτισης με τον ήρωα ή καλύτερα τον αντιήρωα που αντιπροσωπεύει η φιγούρα του Γαλιλαίου. Με τη διαφορά ότι ο Μπρεχτ εστιάζει κυρίως στο ζήτημα της αδυναμίας του ανθρώπου, ακόμα κι ενός τόσο προικισμένου όπως ο Γαλιλαίος, να πάει μέχρι τέλους την επιστημονική του επανάσταση, ενώ ο Γαβρόγλου ενδιαφέρεται κυρίως για τον χαρακτήρα της γνώσης και της αλήθειας και της δυνατότητας που έχουν αυτές οι αρετές να υπερβούν τις σκοπιμότητες και τις δεσμεύσεις της πολιτικής.

Όταν γύρω στα 1624 ο Γαλιλαίος επισκέπτεται τον Πάπα, κατόπιν αιτήματος του τελευταίου, το πραγματικό ζήτημα που τίθεται, δεν είναι αν πράγματι «η Γη γυρίζει» αλλά πως μπορεί αυτή η νεωτερικότητα να εισαχθεί στον μέχρι τότε συντηρητικό πνευματικό περίγυρο (φιλοσοφία, θεολογία, επιστήμη) και πως αυτό μπορεί να γίνει αποδεκτό από την πολιτική εξουσία χωρίς περιττούς κλυδωνισμούς, μια εξουσία που σε μεγάλο βαθμό είναι εκκλησιαστική, με την Ιερά Εξέταση να καιροφυλακτεί και να έχει ήδη στείλει τον Τζορντάνο Μπρούνο στην πυρά.

Στην αρχή του έργου, ο Πάπας προσπαθεί να πείσει τον Γαλιλαίο να παραιτηθεί από την υπέρμετρη φιλοδοξία του να αλλάξει τον κόσμο, τον κόσμο δηλαδή των αρχαίων, των Ρωμαίων και των Χριστιανών που μέχρι τότε κυριαρχούσε στην δυτική τουλάχιστον σκέψη. Στη συνάντησή τους στη Ρώμη που προαναφέραμε και με πρόσχημα τα συγχαρητήρια προς τον φίλο του καρδινάλιο Maffeo Barberini που μόλις είχε εκλεγεί στο ύπατο αξίωμα, o Γαλιλαίος επιχειρεί να δοκιμάσει την αντοχή Barberini (δηλαδή του Πάπα) στην υποδοχή των αιρετικών του απόψεων, ενώ ο Πάπας τού ασκεί έντονη κριτική για την επιστολή που έστειλε στη Δούκισσα Χριστίνα, στην οποία διαβάζει με άλλον τρόπο χωρία της Βίβλου τη στιγμή που ξέρει ότι η Εκκλησία απαγορεύει ρητά την ερμηνεία των Γραφών από λαϊκούς. Οι Γραφές είναι η μόνη αλήθεια και μόνον οι Πατέρες έχουν το δικαίωμα είτε να τις ερμηνεύουν είτε να τις αλλάζουν, λέει ο Πάπας χωρίς ωστόσο να φαίνεται να το πολυπιστεύει αφού αυτό το δόγμα έχει ξεθωριάσει έπειτα από αιώνες αντιπαραθέσεων, μεταρρυθμίσεων και αντιμεταρρυθμίσεων. Ας μην ξεχνάμε ότι ο περίγυρος δεν ευνοεί τις τολμηρές πρωτοβουλίες καθώς βρισκόμαστε εν μέσω του Τριακονταετούς Πολέμου, ενός πολέμου θρησκευτικού που αφάνισε μεταξύ άλλων τον μισό πληθυσμό της Ευρώπης. Στην κριτική του Πάπα, ο Γαλιλαίος απαντά ότι μια διόρθωση των ιερών κειμένων – καθώς η επιστήμη καλπάζει στους ορίζοντες της Αναγέννησης – θα ήταν και προς όφελος της Εκκλησίας, αφού κάτι τέτοιο όχι μόνο δεν θα αμφισβητούσε το κύρος των θεσμών, αλλά θα τους έδινε ένα επιπλέον επιχείρημα σχετικά με την παντοδυναμία του Θεού, ο οποίος με αυτόν τον τρόπο θα φαίνεται ότι μπορεί να ανεχθεί ακόμα και τον αυτo-ανατρεπτικό άνθρωπο στον οποίο έδωσε νόηση και θάρρος σε τέτοιο βαθμό που να μπορεί να ξεπερνά και τον εαυτό του.

Στην τρίτη πράξη του έργου, έχουμε τη μεγάλη ανατροπή. Ο Πάπας ομολογεί πως έχει πειστεί ότι η Γη κινείται και ότι ο Ήλιος είναι στο κέντρο του Σύμπαντος, κάτι που έχει ήδη ειπωθεί και από τον Κοπέρνικο (De Revolutionibus) ο οποίος αξιοποίησε τις παρατηρήσεις του Τύχο Μπράχε κτλ. και εξομολογείται στον Γαλιλαίο τα διλήμματα και τις αγωνίες του γι αυτήν του την παρέκκλιση, καθώς και την αδυναμία του να το παραδεχθεί δημόσια λέγοντας, κάτι που είναι προφανές τώρα πια σε μας, ότι η κοσμική φύση της εξουσίας δεν επιτρέπει στην αλήθεια να υπερισχύσει της σκοπιμότητας. Ο Γαλιλαίος εκπλήσσεται με όσα ακούει, και κυρίως όταν μαθαίνει πως ο Πάπας κατέληξε σε αυτό το συμπέρασμα διαβάζοντας την Επιτομή του προτεστάντη Κέπλερ! Ο Κέπλερ, Γερμανός επιστήμονας που ήταν σύγχρονος του Γαλιλαίου, πέρασε πράγματι πολλά χρόνια μελετώντας τη γεωμετρία των πλανητικών τροχιών με την ελπίδα να βρει την κοσμική τελειότητα. Μαζί με τον Γαλιλαίο είναι ο ιδρυτής της εμπειρικής επιστήμης. Ο πρώτος χρησιμοποιεί ως όχημα και εργαλείο τα μαθηματικά, ενώ ο δεύτερος την παρατήρηση με τηλεσκόπιο. Όμως η θεωρητική ερμηνεία μέχρι τη δεκαετία του 1600 ήταν ότι οι πλανητικές τροχιές ήταν τέλειοι κύκλοι. Μέσω της μεθόδου «διάψευση και επαλήθευση» ο Κέπλερ ανακαλύπτει ότι οι πλανητικές τροχιές ήταν στην πραγματικότητα ελλείψεις. Ο κόσμος δεν είναι πια ο ίδιος. Ο Αριστοτέλης έχει καταποντισθεί από το βάθρο του, και η γεωκεντρική θεωρία περνάει τις τελευταίες της στιγμές. Ακόμη κι αν οδηγηθεί στη δίκη ο Γαλιλαίος, το σπέρμα της αμφισβήτησης που έσπειραν οι μεγάλοι αστρονόμοι των αρχών του 17ου αιώνα, έχει ήδη ριζώσει στη Γη: Ένα μικρό πλανήτη ανάμεσα σε εκατομμύρια άλλους, σε ένα σύμπαν που είναι άπειρο και ανεξερεύνητο, φτιαγμένο μάλλον από τον ίδιο του τον εαυτό παρά από ιδιότροπους άγνωστους θεούς (σχόλιο δικό μου) .

Προφανώς μετά τα τόσα που έχουν γραφτεί, η ιστορία του Γαλιλαίου με τα πραγματικά και τα μυθοπλαστικά της στοιχεία, αξίζει πράγματι να ξαναδιαβαστεί και να ιδωθεί από γωνίες που ίσως δεν έχουν ακόμη φωτισθεί. Για όσους από τους αναγνώστες θέλουν να πάνε το θέμα όσο μακρύτερα γίνεται, θα πρότεινα τον Άρθουρ Καίσλερ και το βιβλίο του οι «Υπνοβάτες». Για τον Κεσλερ όμως, ο Γαλιλαίος δεν ήταν ποτέ ο ατρόμητος υπερασπιστής της επιστημονικής αλήθειας ή της ελευθερίας του λόγου όπως ήθελε να τον παρουσιάζει το σύγχρονό του ακροατήριο. Ήταν ένας εξαιρετικά εγωιστής κοινωνικός ορειβάτης με το βλέμμα στην μεγάλη ευκαιρία, τη δική του αθάνατη φήμη. Με τις ενέργειές του πέτυχε μεν τον στόχο του αλλά όχι ακριβώς με τον τρόπο που ήθελε.

Ο Κέσλερ σκιαγραφεί τη σχέση μεταξύ του Κέπλερ και του Γαλιλαίου, από την υποδοχή του βιβλίου του  πρώτου Mysterium Cosmographicum, μέχρι και τη γεμάτη αποδοχή του δεύτερου βιβλίου Sidereus Nuncius. Βασικά, ο Κέπλερ ήταν πολύ ανοιχτός και φιλικός και υποστήριζε το έργο του Γαλιλαίου, ενώ ο Γαλιλαίος αγνόησε τον Κέπλερ, εκτός από τις περιπτώσεις που ήταν πλεονέκτημα για αυτόν να μην το κάνει. Ο Γαλιλαίος αγνόησε επίσης το έργο του Κέπλερ για την Οπτική καθώς και  το Astronomia Νova όπου στην ουσία θεμελιώνεται η υπόθεση για τις τροχιές γύρω από τον ήλιο (ακόμη κι αν ο Κέπλερ αγνοεί το πεδίο της βαρύτητας που εισήχθη πολύ αργότερα από τον Νεύτωνα).

Οι Υπνοβάτες κλείνουν με μια αφήγηση των θριάμβων του Γαλιλαίου με τις τηλεσκοπικές του ανακαλύψεις που ακολουθούνται όμως από την αλαζονική συμπεριφορά η οποία οδήγησε στην πτώση του, πρώτα το 1616 και στη συνέχεια, με τη συγγραφή των Διαλόγων, στην τελική πτώση και δίκη του. Ο Κέσλερ κάνει μια πολύ οξυδερκή ανάλυση των έργων του Γαλιλαίου,  αναγνωρίζοντας την υψηλή ποιότητα της γραφής αλλά επικρίνοντας έντονα την κακή ποιότητα της επιστήμης. Φτάνει μέχρι εκεί για να ρωτήσει αν ο Γαλιλαίος διάβασε ποτέ τον Κοπέρνικο του οποίου το ύφος είναι ιδιαίτερα στρυφνό.

Ο απολογισμός του για τη δίκη είναι πολύ καλός και καλύπτει όλα τα βασικά σημεία. Για όλους εκείνους που συνεχίζουν να ισχυρίζονται ότι ο Γαλιλαίος φυλακίστηκε ή ακόμα χειρότερα πετάχτηκε σε ένα μπουντρούμι, ο Κέσλερ έχει ένα δηλητηριώδες απόσπασμα: Αν πράγματι πίστευε τόσο πολύ σ’ αυτά που έλεγε, τότε θα έπρεπε να παραδοθεί επίσημα στην Ιερά Εξέταση, και να τον ρίξουν σ’ ένα κελί. Αντίθετα, του διατέθηκε ένα διαμέρισμα πέντε δωματίων στο κεντρικό κτίριο των Ιερών Γραφείων, με θέα στον Άγιο Πέτρο και στους κήπους του Βατικανού, με τον προσωπικό του παρκαδόρο και τον μεγάλο θαλαμηπόλο του πρέσβη Νικολίνι για να φροντίζει το φαγητό και το κρασί του…

Συμπερασματικά, απολαύσαμε ένα πολυσήμαντο έργο, με πολλές προεκτάσεις και με άλλα τόσα ερεθίσματα και συμβολισμούς για τα δεινά και τα φαντάσματα της πραγματικότητας, της επιστήμης και της θεολογίας - της πολιτικής μη εξαιρουμένης.

 

 

 

 

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΙ ΠΑΝΤΑ

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Λέσχη Ανάγνωσης Νορβηγικής Λογοτεχνίας: Συζητήσεις γύρω από τη νεότερη και σύγχρονη νορβηγική λογοτεχνία
Λέσχη Ανάγνωσης Νορβηγικής Λογοτεχνίας: Συζητήσεις γύρω από τη νεότερη και σύγχρονη νορβηγική λογοτεχνία

Κάθε τελευταία Τετάρτη του μήνα, στις 7 μ.μ., το Ζάτοπεκ γεμίζει από χρώμα: κόκκινο, μπλε και λευκό ― της αγάπης, της θάλασσας και του χιονιού

Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.