Βιβλιο

Η παράνυφος: αυθεντική λογοτεχνία από την Κάρσον Μακ Κάλερς

Η εκδόσεις Διόπτρα μας ξανασυστήνουν μια συγγραφέα που έζησε μια πολυτάραχη ζωή ανά τον κόσμο, αφήνοντας πίσω της ένα πλούσιο συγγραφικό έργο

Άρης Σφακιανάκης
ΤΕΥΧΟΣ 932
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Αναγνώστης με αιτία: «Η παράνυφος» της Κάρσον Μακ Κάλερς. Παρουσίαση του βιβλίου που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Διόπτρα

Ποιος δεν έχει διαβάσει το μυθιστόρημά της «Η καρδιά κυνηγάει μονάχη»; Ή την «Μπαλάντα του λυπημένου καφενείου» (σε μετάφραση Μένη Κουμανταρέα). Ποιος δεν έχει δει την ταινία «Ανταύγειες σε χρυσά μάτια», σε σκηνοθεσία Τζον Χιούστον, με πρωταγωνιστές τον Μάρλον Μπράντο και την Ελίζαμπεθ Τέιλορ;

Αντιλαμβάνομαι βέβαια ότι παρόμοιες ερωτήσεις απευθύνονται σε ηλικίες άνω των σαράντα, όταν ακόμη οι άνθρωποι διάβαζαν βιβλία και δεν ήταν –όπως συμβαίνει σήμερα– προσηλωμένοι με ύφος στοχαστικό –Κομφούκιου πες– στις οθόνες των κινητών τους.

Οι εκδόσεις Διόπτρα αποφάσισαν να μας συστήσουν πάλι την Αμερικανίδα συγγραφέα Κάρσον Μακ Κάλερς, που γεννήθηκε το 1917 στην Τζόρτζια των ΗΠΑ και έζησε μια πολυτάραχη ζωή ανά τον κόσμο, αφήνοντας πίσω της ένα πλούσιο συγγραφικό έργο και έναν άντρα που αυτοκτονεί. Η ίδια πεθαίνει στα πενήντα της.

Αυτές τις μέρες διάβασα το μυθιστόρημά της «Η παράνυφος», σε πολύ καλή μετάφραση της Έφης Τσιρώνη. Αφηγείται την ιστορία μιας έφηβης που μεγαλώνει σε ένα σπίτι δίχως μάνα, έχοντας συντροφιά μια νέγρα υπηρέτρια και τον μικρότερο σε ηλικία ξάδελφό της. Η πλήξη την έχει βαρέσει κατακούτελα. Πλήττει με τα πάντα. Ώσπου, σαν κεραυνός εν αιθρία, φτάνει στο σπίτι η είδηση ότι παντρεύεται ο αδελφός της. Η Φράνκι ενθουσιάζεται, σχεδόν παραληρεί. Φαντάζεται ότι οι νιόπαντροι θα την πάρουν μαζί τους στο γαμήλιο ταξίδι τους ώστε να ανοιχτούν εμπρός της νέοι ορίζοντες, μακριά από τα μπαμπακοχώραφα και την ανία της μικρής πολίχνης.

Καθώς η μέρα του γάμου πλησιάζει, η Φράνκι φαντασιοκοπεί τριγυρίζοντας στον τόπο της και πέφτει στα δίχτυα ενός στρατιώτη που την οδηγεί ως το κρεβάτι του σ’ ένα ρυπαρό μοτέλ – χωρίς επιτυχία ωστόσο.

Η ηρωίδα της Κάρσον Μακ Κάλερς φέρνει στον νου τον έφηβο εκείνο του Σάλιντζερ, τον Χόλντεν – μονάχα που αυτός ο τελευταίος τριγυρνάει άσκοπα στη Νέα Υόρκη. Θυμίζει, με έναν άλλο τρόπο, και τα «Ψάθινα καπέλα» της Μαργαρίτας Λυμπεράκη. Ακολουθεί κανείς με νοσταλγία τη Φράνκι στις περιπλανήσεις της, αντιλαμβάνεται την αγωνία της να ξεφύγει από την ανία της χαμοζωής, θέλει να δραπετεύσει μαζί της από το ασφυκτικό εκείνο κλουβί.

Κάποιος που με ξέρει θα εκπλαγεί βλέποντάς με να γράφω με ενθουσιασμό –γιατί έτσι νιώθω– γι’ αυτό το μυθιστόρημα της Μακ Κάλερς. Μα πώς αλλιώς, αφού πρόκειται για αυθεντική λογοτεχνία, για ένα βιβλίο που δεν θέλεις να τελειώσει, που με συντρόφεψε αρκετά βράδια αυτού του φθινοπώρου, δημιουργώντας στην ψυχή μου μια θαλπωρή που είχα καιρό να νιώσω.

Αποφάσισα να το εντάξω ήδη στο σεμινάριο δημιουργικής γραφής που θα κάνουμε φέτος με τη συγγραφέα Ηρώ Σκάρου στην Ανοιχτή Τέχνη του Αλέξανδρου Ασωνίτη. Ελπίζω έτσι να μοιραστώ και με άλλα άτομα που αγαπάνε τη λογοτεχνία ένα έργο που με συγκίνησε βαθιά. Και καθώς η κόρη μου φρόντισε να φύγει στην Αγγλία μόλις τέλειωσε το λύκειο για να σπουδάσει, υποψιάζομαι ότι μπορεί κι εκείνη με τη σειρά της να ήθελε να φύγει μακριά από την πλήξη του Λεκανοπεδίου. Σε αντίθεση πάντως με τη Φράνκι του βιβλίου, η δική μου Φράνκι ζει ακόμα μακριά.