Βιβλιο

Δήμητρα Αμανίτου: Ταξίδι μ’ ανοιχτό εισιτήριο, ταξίδι χωρίς προορισμό

Μια συζήτηση για την πρώτη της ποιητική συλλογή με νέα και παλαιότερα ποιήματά της και για τη θέση της ποίησης στη σύγχρονη ελληνική κοινωνία

Γιώργος Δήμος
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

Δήμητρα Αμανίτου: Συνέντευξη για την πρώτη της ποιητική συλλογή «Ταξίδι μ' ανοιχτό εισιτήριο», που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Απόπειρα

Η Δήμητρα Αμανίτου-Τσώνη γεννήθηκε στην Αθήνα και σπούδασε στη Σορβόννη και την École Nationale de Beaux-Arts στο Παρίσι. Σήμερα ζει ανάμεσα στην Αθήνα και το νησί της Νάξου. Ενώ η αγάπη της για την ποίηση εκδηλώθηκε από την εφηβεία ακόμα, δεν επεδίωξε να εκδώσει ποιήματά της για πολλά χρόνια. Η ποιητική συλλογή «Ταξίδι μ' ανοιχτό εισιτήριο», που κυκλοφόρησε τον Μάρτιο του 2024 από τις Εκδόσεις Απόπειρα, είναι το πρώτο της βιβλίο.

Λυρικά και με έντονη την αίσθηση του ρυθμού, τα ποιήματά της εμπνέονται από την φύση και από πράγματα που συμβαίνουν στην καθημερινότητά της. Ακόμα κι όταν αφορούν άλλους ανθρώπους (αγαπημένα της πρόσωπα ή και αγνώστους που της έκαναν εντύπωση), τα ποιήματα έχουν άμεση σχέση με το περιβάλλον στο οποίο διαδραματίζονται, σχεδόν σαν οι άνθρωποι να αποτελούν κι εκείνοι στοιχεία της φύσης.

Η Δήμητρα Αμανίτου μιλά στην Athens Voice για την ανθολόγηση της συγκεκριμένης συλλογής, που αποτελείται τόσο από νέα, όσο και από παλαιότερα ποιήματά της, αλλά και για τη δεινή θέση της ποίησης στη σύγχρονη ελληνική κοινωνία.

Ο τίτλος της συλλογής είναι «Ταξίδι μ' ανοιχτό εισιτήριο». Από πού προήλθε, τι ακριβώς σημαίνει και πώς καταφέρνει να παίξει έναν τέτοιο συνεκτικό ρόλο στην εν λόγω ποιητική συλλογή;
«Ταξίδι μ’ ανοιχτό εισιτήριο» σημαίνει ένα ταξίδι το οποίο συνεχίζεται ασταμάτητα. Είναι ένα ταξίδι που πηγαίνει συνέχεια προς τα εμπρός. Δεν έχει πάντα τον ίδιο προορισμό. Αντίθετα, υπάρχουν διάφοροι προορισμοί, που φανερώνονται κάθε τόσο. Είναι ένα ταξίδι μέσα στον κόσμο, μέσα στον χρόνο, το οποίο δεν έχει γυρισμό. Όλη η συλλογή είναι ένα ταξίδι. Έτσι το έχω συλλάβει. Υπάρχουν πολλοί στίχοι μέσα σε αυτήν εδώ τη συλλογή που αναφέρονται σε τέτοιου είδους ταξίδια, όμως νομίζω πως οι στίχοι: «Με βήματα αργά προχωρώ/ώσπου ο χρόνος να μας ξεχάσει./Και οι δύο μαζί./Ταξιδιώτες τρελοί/σε ταξίδι αναψυχής/δίχως χάρτη», από το ποίημα «Ταξιδιώτες τρελοί», είναι αυτοί που επηρέασαν σε μεγαλύτερο βαθμό τον γενικό τίτλο.

Η συλλογή αυτή είναι το πρώτο σας βιβλίο. Τα ποιήματα που περιλαμβάνει είναι όλα πρόσφατα ή υπάρχουν ανάμεσά τους και παλαιότερα, που τα έχετε προσαρμόσει;
Έχω γράψει πάρα πολλά ποιήματα, καθώς γράφω από μικρό παιδί —από δεκαπέντε-δεκαέξι χρονών. Είχα μανία και έγραφα πάντα. Ακόμα και σήμερα, γράφω ανά πάσα στιγμή, μέχρι και στο δρόμο. Αυτά είναι μερικά ποιήματα που επέλεξα (ανάμεσα από τα πολλά που έχω) και τα βγάλανε τα παιδιά από την Απόπειρα. Μερικά είναι παλαιότερα (γραμμένα γύρω στο 2005) και άλλα είναι καινούργια. Αυτή η έκδοση κυκλοφόρησε εντελώς τυχαία. Δεν έγινε καμία απολύτως προσαρμογή. Τα παλιά ποιήματα τα αντέγραψα ακριβώς όπως ήταν και τα καινούρια δεν έχουν κι αυτά περισσότερες από μια-δυο διορθώσεις. Σίγουρα, φρόντισα να βάλω ποιήματα που είχαν μια κάποια σχέση μεταξύ τους.

Το εξώφυλλο της έκδοσης, διαβάζουμε, το φιλοτεχνήσατε εσείς η ίδια;
Ναι, έτσι είναι. Σπούδασα, βλέπετε, Καλές Τέχνες στην Beaux-Arts του Παρισιού. Είχα δώσει εξετάσεις και με περάσανε, χωρίς να έχω κάνει καμία προετοιμασία. Πήγα, τότε, σε διάφορα ατελιέ και έκανα μια προσπάθεια για ένα μεγάλο διάστημα. Ύστερα, είχα πάει και σε ένα ατελιέ λιθογραφίας όπου γνώρισα διάφορους ζωγράφους: τον Φασιανό, τον Σπεράντζα, τον Χάρο κλπ. Ήταν πολύ εποικοδομητικό όλο αυτό για μένα. Η ζωγραφική μου αρέσει πάρα πολύ. Δούλεψα, μάλιστα, για οκτώ χρόνια στο ατελιέ ενός μεγάλου ζωγράφου, του Μηνά Σεμερτζιάν, ως βοηθός. Κατόπιν μου παραχώρησε έναν χώρο και δούλευα για μένα. Το ποίημα, «Το ατελιέ», αναφέρεται στις εμπειρίες μου από εκείνη την περίοδο. Ζωγράφιζα και ταυτόχρονα έγραφα ποίηση. Μου αρέσουν και τα δύο εξίσου. Παρ’ όλα αυτά, το τελευταίο διάστημα νιώθω περισσότερο προσηλωμένη στην ποίηση.

Ποια είναι τα θέματα που πραγματεύεται η συλλογή αυτή; Υπάρχει ένας κεντρικός άξονας ή θα πρέπει το κάθε ποίημα να διαβαστεί ως ξεχωριστό και αυτοτελές;
Λατρεύω τη φύση. Τα λουλούδια, τα δέντρα, η θάλασσα, ο ουρανός, τα σύννεφα, ο αέρας, η βροχή… Λατρεύω τις συννεφιασμένες μέρες, με αέρα και μετά βροχή. Αυτά είναι τα βασικά μου στοιχεία. Ύστερα, βέβαια, είναι και ορισμένοι άνθρωποι, πολύ σημαντικοί για εμένα, όπως η κόρη μου, η Αθηνά, που έχει εμπνεύσει πολλά ποιήματά μου, ή ο εγγονός μου. Δεν ασχολήθηκα πολύ με το να δημιουργήσω μια ραχοκοκαλιά πάνω στην οποία θα στηριχτούν τα ποιήματα που απαρτίζουν τη συλλογή. Έβαζα όποιο ποίημα μου άρεσε. Τα κριτήρια ήταν μάλλον αισθητικά, παρά λογικά.

Έχετε εκδώσει άλλα ποιήματά σας στο παρελθόν, ίσως σε κάποιο λογοτεχνικό περιοδικό;
Όπως σας είπα και πριν έγραφα ποιήματα από το γυμνάσιο. Μάλιστα, μερικά από τα πρώτα μου (που τα έχω φυλάξει και τα ανακάλυψα ξανά πρόσφατα) είχα σκεφτεί να τα προσθέσω και αυτά στη συλλογή, αλλά μετά το απέφυγα. Δεν έγραφα ποτέ με σκοπό κάποια στιγμή να τα βγάλω όλα μαζί σε ένα βιβλίο. Γράφω πολύ ελεύθερα. Είναι μια επιθυμία, αλλά και μία βαθύτερη ανάγκη. Όλα αυτά τα χρόνια, έχω γεμίσει τετράδια, χαρτιά εδώ και εκεί, ό,τι θέλεις. Ποτέ, όμως, δεν γινόταν αυτό επί τούτου, για να αποτυπώσω μια αίσθηση ή να καταγράψω ένα  συμβάν. Ένας φίλος μου, μου σύστησε τον εκδοτικό οίκο και όλο αυτό έγινε εντελώς τυχαία. Θα μπορούσε να έχει συμβεί χρόνια πριν, όμως δεν είχα ασχοληθεί καν. Πάντως, ως τώρα, δεν είχα εκδώσει ποτέ κάτι δικό μου, είτε σε ηλεκτρονική, είτε σε έντυπη μορφή. Δεν είχε τύχει και δεν το είχα επιδιώξει.

Ποιο είναι, συνήθως, το σημείο εκκίνησης όταν αποφασίζετε να γράψετε ένα νέο ποίημα;
Το βασικό σημείο εκκίνησης είναι η φύση. Εκείνη είναι που με προκαλεί συνεχώς: είτε γιατί είναι μια θάλασσα πολύ αγριεμένη, είτε γιατί είναι μια συννεφιασμένη μέρα και όταν κάποιος περνάει ξαφνικά, στο νου μου σχηματίζεται μια εικόνα κλπ. Και οι άνθρωποι, βέβαια, αποτελούν πηγή έμπνευσης, περισσότερο σαν στοιχεία της φύσης κι αυτοί με τη σειρά τους. Αν διαβάσεις προσεκτικά τα ποιήματα, οι άνθρωποι παρουσιάζονται πάντα σε σχέση με το φυσικό περιβάλλον γύρω τους, όπως τον αέρα, τον ουρανό, τη νύχτα, τα αστέρια κ.ά.

Αποτελούν τοποθεσίες που γνωρίζετε καλά, όπως η Νάξος ή η Αθήνα, πηγή έμπνευσης για εσάς;
Παίζουν μεγάλο ρόλο και οι δύο. Η Νάξος έχει μια καταπληκτική φύση που με εμπνέει συνέχεια. Συνηθίζω να κάθομαι ξύπνια ως αργά το βράδυ και όταν ακούω τη θάλασσα να χτυπιέται με νεύρα στο ακρογιάλι, για παράδειγμα, μου δίνει ιδέες και κάθομαι και γράφω. Και η Αθήνα, όμως, από την άλλη δεν είναι λιγότερο σημαντική για τη δουλειά μου. Την αγαπώ την Αθήνα και βρίσκω στοιχεία σε αυτήν εξίσου όμορφα με εκείνα που βρίσκω στη Νάξο. Υπάρχει, φυσικά, μια έντονη αντίθεση μεταξύ του νησιώτικου και του αστικού τοπίου, που εμένα προσωπικά με προκαλεί. Στην Αθήνα βγαίνουν λίγο πιο «στεγνά» τα ποιήματά μου. Αυτό, βέβαια, δεν αφαιρεί καθόλου από τον ουρανό ή τον ήλιο που μπορεί να δει κανείς εκεί, ή το φεγγάρι και τα αστέρια, πιο κοντά στο σούρουπο. Η ώρα αυτή που δύει ο ήλιος μου αρέσει πάρα πολύ και την χρησιμοποιώ συχνά σε συνθέσεις μου. Οι εικόνες που επιλέγω να περιγράψω, προέρχονται συχνά από την καθημερινότητα και έτσι έχεις ποιήματα, όπως την «Απογευματινή βόλτα», που μιλάνε για τις νεραντζιές, που στην Αθήνα υπάρχουν σε αφθονία. Εκτός από τις εικόνες και τους ήχους, σημαντικές είναι και οι μυρωδιές, όπως εκείνες από τα λουλούδια, ή τους καρπούς των δέντρων, που τείνουν να γίνονται πιο αισθητές τα απογεύματα.

Στα ποιήματά σας καμιά φορά υπάρχει και ομοιοκαταληξία. Με ποιους τρόπους επιτυγχάνεται η μουσικότητα ενός ποιήματος;
Δεν υπάρχει πάντα ομοιοκαταληξία. Μερικές φορές απλώς τυχαίνει, δεν γίνεται εντελώς συνειδητά. Υπάρχει, μάλλον, ένας ρυθμός και υπάρχει μια κατάληξη η οποία δεν είναι απαραίτητα η αναμενόμενη. Ακούω πάρα πολλή μουσική, αλλά ακούω Rock FM. Δεν προέρχεται, δηλαδή, όλο αυτό ντε και καλά από μια κλασική παιδεία. Υπάρχει μια σύνθεση, περισσότερο σαν οι εικόνες αυτές να είναι «σκηνοθετημένες» και βέβαια υπάρχει αυτό το αναπάντεχο τέλος που ανέφερα και προηγουμένως, που τελικά «δένει» το ποίημα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το «Κάνεις ιστορίες», που τελειώνει με τους στίχους: «Το βράδυ έρχεται γλυκό σαν Κουαντρώ./Πιες μια γουλιά./Πιες άλλη μία./Είναι τα χρώματα π’ αλλάζει ο ουρανός/και γράφουν στον ορίζοντα/τη λέξη αθανασία».

Είναι το ελληνικό κοινό αρκετά δεκτικό όσον αφορά την ποίηση;
Ποιος διαβάζει ποίηση σήμερα; Τα νέα παιδιά, που είναι σήμερα δεκαεπτά και δεκαοκτώ χρονών; Αυτά έχουν τους υπολογιστές και τα κινητά τους και είναι προσκολλημένα σε αυτά. Δυστυχώς, η ποίηση είναι πολύ μακριά από την κουλτούρα τους. Το βιβλίο μου, πάντως, που κυκλοφόρησε λίγο πριν το καλοκαίρι, έλαβε πολύ καλές κριτικές. Όσοι διάβασαν τα ποιήματα, μου είπαν πολύ καλά λόγια. Ενθουσιάστηκαν και ορισμένοι συγκινήθηκαν κιόλας. Μου έκανε εντύπωση που άρεσε τόσο. Αυτό με κάνει να θέλω να συνεχίσω να γράφω, ό,τι κι αν συμβεί.

Βλέπετε τον εαυτό σας στο μέλλον να γράφετε και πεζογραφία ή άλλα είδη;
Δεν ξέρω τι θα κάνω. Σκεφτόμουν να γράψω ένα μυθιστόρημα και το είχα ξεκινήσει, αλλά σταμάτησα και για την ώρα έχω στραφεί αποκλειστικά στην ποίηση. Με βοηθάει πολύ και ψυχολογικά το να γράφω ποίηση. Είχα γράψει κάποτε μερικά διηγήματα, στη Νάξο, αλλά ούτε και ξέρω που βρίσκονται σήμερα. Σε αυτά, μεγαλύτερη σημασία είχαν οι άνθρωποι και οι μεταξύ τους σχέσεις. Είναι ακριβώς η αντίθετη προσέγγιση από εκείνη που κάνω στα ποιητικά μου έργα. Ωστόσο, και αυτά ακόμα τα διηγήματα είχαν κάτι το ποιητικό, στον τρόπο με τον οποίο ήταν γραμμένα. Η ποιητική φλέβα είναι δύσκολο να κρυφτεί.