Βιβλιο

August Voice: Ο σκληρός Αύγουστος του ‘66

«Το τυφλό γουρούνι στη Δεύτερη Οδό»: σύντομο απόσπασμα

Σώτη Τριανταφύλλου
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

«Το τυφλό γουρούνι στη Δεύτερη Οδό»: Λίγες λέξεις από το μυθιστόρημα της Σώτης Τριανταφύλλου που, αν πάνε όλα σύμφωνα με το σχέδιο, θα εκδοθεί τον Φεβρουάριο του 2025.

Την πρώτη μέρα του Αυγούστου του ’66 είχε πανσέληνο: το φεγγάρι του οξύρρυγχου· κοινώς μουρούνα. Είχε γενέθλια η Σούζαν κι ήταν η πρώτη φορά που τα ξέχασα.

Όταν γύρισα από την εφημερίδα εκείνο το βράδυ είχε πέσει για ύπνο· δεν ξέρω να κοιμόταν ή αν παρίστανε ότι κοιμόταν· πάντως τα μάτια της ήταν κλειστά. Στον καθρέφτη του μπάνιου είχε γράψει με κραγιόν: Κρις, είσαι γάιδαρος. Υπογραφή: Σούζαν στα 35. Νομίζω ότι για την υπερβολική αντίδραση έφταιγε ο αριθμός 35 κι όλη εκείνη η ιστορία με τη μητρότητα που έπρεπε να πραγματοποιηθεί το συντομότερο δυνατό. Ύστερα, οι μέρες κυλούσαν ανόρεχτα: σιχαίνομαι το καλοκαίρι στο Μέμφις· ιδιαίτερα τον Αύγουστο όταν τα κουνούπια παχαίνουν και γίνονται σαν σφήκες. Η Σούζαν ήταν άλλοτε θυμωμένη, άλλοτε αφηρημένη· στην εφημερίδα καθόταν σιωπηλή μπροστά στη γραφομηχανή της κι αντέγραφε τα τέλεξ για τους αγώνες του μπέιζμπολ, χωρίς να σχολιάζει και να χειρονομεί όπως έκανε συνήθως. Οι Γιάνκηδες νίκησαν τους Ινδιάνους του Κλίβελαντ και οι Τίγρεις του Ντιτρόιτ κατατρόπωσαν τους Βοστονέζους — αλλά τίποτα απ’ αυτά δεν φαινόταν να την ενδιαφέρει. Στο σπίτι, περνούσε κάμποσες ώρες βλέποντας στην τηλεόραση το «Πέυτον Πλέις», τη «Μάγισσα», τους «Χωριάτες του Μπέβερλι Χιλς» —μιλάμε για έκπτωση πνευματικού επιπέδου— κι όλα αυτά ενώ μασουλούσε ζελεδάκια κι έπινε ένα φρικτό αναψυκτικό που είχε μόνο μια θερμίδα· φοβόταν μήπως παχύνει. Μετά από δυο βδομάδες πεισματικής μουγκαμάρας, άρχισε να λέει ότι είχε σπαταλήσει τα αναπαραγωγικά της χρόνια μαζί μου κι ότι έφταιγα που δεν είχε γίνει μάνα. Τότε κάτι μουρμούρισα για τα ένστικτα των θηλαστικών και η Σούζαν με χαστούκισε: εκείνη τη στιγμή, θυμήθηκα αστραπιαία την Άιντα Λουπίνο στο «Μέσα στην ομίχλη» που χαστουκίζει τον γκάνγκστερ Τζον Γκάρφηλντ κι αυτός την τραβάει κοντά του και φιλιούνται περιπαθώς· εγώ πάντως το τελευταίο που ήθελα να κάνω ήταν να φιλήσω τη Σούζαν.

Τι είχε συμβεί; Δεν ξέρω με ακρίβεια· ξέρω μέσες-άκρες. Όλο το ’66 είχα απορροφηθεί στη δουλειά της εφημερίδας· προσπαθούσα να αναβαθμιστώ σε ρεπόρτερ —κι ενώ εγώ πίεζα τον Άντερσον να γράψω για την Πορεία κατά του Φόβου του Τζέιμς Μέρεντιθ [1] —με στοιχειώνει ακόμα η εικόνα όπου σέρνεται αιμόφυρτος μπρούμυτα στο χώμα— η Σούζαν είχε γνωρίσει τον καουμπόυ (μέσω της καρακάξας, της Ντορίν: τι μπορείς να περιμένεις από κάποια που κέρδισε τον τίτλο «Μις Δαίμων του Τυπογραφείου»;) και πήγαιναν για χορό στα κλαμπ της οδού Μπηλ. Μ’ εμένα έβρισκε τον χορό εκδήλωση ανωριμότητας, με τον καουμπόυ όχι και τόσο. Ό,τι έμαθα για την υπόθεση το έμαθα στις 19 Αυγούστου όταν ήρθαν στο Μέμφις οι Μπητλς και η Σούζαν πήγε μαζί του στη συναυλία στο Κολιζέουμ. Τι δουλειά είχε ο γελαδοβοσκός με τους Μπητλς δεν ξέρω. Πάντως πήγαν ενώ εγώ έκανα νυχτερινή βάρδια στον «Κήρυκα». Τους πρόδωσε μια φωτογραφία που δημοσιεύτηκε την επομένη σε όλες τις εφημερίδες: μέλη της Κου Κλουξ Κλαν και διάφοροι τρελοί του θεού οργάνωσαν πικετοφορία έξω από το Κολιζέουμ επειδή ο Τζον Λέννον είχε πει ότι οι Μπητλς είναι πιο διάσημοι από τον Ιησού. (Κατά τη γνώμη μου, ο Σαρλώ είναι πιο διάσημος από τον Ιησού, αλλά δεν έχω ακούσει κανέναν να το λέει.) Στη φωτογραφία που έγινε τεκμήριο της απιστίας, ο ιεροκήρυκας Τζίμμυ Στρόουντ φαινόταν να κουνάει έξαλλα τα χέρια του έξω από την αίθουσα ενώ οι θεατές στέκονταν στην ουρά για να βγάλουν εισιτήριο. Ανάμεσά τους μπόρεσα να διακρίνω τη Σούζαν με το γνώριμο κασκέτο του μπέιζμπολ και δίπλα της τον καουμπόυ με το αναμενόμενο καουμπόικο καπέλο: Η Χώρα του Μάρλμπορο. Ο Τζέικ —έτσι τον λένε— έχει το ηλιοκαμένο και ανεμοδαρμένο πρόσωπο που ταιριάζει στο φόντο των κόκκινων λόφων από ψαμμίτη: το διαπίστωσα αργότερα, την ημέρα που ήρθε στην οδό Μπέρντσονγκ να παραλάβει τη Σούζαν. Καθόμουν στη σκεπαστή βεράντα και τους παρατηρούσα που φόρτωναν τα υπάρχοντά της στο ημιφορτηγάκι. Αλλά, ας μην προτρέχω. Μόλις είδα τη φωτογραφία, έπαθα νευρική κρίση και παρότι ήθελα να γράψω στην εφημερίδα για τη χοντροκοπιά που μας διέπει εδώ στη Ζώνη της Βίβλου, βγήκα εντελώς εκτός θέματος και βάλθηκα να γράφω για την απιστία της Σούζαν, η οποία, ενώ εγώ ξενυχτούσα στήνοντας σελίδες στον «Κήρυκα», επιδιδόταν εις άρτον και θεάματα με τον καουμπόυ.

Όταν την προκάλεσα, ομολόγησε ότι είχαν «δειπνήσει» (τι λέξη είναι αυτή; «Δειπνήσει!») επανειλημμένως όχι μόνο στην «Αρκάνα» αλλά και στο «Ραντεβού»· δηλαδή, ότι με απατούσε απροκάλυπτα, τρώγοντας παϊδάκια και χαριεντιζόμενη με δασύτρυχο καουμπόυ (όπως είπα, τον είδα όταν ήρθε να την παραλάβει: ο Τζέικ είναι τριχωτός) υπό τα όμματα Ελλήνων κουτσομπόληδων. Στη συνέχεια ομολόγησε ότι είχαν δει μαζί δύο ταινίες του Έλβις Πρίσλεϋ· στη μία ήταν χαρτοπαίκτης σε ποταμόπλοιο, «σαν τον μπαμπά σου» μου είπε περιπαικτικά, στην άλλη ήταν οδηγός σε αγώνες αυτοκινήτων όπως και παλιότερα στο «Βίβα Λας Βέγκας». Οι σεναριογράφοι είχαν ξεμείνει από ιδέες: είχαν ήδη κάνει τον Έλβις στρατιώτη, χωρικό από το Τέξας κι από τη Φλόριντα, πυγμάχο, ναυαγοσώστη, μηχανικό αυτοκινήτων, τσιράκι μαφιόζου, πιλότο ελικοπτέρου, χαρτοπαίκτη σε ποταμόπλοιο, σκιέρ, βατραχάνθρωπο, γιατρό και ραλίστα στο Βέγκας.

Παραληρώ, το ξέρω.

Τελικά, το θέμα των Μπητλς και του Τζίμμυ Στρόουντ κάλυψε ένας συνάδελφος από το πολιτιστικό ρεπορτάζ ο οποίος αγνοούσε το προσωπικό μου δράμα, πράγμα που με εκνεύρισε ακόμα περισσότερο. Κι ενώ χωρίζαμε τη Σούζαν με φωνές, δάκρυα κι ένα χαστούκι, ο «Κήρυκας του Μέμφις» έδειξε για μια ακόμα φορά πόσο χέστηδες και ξεπουλημένοι ήμασταν: «Η όγδοη εμφάνιση της τελευταίας περιοδείας του βρετανικού συγκροτήματος Μπητλς πραγματοποιήθηκε στο Κολιζέουμ του Μεσονότου, την πρώτη αρένα στο Μέμφις όπου δεν υπάρχουν χωριστές θέσεις για λευκούς και Νέγρους, και όπου ήδη έχουν εμφανιστεί συγκροτήματα διεθνούς φήμης όπως οι επίσης Βρετανοί Ρόλλινγκ Στόουνς με σαπόρτ τις δικές μας Πάττι Λαμπέλ και τις Μπλούμπελς από τη Φιλαντέλφια. Οι Μπητλς ήρθαν στο Μέμφις για δύο συναυλίες. Στο Κολιζέουμ, χωρητικότητας 13.300 ατόμων, συνέρρευσαν για την πρώτη παράσταση, που ξεκίνησε στις 4 μ.μ., 10.000 άτομα, ενώ για τη δεύτερη, που ξεκίνησε στις 20.30, ο αριθμός ανήλθε στις 12.500. Σαπόρτ έπαιξαν οι Remains, ο Μπόμπυ Χεμπ, οι Cyrkle και οι Ρονέτς. Το σετ των Μπητλς και για τα δύο σόου αποτελούνταν από έντεκα κομμάτια. Ανκόρ δεν ζητήθηκε από το κοινό.»

Αυτή η φράση περί ανκόρ τι χρειαζόταν; Χρειαζόταν για να δείξουμε πως εμείς στον «Κήρυκα» είμαστε δήθεν αντικειμενικοί κι ότι ο Λέννον έκανε λάθος να συγκρίνει τον εαυτό του με τον Θεάνθρωπο. Το δημοσίευμα συνεχιζόταν ως εξής:

«Η περιοδεία του βρετανικού ποπ σχήματος αμαυρώθηκε από διαμάχες γύρω από τη δήλωση του Τζον Λέννον ότι οι Μπητλς είναι πιο δημοφιλείς από τον Ιησού’’. Αν και στη συνέχεια τα μέλη του συγκροτήματος προσπάθησαν σε συνεντεύξεις να το ρίξουν στ’ αστείο, παντού στον Νότο ευσεβείς χριστιανοί έκαψαν δημοσίως τους δίσκους τους, ενώ ραδιοφωνικοί παραγωγοί μποϊκόταραν τα κομμάτια τους. Το αποκορύφωμα της διαμαρτυρίας ήταν η συγκέντρωση έξω από τον συναυλιακό χώρο Koλιζέουμ στο Μέμφις, της οποίας ηγήθηκε ο αιδεσιμότατος Τζίμι Στρόουντ. Η επόμενη στάση των Μπητλς είναι το Σινσινάτι του Οχάιο.»

Τσιμουδιά για το ότι στη διαμαρτυρία πήραν μέρος έξι Κλάνσμεν με λευκές ρόμπες και ότι κατά τη διάρκεια της δεύτερης παράστασης, καθώς οι Μπητλς τραγουδούσαν το If I Needed Someone’’ κάποιος πέταξε στη σκηνή μια κερασοβόμβα. Οι μουσικοί τέλειωσαν όπως-όπως το τραγούδι και φυγαδεύτηκαν από την πίσω πόρτα με προορισμό το αεροδρόμιο. Στον «Κήρυκα», ακολούθησε η γνωστή σκηνή: όρμησα στο γραφείο του Άντερσον και διαμαρτυρήθηκα για το ουδέτερο ύφος του μονόστηλου και για τη λεζάντα στη φωτογραφία: «Μουσικόφιλοι περιμένουν να αγοράσουν τα εισιτήρια έναντι πεντέμισι δολαρίων στο Κολιζέουμ, το καμάρι του Μέμφις». «Σα δεν ντρεπόμαστε, Χανκ! Παρουσιάζουμε πικετοφορία της Κου Κλουξ Κλαν σαν να πρόκειται για εκδήλωση προσκόπων!»

—Ρε συ, είπε κάπως αφηρημένος ο Άντερσον, η Σούζαν είναι αυτή εδώ στην ουρά;

Παρ’ ολίγο να πω «Ποια Σούζαν;» Την είχα ήδη ξεγράψει.

Αστυνομικός προστατεύει τους Beatles καθώς παίζουν σε απογευματινή συναυλία στο Μέμφις του Τενεσί, 20 Αυγούστου 1966

[1] Ο Τζέιμς Μέρεντιθ, ο πρώτος Αφροαμερικανός που εγγράφηκε στο Πανεπιστήμιο του Μισισιπή, ξεκίνησε την Πορεία κατά του Φόβου τον Ιούνιο του 1966 με σκοπό να περπατήσει, συμβολικά, από το Μέμφις μέχρι στο Τζάκσον του Μισισιπή μέσω του Δέλτα, Η αφετηρία του ήταν το ξενοδοχείο Peabody, έμβλημα της πόλης μας. Στη συνέχεια, ακολούθησε την πολιτειακή γραμμή του Μισισσίπι διανύοντας περίπου 270 μίλια μέσα σε 21 ημέρες. Ο Μέρεντιθ ήθελε να ενθαρρύνει τους μαύρους να εγγραφούν στους εκλογικούς καταλόγους για να ψηφίζουν στις τοπικές και ομοσπονδιακές εκλογές. Αλλά, όταν τη δεύτερη μέρα της πορείας, ένας λευκός ρατσιστής πυροβόλησε και τραυμάτισε τον Μέρεντιθ, η πρωτοβουλία πήρε μεγάλες διαστάσεις και δημοσιότητα: τέλος, μπήκαν στο Τζάκσον δεκαπέντε χιλιάδες μαύροι διαδηλωτές και ο Στόουκλυ Καρμάικλ, ένας μαύρος αγωνιστής από το Μπρονξ, εκφώνησε την ομιλία για τη Μαύρη Δύναμη. Οι μαύροι είχαν εξοργιστεί και η υπομονή τους είχε εξαντληθεί. Αλλά η αστυνομία τούς έκανε τη ζωή δύσκολη: σε όλη τη διάρκεια της πορείας έπεσαν δακρυγόνα και έγιναν αλλεπάλληλες συλλήψεις. Ο Κήρυξ του Μέμφις περιέγραφε τα καθέκαστα με δήθεν αντικειμενικό τρόπο χωρίς να παίρνει θέση αλλά δεν παρέλειψε να σημειώσει ότι την Πορεία στήριξαν διασημότητες όπως ο Μάρλον Μπράντο, ο Τζέιμς Μπράουν και ο Σάμμυ Ντέιβις Τζούνιορ.