Βιβλιο

Λόις Λόουρι: Η κορυφαία συγγραφέας παιδικών βιβλίων

Γράφοντας για αυτά που έχουν σημασία, με τον πιο συναρπαστικό τρόπο

Κυριάκος Αθανασιάδης
8’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Λόις Λόουρι: Το #1 παιδικό βιβλίο δυστοπικής φαντασίας, και μια διπλή περιπέτεια στην Εποχή του Σιδήρου

Πέρασα το Σαββατοκύριακό μου παρέα με τη Λόις Λόουρι. Και ήταν ένα Σαββατοκύριακο που άξιζε κάθε του λεπτό. Ήξερα γι’ αυτήν, είχα δει την ταινία του 2014, αλλά δεν είχα διαβάσει κανένα βιβλίο της μέχρι τώρα. κακώς.

Λόις Λόουρι: Η κορυφαία συγγραφέας παιδικού βιβλίου

Ξεκίνησα τον «Φύλακα της Μνήμης» (μετάφραση Φίλιππος Μανδηλαράς, Εκδόσεις Παπαδόπουλος) ξέροντας πως θεωρείται ένα από τα κορυφαία παιδικά μυθιστορήματα δυστοπικής φαντασίας που γράφτηκαν ποτέ, αν όχι το κορυφαίο όλων. Είδα τις λίστες των έγκριτων περιοδικών και βιβλιοθηκών της Αμερικής, και πράγματι δεν λείπει από καμιά τους. Στις περισσότερες, μάλιστα, φιγουράρει στην πρώτη θέση. Άλλωστε, εκδόθηκε το 1993, οπότε κατ’ ανάγκην πάνω σε αυτό ακριβώς βασίστηκαν πολλά μεταγενέστερα μπεστ-σέλερ, όπως για παράδειγμα η σειρά «Hunger Games» αλλά και πολλά άλλα.

Οι βιβλιοθήκες και τα ειδικά περιοδικά είχαν δίκιο (προφανώς). Ο «Φύλακας της Μνήμης» είναι σπουδαίο έργο. Και καταλαβαίνει αμέσως κανείς γιατί αυτό το βιβλίο δεν (μπορεί να) λείπει από κανέναν κατάλογο προτεινόμενων βιβλίων για παιδιά και εφήβους —άλλωστε, πολλά σχολεία το υιοθέτησαν ως μέρος του υποχρεωτικού προγράμματος σπουδών—, ενώ ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΑ είναι αυτό που έχει απαγορευτεί στις πιο συντηρητικές (με την πολύ κακή έννοια) πόλεις των ΗΠΑ: κάτι που είναι τίτλος τιμής για οποιοδήποτε βιβλίο, φυσικά. Σύμφωνα με τους New York Times, διαβάζουμε, από το 1993 και μετά, οπότε και πρωτοεκδόθηκε, βρισκόταν διαρκώς κοντά στην κορυφή της λίστας των «απαγορευμένων και αμφισβητούμενων βιβλίων» της Ένωσης Βιβλιοθηκών της Αμερικής.

Η διαφορά του εκπληκτικού αυτού μυθιστορήματος από άλλα, που ακολούθησαν, είναι η αμεσότητά του. Η Λόουρι χτίζει ψηφίδα-ψηφίδα έναν κόσμο εντελώς απρόβλεπτο και τρομακτικό, παρουσιάζοντάς μας καθετί, όλες τις ανατριχιαστικές λεπτομέρειες, με έναν τρόπο σχεδόν ψιθυριστό, ευθύ, χωρίς κορόνες και με πλήρη απουσία κάθε ηθικολογίας. Απλώς τα πράγματα, λέει, είναι έτσι. Και είναι τόσο άσχημα. Μάλιστα, η ίδια δεν λέει καν ότι είναι άσχημα· δεν κρίνει, δεν αναθεματίζει, δεν μπαίνει μέσα στην ιστορία της για να μας πει ποιο είναι το κακό και ποιο το καλό. Δεν μας θεωρεί ανεπαρκείς. Καταλαβαίνουμε αμέσως. Όλα τα παιδιά θα το καταλάβουν.

Το άλλο χαρακτηριστικό της είναι η οικονομία. Λείπουν από εδώ οι σχοινοτενείς περιγραφές, τα subplots, οι ιστορίες που παίζουν υποβοηθητικό ρόλο (ή που υπάρχουν απλώς για να γεμίζουν σελίδες). Όχι. Η ιστορία καλύπτει 250 σελίδες, κι αυτό ήταν. Υπάρχουν επίσης κάποια ευρήματα δραματουργικής φύσεως στο βιβλίο που σε ανατριχιάζουν, ενώ κάποιες σκηνές είναι τρομερά δυνατές — σε αφήνουν με το στόμα ανοιχτό, για την ακρίβεια, και κινητοποιούν τους ήρωες για να δράσουν όπως θα δράσουν. Σπουδαίο βιβλίο, σε κάθε περίπτωση, που μακάρι να διαβαστεί από πολλά παιδιά. Είναι ένα μάθημα πολιτικής ηθικής που θα τους κάνει πολύ καλό.

Η Λόις Λόουρι γεννήθηκε το 1937, και εξέδωσε το πρώτο της βιβλίο σε σχετικά μεγάλη ηλικία: στα σαράντα της. Μέχρι σήμερα, έχει εκδώσει σχεδόν 50 μυθιστορήματα, όλα τους μπεστ-σέλερ και πολυμεταφρασμένα. Ο «Φύλακας της Μνήμης» είναι ένα από τα κορυφαία της, και πιθανόν αυτό με τις υψηλότερες πωλήσεις. Το απολαύσαμε. Και θα περιμένουμε με χαρά και ανυπομονησία και τον δεύτερο, επίσης αυτοτελή, τόμο που θα κυκλοφορήσει το 2025, πάντα από τις Εκδόσεις Παπαδόπουλος.

* * *

Αμέσως μετά, σειρά πήρε το «Αίνιγμα του Γουίντεμπι», που είναι το τελευταίο —για την ώρα— μυθιστόρημα της Λόις Λόουρι. Εκδόθηκε μόλις πέρυσι, και στα ελληνικά πριν από δύο μήνες (μετάφραση Βάσια Τζανακάρη, Εκδόσεις Παπαδόπουλος). Εδώ η Λόουρι κάνει κάτι που μας άρεσε πάρα πολύ και, θα λέγαμε, μας ενέπνευσε: μιλά σε πρώτο πρόσωπο στον αναγνώστη, σε ένα είδος προλόγου, ιντερμέτζου και επιλόγου, ανοίγοντάς μας όλα της τα χαρτιά, ξεναγώντας μας στο γραφείο της και δείχνοντάς μας από πού αντλεί την έμπνευσή της, πώς ερευνά τα πραγματολογικά και άλλα στοιχεία που πρέπει να ερευνήσει, τι την ενδιαφέρει να «πει» με ένα βιβλίο, και πώς στέκεται η ίδια απέναντι στα πάθη των ηρώων της. Ο αναγνώστης θα μας θυμηθεί 100% όταν η Λόουρι θα μας αποκαλύψει πώς αισθανόταν κατά τις τελευταίες σελίδες της ιστορίας που αφορά την ηρωίδα της, την Έστριλντ. Ανατριχιαστικό…

Η Έστριλντ είναι μια δεκατριάχρονη Γερμανίδα που ζει κατά τον 1ο αιώνα μ.Χ. Μέλος μιας πολεμικής φυλής, έχει προδιαγεγραμμένη μοίρα σαν κορίτσι που είναι: θα μεγαλώσει δουλεύοντας στα χωράφια, και κάπου στα 15-16 της θα παντρευτεί και θ’ αρχίσει να γεννάει παιδιά, για να δώσει στρατιώτες στον οικισμό. Ταυτόχρονα, θα δουλεύει από το πρωί μέχρι το βράδυ, μαγειρεύοντας, καθαρίζοντας, πλένοντας, υφαίνοντας, οργώνοντας, ψαρεύοντας, φέρνοντας νερό, ποτίζοντας, φροντίζοντας τα ζώα και μεγαλώνοντας τα παιδιά της. Μια ζωή που θυμίζει —και είναι— κανονική σκλαβιά, από την οποία δεν υπάρχει δυνατότητα απόδρασης. Όμως η Έστριλντ θα θελήσει να τα αλλάξει όλα αυτά. Θα το βάλει πείσμα να γίνει η πρώτη γυναίκα πολεμίστρια, χαράσσοντας ένα καινούργιο μέλλον για τα κορίτσια και τις γυναίκες της φυλής της. Μια ατρόμητη πρωτο-φεμινίστρια, η μικρή και κάτι παραπάνω από γενναία Έστριλντ θα τα βάλει με όλους και με όλα.

Η Λόουρι εμπνεύστηκε την ιστορία της από την αληθινή ανακάλυψη ενός πτώματος ηλικίας δύο χιλιάδων ετών σε έναν βάλτο τύρφης στο Γουίντεμπι της βόρειας Γερμανίας. Και, χάρη στην πένα της, το Παιδί του Γουίντεμπι θα ξαναζήσει, και επιτέλους θα δοξαστεί όπως τού αξίζει. Υπέροχο βιβλίο, με δύο ήρωες (την Έστριλντ και τον μυστικό φίλο της Βάρικ, έναν πρωτο-επιστήμονα) που εγγράφονται μέσα σου. Και μια πολύ όμορφα εικονογραφημένη έκδοση, επίσης.

* * *

Ακολουθεί ένα απόσπασμα από τον «Φύλακα της Μνήμης», από το Κεφάλαιο 5. Διαβάστε το:

Ο Τζόνας δεν συμμετείχε σχεδόν ποτέ στην πρωινή τελετουργία της αφήγησης των ονείρων, επειδή σπάνια έβλεπε όνειρα. Κάποιες φορές ξυπνούσε με το αίσθημα ότι αποσπάσματα ονείρων επέπλεαν στον ύπνο του, αλλά δεν μπορούσε να τα συγκρατήσει και να τα συνθέσει σε κάτι που να άξιζε να το μοιραστεί κατά την τελετουργία. Αυτό το πρωί, όμως, ήταν διαφορετικό, γιατί την προηγούμενη νύχτα είχε δει ένα πολύ ζωντανό όνειρο. […]

«Εσύ, Τζόνας;» ρώτησε η μητέρα. Πάντοτε ρωτούσαν κι εκείνον, παρότι γνώριζαν ότι πολύ σπάνια είχε ένα όνειρο να αφηγηθεί.

«Λοιπόν, εγώ είδα ένα όνειρο χτες βράδυ» τους είπε ο Τζόνας και κουνήθηκε στο κάθισμά του συνοφρυωμένος.

«Ωραία» είπε ο πατέρας. «Για πες μας».

«Δεν είναι πολύ ξεκάθαρο, για να πω την αλήθεια» τους εξήγησε ο Τζόνας, προσπαθώντας να ξαναφέρει στο μυαλό του το περίεργο όνειρο. «Νομίζω ότι ήμουν στον χώρο λουσίματος, στον Οίκο των Ηλικιωμένων».

«Εκεί δεν ήσουν χθες;» ρώτησε ο Πατέρας.

Ο Τζόνας συγκατάνευσε. «Αλλά δεν ήταν ακριβώς ίδιος. Υπήρχε μία μπανιέρα στο όνειρο, μονάχα μία, ενώ στην πραγματικότητα έχει πολλές σειρές μπανιέρες εκεί. Ο χώρος στο όνειρό μου ήταν ζεστός και υγρός. Και είχα βγάλει την τουνίκ μου, αλλά δεν είχα βάλει τη φόρμα εργασίας, οπότε το στέρνο μου ήταν γυμνό. Ήμουν ιδρωμένος επειδή είχε πολλή ζέστη. Κι ήταν κι η Φιόνα εκεί, έτσι όπως ήταν χτες που την είδα».

«Και ο Άσερ;» ρώτησε η Μητέρα.

Ο Τζόνας κούνησε το κεφάλι του αρνητικά. «Όχι. Ήμουν μόνο εγώ κι η Φιόνα, μόνοι στο δωμάτιο, όρθιοι πλάι στην μπανιέρα. Αυτή γελούσε. Αλλά εγώ όχι. Ήμουν λιγάκι θυμωμένος μαζί της, μάλιστα, γιατί δεν μ’ έπαιρνε στα σοβαρά».

«Δεν σε έπαιρνε στα σοβαρά σε σχέση με τι;» ρώτησε η Λίλι.

Ο Τζόνας κοίταξε το πιάτο του. Για κάποιο λόγο που δεν μπορούσε να κατανοήσει, ένιωθε λιγάκι αμήχανος. «Νομίζω ότι προσπαθούσα να την πείσω να μπει στην μπανιέρα με το νερό».

Έκανε μια παύση. Ήξερε ότι έπρεπε να το πει ολόκληρο το όνειρο, ότι δεν ήταν απλώς επιθυμητό αλλά απαραίτητο να το πει ολόκληρο. Έτσι, πίεσε τον εαυτό του να αφηγηθεί το μέρος που τον έκανε να νιώθει αμήχανος.

«Ήθελα να βγάλει τα ρούχα της και να μπει στην μπανιέρα» είπε βιαστικά. «Ήθελα να τη λούσω. Κρατούσα το σφουγγάρι στο χέρι μου. Αλλά εκείνη δεν ήθελε. Συνέχιζε να γελάει και να λέει όχι».

Κοίταξε τους γονείς του. «Αυτό είναι όλο» είπε.

«Μπορείς να περιγράψεις το ισχυρότερο συναίσθημα στο όνειρό σου, παιδί μου;» ρώτησε ο Πατέρας.

Ο Τζόνας σκέφτηκε αρκετή ώρα. Οι λεπτομέρειες ήταν θολές και ασαφείς. Αλλά τα συναισθήματα ήταν ξεκάθαρα και ένιωσε να τον πλημμυρίζουν ξανά, τώρα που το σκεφτόταν. «Η επιθυμία» είπε. «Ήξερα ότι δεν επρόκειτο να μου έκανε τη χάρη. Και νομίζω ότι ήξερα ότι δεν έπρεπε κιόλας. Αλλά το ήθελα τόσο πολύ! Ένιωθα την επιθυμία να με δονεί ολόκληρο».

«Ευχαριστώ για το όνειρό σου, Τζόνας» είπε η Μητέρα μετά από λίγο. Έπειτα κοίταξε με νόημα τον Πατέρα.

«Λίλι» είπε ο Πατέρας, «είναι ώρα να φύγουμε για το σχολείο. Θέλεις να περπατήσεις πλάι μου σήμερα ώστε να ρίχνεις μια ματιά στο καλάθι του νεογνού; Θέλουμε να είμαστε σίγουροι ότι δεν θα πέσει».

Ο Τζόνας σηκώθηκε αργά για να μαζέψει τα σχολικά του βιβλία. Του φάνηκε παράξενο που δεν είχαν σχολιάσει το όνειρό του πριν τον ευχαριστήσουν. Ίσως το βρήκαν πολύ μπερδεμένο, όπως το έβρισκε κι εκείνος.

«Περίμενε, Τζόνας» είπε γλυκά η μητέρα του. «Θα σου γράψω ένα δικαιολογητικό για τον εκπαιδευτή σου, ώστε να μη χρειαστεί να δώσεις εξηγήσεις για την καθυστέρηση». […] «Τζόνας» είπε χαμογελαστά, «το συναίσθημα που περιέγραψες ως επιθυμία ήταν οι πρώτες σου Εξάψεις. Ήταν κάτι που περιμέναμε με τον Πατέρα να σου συμβεί. Συμβαίνει σε όλους. Συνέβη και στον Πατέρα όταν ήταν στην ηλικία σου. Και συνέβη και σε μένα. Θα συμβεί κάποια μέρα και στη Λίλι. Και πολύ συχνά» πρόσθεσε η μητέρα, «ξεκινάει με ένα όνειρο».

Εξάψεις. Την είχε ξανακούσει αυτή τη λέξη. Θυμόταν μια αναφορά στις Εξάψεις στο Βιβλίο των Κανόνων, αλλά δεν θυμόταν τι έλεγε. Και τις ανέφερε και ο Εκφωνητής πότε πότε. ΠΡΟΣΟΧΗ: ΥΠΕΝΘΥΜΙΖΟΥΜΕ ΟΤΙ ΟΙ ΕΞΑΨΕΙΣ ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΩΣΤΕ ΝΑ ΞΕΚΙΝΑΕΙ Η ΣΧΕΤΙΚΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ. Πάντοτε την αγνοούσε αυτή την ανακοίνωση επειδή δεν καταλάβαινε σε τι αναφερόταν και ποτέ δεν του είχε φανεί να τον αφορά με οποιονδήποτε τρόπο. Έτσι κι αλλιώς, αγνοούσε πολλές από τις εντολές και τις υπενθυμίσεις που διάβαζε ο Εκφωνητής, όπως έκαναν και οι περισσότεροι πολίτες. […]

«Και τι γίνεται τώρα με τη θεραπεία; Ο Εκφωνητής λέει ότι πρέπει να ξεκινήσει η θεραπεία». Ο Τζόνας ένιωσε πολύ άσχημα. Μα έπρεπε να συμβεί τώρα αυτό; Τώρα που πλησίαζε η Τελετή των Δώδεκα; Θα έπρεπε να πάει κάπου για θεραπεία μόνο και μόνο εξαιτίας ενός ηλίθιου ονείρου;

Η μητέρα του γέλασε ξανά καθησυχαστικά. «Όχι, όχι» είπε στοργικά. «Θα ξεκινήσεις απλώς να παίρνεις κάτι χάπια. Αυτό είναι όλο. Αυτή είναι η θεραπεία για τις Εξάψεις».

 * * *

ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ: H Lois Lowry συγκαταλέγεται αναμφισβήτητα στις σπουδαιότερες Αμερικανίδες συγγραφείς νεανικής λογοτεχνίας του 20ού αιώνα. Έγινε διάσημη χάρη στην αγάπη της για τη δυστοπία και την εφευρετικότητα της γραφής της. Σύμφωνα με τους New York Times, η Lowry δίκαια θεωρείται πως έχει δημοσιεύσει «το καλύτερο βιβλίο νεανικής λογοτεχνίας που γράφτηκε ποτέ», μια αναφορά στον «Φύλακα της Μνήμης». Για τα δεκάδες βιβλία της έχει λάβει αναρίθμητες διακρίσεις, ενώ ξεχωριστή θέση ανάμεσά τους κατέχει η διπλή κατάκτηση του πολύ σημαντικού Newbery Medal: το 1990 με το «Number the Stars», και το 1994 με τον «Φύλακα της Μνήμης».

ΓΙΑ ΤΟΝ «ΦΥΛΑΚΑ ΤΗΣ ΜΝΗΜΗΣ»: Ο δωδεκάχρονος Τζόνας ζει σε μια ειρηνική κοινότητα που μοιάζει ιδανική: η πείνα, ο πόνος, ο πόλεμος έχουν εξαλειφθεί, τόσο από τη ζωή όσο και από τη μνήμη των ανθρώπων. Οι ανάγκες επιβίωσης είναι εξασφαλισμένες για όλους. Ο Τζόνας δεν θα μπορούσε ποτέ να σκεφτεί πως κάτι πάει στραβά στον κόσμο του, πως το τίμημα για όλα αυτά μπορεί να είναι τρομερό. Όταν όμως επιλέγεται ως ο επόμενος Φύλακας της Μνήμης και γνωρίζει τον Δωρητή, ανακαλύπτει ότι η κοινότητα στην οποία ζει δεν είναι όσο τέλεια μοιάζει…

ΓΙΑ ΤΟ «ΑΙΝΙΓΜΑ ΤΟΥ ΓΟΥΙΝΤΕΜΠΙ»: Η Έστριλντ δεν μοιάζει με τα άλλα κορίτσια στο χωριό της· θέλει να γίνει πολεμίστρια. Ο Βάρικ, το ορφανό αγόρι που τη βοηθά να εξασκηθεί παρά την παραμορφωμένη πλάτη του, είναι επίσης ξεχωριστός. Όμως σε έναν κόσμο όπου οι διαφορές δεν γίνονται ανεκτές, ο κίνδυνος που διατρέχουν είναι θανάσιμος…