Βιβλιο

CAConrad: «Ένα ηχηρό F*** off στους bullies του καλλιτεχνικού κατεστημένου»

Πώς η επιμονή, η αφοσίωση στη δημιουργική σου φωνή και μια σειρά από ευφάνταστα σωματικά τελετουργικά  μπορούν να δώσουν φτερά στην καλλιτεχνική δημιουργία

Κρυστάλλη Γλυνιαδάκη
ΤΕΥΧΟΣ 925
11’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

Συναντήσαμε το σημαντικό Αμερικανό ποιητό CAConrad στην Ανάφη, για μια συζήτηση έμπνευση.

Ο αέρας ουρλιάζει αδιάκοπα. Ως σχεδόν οφείλει, παρ’ όλο που δεν είναι ακόμη Αύγουστος. Στη γωνία ενός δρόμου, στρίβω κι οι ριπές σχεδόν με σηκώνουν από το έδαφος. Καλοκαίρι σε νησί του Αιγαίου. Ευτυχία. Τριγύρω μου κατάλευκα σπίτια, στο βάθος το μπλε: η παχιά Παχειά, η μακρόστενη Μακρά – η θέα από τη χώρα της Ανάφης.

Στο χαμηλό τοιχίο ενός σπιτιού μπροστά μου, ένα ποίημα σε μορφή ζώου ή πουλιού, ένα ποίημα που χορεύει ή ίσως το παίρνει κι αυτό ο άνεμος: προσπαθήστε να /θυμάστε πάντα τα / ημερολόγια φωτός/ με τα οποία / μέτραγαν / οι πρόγονοί/ μας τον χρόνο – ένα από τα ποιήματα του CAConrad που έχουν αναρτηθεί σε τοίχους της Ανάφης, ως μέρος της παρουσίασης της ποίησής του στο φετινό phenomenon.

Έχω έρθει να το συναντήσω, να το γνωρίσω, έχοντας μεταφράσει ήδη 20 ποιήματά του στα ελληνικά και περιμένοντας να βρω χρόνο για δουλέψω πάνω στα υπόλοιπα. Θα κυκλοφορήσουν κάποια στιγμή στο κοντινό μέλλον από τις εκδόσεις Κείμενα.

«Πόσο, μα πόσο μου αρέσει αυτός ο αέρας!» λέει με παιδικό ενθουσιασμό το CA.

Με το CAConrad στο «Στέκι» στην Ανάφη © Piergiorgio Pepe

Είναι η πρώτη φορά που έρχεται στο νησί. Ξυπνάει καθημερινά με την ανατολή του ηλίου, να κάνει ένα δικής του έμπνευσης τελετουργικό συνδεδεμένο με την αυγή. Το τελετουργικό  βοηθάει στη συγγραφή, λέει· έχει ολόκληρη φιλοσοφία στη σχέση ποίησης και τελετουργίας. Μου εξηγεί:

«Για τριάντα ολόκληρα χρόνια, από τότε που ξεκίνησα να γράφω το 1975 μέχρι και το 2005, έγραφα με τον παλιομοδίτικο τρόπο: περιμένοντας να μου έρθει η έμπνευση. Αλλά το 2005 έπιασα φιλία με κάτι μεταπτυχιακούς φοιτητές δημιουργικής γραφής και παρατήρησα ότι τα γραπτά και οι ζωές τους συνδέονταν με τρόπο που δεν συνέβαινε στη δική μου ζωή. Αναρωτήθηκα γιατί· και συνειδητοποίησα ότι εκείνοι είχαν μεγαλώσει σε οικογένειες με γιατρούς, δικηγόρους κι αρχιτέκτονες, ενώ εγώ σε μια οικογένεια εργατών. Όταν οι δικοί μου πήγαιναν να δουλέψουν στο εργοστάσιο, γίνονταν η προέκταση των μηχανών με τις οποίες εργάζονταν πάνω από 10 ώρες την ημέρα. Όταν κάνεις τέτοια κουραστική δουλειά, αναγκάζεσαι να κλείσεις απ’ έξω το παρόν. Το μυαλό σου ζει στο παρελθόν· και στο μέλλον σου βλέπεις μόνο δουλειά, δουλειά, δουλειά. Όταν γυρνάς στο σπίτι, δεν ξέρεις πώς να απεκδυθείς αυτόν τον ρόλο. Οι δικοί μου είτε έπασχαν από κατάθλιψη για το παρελθόν είτε είχαν αδιανόητο άγχος για το μέλλον. Ως παιδί, λοιπόν, έμαθα μαζί τους ν’ αποφεύγω το παρόν.

Κοιτάζοντας τους νέους μου φίλους, συνειδητοποίησα ότι εκείνοι ζούσαν και δημιουργούσαν στο παρόν. Κατάλαβα ότι χρειαζόμουν μια ολοκαίνουργια σχέση με τον χρόνο. Δημιούργησα λοιπόν δικά μου τελετουργικά ποιητικής έμπνευσης, τα οποία ονομάζω “(σωμα)τικά” και τα οποία μου δημιουργούν ένα “ακραίο παρόν” στο οποίο αδυνατώ να σκεφτώ οτιδήποτε άλλο εκτός από αυτό που κάνω κι έχω μπροστά μου εκείνη τη στιγμή.

Η πρώτη (σωμα)τική τελετουργία που δοκίμασα ήταν η κατανάλωση ενός μόνο χρώματος φαγητού για μια μέρα: ξεκίνησα από το κόκκινο. 

Η πρώτη (σωμα)τική τελετουργία που δοκίμασα ήταν η κατανάλωση ενός μόνο χρώματος φαγητού για μια μέρα: ξεκίνησα από το κόκκινο. Βρήκα μια μακριά κόκκινη περούκα σ’ έναν σκουπιδοντενεκέ πίσω από μια σχολή αισθητικής, μισή ίσια και μισή φριζαρισμένη, και στριφογυρνούσα στην πόλη φορώντας τη για μια ολόκληρη μέρα, καταναλώνοντας μόνο κόκκινα φαγητά.

Στο τέλος της ημέρας κατάλαβα δύο βασικά πράγματα: πρώτον, η μέθοδος λειτουργούσε! Ζούσα στο παρόν όλη τη μέρα, περισσότερο από ποτέ. Το δεύτερο που έμαθα είναι ότι το κόκκινο ποίημα που έγραψα δεν θα είχε γραφτεί ποτέ και για κανέναν άλλο λόγο και σε ουδεμία άλλη στιγμή. Δηλαδή, το ίδιο το τελετουργικό είχε δημιουργήσει ένα ποίημα.

Τα (σωμα)τικά τελετουργικά ποίησης που κάνω μού επιτρέπουν να εστιάσω στις ποιητικές μου δεξιότητες με νέους και συναρπαστικούς τρόπους ωθώντας με να βρω τη δύναμη της καινοτομίας».

Το CAConrad με ποίημά του στον Ρούκουνα

(Σωμα)τικά τελετουργικά ποίησης: παστίλιες για τον πόνο του δημιουργού

Το πρώτο που μου έρχεται στο μυαλό ακούγοντας το CA να μιλάει για τον τρόπο που σωματοποιεί την έμπνευσή του, είναι φυσικά τα συγγραφικά παιχνίδια της ομάδας Oulipo (σκεφτείτε: Ρεϊμόν Κενώ, Ιταλό Καλβίνο, Ζωρζ Περέκ), που δημιουργούσαν ολόκληρα πειραματικά πεζογραφήματα ή συλλογές ποιημάτων προσπαθώντας, ας πούμε, να μη χρησιμοποιήσουν καθόλου το γράμμα «ε» ή γράφοντας μόνο σε καρκινική γραφή. Μετά σκέφτηκα πως ο Κόλριτζ ή ο Σέλλεϊ κατανάλωναν όπιο ή λάβδανο για να γράψουν. Βεβαίως –σε αντίθεση με τους Oulipo, που έκαναν μόνο διανοητικά παιχνίδια, ή τους Ρομαντικούς, που κατέφευγαν σε ψυχοτρόπες ουσίες– η έμπνευση του CA πηγάζει από αδιαμεσολάβητες σωματικές αισθήσεις και βιωματική εμπειρία. Και δεν προορίζεται μόνο για λογοτεχνική χρήση.

Η ζωή μας σ’ αυτόν τον πλανήτη είναι πολύ μικρή· το να παραμένουμε δημιουργικοί είναι ο καλύτερος τρόπος να γιορτάζουμε την κάθε μέρα που περνά

«Τα (σωμα)τικά τελετουργικά μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε όλες τις τέχνες. Στο ινστιτούτο καλών τεχνών Sandberg στο Άμστερνταμ διδάσκω εικαστικούς που μαθαίνουν να επωφελούνται από αυτά δίνοντας μακροζωία στη δημιουργική πρακτική τους. Του χρόνου συμπληρώνω 50 χρόνια στη συγγραφή. Μέσα σ’ αυτόν τον μισό αιώνα έχω διαπιστώσει, ότι το 95% των καλλιτεχνών που έχω γνωρίσει κάποια στιγμή έπαψε να δημιουργεί νικημένο από τα άγχη της καθημερινής ζωής ή τις φωνές μες στο κεφάλι τους, που τους έλεγαν ότι δεν είναι αρκετά καλοί σε αυτό που κάνουν. Στόχος μου, σε αυτά τα μαθήματα, είναι να τους δείξω πώς μπορούν να συνεχίσουν τη δημιουργούν σ’ όλη τους τη ζωή, ό,τι και να συμβαίνει, μέχρι τη μέρα που θα πεθάνουν. Η ζωή μας σ’ αυτόν τον πλανήτη είναι πολύ μικρή· το να παραμένουμε δημιουργικοί είναι ο καλύτερος τρόπος να γιορτάζουμε την κάθε μέρα που περνά».

Ποιήματα του CAConrad στους τοίχους της χώρας της Ανάφης

Τα λόγια του ακούγονται σαν βάλσαμο στ’ αυτιά μου. Από τότε που παρέδωσα την τελευταία μου ποιητική συλλογή στον εκδότη μου, δεν έχω γράψει ούτε μία αράδα που να μ’ ευχαριστεί ή να τη θεωρώ ικανοποιητική. Τον τελευταίο χρόνο δε, τίποτα· τελεία. Δεν είναι η πρώτη φορά που πάσχω από writers’ block, είναι όμως η πρώτη φορά που δεν μπορώ να βρω καθόλου τη φωνή μου, αλλά ούτε και τον χρόνο που χρειάζεται για να την ψάξω. Μεταξύ δημοσιογραφίας και μεταφράσεων, το μυαλό μου έχει γυρίσει τον διακόπτη προς την άμεση γραπτή επικοινωνία κι έχει χάσει τον δρόμο προς το διαγώνιο και το ελλειπτικό, την αποσιωποίηση της ποίησης.

Του τα λέω όλα αυτά καθώς τρώμε μπριάμ και βλήτα στο Στέκι για μεσημεριανό. Βίγκαν καθώς είναι, έχει λατρέψει τα ελληνικά λαδερά (χωρίς φέτα και ψωμάκι, δυστυχώς) και τα όσπρια. Του εξηγώ ότι ξεκίνησα να γράφω στα αγγλικά, μα μετά από δεκάδες απορρίψεις (και μια θετική απάντηση, στα ελληνικά, από τις εκδόσεις Πόλις) αναγκάστηκα να ακολουθήσω τον δρόμο της μητρικής μου γλώσσας. Μου λείπουν τ’ αγγλικά και η ελευθερία τους, αλλά δεν ξέρω αν είμαι αρκετά καλή για να τα υπηρετήσω.

«Άκου», μου λέει πολύ σοβαρά, «όταν ήμουν νεαρό ποιητό, τις δεκαετίες του ’70 και του ’80, έπρεπε να δαχτυλογραφώ όλα μου τα ποιήματα και να τα στέλνω με το κανονικό ταχυδρομείο σε περιοδικά κι εκδότες. Για κάποιον λόγο, εκείνον τον καιρό, όλοι αυτοί απαντούσαν εκτενώς· και συχνά ήταν εξαιρετικά αγενείς και κακόβουλοι σ’ αυτά που έγραφαν. Για να επιβιώσω από αυτές τις βάναυσες απορρίψεις, έγραφα με μεγάλα κόκκινα γράμματα, σε κάθε επιστολή, ΑΕΙ ΓΑΜΗΣΟΥ, και μετά την καρφίτσωνα σ’ έναν πίνακα μπροστά από το γραφείο μου για να τις βλέπω όλες, συνεχώς. Το να λέω ΑΕΙ ΓΑΜΗΣΟΥ στους νταήδες του κόσμου της ποίησης και της λογοτεχνίας με βοήθησε στο να συνεχίσω να γράφω, να παραμείνω ποιητό.

Δυστυχώς, σχεδόν όλοι οι ποιητές που είχα ποτέ μου γνωρίσει σταμάτησαν, κάποια στιγμή, να γράφουν. Αυτοί που βλέπεις και διαβάζεις είναι οι επιζώντες.

Δυστυχώς, σχεδόν όλοι οι ποιητές που είχα ποτέ μου γνωρίσει σταμάτησαν, κάποια στιγμή, να γράφουν. Αυτοί που βλέπεις και διαβάζεις είναι οι επιζώντες. Ένα από τα (σωμα)τικά τελετουργικά που διδάσκω ονομάζεται ΠΑΡΕΜΒΟΛΕΣ (INTRUSIONS) και εστιάζει ακριβώς στο πώς μπορούν οι δημιουργοί να βάλουν ένα τέλος στις φωνές μέσα τους, που τους λένε ότι δεν είναι αρκετά καλοί, ότι τα ποιήματα, τα γλυπτά, οι χορογραφίες ή οι πίνακες που δημιουργούμε δεν είναι αρκετά καλά. Αυτές οι φωνές είναι αποθηκευμένες στη μνήμη μας, ανήκουν δε σε διάφορους ανθρώπους, από τους καλοπροαίρετους παππούδες μας που μας έλεγαν: “Ξέρεις, γλυκιά μου, μήπως να σπουδάσεις οικονομικά αντί για ζωγραφική;” μέχρι τα κακοπροαίρετα γράμματα που λάμβανα εγώ ως απόρριψη της δουλειάς μου. Ακόμα κι οι επιτυχημένοι δημιουργοί ανάμεσά μας ξυπνάνε μια μέρα που δεν κερδίζουν ένα βραβείο ή μια επιχορήγηση ή δεν γίνονται δεκτοί σε ένα residency, και οι φωνές στο κεφάλι τους θεριεύουν: “Είδες! Σ’ το είπα ότι είσαι loser. Παραιτήσου, επιτέλους!”

Θυμάμαι μια γυναίκα που είχε λάβει επιχορήγηση για να ανεβάσει ένα θεατρικό έργο που είχε δουλέψει συστηματικά χρόνια ολόκληρα. Την επομένη της πρεμιέρας, ένας κριτικός βρήκε ευκαιρία να την ταπεινώσει στην εφημερίδα, με αποτέλεσμα η γυναίκα να σταματήσει να γράφει πάνω από μια δεκαετία! Ήρθε στο εργαστήριο δακρυσμένη έχοντας σταματήσει να κάνει αυτό που αγαπούσε, επειδή ένας άνδρας έγραψε μια κακόβουλη κριτική γελοιοποιώντας εκείνη, το έργο της και την παραγωγή. Η γυναίκα αυτή έπρεπε να μάθει να αποδιώχνει αυτές τις τοξικές φωνές από το σώμα της σαν να έκανε εξορκισμό. Να ξαναμάθει να είναι ελεύθερη, να δημιουργεί γεμάτη χαρά και αγάπη, όπως την πρώτη φορά που ανακάλυψε το πάθος της για τη συγγραφή».

Ποιήματα του CAConrad στους τοίχους της χώρας της Ανάφης

Η βία της αριστερής στοίχισης

Και, για να επιστρέψουμε στη δική του γραφή, γι’ αυτό άραγε άρχισαν και τα δικά του ποιήματα να «χορεύουν» στο χαρτί;

«Μέχρι να ανακαλύψω τα τελετουργικά μου, όλα μου τα ποιήματα ξεκινούσαν στο αριστερό περιθώριο της σελίδας, ως συνήθως. Με το που προσπάθησα να γράψω όμως το πρώτο εκείνο, κόκκινο ποίημα σε αριστερή στοίχιση, ένιωσα ξαφνικά σωματικά άρρωστο, σαν να επρόκειτο να κάνω εμετό. Νόμιζα ότι είχα κρυολογήσει. Άρχισα να μετακινώ τους στίχους στη σελίδα διαισθητικά κι ένιωσα καλύτερα. Όσο περισσότερο τους μετακινούσα, τόσο καλύτερα ένιωθα.

Την επομένη, ξυπνάω και μια φωνή στο κεφάλι μου μού λέει ότι πρέπει να ξεφύγω από “τη βία της αριστερής στοίχισης”. Το αριστερό περιθώριο δεν είναι κάτι πραγματικό, είναι μια σύμβαση, σ’ αντίθεση με τον φυσικό κόσμο. Ένιωθα λες και οι Μούσες, τα πνεύματα που μας βοηθούν να γίνουμε καλύτεροι δημιουργοί και στα οποία οι καλλιτέχνες πιστεύουν χιλιάδες χρόνια τώρα, είχαν χώσει τα χέρια τους στον λαιμό μου ώστε να μου δημιουργήσουν αναρρόφηση, μέχρι να αρχίσω να απομακρύνομαι από την αριστερή στοίχιση. Τους παραδόθηκα. Κι έκτοτε όταν αρχίζω να γράφω δεν έχω ιδέα πώς θα αποτυπωθούν τα ποιήματά μου στο χαρτί. Είναι όμορφα, ολόδικά τους πλάσματα, τα αγαπώ! Είναι σαν να βάζω πηλό κεραμικής στον φούρνο και να περιμένω να δω πώς θα μοιάζει όταν τελειώσει το ψήσιμο».

Ποιήματα του CAConrad στους τοίχους της χώρας της Ανάφης

Η βαθιά Αμερική

Το CA μεγάλωσε σε αυτό που λέμε «βαθιά», αγροτική Αμερική. Όλη του η οικογένεια δούλευε σε εργοστάσια ή σε αγροκτήματα ή πήγε στον στρατό. Ως έφηβο, ξέφυγε· πήγε στη Φιλαδέλφεια, να γίνει ποιητό. Δεν ήθελε να δουλέψει στα εργοστάσια, δεν ήθελε να καταλήξει σαν τους συγγενείς του, μέσα στη θλίψη, περιτριγυρισμένο από 30 όπλα στο ίδιο του το σπίτι, σαν τη μητέρα του. Αυτή η μνήμη της βίας και της απουσίας προοπτικής έχει χαραχθεί μέσα του.

«Η μεγαλύτερη πρόκληση που αντιμετωπίζουν οι Αμερικανοί σήμερα είναι το να βρουν έναν τρόπο να ξεφύγουν από τον εθισμό τους στη βία. Το Χόλιγουντ –η παγκοσμίως μεγαλύτερη μηχανή παραγωγής προπαγάνδας υπέρ της βίας– έχει οδηγήσει έναν πληθυσμό 350 εκατομμυρίων να διαθέτει 475 εκατομμύρια όπλα! Δεκάδες χιλιάδες σκοτώνονται στις ΗΠΑ κάθε χρόνο· γίνονται εκατοντάδες μαζικές ένοπλες επιθέσεις από νεαρούς άνδρες που μπαίνουν σε παντοπωλεία, σχολεία κι όποιον πάρει ο χάρος. Εξάγουμε βία, καταστροφή, χάος, φτώχεια κι οτιδήποτε άλλο είναι συνυφασμένο με τον πόλεμο. Εισβάλαμε στο Ιράκ, με αφορμή το ψέμα των όπλων μαζικής καταστροφής και εξακολουθούμε να έχουμε υπό την κατοχή μας αυτήν τη χώρα είκοσι χρόνια αργότερα, για να κλέβουμε το πετρέλαιο και τους πόρους της. Αυτό ακριβώς είναι το πρόβλημα της Αμερικής σήμερα».

Η συζήτησή μας συνεχίζεται τις επόμενες ημέρες. Με κάνει βόλτα στη χώρα της Ανάφης, μου δείχνει τα ποιήματά του που είναι κολλημένα σε διάφορους τοίχους σπιτιών, ενθουσιάζεται με τη συγκλονιστική θέα από τη νέα μονή της Ζωοδόχου Πηγής προς τον Μονόλιθο κι από το γεγονός ότι είναι χτισμένη ακριβώς πάνω στον ναό του Απόλλωνα. Κυκλοφορεί μονίμως μ’ ένα σακουλάκι γεμάτο ξηρή γατοτροφή· οι γάτες του νησιού το ακολουθούν και δέχονται το κέρασμά του. Τα πάντα πάνω σ’ αυτόν τον άνθρωπο είναι γλυκά, μαλακά: το βλέμμα του, το χαμόγελό του. Και γεμάτα δύναμη συνάμα, όπως το πείσμα του να γράφει και να μιλάει για τη σημασία του αλλότριου στη δημιουργική έμπνευση – κι εντέλει, στην επιβίωση του πνεύματος.

«Όταν οι φοιτητές μου νιώθουν ενοχές που, ενώ ο κόσμος καίγεται, αυτοί κάθονται και φοιτούν σε μια Σχολή Καλών Τεχνών, τους διηγούμαι ξανά και ξανά την ιστορία του Ρομπέρ Ντεσνός στο Τερεζίν».

Την ιστορία την έχω ξανακούσει, αλλά δεν ξέρω αν πρόκειται μόνο για αστικό μύθο. Όπως και να έχει, την παραθέτει η φιλόσοφος και θεατρική συγγραφέας Σούζαν Γκρίφιν: ο υπερρεαλιστής ποιητής Ρομπέρ Ντεσνός βρίσκεται με άλλους αιχμαλώτους από το Τερεζίν στην καρότσα ενός φορτηγού, που τους οδηγεί στους θαλάμους εξόντωσης στο Άουσβιτς. Όταν φτάνουν, ο Ντεσνός πηδάει ξαφνικά όρθιος κι αρχίζει να κάνει το αδιανόητο: να «διαβάζει» τις παλάμες των συγκρατουμένων του και να «βλέπει» σ’ αυτές μακροζωία, αφθονία, πολυτεκνία. Όσο περισσότερες παλάμες «διαβάζει», τόσο αλλάζει η διάθεση των κρατουμένων. Δεν ξέρουμε ακριβώς γιατί αλλά –σοκαρισμένοι ίσως από αυτήν την ξαφνική αλλαγή διάθεσης των μελλοθάνατων– οι Ζοντερκομάντο αδυνατούν να προχωρήσουν στις εκτελέσεις κι επιστρέφουν τους κρατουμένους, συμπεριλαμβανομένου και του Ντεσνός, στους στρατώνες. Τρεις εβδομάδες μετά την επιστροφή τους, το Άουσβιτς απελευθερώνεται. Ο Ντεσνός θα πεθάνει μεν από τύφο λίγο αργότερα, αλλά θα έχει εν τω μεταξύ σώσει τη ζωή δεκάδων ανθρώπων χρησιμοποιώντας τη φαντασία του.

«Στο Παρίσι αφήνουν λουλούδια μπροστά στο σπίτι απ’ όπου τον συνέλαβαν οι Ναζί» λέει το CA. «Οι φοιτητές μου πιάνουν το νόημα».

Στην Άνω Πλατεία, Ανάφη

***

Η παρουσία μου στην Ανάφη φτάνει στο τέλος της. Το CA θα μείνει αρκετές ημέρες ακόμη, να γράψει, να περιηγηθεί, να καλωσορίσει τον ήλιο. Όταν ξαναμιλάμε ηλεκτρονικά μερικές ημέρες αργότερα, όταν έχω μαζέψει τις σημειώσεις μου γι’ αυτό το άρθρο και του ζητώ να απαντήσει εκ νέου σε διάφορες ερωτήσεις, λάμπει ξανά η πίστη του στη σημασία της δημιουργικής διαδικασίας και, πάνω απ’ όλα, στο δώρο της ποίησης. Τα τελευταία λόγια που μου γράφει είναι τα εξής:

«Ξέρεις τι έλεγε ο Φρόιντ; Όπου κι αν πάω, ανακαλύπτω ότι κάποιος ποιητής έχει βρεθεί εκεί πριν από εμένα. Όχι φιλόσοφος, ούτε ζωγράφος, ούτε πολιτικός» λέει το CA, «ποιητής».