Βιβλιο

Η ζωή του Κώστα Ταχτσή μέσα από τα μάτια της Cassi Plate

«Το τρίτο στεφάνι», οι περιπέτειες του λογοτέχνη με τον νόμο στην Αυστραλία και η οριστική επιστροφή του στην Ελλάδα καταγράφονται στο βιβλίο «Το Τέρας και ο Κολοσσός»

Γιώργος Δήμος
8’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

Κώστας Ταχτσής: Η Cassi Plate επανασυστήνει τον Έλληνα λογοτέχνη μέσα από το βιβλίο της «Το Τέρας και ο Κολοσσός»

Ο Κώστας Ταχτσής, αν και το συγγραφικό του έργο υπήρξε σχετικά μικρό, έμεινε στην ιστορία ως ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες λογοτέχνες της μεταπολεμικής γενιάς, κυρίως εξαιτίας του μυθιστορήματός του, «Το τρίτο στεφάνι» (1962). Μια ιστορία των ελληνικών λαϊκών στρωμάτων κατά τη διάρκεια του Μεσοπολέμου και της Κατοχής, το μυθιστόρημα γράφτηκε στο μεγαλύτερο μέρος του όταν ο Ταχτσής ζούσε στην Αυστραλία, στο σπίτι του φίλου του και μοντέρνου ζωγράφου, Καρλ Πλάτε. Ο συγγραφέας, ολοκληρώνοντας το βιβλίο, το έστειλε στην Ελλάδα για τύπωμα, αλλά απορρίφθηκε ως ακατάλληλο και τελικά το εξέδωσε τον Νοέμβριο του 1962 με δικά του έξοδα. Η ιστορία αυτή του Ταχτσή, οι περιπέτειές του με τον νόμο στην Αυστραλία και, τελικά, η οριστική επιστροφή του στην Ελλάδα, έχουν διασωθεί μέσα από την αλληλογραφία του με τον Πλάτε και τη σύζυγό του Τζόσελιν (στους οποίους «Το τρίτο στεφάνι» είναι αφιερωμένο), την οποία κληρονόμησε από τους γονείς της η Κάσι Πλάτε. Κυρίως λόγω του θαυμασμού που έτρεφε στο πρόσωπο του Ταχτσή, η Κάσι αποφάσισε να κυκλοφορήσει αυτές τις επιστολές, μαζί με κάποια δικά της διευκρινιστικά σχόλια, σε έναν ενιαίο τόμο, ο οποίος κυκλοφόρησε πρόσφατα στα ελληνικά υπό τον τίτλο «Το τέρας και ο Κολοσσός», σε μετάφραση Αντωνίας Γουναροπούλου και με μία εισαγωγή του Βρασίδα Καραλή, από τις Εκδόσεις Petites Maisons.

«Το τρίτο στεφάνι» του Κωστα Ταχτσή
«Το τρίτο στεφάνι» του Κωστα Ταχτσή, αφιερωμένο στους Καρλ και Τζόσελιν Πλάτε

«Το τρίτο στεφάνι» του Κώστα Ταχτσή και «Το Τέρας και ο Κολοσσός» της Cassi Plate για τον Έλληνα λογοτέχνη

Όπως μας εξηγεί η Κάσι Πλάτε στη δική της εισαγωγή, το «Τέρας» του τίτλου είναι ο Ταχτσής, που κάποτε είχε αναφερθεί στον εαυτό του ως το «Ιερό Τέρας», ενώ ο «Κολοσσός» είναι ο πατέρας της, Καρλ, στον οποίο ο συγγραφέας, σε μία επιστολή του, είχε δώσει το παρατσούκλι «Κολοσσός του Γουορονόρα». Ο Ταχτσής και ο Πλάτε υπήρξαν δια βίου φίλοι, αν και έζησαν μακριά ο ένας από τον άλλο για πολλά χρόνια, ενώ όταν ο Ταχτσής συνάντησε οικονομικά και άλλα σοβαρότερα προβλήματα, ο Καρλ και η Τζόσελιν του στάθηκαν, όπως επισημαίνει και η αδελφή του Ελπίδα σε μια επιστολή της, περισσότερο από αδέλφια ή γονείς. Σημαντική φιγούρα στο βιβλίο είναι και η γιαγιά της Κάσι, η κοσμοπολίτισσα Κλαρίς Ζάντερ, που υπήρξε αρχικά εκδότρια και στη συνέχεια γκαλερίστα στην Αγγλία και έπαιξε σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη της καριέρας του Πλάτε. Ο Ταχτσής είχε επίσης μια ιδιαίτερη σχέση μαζί της και σε πολλές επιστολές της λέει πόσο πολύ θα ήθελε να ήταν μαζί του στην Ελλάδα και άλλα μέρη ανά τον κόσμο, όπου εκείνος ταξίδευε επάνω σε μια βέσπα.

Ο Κώστας Ταχτσής καθώς επεξεργάζεται το δακτυλόγραφό του, υπό το βλέμμα των εικονισμάτων του, οδός Αλεξάντερ, Πάντινγκτον, περ. 1959. © Ντέιβιντ Μουρ

Αν και πολλά πράγματα δεν περιγράφονται με λεπτομέρεια στις επιστολές, κυρίως εξαιτίας των ηθών της εποχής, γίνεται σαφές ότι η ομοφυλοφιλία του Ταχτσή έπαιξε μεγάλο ρόλο στην πορεία της ζωής του. Κάποιες από τις επιστολές (οι οποίες παρατίθενται και αυτούσιες στο παράρτημα του βιβλίου) γράφτηκαν από τις φυλακές της Αυστραλίας, στις οποίες ο συγγραφέας βρέθηκε για λόγους που «μόνο να μαντέψει μπορεί κανείς». Οι Πλάτε και άλλοι φίλοι του στην Αυστραλία υπήρξαν εξαιρετικά επιεικείς, όχι μόνο με τις σεξουαλικές του επιλογές, αλλά και με την σεξεργασία, στην οποία ο Ταχτσής ενίοτε κατέφευγε, όταν δεν μπορούσε να βγάλει τα προς το ζην. Η αυστραλιανή κοινωνία της δεκαετίας του 1950, όμως, την οποία ο Καρλ Πλάτε αποστρεφόταν, αλλά ο Ταχτσής αντίθετα αγαπούσε, ήταν πολύ συντηρητική και ειδικά προς το τέλος της δεκαετίας, άρχισε να στοχοποιεί τα «κακοποιά» στοιχεία που προσέβαλλαν τα χρηστά ήθη, εξαναγκάζοντας τον συγγραφέα να την εγκαταλείψει για το υπόλοιπο της ζωής του.

Δύο από τις φωτογραφίες που ο Κώστας Ταχτσής είχε στείλει στην οικογένεια Πλάτε

Όταν ο Ταχτσής επέστρεψε στην Ελλάδα, το 1962, αφότου ο Καρλ και άλλοι φίλοι του κατάφεραν να εξασφαλίσουν την απέλασή του από την χώρα αντί για ποινή φυλάκισης, ο συγγραφέας βρέθηκε με ένα ανέκδοτο μυθιστόρημα στα χέρια του και οικογενειακά χρέη, καθώς η μητέρα του και η αδελφή του δεν είχαν καταφέρει στο μεταξύ να πουλήσουν το διαμέρισμά του στην Πλάκα. Έχοντας πάρει πια την απόφασή του να εγκατασταθεί μόνιμα στην Αθήνα και γνωρίζοντας την πραγματική αξία του έργου του, ο Ταχτσής πούλησε, τελικά, το διαμέρισμα και τύπωσε μόνος του το «Τρίτο στεφάνι», το οποίο αργότερα μεταφράστηκε πρώτα στα γαλλικά, από τις Εκδόσεις Gallimard, και ύστερα στα αγγλικά, όντας το πρώτο ελληνικό μυθιστόρημα που κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις Penguin.

Στην Ελλάδα, κατά τη δεκαετία του 1960, το «Τρίτο στεφάνι» πούλησε ελάχιστα αντίτυπα και παρότι έγινε γνωστό διεθνώς, μέσα στη χώρα διαβάστηκε ελάχιστα. Μόνο αφότου έγινε το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου, το μυθιστόρημα άρχισε να γίνεται δημοφιλές, κυρίως ανάμεσα στους πολιτικούς κρατουμένους. Το 1970 κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις Ερμής και μεγάλες προσωπικότητες, όπως η Μελίνα Μερκούρη, έδειξαν ενδιαφέρον για αυτό. Όπως περιγράφει η Κάσι στο βιβλίο, που ταξίδεψε πρώτη φορά στην Ελλάδα το 1971 για να επισκεφτεί τον Ταχτσή, αγνοώντας την ύπαρξη του δικτατορικού καθεστώτος, ο συγγραφέας της φάνηκε πιεσμένος και όχι ιδιαίτερα χαρούμενος που έβλεπε εκείνη και την αδελφή της. Πράγματι, στη διάρκεια της Δικτατορίας ο Ταχτσής συνυπέγραψε τη «Δήλωση των 18» συγγραφέων, πράγμα που τον έφερε αντιμέτωπο με το καθεστώς. Όλα αυτά συναινούν στο συμπέρασμα ότι παρά την επιτυχία που γνώρισε ως συγγραφέας, ο Ταχτσής δεν είχε μια εύκολη ζωή ούτε στην Ελλάδα, ενώ το τέλος του υπήρξε ακόμα πιο τραγικό, όταν το 1988 δολοφονήθηκε μέσα στο σπίτι του, υπό μυστηριώδεις συνθήκες.

Ο Κώστας Ταχτσής έξω από το σπιτάκι της Κλαρίς και της Τζόσελιν, οδός Αλεξάντερ, Πάντινγκτον, 1959

Από την άλλη πλευρά, αυτό που μας κάνει εντύπωση στο «Τέρας και τον Κολοσσό» είναι ο ευρύτατος και πολύ σημαντικός κύκλος που δημιούργησε ο Ταχτσής, τόσο στην Αυστραλία, χάρη στον Καρλ, την Τζόσελιν και την μητέρα της, Κλαρίς Ζάντερ, όσο και στην Ελλάδα. Στο σπίτι των Πλάτε, η Κάσι περιγράφει συναντήσεις με προσωπικότητες, όπως τον Πάτρικ Γουάιτ και τον σύντροφό του, Μανώλη Λάσκαρη, ενώ από στις επιστολές υπάρχουν δεκάδες αναφορές σε σημαντικά ονόματα της εποχής, όπως τον Αλέξανδρο Ιόλα, τον Ανδρέα Εμπειρίκο, τον Ζαν Ζενέ, τον Γιάννη Τσαρούχη, κ.α. Εκτός, λοιπόν, από το ταλέντο του, ο Ταχτσής είχε να ευγνωμονεί και την τύχη του, που βρέθηκε στα κατάλληλα μέρη, την σωστή στιγμή, ούτως ώστε να έρθει σε επαφή με ανθρώπους που είχαν εξίσου ανοιχτά μυαλά και υψηλά ιδανικά με τα δικά του.

Αφιέρωση στην Κλαρίς Ζάντερ

Στον πυρήνα του βιβλίου βρίσκεται, βέβαια, η Κάσι Πλάτε, αρχικά σαν μικρό κορίτσι που έβλεπε τον Ταχτσή σαν θείο και ίνδαλμά της ταυτόχρονα και αργότερα σαν ενήλικας, που συνεχίζει να τρέφει απεριόριστο θαυμασμό στο πρόσωπο του συγγραφέα, αλλά εξετάζει τη ζωή του με μία πιο ώριμη ματιά. Στην Αυστραλία, όπου εκδόθηκε πρώτα το «Τέρας και ο Κολοσσός» (2020), ο Ταχτσής δεν είναι σήμερα ιδιαίτερα γνωστός, ενώ αντίθετα, ο Καρλ Πλάτε είναι ένας από τους σημαντικότερους ζωγράφους του 20ού αιώνα. Η Κάσι, λοιπόν, προσπαθεί να επανασυστήσει τον συγγραφέα στο αυστραλιανό κοινό και αυτό είναι κάτι που ο Έλληνας αναγνώστης (που κατά πάσα πιθανότητα γνωρίζει καλύτερα το έργο του Ταχτσή από εκείνο του Πλάτε) θα πρέπει να έχει κατά νου. Η μετάφραση της Αντωνίας Γουναροπούλου κάνει τα κείμενα να μοιάζουν, σε πολλά σημεία, σαν να έχουν γραφτεί στα ελληνικά, ενώ η εύστοχη εισαγωγή του Βρασίδα Καραλή κάνει την έκδοση να μοιάζει σαν κριτική, κάτι το εξαιρετικά σπάνιο στην Ελλάδα. Το λιτό εξώφυλλο και το ειδικά επεξεργασμένο χαρτί των Εκδόσεων Petites Maisons, θυμίζει γαλλική ή άλλη κεντροευρωπαϊκή έκδοση.

Η Κάσι Πλάτε με τις φωτογραφίες του Κώστα Ταχτσή και του πατέρα της. Ο Ντέιβιντ Μουρ φωτογράφισε τον Κώστα Ταχτσή στο σπίτι της οδού Αλεξάντερ στο Πάντιγκτον το 1958.