Βιβλιο

Σέρχιο Πιτόλ: Η Τέχνη Της Γραφής

Το βιβλίο του Σέρχιο Πιτόλ «Η τέχνη της φυγής» (Δώμα, μετ. Αγγελική Βασιλάκου) είναι ο πρώτος τόμος της «Τριλογίας της μνήμης» του Μεξικανού συγγραφέα. Το ξεκίνησα και δεν μπορούσα να το αφήσω από τα χέρια μου.

Γιώργος Φλωράκης
ΤΕΥΧΟΣ 923
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Το βιβλίο του Σέρχιο Πιτόλ «Η τέχνη της φυγής» (Δώμα, μετ. Αγγελική Βασιλάκου) και η τέχνη της γραφής.

H ημερολογιακή γραφή άρχισε να μ’ ενδιαφέρει από τη στιγμή που διάβασα τον πρώτο τόμο από τις «Μέρες» του Γιώργου Σεφέρη. Μια γραφή αποσπασματική, που ασχολείται με το στιγμιότυπο, με τη μνήμη, με μια ακαριαία νοητική ή συναισθηματική εικόνα. Η αλήθεια είναι ότι δεν έχω καταφέρει να βρω τόσα πολλά κείμενα τα οποία να πληρούν τις προδιαγραφές που θα επιθυμούσα. Άλλωστε, ο Σεφέρης τοποθετεί τον πήχυ πολύ ψηλά. Η «Τέχνη της φυγής» τα καταφέρνει όμως θαυμάσια. Κι ας μην είναι ιδιαίτερα γνωστοί στα μέρη μας οι συγγραφείς από το Μεξικό, που αναφέρονται στο βιβλίο. Ο Σέρχιο Πιτόλ γεννήθηκε στην Πουέμπλα. Σπούδασε νομικά κι έγινε διπλωμάτης. Έζησε σε πολλές χώρεςκαι δούλεψε ως μεταφραστής από πολλές γλώσσες (μετέφρασε Τσέχωφ από τα ρωσικά, Γκομπρόβιτς από τα πολωνικά, Κόνραντ και Χένρι Τζέιμς από τα αγγλικά, και πολλά άλλα). Ως συγγραφέας, έχει ένα πολύ ιδιαίτερο τρόπο γραφής, τόσο στη λογοτεχνία όσο και στις ενθυμήσεις του, που άλλοτε παίρνουν λογοτεχνικό κι άλλοτε δοκιμιακό χαρακτήρα.

Αν έπρεπε να απομονώσω μία και μόνο μία σκέψη από αυτόν τον πρώτο τόμο των, ας πούμε, «Ημερών» του Σέρχιο Πιτόλ θα ήταν αυτή: «Το άτομο θα τολμήσω να πω, είναι τα βιβλία που έχει διαβάσει, οι πίνακες που έχει δει, η μουσική που έχει ακούσει και έχει ξεχάσει (σ.σ. μόνο σ’ αυτό το «ξεχάσει» δεν με βρίσκει σύμφωνο ο Πιτόλ, ΔΕΝ ξεχνιέται η μουσική), οι δρόμοι που έχει περπατήσει. Το άτομο είναι τα παιδικά του χρόνια, η οικογένειά του, κάποιοι φίλοι, λίγοι έρωτες, αρκετές απογοητεύσεις». Αν έκλεινα το βιβλίο μόλις στη σελίδα 37, θα ήμουν ήδη πλήρης.

Φυσικά, όμως, ο Μεξικανός συγγραφέας δεν σταματά εκεί. Έχοντας διδάξει για πολλά χρόνια γραφή και συνεχίζοντας να το κάνω μέχρι σήμερα, τα εφόδια που μου δίνει ο Πιτόλ είναι πολλά. Σε κάποιες περιπτώσεις ενισχύει σκέψεις που τυχαίνει να έχω εκφράσει στο παρελθόν και σε κάποιες άλλες –στις πιο πολλές– φέρνει ολόφρεσκες ιδέες. Για παράδειγμα: «Να μη συγχέεται ποτέ η καταγραφή με τη συγγραφή. Η καταγραφή δεν γυρεύει το δυνάμωμα της ζωής, αυτό είναι στόχος της συγγραφής. Η καταγραφή σπάνια επιτρέπει στη λέξη περισσότερες από μία σημασίες. Στη συγγραφή, η λέξη είναι από τη φύση της πολυσήμαντη: μιλάει και ταυτόχρονα σιωπά, φωτίζει και συσκοτίζει». Επιπλέον, ο Πιτόλ θέτει ζητήματα φόρμας και περιεχομένου, ζητήματα που αφορούν την ταυτότητα του συγγραφέα, ζητήματα που αφορούν στο «κλίναμεν» για τον οποίο γράφει και ο Harold Bloom στην «Αγωνία της επίδρασης», στοιχείο πολύ σημαντικό για τον τρόπο με τον οποίο μπορεί κάποιος να αντιμετωπίσει το λογοτεχνικό σύμπαν.

Όμως, μία από τις πιο σημαντικές –μιλάω προσωπικά εδώ– ιδέες που τίθενται στην «Τέχνη της φυγής», έχει να κάνει με τον Ρώσο στοχαστή της λογοτεχνίας Μιχαήλ Μπαχτίν. Η οπτική του Μπαχτίν, ειδικά στο βιβλίο του «Ο Ραμπελαί και ο κόσμος του» (Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, μετ. Γιώργος Πινακούλας) είναι επαναστατική. Ο Πιτόλ τσιτάρει Μπαχτίν: «Ο φόβος είναι η ακραία έκφραση της μονόπλευρης και βλακώδους σοβαρότητας, που νικιέται απ' το γέλιο». Αυτός είναι ένας υπέροχος τρόπος να νικήσει ο γελωτοποιός τον εξουσιαστή, αλλά και την εξουσία την ίδια. Ο Πιτόλ: «Η ατσάλινη ακαμψία του ηγεμόνα, οι απεριόριστες δυνάμεις του αποδεικνύονται αναποτελεσματικές μπροστά στο μετέωρο βήμα, το έκπληκτο βλέμμα και το κενό χαμόγελο του παλιάτσου. Τίποτα δεν εκνευρίζει περισσότερο τους ισχυρούς από τη γελοιοποίηση των χειρονομιών και των λόγων τους, το να μετατρέπονται σε αντικείμενο κοροϊδίας αντί λατρείας, μεταξύ άλλων επειδή συχνά η γλώσσα τους βρίσκεται στα όρια της παρωδίας». Αντίσταση λοιπόν, αντίσταση μέσω του γέλιου!

Θα μπορούσα να γράψω ακόμη πολλά σχετικά με την έννοια της μνήμης ή της νοσταλγίας στον Πιτόλ. Θα αρκεστώ, όμως, κλείνοντας να αναφερθώ σε ένα εντυπωσιακό κεφάλαιο αυτού του εξαιρετικού βιβλίου, το «Φετίχ». Σ’ αυτό γράφει ο Πιτόλ: «Πολύ θα ήθελα ο Σάτσο, ένας σκύλος που λατρεύω, να ήταν το φετίχ μου. Δυστυχώς, όμως, δεν είναι. Όταν με πλησιάζει, βλέπω στα μάτια του ότι εγώ όντως είμαι το δικό του, το μόνο ισχυρό κι απόλυτο φετίχ που έχει γνωρίσει ποτέ στη ζωή του». Η «Τέχνη της φυγής» είναι ένα υπέροχο βιβλίο για το καλοκαίρι που έρχεται, αλλά και για τον χειμώνες που ακολουθούν…