Βιβλιο

Silvia Moreno-Garcia: «Βελούδινη νύχτα»

Μια συζήτηση με τον μεταφραστή του βιβλίου, Χαράλαμπο Γιαννακόπουλο

Κυριάκος Αθανασιάδης
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Silvia Moreno-Garcia: «Βελούδινη νύχτα» - Συνέντευξη με τον μεταφραστή του βιβλίου «Mexican Gothic» Χαράλαμπο Γιαννακόπουλο για το μεξικανικό νουάρ από τις εκδόσεις Κλειδάριθμος

Η Σίλβια Μορένο-Γκαρσία μάς είχε κάνει τρομερή εντύπωση με το προηγούμενο βιβλίο της (κυκλοφορεί επίσης από τις Εκδόσεις Κλειδάριθμος, σε μετάφραση της Έφης Τσιρώνη), ένα ξεχωριστό μυθιστόρημα τρόμου. Διαβάσαμε τη «Βελούδινη νύχτα», που μόλις κυκλοφόρησε, με το ίδιο ενδιαφέρον, αν και εδώ έχουμε να κάνουμε με ένα νουάρ. Μια συγγραφέας με τη δική της ξεχωριστή φωνή, που επέλεξε να γράφει στα αγγλικά και που ξέρει να ελίσσεται ανάμεσα στα είδη. Παρακάτω, συζητάμε με τον ποιητή Χαράλαμπο Γιαννακόπουλο, που μετέφρασε τη γεμάτη ρυθμό (και τραγούδια) «Βελούδινη νύχτα». Τον ευχαριστούμε θερμά για τον χρόνο του!

* * *

Κ.Α.: Είχαμε γνωρίσει τη Μορένο με το «Mexican Gothic», ένα γνήσιο μυθιστόρημα τρόμου. Εδώ έχουμε πάλι να κάνουμε με μεξικανικό τρόμο, αλλά χωρίς κανένα στοιχείο φαντασίας, σωστά; Η «Βελούδινη νύχτα» είναι, ανάμεσα στα άλλα, και ένα πολιτικό βιβλίο.

Χ.Γ.: Η «Βελούδινη νύχτα» είναι απολύτως γειωμένη στη μεξικανική πραγματικότητα και μακριά από κάθε υπερφυσική παρουσία σαν αυτές που τόσο αγαπάνε οι Μεξικανοί. Βρισκόμαστε στην Πόλη του Μεξικού, η οποία αποτελεί και έναν από τους πρωταγωνιστές του μυθιστορήματος, όταν μία γυναίκα εξαφανίζεται και δύο —άγνωστοι μεταξύ τους— νέοι, ένας άντρας και μια γυναίκα, ρίχνονται σε αναζήτησή της. Πολύ σύντομα, αυτό που θα μπορούσε να είναι μια καθαρόαιμη αστυνομική ιστορία βυθίζεται στα πολιτικά πάθη και στην πολιτική βία που κυριαρχούν τη δεκαετία του ’70 στο Μεξικό. Από δω και πέρα, η πολιτική και η προσωπική ιστορία των δύο ηρώων εξελίσσονται μαζί.

Κ.Α.: Κυρίως όμως είναι ένα νουάρ. Ένα ιστορικό νουάρ, ενδεχομένως. Πόσο κοντά στο κλασικό νουάρ βρίσκεται η Μορένο, και πώς αποτυπώνεται αυτό στη σκιαγράφηση των ηρώων της και στο χτίσιμο της ατμόσφαιρας; Και πού ακολουθεί μια δική της πορεία; Μια δική της εκδοχή τού νουάρ;

Χ.Γ.: Δυσκολεύομαι να χαρακτηρίσω «ιστορικό» ένα βιβλίο που αναφέρεται σε καταστάσεις τόσο ζωντανές ακόμα στις μνήμες των ανθρώπων, αλλά ο μισός αιώνας που έχει περάσει από τότε και η ακριβέστατη παρουσίαση πραγματικών γεγονότων από τη Μορένο δικαιολογούν απολύτως τον χαρακτηρισμό. Όπως επίσης και εκείνον του «νουάρ»: το μυθιστόρημα είναι σκληρό, κυνικό, ερωτικό, σκοτεινό και γεμάτο σκοτεινούς δρόμους και κοφτερές γωνίες της πόλης — όλα τα συστατικά του νουάρ.

Κ.Α.: Νουάρ, ιστορικό μυθιστόρημα, θρίλερ μυστηρίου: η Μορένο δεν φαίνεται καθόλου να φοβάται μήπως τα βιβλία της, αλλά και η ίδια, δεν έχουν μια συγκεκριμένη ταυτότητα. Δεν νομίζω ότι συνηθίζεται αυτό. Είναι έτσι;

Χ.Γ.: Δεν συνηθίζεται ίσως, αλλά η Μορένο μοιάζει να προτιμάει να ακολουθεί και να αναπτύσσει την ιστορία της προς όποια κατεύθυνση και αν την οδηγεί, παρά να την περιορίζει στα όρια ενός είδους, από φόβο μην μπερδέψει τους αναγνώστες της. Και επειδή είναι συγγραφέας που ξέρει καλά τα διάφορα λογοτεχνικά είδη και έχει μια ισχυρή αφηγηματική φωνή, η μίξη τους είναι πάντα επιτυχής.

Κ.Α.: Επίσης, διαβάζω πως οι αναγνώστες της διακρίνουν μία προσωπική, διακριτή φωνή σε όλα της τα βιβλία, παρά τις ειδολογικές διαφορές τους. Είναι αυτό σημάδι ενός συγγραφέα που βρήκε την ταυτότητά του;

Χ.Γ.: Είναι σημάδι μιας συγγραφέως που έχει έναν ισχυρό πυρήνα μέσα της, τόσο ως συγγραφέας όσο και ως προσωπικότητα, ο οποίος συγκρατεί και κινεί αρμονικά κάθε ετερόκλητο υλικό που απαιτούν οι ιστορίες της.

Κ.Α.: Η Μάιτε, η πρωταγωνίστρια, μου άρεσε πολύ σαν χαρακτήρας. Και νομίζω πως είναι πολύ καλά δοσμένος ο τρόπος που παρουσιάζεται εδώ. Αλλά και ο Έλβις είναι ένας ξεχωριστός ήρωας. Μάλιστα, έχω την εντύπωση πως πολλοί θα τον συμπαθήσουν ακόμη περισσότερο και από τη Μάιτε.

Χ.Γ.: Και οι δύο βασικοί πρωταγωνιστές του μυθιστορήματος, η Μάιτε και ο Έλβις, έχουν πολλά χαρακτηριστικά, ο καθένας τα δικά του, που θα μπορούσαν να τους κάνουν αντιπαθείς αν τους συναντούσαμε σε μια παρέα. Η Μορένο όμως κατανοεί και αγαπάει τους ήρωές της, αυτούς τους στερημένους και καταπονημένους νέους ανθρώπους που προσπαθούν να βρουν τον δρόμο τους, κάνοντας συνέχεια λάθη. Και μαζί της τους αγαπάει και ο αναγνώστης.

Κ.Α.: Και κάτι που μου άρεσε πολύ, προσωπικά: τα εικονογραφημένα ρομάντζα που διαβάζει η Μάιτε. Το Μεξικό, ανάμεσα σε άλλες χώρες, κατακλυζόταν τη δεκαετία τού ’70 από τέτοια περιοδικά. Υπάρχει κάτι βαθύτερο εδώ; Είναι (και) αυτά που την ωθούν να εμπλακεί στην τρομερή ιστορία της εξαφάνισης;

Χ.Γ.: Τα λαϊκά βιβλία και περιοδικά —και τότε και σήμερα, και στο Μεξικό και σε κάθε χώρα, όποια μορφή και αν έχουν— είναι οχήματα που παίρνουν τους αναγνώστες από την καθημερινότητά τους και τους σώζουν, για λίγο έστω, από την ανία και τη ματαιότητα. Πολύ ισχυρότερα από τα ανάλογα τηλεοπτικά προγράμματα του καιρού μας. Η Μάιτε πήγε λίγο πιο πέρα και βγήκε από το σπίτι της χάρη σε αυτά τα ρομάντζα.

Κ.Α.: Είναι επίσης εντυπωσιακή η σύνδεση που κάνει με τη μουσική — άλλωστε η ίδια η Μορένο παραθέτει και όλη τη (μεγάλη) λίστα των τραγουδιών που αναφέρονται στη «Βελούδινη νύχτα». Ένα σάουντρακ για μια μελλοντική ταινία ενδεχομένως.

Χ.Γ.: Νομίζω η μουσική πρέπει να έδωσε το πρώτο έναυσμα στη συγγραφέα για να βυθιστεί σε αυτή την εποχή και να βρει το θέμα της εκεί. Ολόκληρο το μυθιστόρημα μπορεί να διαβαστεί (αν όχι να ακουστεί) σαν ένας φόρος τιμής στην αμερικανική, τη βρετανική και τη λατινοαμερικανική ροκ και ποπ μουσική της δεκαετίας του ’60 και του ’70.

Κ.Α.: Αναπόφευκτα, το Μεξικό, και όλη η Λατινική Αμερική, ξυπνά μνήμες δικτατορίας στους Έλληνες αναγνώστες, ειδικά από μια ηλικία και πάνω. Πιστεύετε ότι πολλά από τα ιστορικά στοιχεία του βιβλίου μάς αγγίζουν περισσότερο από ό,τι άλλους λαούς;

Χ.Γ.: Φυσικά! Πολύ ωραία παρατήρηση. Η ιστορία του βιβλίου θα μπορούσε εύκολα να τοποθετηθεί στα προδικτατορικά χρόνια της χώρας μας, όπου η κρατική και, κυρίως, η παρακρατική βία κυριαρχούσε, το ψυχροπολεμικό κλίμα έδινε τον τόνο σε κάθε πολιτική εκδήλωση και η επαναστατική διάθεση των νέων ήταν ανά πάσα στιγμή έτοιμη να εκραγεί. Το μόνο που ίσως θα άλλαζε θα ήταν η μουσική.

Κ.Α.: Δεν θέλω να κάνουμε σπόιλερ, αλλά η Μορένο καταφέρνει με το τέλος που δίνει στο βιβλίο να μας κάνει να σκεφτούμε (για την ιστορία και τους ήρωές της) πολύ περισσότερο από ό,τι αν ήταν πιο «παραδοσιακό». Είναι περίπου έτσι;

Χ.Γ.: Φτάνοντας ο αναγνώστης στο τέλος του βιβλίου, νιώθει πια πλήρη θα έλεγα ταύτιση με τους κεντρικούς χαρακτήρες, με αποτέλεσμα να μη θέλει να τους εγκαταλείψει. Η Μορένο τον βοηθάει σε αυτό, αλλά καλύτερα ας μην πούμε τίποτε παραπάνω.

Κ.Α.: Να πούμε επίσης πως παίζει και μια γάτα στο βιβλίο. Και πως πιθανότατα είναι ένα μυθιστόρημα κατάλληλο για συζήτηση σε λέσχες ανάγνωσης. Εκτός κι αν κάνω λάθος.

Χ.Γ.: Όπου υπάρχει γάτα, η πλοκή γίνεται πιο πυκνή. Και όπου υπάρχουν αμφιλεγόμενοι χαρακτήρες, οι λέσχες ανάγνωσης κάνουν πάρτι. Αν σε αυτό προσθέσεις τις πολλαπλές αναγωγές που μπορούν να γίνουν στη σύγχρονή μας πολιτική κατάσταση, είναι προφανές ότι θα χρειαστούν πολλές ώρες συζήτησης για τη «Βελούδινη νύχτα» σε οποιαδήποτε λέσχη ανάγνωσης.

Κ.Α.: Ευχαριστώ πολύ!

* * *

Ένα από τα καλύτερα βιβλία της χρονιάς σε: The New York Times Book Review, NPR, The Washington Post, The Boston Globe, New York Public Library, Milwaukee Journal Sentinel, BookPage, She Reads, Library Journal.

ΔΥΟ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΟΘΕΣΗ: Το Μεξικό της δεκαετίας του 1970 είναι μια πολύ επικίνδυνη χώρα, ακόμη και για τη Μάιτε, μια γραμματέα που περνά τη ζωή της αναζητώντας τον ρομαντισμό στα φτηνά εικονογραφημένα περιοδικά και αγνοώντας τις διαμαρτυρίες των ακτιβιστών που συνταράσσουν την πόλη. Όταν η γειτόνισσά της, η όμορφη φοιτήτρια Καλών Τεχνών Λεονόρα, εξαφανίζεται, η Μάιτε ξεκινάει να την ψάχνει – και να εισέρχεται όλο και πιο βαθιά στη μυστική ζωή των ριζοσπαστών και αντιφρονούντων φοιτητών… Το Μεξικό της δεκαετίας του 1970 είναι μια πολιτικά ταραγμένη χώρα, ακόμα και για τον Έλβις, έναν μπράβο με πάθος για το ροκ εντ ρολ, ο οποίος ξέρει περισσότερα από ξυλοδαρμούς παρά από μηχανορραφίες. Όταν ο Έλβις αναλαμβάνει να βρει τη Λεονόρα, ξεκινάει μια αιματοβαμμένη αναζήτηση όχι μόνο για εκείνην, αλλά και για την ψυχή του… Κινούμενοι σε παράλληλες τροχιές, η Μάιτε και ο Έλβις προσπαθούν να ανακαλύψουν την αλήθεια, αντιμετωπίζοντας δολοφόνους, πράκτορες της κυβέρνησης και Ρώσους κατασκόπους. Γιατί το Μεξικό της δεκαετίας του 1970 είναι σαν νουάρ μυθιστόρημα, όπου η ζωή είναι πολύ φτηνή και το τίμημα της αλήθειας πολύ ακριβό.

© φωτ. Martin Dee

ΔΥΟ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ: Η Σίλβια Μορένο-Γκαρσία είναι συγγραφέας πολλών μυθιστορημάτων. Γεννημένη και μεγαλωμένη στο Μεξικό, ζει στο Βανκούβερ του Καναδά. Έχει επιμεληθεί μια σειρά ανθολογιών, συμπεριλαμβανομένης της βραβευμένης με το World Fantasy Award, «She Walks in Shadows». Μπορείτε να μάθετε περισσότερα για τη συγγραφέα στη σελίδα της silviamoreno-garcia.com.