Βιβλιο

Γιώργος Μολέσκης - Ν.Γ. Λυκομήτρος: «Τρία προσωπικά ποιήματα» και «Ο ήχος της απώλειας»

Οι δύο ποιητές μιλούν για τις νέες του ποιητικές συλλογές «Τρία προσωπικά ποιήματα» και «Ο ήχος της απώλειας», που κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Βακχικόν

A.V. Guest
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Συνέντευξη με τους Γιώργο Μολέσκη και Ν.Γ. Λυκομήτρο για την έκδοση των συλλογών «Τρία προσωπικά ποιήματα» και «Ο ήχος της απώλειας» αντίστοιχα (εκδ. Βακχικόν)

Συνέντευξη στον Γιάννη Παπαδόπουλο

Τι είναι εκείνο που σας ωθεί να γράφετε;

ΓΜ: Μου είναι δύσκολο να περιγράψω αυτό που με ωθεί να γράψω ένα ποίημα, ή ακόμη και μια ιστορία. Ειδικά για το ποίημα, θα έλεγα ότι έρχεται και με βρίσκει πρώτα ως συναίσθημα, ως συγκίνηση, ως σκέψη και με βάζει να παλεύω με τις λέξεις για να του δώσω μορφή. Αυτή είναι μια διαδικασία που κάποτε τελειώνει γρήγορα, κάποτε διαρκεί. Επανέρχομαι, προσθέτω, να αφαιρώ, όσο να καταλήξω σε κάτι που να το θεωρήσω ολοκληρωμένο.

ΝΓΛ: Αυτό που με ωθεί στη γραφή είναι η ανάγκη αυτοέκφρασης. Αισθάνομαι την ανάγκη να εκφράσω τις απόψεις μου ή τα συναισθήματά μου για ένα γεγονός το οποίο μου κέντρισε το ενδιαφέρον για οποιοδήποτε λόγο.

Ποιες είναι οι επιρροές σας;

ΓΜ: Όχι τόσο στη διαδικασία, όσο στα πρώτα στάδια της δημιουργίας, στη γέννηση της ιδέας, συμβάλλουν τα όσα παρατηρώ να συμβαίνουν στον κόσμο, αλλά και στην προσωπική μου ζωή. Κάποιες φορές η πρόκληση έρχεται και από κάποια διαβάσματα, που λειτουργούν σαν κεντρίσματα για να ξεδιπλωθούν πράγματα που κουβαλάς μέσα σου. Αυτά μπορεί να είναι λογοτεχνικά κείμενα, αλλά και γεγονότων που συμβαίνουν στον κόσμο και ξυπνούν μέσα μου δικά μου βιώματα, σκέψεις και αισθήματα.

ΝΓΛ: Η λίστα είναι πολύ μεγάλη και σίγουρα θα ξεχάσω κάποιους/κάποιες. Πέρα από τη λογοτεχνία, θα αναφέρω και κάποια ονόματα από τον κινηματογράφο και από το θέατρο αλλά και από τον χώρο των εικαστικών τεχνών που έχουν ασκήσει επιρροή στο έργο μου.  Από τον χώρο της ελληνικής Ποίησης, οι Κ.Γ. Καρυωτάκης, Κ.Π. Καβάφης, Κατερίνα Γώγου, Μιχάλης Κατσαρός, Άγγελος Σικελιανός, Μανόλης Αναγνωστάκης, κ.ά. Από τον χώρο της ξενόγλωσσης Ποίησης, οι W.H. Auden, William Blake, Allen Ginsberg, Lawrence Ferlinghetti, P.B. Shelley, Sylvia Plath, Robert Lowell, Vladimir Mayakovsky, Emily Dickinson, e.e. cummings, Arthur Rimbaud, E.A. Poe, κ.ά. Από τον χώρο του δοκιμίου, οι H.D. Thoreau και George Orwell.  Από τον χώρο του θεάτρου, οι Henrik Ibsen, August Strindberg, Harold Pinter, Oscar Wilde, Sarah Kane, Albert Camus, Antonin Artaud, Arthur Miller, Eugene Ionesko, κ.ά. Από τον χώρο του κινηματογράφου, οι Ken Loach, R.W. Fassbinder, Dusan Makavejev, Luis Buñuel, Jean-Luc Godard, Stanley Kubrick, Pier Paolo Pasolini, Pedro Almodóvar, ΝίκοςΝικολαΐδης, ΓιάννηςΟικονομίδης, ΠαύλοςΤάσιος, κ.ά.  Και, τέλος,  από τον χώρο των εικαστικών τεχνών, οι Salvador Dalí, Edvard Munch, Gustave Doré, Wassily Kandinsky, Giorgio de Chirico, Hieronymus Bosch, κ.ά. Εννοείται, φυσικά, ότι δεν κατέχω όλο το εύρος του έργου αυτών των σπουδαίων ανθρώπων. Ένα ποίημα, ένα δοκίμιο, ένα θεατρικό έργο, μια ταινία ή ένας πίνακας μπορεί να άσκησε σημαντική επιρροή πάνω μου.

Ποια θεματολογία κρατεί τον κυρίαρχο ρόλο στα έργα σας;

ΓΜ: Τα βιώματα που κουβαλώ μέσα μου από τα παιδικά μου χρόνια είναι πολλά. Η δύσκολη παιδική ηλικία, η δουλειά στα μηχανουργεία και τις οικοδομές, οι σπουδές, τα ταξίδια στον κόσμο, το πραξικόπημα και ο πόλεμος του 1974, με την υπηρεσία ως έφεδρος στην πρώτη γραμμή, ο έρωτας, ο θάνατος, τα παιδιά, οι φίλοι. Αυτά επανέρχονται, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, να μου δώσουν ιδέες και κίνητρα για να γράφω.

ΝΓΛ: Πέρα από τα ζητήματα που απασχολούν διαχρονικά τους ποιητές και τις ποιήτριες, όπως ο Χρόνος, ο Έρωτας και ο Θάνατος, το έργο μου απασχολούν ζητήματα με κοινωνικό και πολιτικό πρόσημο. 

Πείτε μας λίγα λόγια για το βιβλίο σας.

ΓΜ: Η θεματολογία που κυριαρχεί στο τελευταίο μου ποιητικό βιβλίο, τα «Τρία προσωπικά ποιήματα» είναι βγαλμένη μέσα από αυτά τα βιώματα. Στο πρώτο ποίημα, το οποίο έχει τον τίτλο «Μέρες του ήλιου» και αποτελείται από δέκα συνθετικά μέρη, μιλώ για τα παιδικά μου χρόνια και αυτή την αίσθηση του ήλιου και του φωτός, που έκανε τα πράγματα να λάμπουν και που ερχόταν ύστερα, σε δύσκολες μέρες, να κρατήσει μια ισορροπία και να δώσει ελπίδα:

Μέρες του ήλιου με χρυσό πολύ κι ασήμι αμέτρητο
Επενδυμένα σε τράπεζα ασφαλή από κάθε πτώχευση.
………………………………………………………

Γύριζα μες στα χρυσωμένα στάχυα γυμνός
και μάζευα ήλιο να ζεστάνω
τα χρόνια που θα έρχονταν,
μάζευα φως, για να το αντιπαραβάλω
στο επερχόμενο σκοτάδι
……………………………………
Ήταν πολύ το φως στα παιδικά μου χρόνια
που τελικά επέζησε του σκοταδιού
ή
του δημιουργεί ένα λυτρωτικό αντίβαρο. 

Το δεύτερο ποίημα, το οποίο έχει τον τίτλο «Ταξιδιωτικό σάκος», είναι μια προσπάθεια επαναφοράς στη μνήμη εμπειριών, εικόνων, σκέψεων και συναισθημάτων, που μαζεύτηκαν μέσα μου από διάφορα ταξίδια στον κόσμο για τα οποία κράτησα μόνο κάποια μικρά αντικείμενα ως ενθύμια, αφού:

Δίχως φωτογραφική μηχανή, δίχως ημερολόγιο
ταξίδεψα στον κόσμο. Έτσι φορτώθηκα
με χρώματα, εικόνες, μουσικές, αρώματα,
γεύσεις και μυρωδιές πραγμάτων
που όλο γυρεύουν να ενωθούν μέσα στο ποίημα:
η τελετουργική μεταφορά φτωχικού νεκρού
μέσα από μια πολυσύχναστη αγορά στο Νέο Δελχί,
…………………………………………………
η λιτανεία βουδιστών μοναχών
σ’ ένα ναό στο Πεκίνο,
………………………………………………
Το ρήγμα ανάμεσα σε δυο τεκτονικές πλάκες
στην Ισλανδία,
………………………………………………
Ο λάκκος από τους γκρεμισμένους
δίδυμους πύργους
στη Νέα Υόρκη…

για να δώσω ένα δείγμα από το πρώτο, το εισαγωγικό ποίημα. Και ακολουθούν άλλα έξι ποιήματα με εικόνες και εμπειρίες από χώρες που έζησα, ταξίδια και άλλα, ενώ στο έβδομο μέρος ο λόγος επικεντρώνεται στα διάφορα αντικείμενα, που με κοιτάζουν από τα ράφια της βιβλιοθήκης και κάνουν αυτά τα ταξίδια, που δεν θα επαναληφθούν ποτέ, να επαναλαμβάνονται κάθε μέρα.

Το τρίτο ποίημα έχει τον τίτλο «Συνομιλία με τη Νόνα». Αυτό μου έδωσε και την ιδέα να εισηγηθώ για το εξώφυλλο του βιβλίου έναν πίνακα της ΜαριάμΣουχάνοβα – Φουκαρά, ζωγραφισμένο το 1976, που μας απεικονίζει με τη Νόνα, όπως μας έβλεπε τότε η φίλη ζωγράφος. Το ποίημα αποτελείται από είκοσι τρία μέρη. Τα είκοσι πρώτα βγήκαν μέσα από τις συνομιλίες μας με τη Νόνα στην περίοδο των δυο σχεδόν χρόνων που πάλευε με την αρρώστια. Μιλούσαμε για τη ζωή, για το θάνατο, για τη σημασία του βιωμένου χρόνου, των εμπειριών που μας άφησε και πολλά άλλα. Τα λέγαμε καθώς η ίδια ήταν ξαπλωμένη στο κρεβάτι και μου έλεγε πολλές φορές «γράφε». Κι εγώ έγραφα. Τα τρία τελευταία μέρη γράφτηκαν μετά. Και μιλούν για την απώλεια, το κενό και τη θλίψη που αφήνει.

ΝΓΛ: Το τελευταίο μου βιβλίο ονομάζεται «Ο Ήχος της Απώλειας» και κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Βακχικόν. Περιλαμβάνει 30 ποιήματα που πραγματεύονται ζητήματα όπως η λαίλαπα του μικροαστισμού, η επανεμφάνιση του φασισμού, η πυρηνική απειλή, η φρίκη του βιασμού, η νόσος του καρκίνου, οι ψυχικές διαταραχές, οι ερωτικές σχέσεις, η μοναξιά της μητρόπολης αλλά και η ασφυκτική ζωή στην επαρχία, η ταξική διαστρωμάτωση της κοινωνίας και η αλλοτρίωση του ανθρώπου μέσω του σύγχρονου τρόπου ζωής. Μέσω των ποιημάτων αυτής της συλλογής προσπαθώ να καταδείξω αλλά και να καυτηριάσω τα κακώς κείμενα, αφήνοντας τον αναγνώστη/την αναγνώστρια να αναζητήσει τις διεξόδους.

Συγγραφέας γεννιέσαι ή γίνεσαι;

ΓΜ: Συγγραφέα, πιστεύω, σε κάνει ο τρόπος που αναπτύσσεις από παιδί να βλέπεις τα πράγματα και να τα κρατάς φυλαγμένα βαθιά μέσα σου.

ΝΓΛ: Το αιώνιο ερώτημα… Νομίζω ότι η αλήθεια βρίσκεται κάπου στη μέση και ισχύει για όλες τις μορφές τέχνης. Θεωρώ, δηλαδή, ότι κάποιοι/κάποιες γεννιούνται συγγραφείς και άλλοι/άλλες γίνονται στην πορεία μέσα από την τριβή, την εξάσκηση και την ενασχόληση με το αντικείμενο. Το σημαντικότερο για μένα, βέβαια, είτε γεννήθηκες είτε έγινες συγγραφέας, είναι να αγαπάς αυτό που κάνεις.

Αν μπορούσατε να αλλάξετε κάτι στον τομέα της λογοτεχνίας, τι θα ήταν αυτό;

ΓΜ: Αυτό θα συνεχίσει να ισχύει για πάντα, δεν νομίζω ότι μπορεί να αλλάξει οτιδήποτε.

ΝΓΛ: Αυτό που θα ήθελα σίγουρα να αλλάξω, τουλάχιστον στη χώρα μας, είναι ο τρόπος επαφής με τη λογοτεχνία και οι δυνατότητες πρόσβασης σε αυτή. Κατ’ αρχάς, θα έδινα έμφαση στην καλλιέργεια κουλτούρας ανάγνωσης μέσω της λειτουργίας περισσότερων βιβλιοθηκών στα σχολεία. Επίσης, σημαντική για εμένα είναι και η παρουσία των λογοτεχνών σε αυτά. Θεωρώ ότι, αν αγαπήσουμε το βιβλίο από τα μαθητικά μας χρόνια και αν γνωρίσουμε τους/τις συγγραφείς, θα αποκτήσουμε εντελώς άλλη αντίληψη για τα πράγματα. Εκτός από κάποιες φωτεινές εξαιρέσεις δασκάλων και καθηγητών/καθηγητριών, ο τρόπος με τον οποίο διδάσκεται η λογοτεχνία στα σχολεία μάλλον αποξενώνει παρά προσελκύει τον αυριανό αναγνώστη/αναγνώστρια. Από εκεί και πέρα, θα ήθελα ο χώρος της λογοτεχνίας, και ειδικά της Ποίησης, να πάψει να λειτουργεί ως «κλειστό κύκλωμα», με αποκλεισμούς, σεχταρισμούς και διαιρέσεις…

Έχετε επόμενα συγγραφικά σχέδια;

ΓΜ: Και αφού έτσι έχουν τα πράγματα, πάντα θα υπάρχουν καινούρια ερεθίσματα, καινούρια σχέδια για συγγραφή. Μόνο που ο χρόνος δεν είναι ποτέ αρκετός για να υλοποιήσεις όλα σου τα σχέδια.

ΝΓΛ: Ιδανικά, θα ήθελα να κυκλοφορήσω την επόμενη ποιητική μου συλλογή, υπό την προϋπόθεση ότι υπάρχει και το ανάλογο αναγνωστικό ενδιαφέρον, σε 2-3 χρόνια από τώρα. Στα σχέδιά μου υπάρχει ακόμη η συγγραφή ενός δεύτερου θεατρικού έργου που θα πραγματεύεται τις σχέσεις των φύλων στη σημερινή εποχή.