- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
«Τα αηδόνια της σιωπής» του Στέφανου Δάνδολου: Το μυθιστόρημα μιας άλλης Αθήνας
Πώς το παρελθόν αφορά το παρόν, αλλά και το μέλλον…
«Τα αηδόνια της σιωπής» του Στέφανου Δάνδολου: Η Αναστασία Χαλβατζοπούλου γράφει για το βιβλίο που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ψυχογιός
Ογδόντα χρόνια συμπληρώνονται φέτος από τις αιματηρές συγκρούσεις της Αθήνας τον Δεκέμβριο του 1944, τα λεγόμενα «Δεκεμβριανά» όπως έμειναν στη μνήμη, με τον Στέφανο Δάνδολο να επιλέγει να μας υπενθυμίσει τη ματαιότητα του πολέμου και την ανάγκη για να επικρατήσει η αγάπη μέσα από μια ερωτική ιστορία στο μυθιστόρημα «Τα αηδόνια της σιωπής» (Εκδόσεις Ψυχογιός).
Με πλήρη αφοσίωση στο έργο, ενδελεχή ιστορική μελέτη γύρω από τα γεγονότα της εποχής και την Αθήνα του προηγούμενου αιώνα, μας μεταφέρει σε μια θύελλα της νεότερης ελληνικής ιστορίας για την οποία, στη σύγχρονη λογοτεχνία του τόπου μας, δεν του έχει ενδεχομένως δοθεί η απαιτούμενη βαρύτητα με αμεσότητα και αντικειμενικότητα. Στα «Αηδόνια της σιωπής» διαβάζουμε τον φαινομενικά ανεκπλήρωτο έρωτα δύο απλών ανθρώπων της καθημερινής ζωής, δύο βιοπαλαιστών, οι οποίοι έτυχε να ερωτευθούν τόσο βαθιά και αληθινά, παρά τις δυσκολίες που τους επιφύλασσε η μοίρα. Ως φόντο έχουμε την Αθήνα του 20ού αιώνα και πιο συγκεκριμένα την πλατεία Συντάγματος και το καφενείο «Ζαχαράτου», ένα από τα εμβληματικότερα στέκια της πρωτεύουσας, στο οποίο σύχναζαν θρυλικές προσωπικότητες, από τον Γεώργιο Παπανδρέου που το είχε χαρακτηρίσει «Το δεύτερο και ίσως πιο ελεύθερο κοινοβούλιο» μέχρι πρόσωπα της λογοτεχνίας και του θεάτρου όπως ο Κωνσταντίνος Καβάφης, ο Λάμπρος Κωνσταντάρας και ο Αιμίλιος Βεάκης.
Ο Αριστείδης Τσόκος, ο σερβιτόρος του Καφενείου, ερωτεύεται στις αρχές του αιώνα τη νεοπροσληφθείσα καθαρίστρια Ευδοξία Τριανταφυλλίδου. Οι δυο τους πρόκειται να ζήσουν έναν ανεκπλήρωτο έρωτα για πολλά χρόνια, με την ιστορία τους να κορυφώνεται τη στιγμή που η Ελλάδα απελευθερώνεται από τους Γερμανούς και παράλληλα «φλερτάρει» με τον εμφύλιο. Οι ελπίδες να ζήσουν μαζί και αγαπημένοι λιγοστεύουν όταν οι ένοπλες συγκρούσεις αυξάνονται, ωστόσο ένα γράμμα θα παρακινήσει τον γηραιό πια κύριο Αριστείδη να τολμήσει να φτάσει στη δική του πατρίδα που φέρει στο όνομα «Ευδοξία», παρά τις αντιξοότητες και τα εμπόδια της μοίρας. Ο Δάνδολος πετυχαίνει χάρη στη συγγραφική του δεινότητα να μας μεταφέρει στην Αθήνα του πρώτου μισού του προηγούμενου αιώνα μέσα από τις συχνές του αναφορές στους πελάτες του καφενείου, στους πολιτικούς, τους ηθοποιούς, τους ζωγράφους και τους γλύπτες, οι οποίοι έμελλε να αφήσουν το στίγμα τους, ο καθένας με τον δικό του ξεχωριστό τρόπο. Επιπλέον, η χρήση παλαιότερων ονομασιών για δήμους της Αθήνας τους οποίους γνωρίζουμε σήμερα με τελείως διαφορετικά ονόματα, όπως για παράδειγμα το Κατσιπόδι που είναι ο σημερινός Δήμος Δάφνης ή το Λιόπεσι που είναι ο σημερινός Δήμος Παιανίας, μας ταξιδεύουν νοερά σε μια Αθήνα που αξίζει να γνωρίζουμε.
Κάτι το οποίο πρέπει επίσης να αναφερθεί είναι η σημειολογία του βιβλίου σε σχέση με την εξέλιξη των γεγονότων. Η 3η Δεκεμβρίου, για παράδειγμα, είναι μια χαρακτηριστική ημερομηνία: όχι μόνο ξεκίνησαν τα Δεκεμβριανά (1944), αλλά πολλά χρόνια πριν ξεκίνησε και η νέα σελίδα στη ζωή του Αριστείδη Τσόκου, όταν ο Σπυρίδων Ζαχαράτος, ο ιδρυτής και πρώτος ιδιοκτήτης του καφενείου, του πρόσφερε δουλειά (3 Δεκεμβρίου του 1888) και από βοηθός νερουλά που δεχόταν κακοποιητικές συμπεριφορές για μερικά ψίχουλα κατέληξε ο καλύτερος σερβιτόρος των Αθηνών και έπειτα ο υπεύθυνος του προσωπικού του καφενείου. Ένας, επίσης, κοινωνικός συμβολισμός είναι πως τόσο ο Αριστείδης όσο και η Ευδοξία έχουν για συντροφιά δύο φίλους οι οποίοι έχουν χάσει τους συντρόφους τους και ζουν στο παρελθόν με τις αναμνήσεις τους, κάτι που ενδεχομένως να παρακινεί αμφότερους τους δύο πρωταγωνιστές να κυνηγήσουν την ευτυχία της δικής τους ιστορίας προκειμένου να μην έχουν παρόμοια μοίρα.
Καθώς διαβάζουμε «Τα αηδόνια της Σιωπής» δεν μπορούμε να αφήσουμε ασχολίαστη την προσωπικότητα του ενός εκ των δύο κεντρικών ηρώων, του Αριστείδη Τσόκου. Ο Αριστείδης είναι ένας καλός και τίμιος άνθρωπος με αγνή ψυχή και πνευματικά χαρίσματα, ένας ήρωας που αξίζει να χαρακτηρίζεται όσο κανένας άλλος με αυτή με τη λέξη. Δύσκολα παιδικά χρόνια, ανελέητη φτώχεια και ορφάνια να τον περιτριγυρίζουν, καταφέρνει να ζει με αξιοπρέπεια και πάνω απ’ όλα αγάπη για τον συνάνθρωπο, παρά το γεγονός πως κάποιοι δεν του φέρθηκαν όπως του άξιζε. Αγάπησε με όλη του τη δύναμη την Ευδοξία του, τολμώντας να ξεπεράσει όλους τους φόβους του για να ζήσει μαζί της. Ο τρόπος που εξέφραζε την αγάπη του για εκείνη θυμίζει έργα του Σαίξπηρ και του Ξενόπουλου, με το σημαντικότερο αγαθό του να είναι η καθαρότητα της ψυχής, αυτή που τον οδήγησε στο να θεωρείται ένας άνθρωπος σπάνιος.
Τα «Αηδόνια της σιωπής» του Στέφανου Δάνδολου αποτελούν ένα βαθύ, πολυδιάστατο και πολυκύμαντο ιστορικό μυθιστόρημα για δύο ανθρώπους που πάλεψαν να δικαιωθούν επιλέγοντας το Καλό, ενώ γύρω τους μια ολόκληρη χώρα βυθιζόταν στο χάος του μίσους. Αποτελούν επίσης ένα μυθιστόρημα για αυτή τη χώρα, για το πώς παγιδεύτηκε μέσα από τα δικά της λάθη. Τέλος, αποτελούν ένα μυθιστόρημα για την Αθήνα, για όλους εκείνους τους δρόμους που το τον Δεκέμβρη του 1944 έμοιαζαν με φλεγόμενη κόλαση, για τις γειτονιές και τις συνοικίες που παραδόθηκαν στο πυρ ενός αδιανόητου μακελειού. Είναι ένα βιβλίο για το παρελθόν, ναι. Αλλά ταυτόχρονα είναι ένα βιβλίο και για το παρόν. Όπως και για το μέλλον.