Βιβλιο

Δημήτρης Μαστρογιαννίτης: «Όπως εγώ, έτσι και τα ζώα μου κρύφτηκαν στα Άγραφα»

Πώς γεννήθηκε ένα τόσο ευφάνταστο βιβλίο; Μιλήσαµε για τα «Ζώα από τα Άγραφα» µε τον συγγραφέα τους

Δήμητρα Γκρους
ΤΕΥΧΟΣ 918
10’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

Δημήτρης Μαστρογιαννίτης: Συνέντευξη για το βιβλίο «Ζώα από τα Άγραφα», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Το Ροδακιό

Ένα βιβλίο που απευθύνεται σε παιδιά αλλά και σε μεγάλους που έχουν κρατήσει κάτι από το παιδί μέσα τους ή που έχουν αισθανθεί το μεγαλείο της φύσης ― όταν σε κάνει να νιώθεις μικρός και σε ησυχάζει. Τυχαίνει να ανήκω και στις δύο κατηγορίες κι έτσι διάβασα απνευστί τα «Ζώα από τα Άγραφα» του Δημήτρη Μαστρογιαννίτη. Γραφή αστεία και τρυφερή, που συνοδεύεται από ευρηματικά κολάζ από φυσικά υλικά –φρούτα, λαχανικά, λουλούδια– και σχέδια φτιαγμένα από μολύβια. Ένα ευφάνταστο βιβλίο το οποίο κλείνεις με ένα χαμόγελο στα χείλη και με ζεστή καρδιά.

Πριν το ξεφυλλίσουμε μαζί με τον συγγραφέα του, όμως, το μεγάλο ερώτημα είναι πώς αποφασίζει κάποιος να φύγει από το κέντρο της Αθήνας για να ζήσει πάνω στο βουνό (από το οποίο ήρθε η έμπνευση για το βιβλίο). «Να μας πεις για τη Νεράιδα! Εκεί δεν μένεις;» ρωτάω τον Δημήτρη Μαστρογιαννίτη, μόλις καθόμαστε σε ένα καφέ στο Παγκράτι. Δεν ήταν πολύς καιρός που είχα πάει στα μέρη του και μαγεύτηκα από την ομορφιά. Ακόμη έχω την αίσθηση του δέους στη Μονή της Πελεκητής, μέσα στα βουνά, την έκπληξη καθώς ταξιδεύαμε παράλληλα στα φιόρδ της λίμνης Πλαστήρα. Σε μια διασταύρωση, μια ταμπέλα στην αρχή ενός ανηφορικού δρόμου έγραφε Νεράιδα. Μα υπάρχουν εκεί ψηλά χωριά, είχα αναρωτηθεί. Και μένουν άνθρωποι;

«Κι όμως μένουν!» θα μου απαντήσει. «Εγώ με τη Φρίντα και τον Ντιέγκο, τα δύο σκυλιά μου, στο τέλος και ένα ζευγάρι με τα σκυλιά τους στην αρχή του οικισμού». (γέλια) Όπως μου εξηγεί, η Νεράιδα είναι ένας παραθεριστικός οικισμός που δημιούργησε ο Πλαστήρας. Τα περισσότερα σπίτια ανοίγουν το καλοκαίρι. «Με εξαίρεση τα Χριστούγεννα και το Πάσχα τους υπόλοιπους μήνες ζούμε εμείς οι τρεις, τα σκυλιά και οι αρκούδες, ενώ τα σ/κ έρχεται κόσμος για το εστιατόριο του ξενοδοχείου. Μόλις πριν από δύο μήνες άρχισαν να λειτουργούν και τα δωμάτιά του ―παρεμπιπτόντως το ξενοδοχείο ήταν το εξοχικό του Πλαστήρα που το άφησε στον συνεταιρισμό. Φαντάζομαι ότι η λειτουργία του θα αλλάξει λίγο την κατάσταση σε ό,τι αφορά την ανθρώπινη παρουσία. Ωστόσο, για τις οποιεσδήποτε προμήθειες θα συνεχίσω να παίρνω το αυτοκίνητο και να κατεβαίνω στο προηγούμενο από τη Νεράιδα χωριό ή στην Καρδίτσα».

Πώς πήρες μια τέτοια απόφαση να παρατήσεις τα πάντα και τους πάντες και να βρεθείς τελείως μόνος στο βουνό παρέα με δύο σκυλιά;
Έπρεπε να κάνω κάτι πολύ δραστικό, καθώς είχα βρεθεί σε ένα μεγάλο αδιέξοδο. Δεν έπαιρνα χαρά από πουθενά· δεν μπορούσα να δουλέψω, να διαβάσω, σε όσα αγαπούσα δεν έβρισκα πλέον νόημα. Ένα πρόβλημα υγείας με ταρακούνησε. Κατάλαβα ότι αν συνέχιζα έτσι θα καταντούσα ένας κυνικός άνθρωπος και θα έπεφτα στα χάπια ή στο αλκοόλ. Προτίμησα να βρεθώ στην απόλυτη μοναξιά και να λέω καθημερινά καλημέρα σε ένα σκιουράκι, παρά να σέρνω το κουφάρι μου σε αυτά που-δεν-έπρεπε-με-τίποτα-να-χάσω ώστε να είμαι μέσα στα πράγματα.

Αρχίζοντας να μιλάει για τα ζώα που συναντάει καθημερινά στο δάσος και για τη φύση, αλλάζει η φωνή και η διάθεσή του. Μου λέει για το σκιουράκι που έρχεται κάθε πρωί στις 7.15 τους θερινούς μήνες για να κλέψει καρύδια από την καρυδιά του κήπου. Κάποια τα πάει στη φωλιά του και άλλα τα κρύβει σε διάφορα σημεία και μετά τα ξεχνάει. Ένα από τα ζώα του βιβλίου είναι ο γλυκοπατατίουρος (από γλυκοπατάτα και σκίουρο) που φοβάται ότι έχει αλτσχάιμερ.

«Δεν είναι μόνο το σκιουράκι. Στις βόλτες συναντάω συχνά ελάφια ― ευτυχώς όχι συχνά αγριογούρουνα και αρκούδες. Αχ αυτή η Άνοιξη! Το ήξερες ότι οι κούκοι ερωτοτροπούν από το πρωί; Δίπλα στη λίμνη τα αηδόνια διαγωνίζονται στο κελάιδισμα για να προ(σ)καλέσουν το ταίρι. Παρατήρησα ότι τα δένδρα δεν ανθίζουν όλα μαζί. Εννοώ ότι δεν ανθίζουν ταυτόχρονα οι κερασιές, οι καστανιές, τα έλατα... Έτσι οι μέλισσες έχουν τροφή για περισσότερο χρόνο».

Δημήτρης Μαστρογιαννίτης © Τάσος Ανέστης

Λατρεύω τη φύση, ζηλεύω τώρα που σε ακούω.
Και το 80% των ανθρώπων που συναντώ εδώ. Οι περισσότεροι, φαντάζομαι, το λένε γιατί δεν αντέχουν άλλο τη ζωή τους στην Αθήνα. Δεν είναι όμως εύκολο να ζεις μόνος σε ένα βουνό. Δεν είναι όλα ειδυλλιακά, απλά εγώ τόνισα στην κουβέντα μας εκείνα τα σημεία που βοήθησαν να δημιουργηθεί το βιβλίο. Το φθινόπωρο μπορεί να βρέχει για μέρες. Ή την άνοιξη ή και το καλοκαίρι· δεν μπορείς να ξέρεις πια με αυτόν τον καιρό σε ποια εποχή βρισκόμαστε. Έχω ζήσει, και ζω, από κοντά τις καταστροφές που έφερε ο Daniel.

Ο χειμώνας είναι δύσκολος. Όταν πήγαινα στο παρελθόν εκδρομή σε χιονισμένα μέρη δεν μπορούσα, ή μάλλον δεν ήθελα, να σκεφτώ πόση κούραση κρύβει αυτό για τους ανθρώπους που δουλεύουν εκεί. Επίσης, αν δουλεύεις στη γη ή έχεις ζώα δεν τριγυρνάς στο δάσος ανακαλύπτοντας “ααα! το βουητό της μέλισσας περιέγραφε σε εκείνο το σημείο ο Vivaldi στην άνοιξή του”. Σου βγαίνει η πίστη στη δουλειά. Κάνω παρέα με ανθρώπους που δουλεύουν τη γη, προσπαθώντας να μάθω δίπλα τους να φυτεύω και να καλλιεργώ και, μέχρι σήμερα που μιλάμε, γελάνε με την ατζαμοσύνη μου. Παρατηρητής είμαι ακόμα – καλώς ή κακώς κρατάει η πόλη μέσα μου. Όχι γιατί μου λείπει, αλλά γιατί οι κοντινοί μου άνθρωποι ζουν σε πόλεις. Ευτυχώς προστέθηκαν σε αυτούς και άλλοι που ζουν στη φύση και είναι πολύ σημαντικοί, πλέον, για μένα.

Ποιο είναι το μεγαλύτερο μάθημα που σου έχει δώσει η φύση;
Το θυμάμαι σαν τώρα. Ήταν ένα ανοιξιάτικο πρωινό, ημιλυπόθυμος από τη μυρωδιά των ανθών της κερασιάς και έχοντας στα αυτιά μου το βουητό των μελισσών, ένιωσα πολύ λίγος, γελοίος θα έλεγα, με τις υπαρξιακές αναζητήσεις μου. Η φύση μού έδειχνε τον κύκλο της ζωής. Απλά πράγματα. Γέννηση, ένστικτα (φαγητό και αναπαραγωγή), θάνατος και πάλι γέννηση. Τα υπόλοιπα είναι για να τρώμε τις σάρκες μας. Και βέβαια η υγεία. Ένα πληγωμένο ζώο δεν έχει καμία πιθανότητα να επιβιώσει. Εμείς έχουμε, αλλά πώς καταλήγουμε; Το έζησα πρόσφατα με τη μάνα μου, μέχρι που έφυγε. Η πληγή της ήταν η άνοια.

Ακούγοντάς τον καταλαβαίνω (ή να πω νιώθω;) πώς προέκυψε το βιβλίο του. Τα «Ζώα από τα Άγραφα» ξεκινούν όπως τα παραμύθια. “Μια φορά, ούτε πολύ μακριά ούτε πολύ κοντά στο σήμερα, κι ένα καιρό που δεν ήταν ούτε καλός ούτε κακός […]”. Η φαντασία του συγγραφέα έφερε εκπροσώπους των ζώων, των πτηνών, των εντόμων, μαζί με εκπροσώπους των φυτών κάθε είδους, σε ένα συνέδριο με τίτλο «Πώς θα σωθούμε από την οικολογική καταστροφή που προκαλεί ο άνθρωπος». Αποφάσισαν να ενώσουν τις δυνάμεις τους και να φτιάξουν νέα είδη (συνδυασμός χλωρίδας και πανίδας).

Έτσι προέκυψαν 38 ζώα που θα ηγηθούν μιας οικολογικής επανάστασης. Μεταξύ τους ο καρυδόσαυρος, το κουνουπιδόβατο, το κυκλαμίνγκο, ο καστανότραχος, το καρυδοάλα κ.ά. Όλα θα πάνε να κρυφτούν σε μια άγνωστη για τους ανθρώπους χώρα, τα Άγραφα. Στις σελίδες του βιβλίου ο συγγραφέας μάς τα συστήνει ένα ένα, με εικόνα και κείμενο.

Δημήτρης Μαστρογιαννίτης © Τάσος Ανέστης

Πώς γεννήθηκε η ιδέα;
Ήταν Οκτώβρης και έβρεχε ακατάπαυστα για μέρες. Δεν μπορούσα να βγω από το σπίτι… Στον πάγκο της κουζίνας υπήρχαν κάστανα, κυδώνια και καρύδια. Έτσι όπως κοιτούσα ένα κυδώνι αναφώνησα “α! μια στρουθοκάμηλος!”. Έβαλα λοιπόν σε ένα χαρτί το κυδώνι, ζωγράφισα γύρω από αυτό το υπόλοιπο σώμα της στρουθοκαμήλου και το αποτέλεσμα το φωτογράφισα. Τώρα γιατί όταν είδα το κυδώνι σκέφτηκα τη στρουθοκάμηλο και όχι ένα φαγητό με κυδώνια...; Έχει να κάνει με πολλά πράγματα. Τον μεγαλύτερο ρόλο πιστεύω πως έπαιξε η θεραπεία ― «έφτυσα» αίμα μέχρι να τα βρω με τον μικρό Δημήτρη και να αρχίσω να βάζω το συναίσθημα πριν τη λογική. Φαντάζομαι πως δεν θα μπορούσε να συμβεί αν δεν βρισκόμουν εκεί, μόνος, στην ησυχία του βουνού. Φυσικά, ένας τόπος δεν έχει από μόνος του τη δύναμη να σε αλλάξει· πρέπει να είσαι ανοιχτός δέκτης.

Συνεχίζεις τη θεραπεία;
Όχι. Είχα πάει για θεραπεία, και τη συνέχιζα διαδικτυακά, γιατί με βασάνιζε το γεγονός ότι δεν μπορούσα να δημιουργήσω, αν και υπήρξα όλη τη ζωή μου δημιουργικός. Εγώ νόμιζα ότι θα μου έδινε ένα μάνιουαλ και θα τελείωναν όλα γρήγορα, αλλά με έριξε στα βαθιά. Κολύμπησα, αλλά δεν πνίγηκα, βγήκα στη στεριά με ένα βιβλίο και όχι μόνο… Όταν έφτιαχνα αυτό το βιβλίο, ήμουν ξανά χαρούμενος, ευτυχισμένος.

Μετά τη στρουθοκάμηλο πώς συνέχισες;
Να πω ότι η στρουθοκάμηλος δεν υπάρχει στο βιβλίο. Γιατί δύο μήνες αργότερα είδα ένα κυδώνι που έμοιαζε με κεφάλι αρκούδας. Την άλλη ημέρα, λοιπόν, το ανέβασα στο Facebook. Άρχισαν σχόλια «τι ωραίο…!» και χωρίς να το καταλάβω έβλεπα στο κυκλάμινο το κυκλαμίνγκο, στο καρύδι τον καρυδόσαυρο κ.λπ. Στο τρίτο ζώο που ανέβασα μου τηλεφώνησε μια φίλη, η Ελένη Μπακόπουλου (σ.σ. μεταφράστρια) και μου είπε, «να σου πω! Δεν ξέρω αν το έχεις καταλάβει, αλλά κάνεις κάτι πάρα πολύ ωραίο. Να το δεις σοβαρά». Εγώ αντέδρασα. «Μη με βάζεις να σκεφτώ σοβαρά. Ένα παιχνίδι είναι». Απανωτά ακολούθησαν και άλλα δύο τηλεφωνήματα από ανθρώπους που σέβομαι τη γνώμη τους κι έτσι όταν γύρισα στην Αθήνα πήρα χρωματιστά μολύβια και μπλοκ ζωγραφικής (για να είμαι ακριβής τα πρώτα μου τα έκανε δώρο μια άλλη φίλη, η Δήμητρα Πιπιλή). Επιστρέφοντας στη Νεράιδα έπεσα με τα μούτρα.

Τα κείμενα ήρθαν μετά τις ζωγραφιές;
Την ώρα που έφτιαχνα τον καρυδόσαυρο γεννήθηκε η ιδέα-ομπρέλα: μια οικολογική επανάσταση. Ζώα και φυτά δημιουργούν νέα είδη, μήπως και γλιτώσουν από την οικολογική καταστροφή, και πηγαίνουν να κρυφτούν στα Άγραφα. Εκεί που είχα «κρυφτεί» κι εγώ. Η φαντασία πλέον κάλπαζε. Την ώρα που δημιουργούσα κάθε ζώο, την ίδια ώρα ήταν έτοιμο στο μυαλό μου και το κείμενο. Απλά έκατσα να τα γράψω, αφού τα ζωγράφισα όλα. Πάλι η Ελένη Μπακοπούλου ήταν αυτή που διάβασε πρώτη μια ιστορία. Μόλις είχα τελειώσει το βελανιδελάφι και έτυχε να μου κάνει βιντεοκλήση για να πούμε τα νέα μας. Της διάβασα το κείμενο και θυμάμαι ακόμη το γέλιο της. Πολύ αργότερα, όταν τελείωσα όλα τα κείμενα και τα έδωσα να τα διαβάσει, άρχισε να μου λέει τι ανακάλυπτε κάτω από τις ιστορίες των ζώων.

Tο Κυκλαμίνγκο © Ζώα από τα Άγραφα

Ένας αναγνώστης μπορεί να διαβάσει τα id των «Ζώων από τα Άγραφα» σαν απλές ιστορίες· να μείνει σε αυτό που λέμε «πρώτο επίπεδο» και να διασκεδάσει. Πίσω όμως από τις χαριτωμένες ιστορίες θίγονται πολλά θέματα που έχουν να κάνουν με τις ανησυχίες του συγγραφέα, τα διαβάσματά του και τη μελαγχολία του, παρόλο που αυτό που τον χαρακτηρίζει ως άνθρωπο είναι το σπινθηροβόλο χιούμορ. Είναι πολύ δύσκολο να βρεθείς μαζί του και να μη γελάσεις.

«Πάντα χρησιμοποιούσα το χιούμορ προκειμένου να αντιμετωπίσω τις δυσκολίες ή άσχημες συμπεριφορές. Το αγαπώ το γέλιο και τη χαρά. Δεν μπορώ όσους περιφέρουν τα τραύματά τους σαν παράσημο· είναι οι πιο χειριστικοί άνθρωποι. Ούτε και τους χαζοχαρούμενους ― αν και κάποιες φορές ζηλεύω τον ελαφρόμυαλο χαρακτήρα της Νίτσας Μαρούδα στις ελληνικές ταινίες. Όμως, το χιούμορ δεν είναι πάντοτε καλό. Δεν σε βοηθάει να δείξεις τι σε ενοχλεί και δεν σε αφήνει να καταλάβεις, κάποιες φορές, τι μαλακίες κάνεις ή λες», θα μου πει.

Τα «Ζώα από τα Άγραφα» είναι ένα αταξινόμητο βιβλίο γιατί μπορεί να αρέσει από ένα πολύ μικρό παιδί μέχρι έναν αναγνώστη τρίτης ηλικίας.

Τα «Ζώα από τα Άγραφα» είναι ένα αταξινόμητο βιβλίο γιατί μπορεί να αρέσει από ένα πολύ μικρό παιδί μέχρι έναν αναγνώστη τρίτης ηλικίας. Έχει κάτι συναισθηματικό αλλά και σκληρό, μια σοβαρή και μαζί αστεία τρυφερότητα, ενώ τα ζώα παρουσιάζονται με τόση ζωντάνια που τα ακούς να μιλούν, να παίζουν, να τσακώνονται.

«Ποιο ζώο σου άρεσε περισσότερο;» με ρωτάει ο Δημήτρης. «Γέλασα πολύ με το κυκλαμίνγκο που λέει συνέχεια, κάνε μου λάικ!», του απαντώ. «Το φλαμίνγκο είναι ίσως το πιο φωτογραφημένο πτηνό στον πλανήτη, για να μη μιλήσω για τη μόδα που φωτογραφίζονταν όλοι με σωσίβια φλαμίνγκο. Οπότε αυτόματα το κυκλαμίνγκο έγινε “ινσταγκράμερ”. Στην πρόταση “Όταν τα φυλάει στο κρυφτό είναι σούπερ γιατί έχουμε χρόνο να κρυφτούμε, αφού μετράει από το ένα έως τα εκατό λάικ”, υπάρχουν τα παιδιά των φρικαρισμένων φίλων μου που περνούν όλη την ημέρα στο κινητό και ασχολούνται με τα like».

«Εσύ ποιο ζώο είσαι;» τον ρωτάω. «Θα ήθελα να μοιάσω στον λειχηνύποδα. Ο λειχηνύποδας έγινε από την ένωση της λειχήνας και του βραδύποδα. Κοιτάζοντας τον βραδύποδα, έτσι όπως ζει με περιορισμένες ανάγκες, τον ζηλεύω. Δείχνει να μη φοβάται τον θάνατο. Στο βιβλίο λέει την επικούρεια φράση “ηδέως ζην”». Θυμάμαι να χαμογελάω όταν το διάβασα.

Ο Λειχηνύποδας © Ζώα από τα Άγραφα

«Τα “Ζώα από τα Άγραφα” ξεκίνησαν ως παιχνίδι. Ποτέ δεν είχα στο μυαλό μου, όταν το έφτιαχνα, ότι δημιουργώ ένα βιβλίο. Δεν θυμάμαι ποιος είπε τη φράση “εδώ στην Ελλάδα περισσότερο γράφουμε παρά διαβάζουμε”. Τι μεγάλη αλήθεια! Δυσκολευόμουν να αποφασίσω να το στείλω σε εκδοτικούς οίκους, μέχρι που πήγα να δω μια έκθεση της Ελεονώρας Σταθοπούλου στον Φωταγωγό που στεγάζονται οι εκδόσεις Το Ροδακιό. Την Τζούλια (σ.σ. Τσιακίρη, εκδότρια) την ήξερα. Ήταν μάλιστα ο πρώτος άνθρωπος από τον χώρο των εκδόσεων που είχα κάνει συνέντευξη. Μιλάμε για 30 χρόνια πίσω. Η αισθητική των εκδόσεών της πάντοτε μου άρεσε, ένιωθα ότι θα ταίριαζε στα ζώα μου. Θυμάμαι τη ρώτησα με συστολή, στην έκθεση, “να σου φέρω κάτι να δεις;”. Είπε ναι, της το πήγα και η συνέχεια είναι στα βιβλιοπωλεία. Μέσα μου, ακόμη και τώρα που μιλάμε, το βλέπω σαν ένα παιχνίδι. Και στο παιχνίδι, επειδή έχει να κάνει με τη χαρά, ψάχνεις συμπαίκτες. Προϋπόθεση είναι να διαθέτουν χιούμορ ή να έχουν μια καλή σχέση με το παιδί μέσα τους. Να νοιάζονται. Να αγαπούν τη φύση και τα ζώα. Τόσο απλά».

Θα συμφωνήσω γιατί το ένιωσα κι εγώ. Θέλει να έχεις μια ευαισθησία για να σου αρέσει αυτό το βιβλίο. Να σου αρέσει να μπεις στον κόσμο που φτιάχνει, ή απλά να πεις, μα καλά πώς το σκέφτηκε; Το μόνο σίγουρο είναι ότι, τελειώνοντάς το, θα νιώσεις πιο ελαφρύς.