Βιβλιο

10 + 1 πράγματα που μάθαμε στο Φεστιβάλ Λογοτεχνίας Σκοπέλου

Όταν ένα μικρό νησί του Αιγαίου συνδέεται με τη Βόρεια Θάλασσα και τον Ατλαντικό Ωκεανό μέσω των ανθρώπων του βιβλίου

Δήμητρα Γκρους
15’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

Λογοτεχνική Άνοιξη Σκοπέλου: Βρεθήκαμε στο φεστιβάλ με τιμώμενες χώρες τη Νορβηγία, τη Σουηδία και την Ισλανδία

«Θα έρθεις στη Σκόπελο στο 2ο Λογοτεχνικό Φεστιβάλ αφιερωμένο στη σκανδιναβική λογοτεχνία;» Ελάχιστη σχέση και τριβή είχα με τη λογοτεχνία των Βόρειων χωρών, όταν σε προσκαλούν όμως μια χειμωνιάτικη μέρα –άνοιξη– σε νησί δεν λες εύκολα όχι. Ένα φεστιβάλ δεν απευθύνεται άλλωστε μόνο σε ειδικούς, αλίμονο, απώτερος σκοπός είναι να ανοίγει ένα θέμα σε ένα ευρύτερο κοινό. Κι όταν είμαστε ανοιχτοί σε εμπειρίες, όταν έχουμε περιέργεια για κόσμους που δεν γνωρίζουμε, όταν ανοιγόμαστε σε καινούργια σύμπαντα και ανθρώπους στη συγκεκριμένη περίσταση Σκοπελίτες και Σκανδιναβούς– υπάρχει ανταμοιβή, κι αυτό ήταν το πρώτο μάθημα, ή μάλλον μια υπενθύμιση.

Πέντε δίωρα πάνελ σε δύο μέρες (από ένα αφιερωμένο σε κάθε τιμώμενη χώρα, Ισλανδία, Σουηδία, Νορβηγία, ένα με τους μεταφραστές και μια ανοιχτή συζήτηση των τριών συγγραφέων μεταξύ τους) και μερικά γεύματα, ήταν αρκετά για να αντιληφθεί κανείς πως οι αντιφάσεις –τι ενδιαφέρον θα μπορούσαν να βρουν οι κάτοικοι ενός μικρού νησιού παρακολουθώντας πάνελ σκανδιναβικής λογοτεχνία;– μπορεί και να λειτουργούν ως συνεκτικοί δεσμοί, καθώς ήρθαν σε επαφή δύο διαφορετικοί κόσμοι άγνωστοι μεταξύ τους. Το γενικό συμπέρασμα ήταν πως ένα Φεστιβάλ Σκανδιναβικής Λογοτεχνίας μπορεί και να είναι ό,τι πιο ωραίο μπορεί να συμβεί Απρίλη μήνα, για ντόπιους και επισκέπτες, ανθρώπους των βιβλίων ή και όχι, σε ένα από τα ομορφότερα νησιά των Σποράδων.

10 + 1 πράγματα –από τα πολλά– που μάθαμε παρακολουθώντας τη Λογοτεχνική Άνοιξη Σκοπέλου

Φτάνοντας με το δελφίνι στο όμορφο νησί των Σποράδων, πριν ανοίξει η σεζόν © Δήμητρα Γκρους

1. Για να πάει ένας επισκέπτης στη Σκόπελο, λίγο πριν ανοίξει η σεζόν, δεν είναι το πιο απλό. Ξεκινάς πολύ νωρίς για να πάρεις το λεωφορείο στις 8.30 από τα Κτελ Λιοσίων, φτάνεις Βόλο 12.30, το δελφίνι φεύγει στη 1, φτάνεις 3.30 (και το ανάποδο στην επιστροφή: ξυπνάς στο νησί στις 6 για να φτάσεις στην Αθήνα στις 4). Δεν είναι δα και άγονη γραμμή η Σκόπελος! Κι αν δείτε στον χάρτη είναι ένας τεράστιος κύκλος μέσω Βόλου (η γραμμή από τον Άγιο Κωνσταντίνο έχει καταργηθεί), η οποία μικραίνει αισθητά όταν πηγαίνεις από Μαντούδι, το λιμάνι στην Εύβοια απέναντι από τις Σποράδες, που όμως τα δρομολόγια αυτά ξεκινούν από το Πάσχα και πυκνώνουν όσο προχωράει το καλοκαίρι. Αυτό, όπως θα μαθαίναμε, είναι τεράστιο πρόβλημα για τους κατοίκους του νησιού, και το μεγάλο τους παράπονο, καθώς τον χειμώνα είναι απομονωμένοι, ενώ και το καλοκαίρι χρειάζεται τα δρομολόγια να είναι πιο συχνά και πιο καλά συντονισμένα ώστε να εξυπηρετούν τις διασυνδέσεις των Σποράδων μεταξύ τους (θυμίζουμε ότι στη Σκιάθο υπάρχει αεροδρόμιο), αλλά και με την ηπειρωτική Ελλάδα.

Οι τρεις Σκανδιναβοί καλεσμένοι με τα μπαγκάζια τους, περιμένοντας να μπουν στο δελφίνι για το μακρύ ταξίδι της επιστροφής © Δήμητρα Γκρους

2. Αν για εμάς το ταξίδι ήταν κουραστικό, για τους 3 Σκανδιναβούς συγγραφείς ήταν η ουρά του ταξιδιού τους. Να σας τους συστήσω:

Ο Έιρικουρ Ερτν Νόρδνταλ ήρθε από μια μικρή πόλη –σαν τη Σκόπελο– 3.000 κατοίκων που βρίσκεται σε μια βόρεια ακτή της Ισλανδίας (έπρεπε πρώτα να πετάξει για Ρέκιαβικ, και μετά με ενδιάμεση πτήση στην Αθήνα, 48 ώρες ταξίδι!). Στην Ελλάδα, τον Έιρικουρ τον μάθαμε από το «Κακό» (Illska) που κυκλοφόρησε το 2017 από τις εκδόσεις Πόλις σε μετάφραση της Ρούλας Γεωργακοπούλου από τα γαλλικά. Ένα βιβλίο που έκανε αίσθηση, και μιλάει για την άνοδο της ακροδεξιάς στην Ισλανδία και την Ευρώπη, την κατάκτηση της Λιθουανίας από τους Γερμανούς και τη μαζική εξόντωση των Εβραίων της χώρας.

Ο Τόμας Μάρκο Μπλατ –βραβευμένος συγγραφέας στη Νορβηγία και κριτικός λογοτεχνίας, που δεν έχει μεταφραστεί (ακόμα) στη χώρα μας–, με καταγωγή από τη Νότιο Κορέα (όπως θα μαθαίναμε τη δεκαετία του ’80 συνηθιζόταν οι Νορβηγοί να υιοθετούν παιδιά από τη συγκεκριμένη χώρα), είχε φτάσει το προηγούμενο βράδυ στην Αθήνα από το Όσλο.

Όσο για τον Γιαν Χένρικ Σβαν, ταξίδεψε μόλις από το Κουκάκι. Γεννημένος στο Λουντ της Σουηδίας, μοιράζει τον χρόνο του ανάμεσα στη Στοκχόλμη και την Αθήνα. Πολυβραβευμένος συγγραφέας και μεταφραστής στα σουηδικά από τα δανέζικα, τα γαλλικά, τα πολωνικά (της νομπελίστριας Όλγκα Τοκάρτσουκ), τα αραβικά και τα ελληνικά (έχει μεταφράσει ανάμεσα σε άλλα και τη «Φόνισσα» του Παπαδιαμάντη). Ο Γιαν Χένρικ είναι ένας σύγχρονος φιλέλληνας, ενώ το τελευταίο του βιβλίο «ΝΕΚΟΜΠ» (εκδ. Κάπα Εκδοτική) σε μετάφραση Κρυστάλλης Γλυνιαδάκη, είναι η συναρπαστική λογοτεχνική βιογραφία του Γκούναρ Μέλμπεργκ, πατέρα της (μεταφράστριας) συζύγου του, Μαργαρίτας Μάλμπεργκ. (Ο Γκούναρ Μέλμπεργκ, παντρεύεται τη μεγάλη του αγάπη, την Άννα από την Αλεξάνδρεια, γίνεται προπονητής της αιγυπτιακής ολυμπιακής ομάδας στίβου και κατόπιν ανταποκριτής της εφημερίδας «Γκέτεμποργκς-Πόστεν» στην Τεχεράνη, την περίοδο της ισλαμικής επανάστασης, ενώ τον στοιχειώνει μονίμως το όνειρό του να γίνει συγγραφέας – ηθικό δίδαγμα; μην αφήνεις κάτι μεγάλο που ονειρεύεσαι να σε εμποδίζει να ζεις τη ζωή).

Το «ΝΕΚΟΜΠ», όπως και το «Κακό», έγιναν ανάρπαστα στον πάγκο με τα βιβλία όλων των καλεσμένων του Φεστιβάλ.

Ο Γιαν Χένρικ Σβαν, ο Έιρικουρ Ερτν Νόρδνταλ και ο Τόμας Μάρκο Μπλατ, καλεσμένοι του Φεστιβάλ © Δήμητρα Γκρους

3. Το Φεστιβάλ έλαβε χώρα στον πρώην κινηματογράφο (πόσο κρίμα που κλείνουν τα σινεμά ΠΑΝΤΟΥ) - νυν πολιτιστικό κέντρο Ορφέας). Στην είσοδο, υπήρχε ένας πάγκος με τα βιβλία όλων των καλεσμένων, συγγραφέων, ποιητών και μεταφραστών: εκδόσεις Πόλις, Νεφέλη Κάπα Εκδοτική, Εντευκτήριο, Κέδρος… Ένα Φεστιβάλ Λογοτεχνίας είναι πάνω από όλα μια Γιορτή για το βιβλίο, είναι δηλαδή σημαντικό –και– γιατί καλλιεργεί τη φιλαναγνωσία σε καιρούς που η ικανότητά μας να συγκεντρωνόμαστε πλήττονται από τη συνεχή επαφή (στα όρια του εθισμού) με τα κοινωνικά δίκτυα.

Ο πάγκος με τα βιβλία έξω από τον πρώην κινηματογράφο Ορφέα άδειασε σχεδόν, στο τέλος του διημέρου © Δήμητρα Γκρους

4. Οι τρεις συγγραφείς συνοδεύονταν από τρεις μεταφραστές. Μας φαίνεται αυτονόητο το ότι έχουμε πρόσβαση στην ξένη λογοτεχνία, όμως ένα συγγραφικό έργο μπορεί να φτάσει σε μια άλλη γλώσσα και ένα άλλο κοινό μόνο και μόνο επειδή κάποιοι μοχθούν σκυμμένοι με τις ώρες στα γραφεία τους. Οι μεταφραστές είναι οι αφανείς ήρωες, στη δική τους τέχνη εναπόκειται το αν είναι καλά ή όχι τα βιβλία που διαβάζουμε. Μάθαμε από πρώτο χέρι πόσο δύσκολη, επίπονη και απαραίτητη είναι η εργασία τους και δυστυχώς, στη χώρα μας, τις περισσότερες φορές κακοπληρωμένη. Όπως είπε η Βίκυ Αλυσσανδράκη, μοιάζουν με αυτά τα ξωτικά που τα λένε Χούλτουφολκ, που σύμφωνα με έναν ισλανδικό μύθο ζουν κρυμμένα κάτω από βράχια, σε σπηλιές, μέσα σε τρύπες, δεν τα βλέπει κανείς παρ’ όλα αυτά επηρεάζουν πολύ τις ζωές των ανθρώπων. Η Βίκυ ζει και εργάζεται στο πανεπιστήμιο του Στρασβούργου και μιλάει 7 γλώσσες –όλοι οι καλεσμένοι ήταν εντυπωσιακά πολύγλωσσοι–, έχει σπουδάσει σκανδιναβικές γλώσσες και πολιτισμό και μεταφράζει από τα φινλαδικά και τα ισλανδικά έχοντας επικεντρωθεί στην αστυνομικά λογοτεχνία των βόρειων χωρών (Nordic noir). Η Βίκυ μετέφρασε το δεύτερο έργο του Έιρικουρ «Μη αναστρέψιμη απώλεια ψευδαισθήσεων».

Όσο για τη Ρέα Μάργκαρετ Μέλμπεργκ, γεννημένη στον Πειραιά, με ρίζες από Σουηδία, Κύπρο και Αλεξάνδρεια, μεγάλωσε στην Αίγυπτο, την Ισπανία και την Ελλάδα (εξ ου και η μυθιστορηματική βιογραφία του πατέρα της), και οι μεταφράσεις της των έργων του Ίψεν και του Στρίνμπεργκ θεωρούνται από τις πιο σημαντικές στα ελληνικά. Μαζί με τον Γιαν Χένρικ, σύντροφο στη ζωή και τη μετάφραση, στήνουν γέφυρες για τη διάδοση των ελληνικών γραμμάτων στη Σουηδία και της σκανδιναβικής λογοτεχνίας στην Ελλάδα.

Ο Θοδωρής Ρακόπουλος ζει και εργάζεται στη Νορβηγία από το 2014 και είναι καθηγητής Κοινωνικής Ανθρωπολογίας στο Πανεπιστήμιο του Όσλο. Έχει γράψει 5 βιβλία ποίησης και μια συλλογή διηγημάτων, και ήταν καλεσμένος του Φεστιβάλ ως γνώστης της νορβηγικής γλώσσας και κουλτούρας και μεταφραστής – εξαιρετικός ομιλητής, όπως άλλωστε όλοι.

(από αριστερά) Η Βίκυ Αλυσσανδράκη, η Λίζυ Τσιριμώκου, ο Θοδωρής Ρακόπουλος, η Ελένη Κοσμά συζητούν το πρωί της Κυριακής στο πάνελ των μεταφραστών © Δήμητρα Γκρους

5. Τι γνωρίζει το ευρύ αναγνωστικό κοινό από σκανδιναβική λογοτεχνία; Τους «κλασικούς» Στρίνμπεργκ, Ίψεν (από το θέατρο), τον Κνουτ Χάμσον («Η πείνα», το πιο γνωστό του) και φυσικά την αστυνομική σκανδιναβική λογοτεχνία (ο Τζο Νέσμπο, στις μεταφράσεις της Κρυστάλλης Γλυνιαδάκη, έχει φανατικούς αναγνώστες), ενώ το περσινό βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας έκανε γνωστότερο και τον Νορβηγό Γιον Φόσσε. Αλλά και πάλι… Καθώς το νησί δεν είχε ακόμα ανοίξει για τους επισκέπτες του, με εξαίρεση κάποιους λίγους ειδήμονες, το Φεστιβάλ στόχευε ως επί τω πλείστον στην τοπική κοινωνία. #Άγχος. Θα έρθουν; Θα το βρουν ενδιαφέρον; Θα τους αρέσει; Και να, η μεγαλύτερη έκπληξη. Η σύνδεση ανθρώπων από διαφορετικές χώρες, κουλτούρες και αναγνωστικό background, με τους κατάλληλους αγγελιοφόρους, είναι πάρα πάνω από εφικτή.

Παραδοσιακές λιχουδιές στον κεντρικό δρόμο με τα μαγαζιά © Δήμητρα Γκρους

6. Μήπως τελικά οι λογοτέχνες μιας χώρας δεν είναι οι κατάλληλοι για να μεταφέρουν τις εικόνες από τόπους ξένους προς εμάς; Αυτό κάνει η λογοτεχνία, έτσι κι αλλιώς, αλλά όταν πια έχεις τους ίδιους τους συγγραφείς να σου μιλούν για τη γεωγραφία, τα ήθη, τις νοοτροπίες, την ιστορία της πατρίδα τους, τότε ονόματα που μπορεί να ήταν απλώς κουκκίδες στον χάρτη, αποκτούν μέσα σε δυο μέρες περιεχόμενο. Η Νορβηγία, τη Σουηδία και η Ισλανδία έγιναν τόποι οικείοι, όπως και οι ξένοι καλεσμένοι που επί δύο μέρες συζητούσαν στα πάνελ: πνευματώδεις όσο και προσγειωμένοι, με ευγένεια και λεπτούς τρόπους, εκλαμβάνοντας μεγάλη τιμή την πρόσκλησή τους στο ελληνικό νησί, με ειλικρινή πρόθεση να επικοινωνήσουν με το κοινό τους και όλους εμάς, μας μετέδωσαν την επιθυμία για γνώση και ανάγνωση.

(από αριστερά) Η Κρυστάλλη Γλυνιαδάκη, η Βίκυ Αλυσσανδράκη, ο Έιρικουρ Ερτν Νόρδνταλ και ο Θοδωρής Ρακόπουλος συζητούν για την ισλανδική λογοτεχνία και την κουλτούρα της Ισλανδίας © Δήμητρα Γκρους

7. Για όλους αυτούς τους λόγους αξίζουν συγχαρητήρια στον Δήμο Σκοπέλου, και ειδικά στον δήμαρχο, κ. Σταμάτη Περίσση, που έχει αυτό το όραμα και τη φιλοδοξία να δώσει ξανά ζωή στη Λογοτεχνική Άνοιξη, έναν θεσμό που –όπως μάθαμε– έχει συνδεθεί με τον σημαντικό κεραμίστα, Νίκο Μάρκου, ο οποίος μέχρι τον θάνατό του, το 2009, έκανε το νησί τόπο πολιτισμού αλλά με την τέχνη του και τη δράση του έκανε τη Σκόπελο σημείο συνάντησης για τους ανθρώπους των τεχνών και των γραμμάτων. Και, έτσι, ήταν η δεύτερη συνεχόμενη χρονιά –πέρσι το θέμα ήταν η Ποίηση και καλεσμένοι Έλληνες ποιητές–, που οι κάτοικοι του νησιού ήρθαν σε επαφή με τη λογοτεχνία. Πόσο διαφορετική ίσως θα ήταν η Ελλάδα, αν υπήρχε συστηματική –σχεδιασμένη– μέριμνα να έρχονται οι τοπικές κοινωνίες σε όλη τη χώρα σε επαφή με τα γράμματα και τον Πολιτισμό. Ελλάδα δεν είναι μόνο η Αθήνα και η Θεσσαλονίκη.

Ωστόσο, θεωρούμε πως θα ήταν πιο καλά να μεταφερόταν η Λογοτεχνική Άνοιξη Σκοπέλου λίγο πιο μετά, ώστε το νησί να γίνει ένας ελκυστικός προορισμός για επισκέπτες που θα ήθελαν να συνδυάσουν διακοπές και λογοτεχνία. Μια που γίνεται η συζήτηση για τον υπερτουρισμό, το να δημιουργούνται εστίες πολιτισμού στους τόπους διακοπών συνιστά ουσιαστική αντίσταση – και μόνο ελπιδοφόρο είναι το ότι κάθε χρόνο στα νησιά πληθαίνουν τα Φεστιβάλ που συμπληρώνουν τη θάλασσα και τον ήλιο με μουσική, ποίηση, λογοτεχνία, εικαστικές τέχνες.

Κάνοντας βόλτες, άνοιξη, στη Σκόπελο © Δήμητρα Γκρους

8. Γενικότερα, πόσο αναζωογονητικό να ανοίγουν οι ορίζοντές μας και πόση ανάγκη έχουμε την εξωστρέφεια και τη σύνδεση με άλλους πολιτισμούς και κουλτούρες! Να βλέπουμε έξω από τα εθνικά μας σύνορα, να ερχόμαστε σε επαφή με πρακτικές άλλων χωρών. Μάθαμε πάρα πολλά πράγματα, όπως ότι οι ότι οι Νορβηγοί καταλαβαίνουν τη γλώσσα των Σουηδών και των Δανών και αντίστροφα (η Νορβηγία ανήκε στο Βασίλειο της Δανίας μέχρι το 1814), όσο για την ισλανδική είναι μία από τις πιο παλιές γλώσσες, επίσης στενά συνδεδεμένη με τις άλλες γλώσσες των βόρειων χωρών, κυρίως την παλιά νορβηγική –τη γλώσσα των Βίκινγκς –, και μιλιέται από μόλις από 350.000 ανθρώπους.

Μάθαμε και για τη NORLAμαζί με τη Νορβηγική Πρεσβεία ήταν από τους χορηγούς–, τον νορβηγικό οργανισμό που προωθεί το βιβλίο (δεν είναι τυχαίο ότι υπάρχουν πολλά νορβηγικά βιβλία μεταφρασμένα στα ελληνικά), και για το σουηδικό κράτος το οποίο δίνει μισθό στους συγγραφείς όταν έχουν εκδώσει κάποια βιβλία και πάνω, για να μπορούν να βιοπορίζονται από τη συγγραφή (!).

Μάθαμε, δηλαδή, πόσο σημαντικό πράγμα είναι μια εθνική πολιτική για το βιβλίο και τον Πολιτισμό (ευχόμαστε να αναπτυχθεί περισσότερο και στην Ελλάδα – διαβάστε όσα μας είπε η Ελένη Δουνδουλάκη, «Έχουμε Εθνική Πολιτική για το Βιβλίο»; μέσα από τα best practices των ξένων χωρών, πόσο σημαντική είναι η λογοτεχνική δημιουργία και παραγωγή, η καλλιέργεια των γραμμάτων – και όχι πολυτέλεια. Όπως και πόσο σημαντικό είναι να υπάρχει μέριμνα για μεταφράζεται η εθνική λογοτεχνία σε άλλες γλώσσες, ακόμα και περιφερειακές, να διαβάζουν οι Ισλανδοί, οι Νορβηγοί και οι Σουηδοί Καβάφη, Σεφέρη και σύγχρονους Έλληνες ποιητές και συγγραφείς και εμείς τους δικούς τους λογοτέχνες.

Για τους πιο τολμηρούς μπάνιο στον Στάφυλο, μια πανέμορφη παραλία κοντά στη Χώρα © Δήμητρα Γκρους

9. Ένα ανοιξιάτικο ηλιόλουστο σαββατοκύριακο αφιερωμένο στη σκανδιναβική λογοτεχνία συνδυάστηκε για τους πιο τολμηρούς με ένα μπάνιο στον Στάφυλο, την ωραιότερη παραλία της Σκοπέλου, μόλις 2 χιλιόμετρα από την πόλη. Πόση ομορφιά! Γενικότερα, η φιλοξενία ήταν θαυμάσια και οι προσκεκλημένοι είχαν την ευκαιρία να γνωρίσουν το πανέμορφο αυτό νησί (θεωρείται μία από τις πιο εμβληματικές κινηματογραφικές τοποθεσίες με το Mamma Mia να είναι σταθερή αναφορά για το νησί), με 4 μόλις οικισμούς (Αγνώντας, Πάνορμος, Νέο Κλήμα, Γλώσσα) και δάση στο 98% του εδάφους του (μάθαμε πως έχει ανακηρυχτεί το πιο πράσινο νησί της Μεσογείου από την Ουνέσκο). Στην πολύ κατατοπιστική ξενάγηση-βόλτα στην πόλη, οι Σκανδιναβοί φίλοι μας έμαθαν για τα ήθη και την ιστορία του νησιού. Όπως ότι η Σκόπελος ήταν από την αρχαιότητα ξακουστή για τα αμπέλια της (ο πρώτος κάτοικος του νησιού ήταν ο Στάφυλος, του οποίου πατέρας θεωρείται ο Διόνυσος, θεός των αμπελιών και του κρασιού, σύμφωνα με τη μυθολογία) και οι Σκοπελίτες είχαν πάντοτε τόσο κρασί που το χρησιμοποιούσαν μέχρι και στο χτίσιμο των σπιτιών! Μέχρι που η επιδημία φυλοξήρας στο πρώτο μισό του 20ού αιώνα κατέστρεψε τα περίφημα αμπέλια της και από τότε δεν μπόρεσαν να τα καλλιεργήσουν ξανά, ενώ μόλις τα τελευταία χρόνια ο Πεπαρήθιος οίνος (Πεπάρηθος το αρχαίο όνομα του νησιού) αναβιώνει σε επίπεδο τοπικής παραγωγής.

Μία από τις πάρα πολλές αδέσποτες γάτες του νησιού © Δήμητρα Γκρους

10. Στη Σκόπελο, όπως και στα περισσότερα νησιά, υπάρχουν πολλές αδέσποτες γάτες, τις οποίες συναντούσαμε σε κάθε μας βήμα – μάθαμε ότι ο Δήμος τις φροντίζει με τροφή και προγράμματα στειρώσεων, συνεργαζόμενος, όπως μας, είπαν, με το Φιλοζωικό Σωματείο Σκοπέλου. Το κατά πόσο ένα Δήμος φροντίζει τα αδέσποτα ζώα είναι δείγμα Πολιτισμού – στη Νορβηγία και τη Σουηδία, φυσικά, δεν υπάρχουν αδέσποτα ζώα. Και καλό είναι με κάθε ευκαιρία να υπενθυμίζουμε ότι, ακόμα και σε ένα ήσυχο και φιλόξενο μέρος όπως η πόλη της Σκοπέλου, τα αδέσποτα έχουν μια δύσκολη ζωή: κρυώνουν, αρρωσταίνουν, διψάνε και πεινούν. Κροκέτες δεν είχαμε, μετά από κάθε γεύμα όμως φροντίζαμε πάντα να μαζεύουμε φαγητό για να ταΐζουμε τις γατούλες που βρίσκαμε στον δρόμο μας.

Η θέα από το φιλόξενο ξενοδοχείο Thea Home, όπου έμειναν οι καλεσμένοι του Φεστιβάλ © Δήμητρα Γκρους

11. Αφήσαμε για το τέλος το πιο σημαντικό, την οργανωτική επιτροπή που έστησε το Φεστιβάλ Σκανδιναβικής Λογοτεχνίας: ήταν η ποιήτρια και μεταφράστρια από τα νορβηγικά Κρυστάλλη Γλυνιαδάκη (η ψυχή του Φεστιβάλ και εξαιρετική διερμηνέας), η ομότιμη καθηγήτρια ελληνικής φιλολογίας στο ΑΠΘ Λίζυ Τσιριμώκου και η Ελένη Κοσμά, επίσης ποιήτρια, μεταφράστρια, αλλά και Σκοπελίτισσα. Στα παρασκήνια, μάθαμε πόσο δύσκολο είναι να οργανώσεις ένα φεστιβάλ, να βρεις πόρους, να ξεπεραστούν εμπόδια και γραφειοκρατίες, και πραγματικά αξίζουν πολλά συγχαρητήρια γιατί παρά τις αντιξοότητες στο οργανωτικό κομμάτι, το Φεστιβάλ ήταν άψογο από κάθε άποψη καλεσμένων, προγράμματος, συζητήσεων, διερμηνειών, φροντίδας και ό,τι μπορείτε να φανταστείτε. Ήταν ένα τόσο άρτια οργανωμένο και ενδιαφέρον διήμερο που σκεφτόσουν, γιατί να μην επαναληφθεί σε κάποια μεγάλη αίθουσα της Αθήνας ώστε να μπορεί να το παρακολουθήσει ένα ευρύτερο κοινό;

Για όλους αυτούς τους λόγους το Φεστιβάλ Λογοτεχνίας Σκοπέλου ήταν μια πολύ ωραία εμπειρία, και μακάρι να μπορούσα να σας μεταφέρω όλα όσα μάθαμε, που ήταν πολλά. Το πιο συγκινητικό, όμως, ήταν τελικά που αυτό το ταπεινό, φιλόξενο νησί των Σποράδων, χάρη στην επιθυμία και τη δουλειά κάποιων λίγων ανθρώπων, συνδέθηκε με τόσο μακρινά μέρη στην άλλη άκρη της Ευρώπης με νοητό άξονα τη λογοτεχνία και τους ανθρώπους της.

Μια αναμνηστική φωτογραφία © Δήμητρα Γκρους