Βιβλιο

Πέθανε η Νομπελίστρια συγγραφέας Άλις Μονρό - Κορυφαία εκπρόσωπος της φόρμας του διηγήματος

Χαρακτηρίστηκε «Τσέχοφ του Καναδά» - Υπέφερε από άνοια για πάνω από μια δεκαετία

Newsroom
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

Άλις Μoνρό: Πέθανε σε ηλικία 92 ετών η βραβευμένη με Νόμπελ Λογοτεχνίας Καναδή συγγραφέας - Αναδρομή στη ζωή και το έργο της κορυφαίας διηγηματογράφου.

Η Καναδή συγγραφέας και βραβευμένη με Νόμπελ Λογοτεχνίας Άλις Mονρό, η οποία εξέταζε την καθημερινή ζωή μέσα από τη φόρμα του διηγήματος για περισσότερα από 60 χρόνια, πέθανε σε ηλικία 92 ετών σε γηροκομείο του Οντάριο. Υπέφερε από άνοια για πάνω από μια δεκαετία.

H Άλις Μονρό κέρδισε το βραβείο Man Booker το 2009 και το Νόμπελ Λογοτεχνίας το 2013 © EPA/Ballesteros

Άλις Μoνρό: Πέθανε σε ηλικία 92 ετών η σπουδαία Καναδή συγγραφέας

Αποκαλούμενη από ομότεχνούς της ως «Τσέχοφ του Καναδά», το σύνολο των έργων της Μονρό βασίστηκε σε θέματα που παραδοσιακά αγνοούνταν από το κυρίαρχο λογοτεχνικό ρεύμα.

Κατέκτησε τη φήμη αργότερα στη ζωή της, με τις ιστορίες της για φαινομενικά απλούς ανθρώπους σε μη δραματικές τοποθεσίες του Καναδά να συγκεντρώνουν σειρά διεθνών βραβείων, που περιελάμβαναν το Νόμπελ Λογοτεχνίας το 2013.

Η Μάργκαρετ Άτγουντ την αποκάλεσε κάποτε «από τους σημαντικότερους συγγραφείς αγγλόφωνης μυθοπλασίας της εποχής μας».

Ο Σαλμάν Ρούσντι την επαίνεσε ως «αριστοτέχνη της φόρμας», ενώ ο Τζόναθαν Φράνζεν έγραψε: «Η Μονρό είναι ένας από τους λίγους συγγραφείς, μερικοί ζωντανοί, οι περισσότεροι νεκροί, τους οποίους έχω στο μυαλό μου όταν λέω ότι η μυθοπλασία είναι η θρησκεία μου».

Άλις Μονρό, «νοικοκυρά με κακό βαθμό» και τα πρώτα διηγήματα

Γεννημένη το 1931 σε αγροτική οικογένεια στο Γουίνγκαμ του Οντάριο που αγωνίζονταν να επιβιώσει κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Ύφεσης, η Μονρό πήγε στο πανεπιστήμιο με υποτροφία και σπούδασε για δύο χρόνια πριν μετακομίσει στο Βανκούβερ με τον πρώτο της σύζυγο, Τζέιμς Μονρό το 1951.

Περιγράφοντας τον εαυτό της ως «νοικοκυρά με κακό βαθμό» κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου άρχισε να γράφει όποτε οι κόρες της κοιμόντουσαν, κρατώντας τα αφηγήματα σύντομα επειδή της ήταν πολύ δύσκολο να συγκεντρωθεί για παρατεταμένες περιόδους.

Τα διηγήματά της άρχισαν να δημοσιεύονται σε περιοδικά όπως το Tamarack Review, το Montrealer και το Canadian Forum, συγκεντρώνοντας σταδιακά αρκετά για μια συλλογή που εκδόθηκε το 1968 αποσπώντας κριτικούς επαίνους από τους New York Times.

Η δεκαετία του 1970 ήταν μια δεκαετία μεταμόρφωσης για τη Μονρό: Επέστρεψε στο Γουίνγκαμ μετά την κατάρρευση του πρώτου της γάμου το 1973, παντρεύτηκε ξανά το 1976 και δημοσίευσε την πρώτη της ιστορία στο New Yorker το 1977. Η δουλειά της συνέχισε να δημοσιεύεται σε περιοδικά υψηλού πρεστίζ όπως το Paris Review και το Atlantic Monthly.

Τα λογοτεχνικά βραβεία και τα προβλήματα υγείας

Η φήμη της Μονρό συνέχισε να αυξάνεται καθώς οι ιστορίες της διεύρυναν τη θεματική και την πολυπλοκότητα τους. Κέρδισε το διεθνές βραβείο Man Booker το 2009 και το Νόμπελ Λογοτεχνίας το 2013.

Η εγχείρηση ανοιχτής καρδιάς το 2001 έφερε μαζί της μια αυξημένη αντίληψη για τη δική της θνησιμότητα, με τη γραφή της Μονρό να περιστρέφεται όλο και περισσότερο γύρω από την ασθένεια και τη μνήμη. Μια ιστορία για έναν χαρακτήρα που διαγνώστηκε με καρκίνο που δημοσιεύτηκε στο New Yorker το 2008, συνοδεύτηκε ένα χρόνο αργότερα από την παραδοχή ότι είχε καρκίνο η ίδια.

Μια τελευταία συλλογή, το «Ακριβή μου ζωή», (στα ελληνικά από τις εκδόσεις Μεταίχμιο) περιλάμβανε τέσσερις αυτοβιογραφικές ιστορίες τις οποίες η συγγραφέας χαρακτήρισε «τα πρώτα, τα τελευταία και τα εγγύτερα πράγματα που έχω να πω για τη δική μου ζωή».

Σε συνέντευξή της το 2013, η Μονρό εξήγησε ότι έγραφε προσωπικές ιστορίες σε όλη της τη ζωή.

«Ελπίζω να διαβάζονται ευχάριστα», είπε. «Ελπίζω να συγκινούν τον κόσμο. Όταν μου αρέσει μια ιστορία, είναι επειδή προκαλεί κάτι… ένα χτύπημα στο στήθος».

Από τις εκδόσεις Μεταίχμιο κυκλοφορούν στα ελληνικά τα βιβλία της Άλις Μονρό «Πάρα πολλή ευτυχία», «Μ’ αγαπάει δεν μ’ αγαπάει», «Ακριβή μου ζωή» και «Η αγάπη μιας καλής γυναίκας».

(Με πληροφορίες του Guardian)