- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Ζαν Πολ Σαρτρ: Απεβίωσε στο Παρίσι σαν σήμερα στις 15 Απριλίου 1980 ο Γάλλος φιλόσοφος, λογοτέχνης και στρατευμένος διανοούμενος.
Μια από τις πιο επιδραστικότερες μορφές της διανόησης του εικοστού αιώνα, κορυφαίος εκπρόσωπος του υπαρξισμού και της φαινομενολογίας, του οποίου η φιλοσοφία επηρέασε γενιές συγγραφέων και στοχαστών σε όλο τον κόσμο, ο Ζαν Πολ Σαρτρ απεβίωσε σαν σήμερα στις 15 Απριλίου 1980 στο Παρίσι, σε ηλικία 74 ετών.
Ζαν Πολ Σαρτρ: Σαν σήμερα ο θάνατος του κορυφαίου υπαρξιστή
Ηγεμονική φυσιογνωμία της γαλλικής διανόησης, ο Σαρτρ καθόρισε την κοινωνική συνείδηση της γενιάς που γαλουχήθηκε μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο μέσω των αριστερών πολιτικών του πεποιθήσεων, οι οποίες συχνά εκφραζόταν στο πεδίο της ακτιβιστικής δράσης, σε δρόμους και αμφιθέατρα. Είχε τις δικές του απόψεις σχεδόν για κάθε θέμα, οι οποίες αναπτύχθηκαν σε μυθιστορήματα, θεατρικά έργα, βιογραφίες, δοκίμια και φυλλάδια.
Αν και κάποτε στενά συνδεδεμένος με τον μαρξισμό, τα τελευταία χρόνια της ζωής του υπήρξε ένας ανεξάρτητος επαναστάτης που μιλούσε περισσότερο με το ιδίωμα του μαοϊσμού παρά του σοβιετικού κομμουνισμού.
Ως διανοούμενος και δημόσιο πρόσωπο, ένας άνθρωπος που η αστυνομία δεν αρεσκόταν να συλλαμβάνει, χρησιμοποίησε το κύρος του για να υπερασπιστεί το δικαίωμα των αριστερών ομάδων στην ελεύθερη έκφραση και το 1973 συμμετείχε στην ίδρυση της Liberation, της ιστορικής ριζοσπαστικής εφημερίδας του Παρισιού.
Επιπλέον, έθεσε το κύρος του όνοματός στην υπηρεσία διάφορων σκοπών, καθώς και σε άφθονα μανιφέστα και ανοιχτές επιστολές υπέρ των καταπιεσμένων πληθυσμών σε όλο τον κόσμο, μεταξύ άλλων στην Ελλάδα, τη Χιλή και την Ισπανία.
Από τις αντισυμβατικές για την εποχή στιγμές του, ξεχωρίζουν η δράση του στα γεγονότα του Μάη του ’68, η υποστήριξή του προς το καθεστώς του Φιντέλ Κάστρο, η άρνησή του να παραλάβει το Νόμπελ Λογοτεχνίας με το οποίο τιμήθηκε το 1964, η ενεργή συμμετοχή του κατά των πολέμων της Αλγερίας και του Βιετνάμ, η ανάμειξή του με το Δικαστήριο Μπέρτραντ Ράσελ, ακόμη και η απελευθερωμένη σχέση του με τη Σιμόν ντε Μποβουάρ. Ήταν ένας επαναστάτης με αιτίες, ένας σύγχρονος Δον Κιχώτης.
Ο Σαρτρ μέσα από το αφηγηματικό του έργο
Ο Ζαν Πολ Σαρτρ γεννήθηκε στις 21 Ιουνίου 1905 στο Παρίσι. Ήδη από πολύ νέος άρχισε να ασκεί κριτική, μαζί με τους συμφοιτητές του στην École normale supérieure, στις αξίες και τις παραδόσεις της κοινωνικής τάξης του, της αστικής.
Διδάσκει για μικρό χρονικό διάστημα στο λύκειο της Χάβρης και ακολούθως συνεχίζει τη φιλοσοφική κατάρτισή του στο Γαλλικό Ινστιτούτο του Βερολίνου.
Από τα πρώτα φιλοσοφικά του κείμενα, («Η φαντασία», 1936, «Η θεωρία των συγκινήσεων», 1939, «Το φανταστικό», 1940), είναι εμφανής η παρουσία μιας σκέψης που τον οδήγησε στον υπαρξισμό, τις θέσεις του οποίου ανέπτυξε στο έργο του «Το είναι και το μηδέν» (1943) και στο «Ο υπαρξισμός είναι ανθρωπισμός» (1946).
Το ευρύ κοινό γνώρισε τον Σαρτρ κυρίως μέσα από τα αφηγηματικά έργα του, νουβέλες και μυθιστορήματα όπως τα «Η ναυτία» (1938), «Ο τοίχος» (1939), «Οι δρόμοι της ελευθερίας» (1943-1949), καθώς και τα δοκίμια λογοτεχνικής και πολιτικής κριτικής: «Σκέψεις περί του εβραϊκού ζητήματος» (1946), «Μπωντλαίρ» (1947), «Άγιος Ζενέ, κωμωδός και μάρτυρας» (1952), «Καταστάσεις», (1947-1976), «Ο ηλίθιος της οικογένειας» (1972).
Τα θεατρικά του έργα έχουν ακόμη μεγαλύτερο κοινό: «Οι μύγες» (1943), «Κεκλεισμένων των θυρών» (1945), «Η πόρνη που σέβεται» (1946), «Τα βρώμικα χέρια» (1948), «Ο διάβολος και ο καλός θεός» (1951). Στα θεατρικά έργα του, μπόρεσε να αναπτύξει τις ιδέες του διαποτίζοντας με αυτές τους ήρωές του.
Σαρτρ και Καμύ: Η φιλία που έγινε διαμάχη
Ο Καμύ και ο Σαρτρ ήταν τα πνευματικά αστέρια του Παρισιού κατά τα μεταπολεμικά χρόνια, προτού καταλήξουν εμβληματικές μορφές των ιδεολογικών συγκρούσεων του δεύτερου μισού του 20ού αιώνα. Ο ανταγωνισμός τους διαμόρφωσε τις διανοητικές συζητήσεις στη Γαλλία και σε όλο τον κόσμο.
Η περιβόητη ρήξη τους, εν μέσω Ψυχρού Πολέμου, δίχασε τα στρατόπεδα. Για δεκαετίες, οι άνθρωποι έλεγαν: Σαρτρ ή Καμύ; Στάθηκαν εμπόδιο ο ένας στον άλλον από την αρχή. Ήταν και οι δύο αφηγητές, θεατρικοί συγγραφείς και δοκιμιογράφοι, κριτικοί λογοτεχνίας και θεάτρου, φιλόσοφοι και αρχισυντάκτες. Είχαν τον ίδιο εκδότη. Και οι δύο τιμήθηκαν με το Νόμπελ Λογοτεχνίας. Ο Καμύ αισθάνθηκε συντριπτική ευγνωμοσύνη όταν αποδέχθηκε το βραβείο του το 1957. Ο Σαρτρ απέρριψε την τιμή το 1964.
Και οι δύο προτιμούσαν τη γυναικεία παρέα από αυτή των ανδρών. «Γιατί γυναίκες;», ο Καμύ αναρωτιόταν στο ημερολόγιό του το 1951. Η απάντησή του: «Δεν αντέχω την παρέα των ανδρών. Κολακεύουν ή κρίνουν. Δεν αντέχω τίποτε από τα δύο». Το 1940, ο Σαρτρ χρησιμοποίησε σχεδόν την ίδια επιλογή λέξεων στο ημερολόγιό του, όταν σημείωνε ότι «βαριέται φρικτά την παρέα των ανδρών, ωστόσο είναι πολύ σπάνιο η παρέα των γυναικών να μη με διασκεδάζει».
Από καιρό θεωρούνταν φίλοι και σύμμαχοι. Όμως ο Καμύ δεν μπορούσε να κρύψει ότι ένιωθε μια αυξανόμενη αίσθηση απόστασης από την κλίκα των Παριζιάνων διανοουμένων που περιέβαλλαν τον Σαρτρ και τη σύντροφό του, Σιμόν ντε Μποβουάρ.
«Αγαπητέ Καμύ, η φιλία μας δεν ήταν εύκολη, αλλά θα μου λείψει»
Ο Σαρτρ ζήλευε τον εμφανίσιμο Γάλλοαλγερινό, το «χαμίνι του δρόμου από το Αλγέρι», όπως τον αποκάλεσε αργότερα. Ο Σαρτρ έβλεπε τον εαυτό του ως τέκνο της γαλλικής αστικής τάξης και προσπάθησε να σπάσει τους δεσμούς του μαζί της όσο το δυνατόν πιο επιδεικτικά. Αντίθετα, ο Καμύ ήταν περήφανος για την ταπεινή του καταγωγή και ποτέ δεν αρνήθηκε τις ρίζες του.
Οι δύο άνδρες συναντήθηκαν προσωπικά για πρώτη φορά στη μέση του πολέμου, στο κατεχόμενο Παρίσι το καλοκαίρι του 1943. Ο Καμύ παρουσιάστηκε με αφορμή την πρεμιέρα του έργου του Σαρτρ, «Οι μύγες». Εκείνη την εποχή, μια μικρή ομάδα καλλιτεχνών και φιλοσόφων συναντιόταν τακτικά σε ιδιωτικά σπίτια και στα καφέ του Σεν Ζερμέν. Αλλά οι αντιπαλότητες εμφανίστηκαν σύντομα, ενώ για να γίνουν τα πράγματα ακόμα πιο περίπλοκα, η Μποβουάρ έδειξε ερωτικό ενδιαφέρον για τον Καμύ, αλλά εκείνος απέρριψε τις προσεγγίσεις της.
Λίγα χρόνια αργότερα, έπειτα από πικρές και δημόσια προβεβλημένες διαμάχες γύρω από την πολιτική και τη λογοτεχνία, ο Σαρτρ κόβει όλους τους δεσμούς: «Αγαπητέ Καμύ, η φιλία μας δεν ήταν εύκολη, αλλά θα μου λείψει».
Όταν ωστόσο ο Καμύ πέθανε σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα τον Ιανουάριο του 1960 σε ηλικία 46 ετών, ο Σαρτρ έγραψε ένα εκπληκτικό αφιέρωμα: «Για όλους όσους τον αγάπησαν, υπάρχει ένας αβάσταχτος παραλογισμός σε αυτόν τον θάνατο», σημείωνε. «Ό,τι κι αν έκανε ή αποφάσισε στη συνέχεια, ο Καμύ δεν θα έπαυε ποτέ να είναι μια από τις κύριες δυνάμεις της πολιτιστικής μας δραστηριότητας ή να αντιπροσωπεύει με τον τρόπο του την ιστορία της Γαλλίας και αυτού του αιώνα».
Δεκαπέντε χρόνια αργότερα και πέντε χρόνια πριν από το θάνατό του, ο 70χρονος Σαρτρ ρωτήθηκε ξανά σε συνέντευξη για τη σχέση του με τον Καμύ. Η απάντησή του: Ο Καμύ ήταν «μάλλον ο τελευταίος καλός μου φίλος».
Σαρτρ - Μποβουάρ: Ενωμένοι στην αιωνιότητα
Σαν τον Αβελάρδο και την Ελοΐζα, είναι θαμμένοι σε έναν κοινό τάφο με τα ονόματά τους να έχουν περάσει ενωμένα στην αιωνιότητα. Θεωρούνται ένα από τα θρυλικά ζευγάρια παγκοσμίως. Δεν μπορούμε να σκεφτούμε τον έναν χωρίς να φέρουμε στο μυαλό μας και τον άλλο: Ζαν Πολ Σαρτρ και Σιμόν ντε Μποβουάρ.
Στο τέλος του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου, ο Σαρτρ και η Μποβουάρ καθιερώθηκαν γρήγορα ως απροκατάληπτοι και στρατευμένοι διανοούμενοι. Ασχολήθηκαν με τη συγγραφή μιας αξιοσημείωτης ποικιλίας λογοτεχνικών ειδών: θεατρικά έργα, μυθιστορήματα, φιλοσοφικά δοκίμια, ταξιδιωτικά κείμενα, βιογραφίες, αυτοβιογραφίες, δημοσιογραφία. Το πρώτο μυθιστόρημα του Σαρτρ, «Η ναυτία», αποτελεί ορόσημο στη νεότερη γαλλική λογοτεχνία. Τα δέκα θεατρικά του έργα προκάλεσαν αίσθηση.
Η Μποβουάρ θα είναι για πάντα συνδεδεμένη με το πρωτοποριακό φεμινιστικό έργο της, «Το δεύτερο φύλο», καθώς και το μυθιστόρημά της «Οι μανδαρίνοι», το οποίο ζωντανεύει έξοχα την ατμόσφαιρα της μεταπολεμικής Ευρώπης, και τα απομνημονεύματά της.
Μοιράζονταν την ίδια λαχτάρα για το απόλυτο. «Είναι φυσικό ένας άνθρωπος να μην τα πετυχαίνει όλα», έλεγε ο Σαρτρ, «αλλά πρέπει να τα θέλει όλα».
Ένα από τα αγαπημένα φοιτητικά συνθήματα της Μποβουάρ το 1968 ήταν: «Ζήσε χωρίς διαλείμματα».
(Πηγές: Ζαν Πολ Σαρτρ, «Τι είναι η λογοτεχνία;», εκδ. Μεταίχμιο, 2006, Χέιζελ Ρόουλι, «Simone de Beauvoir και Jean-Paul Sartre», εκδ. Μεταίχμιο, 2007)