Βιβλιο

«Ποίηση με χιούμορ»: Μυρσίνη Γκανά & Λένα Καλλέργη

Μίνι αφιέρωμα στην Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης

Κρυστάλλη Γλυνιαδάκη
8’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης στις 21 Μαρτίου, οι ποιήτριες Μυρσίνη Γκανά, Λένα Καλλέργη και Κρυστάλλη Γλυνιαδάκη συζητούν

3 ποιήτριες μπαίνουν σ’ ένα μπαρ
…που δεν είναι ακριβώς μπαρ αλλά καφέ που σερβίρει μάτσα (και μετά ποτά), κι επειδή το μάτσα είναι κάτι καινούργιο και ωραίο και ποπ και το έχουν ψιλοξαναδοκιμάσει και τους αρέσει και σε κρατάει σε εγρήγορση ―πράγμα που χρειάζεσαι άμα είναι ακόμα νωρίς το βράδυ αλλά τα μάτια σου κλείνουν επειδή έχει ξυπνήσει από τις 5 τα χαράματα―, παραγγέλνουν. Κι εκεί που πίνουν μάτσα με λευκή σοκολάτα, γάλα, τζίντζερ, κουρκουμά, ή ό,τι άλλο θες, κάθονται και συζητάνε για την ποίηση (as you do), όμως μ’ έναν τρόπο που δεν έχει καμία σχέση με τις συζητήσεις που ίσως έχετε στο μυαλό σας ότι κάνουν οι ποιητές για την ποίηση, είναι όμως ο τρόπος που συζητούν οι ποιητές για την ποίηση όταν δεν είναι ή το παίζουν σοβαροφανείς. Η μία, κάνει τις ερωτήσεις. Οι άλλες δύο βάζουν το χιούμορ και τις απαντήσεις. Κι όλες πίνουν μάτσα. [Ψέματα, η Καλλέργη ήπιε σκέτο τσάι. Πφ.]

Κρυστάλλη Γλυνιαδάκη: Για πείτε απάντηση στην ερώτηση του Desert Island Discs του BBC: αν ήταν να σας στείλουν σε έρημο νησί με μόνο τη Βίβλο και τα άπαντα του Σαίξπηρ, ποιο άλλο βιβλίο θα παίρνατε μαζί σας για να το έχετε forever and ever μέχρι να σας σώσουν (αν σας έσωζαν);
Λένα Καλλέργη: Εγώ δεν μπορώ να έχω αρχαία ελληνική γραμματεία αντί για Σαίξπηρ;
Κρυστάλλη: Σαν τι δηλαδή;
Λένα: Τα άπαντα ξέρω γω!
Κρυστάλλη: Όχι, δεν πάει έτσι το παιχνίδι! Τα άπαντα Σαίξπηρ ―μέγεθος λογικό― και τη Βίβλο. Έτσι λένε οι κανόνες του BBC.
Λένα: Χμ. Καλά. Τότε θέλω να έχω τα ποιήματα του Εγγονόπουλου. Όλα.
Μυρσίνη Γκανά: Κι εγώ τα άπαντα του Σολωμού. Βίβλο όμως δεν θέλω. Σαίξπηρ θέλω.
Λένα: Όχι, εγώ τη θέλω τη Βίβλο γιατί ένα έξτρα βιβλίο είναι πάντα χρήσιμο. Παίρνω ό,τι μου δίνουν. Σε desert island πάω!

Κρυστάλλη: Κι αν είχατε ένα όνειρο ή μια προσωπική φιλοδοξία για το τι θέλετε να κάνετε στην ποίησηστη ζωή σας μακροπρόθεσμα, είτε αμέσως μετά, τι θα ήταν;
Λένα: Είτε αμέσως μετά από τη ζωή μας; (γέλια)
Μυρσίνη: Ναι, γιατί μπορεί να είναι κάποιος που να έχει μεγάλο μεράκι να είναι διάσημος μετά θάνατον ρε παιδί μου. (γελάει)
Λένα: Βεβαίως αυτό δεν είναι κάτι που θα το κάνει ο ίδιος.
Μυρσίνη: (Με ψευτοσοβαρό ύφος, προσποιούμενη κάποιον φανταστικό ποιητή) «Με όλο και μεγαλύτερη συχνότητα αυτό που θέλω να πω είναι ότι αυτό που θέλωνα κάνω στην ποίηση είναι κάτι που θα το θυμούνται όλοι. Παντού. Για πάντα» .

(γέλια βροντερά κι από τις δύο)

Κρυστάλλη: Έλα, γιατί δε θέλει η Μυρσίνη Γκανά να δει το όνομά της φάτσα κάρτα σε εξώφυλλο της faber and faber;
Μυρσίνη: H Kρυστάλλη καλά θα κάνει να σταματήσει να κάνει προβολές!
Λένα: Κορίτσια, εγώ συμβιβάζομαι και με και με Carcanet να ξέρετε.

(γέλια)

Λένα: Εγώ έχω μία επιθυμία που μου γεννήθηκε παλαιότερα και παρότι παραμένει ακόμα, δεν είναι πια η πιο ισχυρή, μολαταύτα θα την πω. Και είναι ότι θα ήθελα να βρεθώ σε μία κατάσταση, υπαρξιακή ίσως, δεν ξέρω πώς να την περιγράψω, που να γράψω ποίηση για την αγάπη και τον έρωτα και να μην έχει μέσα δάκρυα, απουσία, χωρισμό, θλίψη, πόνο, οδυρμό και τα λοιπά. Να είναι μία γιορτή. Και θα της επιτρέψω να έχει ελάχιστα ψήγματα από σκοτεινά πράγματα εντός της.
Κρυστάλλη: Έχεις διαβάσει το Rapture της Carol Ann Duffy?
Λένα: Ναι.
Κρυστάλλη: Και δε σου κάνει;
Λένα: Όχι, θα ήθελα να είναι πολύ πιο γιορταστικό από αυτό. Φαντάζομαι κάτι μεγαλειώδες, δεν ξέρω... Αδιανόητα… κάτι. Δε σημαίνει ότι θα είναι λεκτικά βαρύ, ξέρεις… Νομίζω το Rapture είναι συγγενές με αυτό που φαντάζομαι αλλά είναι, ας πούμε, πολύ πιο περιορισμένο.

(παύση)

Δεύτερη φιλοδοξία που έχω είναι να καταφέρω ―και ταυτόχρονα να μου συμβεί, γιατί κάπου συνεργάζονται αυτά νομίζω― να γράψω τα βιβλία που φαντάζομαι ότι θα γράψω. Και μετά κι άλλα πολλά.

Μυρσίνη: Εγώ, κάπως άμεσα, θα ήθελα να μπορέσω να βρω αυτό το πράγμα που νιώθω ότι βρίσκομαι στο κατώφλι του αυτή τη στιγμή ― και ίσως αυτός να είναι κι ένας λόγος που δεν μπορώ να γράψω. Γιατί υπάρχει μια καινούργια φωνή δική μου που κάπως ετοιμάζεται, αλλά δεν έχει φτάσει ακόμη. Ο στόχος μου αυτή τη στιγμή είναι να μπορέσει να έρθει.
Κρυστάλλη: Έχεις καμιά ιδέα για τα στοιχεία της.
Μυρσίνη: Είναι μια φωνή που μιλάει για κάτι πιο μεγάλο. Πιο ανοιχτό, λιγότερο προσωπικό. Αλλά δεν το έχω βρει ακόμα. Απλώς νιώθω συνέχεια ότι πηγαίνω προς τα εκεί, αλλά δεν αρθρώνεται ακόμα όπως θα έπρεπε.
Λένα: Α! Εγώ θέλω να γράψω και για την φιλία. Αλλά ποίηση όμως, όχι κάτι άλλο.

Κρυστάλλη: Με αφορμή αυτό, θα γράφατε ποτέ λογοτεχνικά δοκίμια σαν αυτά που γράφουν οι ποιητές και ποιήτριες στον αγγλόφωνο κόσμο; Όπως η Sheila Heti, η Maggie Nelson ας πούμε;
Και οι δύο μαζί: Ναι, βέβαια.
Λένα: Σε μένα έχει ήδη συμβαίνει, αλλά δεν το έχω ολοκληρώσει και εξελίξει μέσα μου αρκετά ώστε να θέλω να το βγάλω προς τα έξω.

Κρυστάλλη: Και πεζοποίηση;
Λένα: Κοίτα, εγώ έχω μέσα μου ένα δικό μου ορισμό, ας πούμε, για το πεζό ποίημα και υπό αυτήν την έννοια, ναι. Αλλά εγώ το ορίζω ως κάτι που έχει πάρα πολλή μουσική. Δεν είναι απλώς ένα πασίμικρο πεζό. Δεν είναι ένα μπονζάι. Έχει πολύ περισσότερη μουσική. Ναι εγώ πολύ ευχαρίστως θα έγραφα κάτι τέτοιο και κατά περιόδους το κάνω κιόλας.
Μυρσίνη: Εγώ δεν είμαι σίγουρη. Δεν το αποκλείω βέβαια αλλά μέχρι τώρα δεν έχω νιώσει κάποια ανάγκη να γράψω σε πεζό ποίημα αντί για ποίηση.
Λένα: Εγώ έχω νιώσει την ανάγκη και για πολύ αυστηρή φόρμα. Και το έχω κάνει. Κατά περιόδους με εξυπηρετεί.

Κρυστάλλη: Και γύρω σας, τι άλλες μορφές τέχνης σας εμπνέουν ― που μπορεί να μην είναι «υψηλή» τέχνη, μπορεί είναι η τραπ, ξέρω ’γω (χαμογελάει).
Λένα: Εμένα ο κινηματογράφος. Είναι το νούμερο ένα. Πάω και βλέπω μια ταινία κι αν μου κάνει κάτι ―είτε ολόκληρη, είτε τμήματα της― γεννιούνται μέσα μου τα λόγια να εκφράσω αυτό που μου δημιουργεί. Το πιο ξεκάθαρο ποίημα που έχω βασισμένο σε ταινία είναι στο πρώτο μου βιβλίο ένα ποίημα που λέγεται Λειτούργημα και βασίζεται στην ταινία του Μαζί Ποτέ. Και κάπως, παρόλο που μου συμβαίνει και με βιβλία φυσικά να εμπνευστώ, αυτό το πράγμα με τις ταινίες είναι πάντα πολύ πιο άμεσο. Και με τον χορό μού συμβαίνει επίσης.
Κρυστάλλη: Πώς δηλαδή με τον χορό;
Λένα: Προφανώς για τον ρυθμό του. Πάω και βλέπω μια παράσταση ας πούμε κι επιτόπου μου γεννιέται η επιθυμία να γράψω. Επίσης να σου πω πού αλλού έχω πάντα την επιθυμία να γράψω; Όταν πάω σε παρουσίαση ποιητικών βιβλίων. Εκεί που είμαι στο κοινό, θέλω να σηκωθώ και να πάω να γράψω, ακόμα κι αν αυτά που ακούω δε με ενδιαφέρουν καθόλου.

Μυρσίνη: Ναι, αλλά τώρα γυρνάμε πίσω στην ποίηση.
Λένα: Δεν εννοώ σε αναγνώσεις, βρε παιδί μου, κανονικές παρουσιάσεις εννοώ. Είναι λες και υπάρχει κάτι στην ατμόσφαιρα, ένα vibe ανθρώπων που θέλουν να κάνουν κάτι γύρω από την ποίηση.
Μυρσίνη: Εμένα οι παρουσιάσεις με κάνουν καμιά φορά να μη θέλω ξαναγράψω ποίηση ποτέ. (γέλια)
Κρυστάλλη: Ίσως είναι ότι ξέρεις πώς μέσα στην αίθουσα υπάρχουν άνθρωποι που πιστεύουν ότι το να γράφουν και να διαβάζουν ποίηση είναι κάτι το σημαντικό, νομίζω αυτή είναι η εξήγηση.
Λένα: Ναι, επίσης νιώθω μία ―έστω και ψευδαίσθηση― ενός community.

Μυρσίνη: Eμένα με εμπνέει και η φωτογραφία και ο κινηματογράφος. Και μετά δεν υπάρχει κάτι άλλο συγκεκριμένο· μπορεί να είναι ο,τιδήποτε και οπουδήποτε. Ας πούμε το να βρίσκομαι στη φύση ―που δεν είναι μία τέχνη αυτή καθαυτή, όμως η ίδια η φύση είναι τέχνη― αυτό είναι κάτι που μου δίνει συνέχεια ερεθίσματα, παρόλο που δε γράφω φυσιολατρικά ποιήματα.
Κρυστάλλη: Μου κάνει εντύπωση που δεν αναφέρεστε σε κάτι που να έχει να κάνει με το ίδιο το μέσον της γλώσσας. Δηλαδή θέλετε κάτι άλλο, μη γλωσσικό, για να το κάνετε ποίηση;
Και οι δύο μαζί: Αφού μας είπες πέραν της λογοτεχνίας!
Κρυστάλλη: Πέραν της ίδιας της ποίησης. Δε σου έχει ποτέ κολλήσει ο στίχος ενός τραγουδιού στο κεφάλι να παίζει συνέχεια σε λούπα;

Μυρσίνη: Βασικά σε αυτή την περίπτωση εμένα δε μου μένει ο ρυθμός αλλά κάτι άλλο: μπορεί να υπάρχει μία λέξη μέσα σε ένα τραγούδι, ειπωμένη με ένα συγκεκριμένο τρόπο, που ξαφνικά έρχεται και κολλάει σε κάτι που δουλεύεται ασυνείδητα μέσα στο μυαλό μου. Και με το που ακούω αυτή τη λέξη, ξεκινάει κάτι δικό μου. Αυτό μου έχει συμβεί πολλές φορές.
Λένα: Εμένα όχι. Κι αν μου έχει συμβεί, είναι με τραγούδια σε ξένες γλώσσες και όσο λιγότερο τις μιλάω, τόσο καλύτερα.
Κρυστάλλη: Κάτσε δηλαδή, μπορεί να ακούσεις ένα τραγούδι στα φιλανδικά και να σου κάνει κάτι;
Μυρσίνη: Ρυθμικά δηλαδή εννοείς, όχι γλωσσικά.
Λένα: Εννοώ μάλλον ως προς τη φωνή, όχι τη γλώσσα. Γιατί κάπως με βάζει να φαντάζομαι διάφορα.

Κρυστάλλη: Και τώρα που δεν είστε στα σπίτια σας και είστε στο Λονδίνο, σε ένα μέρος όπου έχετε έρθει ουσιαστικά για δουλειά, και ο καιρός είναι πιο κρύος και είστε συνεχώς σε εγρήγορση, πώς λειτουργεί αυτό πάνω σας;
Και οι δύο μαζί: Πολύ καλά.
Λένα: Αλλά δεν θα μου αποφέρει κάποιο αποτέλεσμα άμεσα· θα επεξεργαστώ ό,τι ζω εδώ και όποτε μου βγει. Δεν έχω πάει ποτέ σε κάποιο residency ή φεστιβάλ, ας πούμε, όπου υποτίθεται ότι σου δίνεται και ο χώρος και ο χρόνος για να δουλέψεις, και να καταφέρω να δουλέψω επιτόπου. Δηλαδή πάω και βιώνω ένα σωρό πράγματα και το πολύ-πολύ να κρατήσωσημειώσεις που τις παίρνω μαζί μου για αργότερα.
Μυρσίνη: Εγώ δεν ξέρω τι να σου απαντήσω εδώ. Ό,τι πυροδοτείται, πυροδοτείται απρόβλεπτα.

Κρυστάλλη: Και για να ρωτήσω και κάτι άλλο: εσείς πώς θεωρείτε ότι η ποίησή σας φτάνει στο μέσο άνθρωπο;
Λένα: Εγώ ποτέ δεν ξέρω ποιος είναι αυτός ο μέσος άνθρωπος! Ποιος είναι αυτός ο μέσος άνθρωπος; Να έρθει παρακαλώ! (γέλια)
Κρυστάλλη: Μα δεν θέλω να σου κάνω την κλασική ερώτηση για τον ιδανικό αναγνώστη. Αλλά όλοι θέλουμε την ποίησή μας να την διαβάσουνε τρεις-πέντε άνθρωποι άγνωστοισ’ εμάς. Πώς το εισπράττετε αυτό;
Λένα: Κοίτα, και η ποίησή μου και της Μυρσίνης δεν είναι ερμητική ή πάρα πολύ θεωρητική ή βασισμένη σε ένα πολύ στενό, localised πεδίο γνώσης ας πούμε, οπότε θεωρώ ότι είναι άμεσα προσβάσιμη. Είναι ποιήματα που μπορεί οποιοσδήποτε να διαβάσει. Και δεν είναι ανάγκη να καταλάβει τα πάντα. Μπορεί όμως αν θέλει να πειραματιστεί και να διαβάσει κάτι.
Μυρσίνη: Και να νιώσει ότι κάτι καταλαβαίνει, ότι κάτι πιάνει.

Κρυστάλλη: Έχετε πάρει ποτέ feedback από αναγνώστες;
Λένα: Ναι, αμέ. Ακόμα κι από ανθρώπους που δεν έχουνε ξαναδιαβάσει ποτέ κανένα ποίημα και πουλένε, ας πούμε,«εγώ νόμιζα ότι ποτέ δεν θα μπορούσα να το καταλάβω, αλλά είδα ότι μπορώ και χαίρομαι γι’αυτό!». Ε, κι εγώ χαίρομαι. 
Μυρσίνη: (Γελώντας ήδη) Εμένα μου έχειτύχει να με σταματήσουν στο δρόμο.
Λένα: Ναι καλέ, αυτή έχει φαν κλαμπ, είναι διασημότητα!
Μυρσίνη: Σταμάτα ρε!
Κρυστάλλη: Ε, πες λοιπόν!
Μυρσίνη: Μου έτυχε στο Σύνταγμα να περπατάω και να βιάζομαι κιόλας· κι είναι μια γυναίκα που μιλάει στο τηλέφωνο και με βλέπει, με κοιτάζει κάπως, λέει στο τηλέφωνο «Περίμενε, περίμενε!» και μετά γυρνάει και μου λέει «Είστε η κυρία Γκάνα;». Λέω ναι. «Τα ποιήματά σας μού αρέσουνε πάρα πολύ!». Της λέω κι εγώ «ευχαριστώ πάρα πολύ!». Ε, αυτή είναι όλη κι όλη η ιστορία. Δεν ξέρω ποια ήταν, ούτε την ρώτησα, ήταν στο τηλέφωνο, τι να πω δηλαδή, «ποια είστε και πώς σας λένε;»

(γέλια)

Λένα: Ναι, νομίζω ότι κι εγώ το έχω εισπράξει αρκετά. Όχι ακριβώς αυτό, αλλά να νιώθω ότι δε δυσκολεύτηκα να προσελκυστούν άνθρωποι στην ποίησή μου.
Μυρσίνη: Ρε παιδί μου, είναι πάρα πολύ συγκινητικό όταν κάποιος σου λέει ότι τον επηρέασες συναισθηματικά ή ότι διάβασε κάτι που πίστευε ότι το ένιωθε μόνο εκείνος, ας πούμε. «Και τι ωραία που το είπες τώρα εσύ γιατί είναι ακριβώς αυτό που ένιωθα!» Κι εμείς γι’ αυτό κυρίως τον λόγο δε διαβάζουμε;
Λένα: Λοιπόν τώρα νομίζω ότι μπορώ να αρθρώσω την φιλοδοξία μου, επιστρέφοντας στο αρχικό μας αίτημα.
Μυρσίνη: Κι άλλη φιλοδοξία;!
Λένα: Θέλω να μπορέσω (κι είναι κάτι που μάλλον δεν θα μάθω ποτέ αν συμβεί ― θέλω να συμβεί όμως), θέλω λοιπόν, όπως όταν ήμουνα εγώ ένα παιδί που δεν μπορούσε να συνεννοηθεί με το περιβάλλον του και βρήκα κάτι βιβλία ποίησης ενηλίκων ποιητών στο σπίτι μου και είπα α γίνεται κι αυτό! και μου έδωσε τρομερό κουράγιο αυτό το εύρημα―με βοήθησε πάρα πολύ να επιβιώσω―θέλω να γίνω κι εγώ αυτό το εύρημα για το κάποιον. Και γι’ αυτό το λόγο νομίζω τελικά γράφω ποιήματα: για να γίνει κάποιο βιβλίο μου ένα υποστηρικτικό, παράλληλο σύμπαν και κάποιον άλλο άνθρωπο.