Βιβλιο

Αχιλλέας ΙΙΙ: Ποτέ δεν είμαι πιο σοβαρός απ’ όταν αστειεύομαι

Χαλάει (τον) κόσμο με το καινούργιο του βιβλίο. Το «Τέλος Πάντων» περιλαμβάνει 25 ιστορίες σχετικά με τη συντέλεια του κόσμου κι ένα «Επιρρεπίμετρο» για τη συντέλεια του συγγραφέα.

Γιώργος Φλωράκης
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Αχιλλέας ΙΙΙ: Συνέντευξη με τον συγγραφέα για το νέο του βιβλίο «Τέλος Πάντων» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ίκαρος.

Ομολογώ ότι έχω γελάσει πολύ με κείμενα του Αχιλλέα ΙΙΙ. Λήμματα του «Κομπλεξικού», φωτογραφηγήματα του «Δεσμοφύλακα» ή του «Παραχαράκτη», που του έδωσε και το Κρατικό Βραβείο Διηγήματος-Νουβέλας του 2020. Το «Τέλος Πάντων», ένα βιβλίο που φέρνει το τέλος του κόσμου πιο κοντά μας, πάει ένα βήμα πιο πέρα τον τρόπο που σκέφτεται, που αντιμετωπίζει το υλικό του, που γράφει, που -τελικά- αστειεύεται. Κι αυτό το τελευταίο είναι ιδιαίτερα σοβαρό…

© Γεωργία Συριοπούλου

Καινούργιο βιβλίο, καινούργιος εκδοτικός οίκος… Πώς νιώθεις;
Ύστερα από μια συνεργασία που διήρκεσε μια επταετία και τρία βιβλία, είμαι πολύ χαρούμενος που το νέο μου βιβλίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ίκαρος. Μάλιστα, περνώντας από τον έναν εκδοτικό οίκο στον άλλον, από τη Νεφέλη στον Ίκαρο, παραμένω στους αιθέρες και νιώθω ότι βρίσκομαι σχεδόν ένα βήμα πριν εξελιχθώ από ΙΙΙ σε IV!

Γιατί επέλεξες το τέλος του κόσμου ως θεματική που συνδέει τα διηγήματα του νέου σου βιβλίου;
Ανέκαθεν ήθελα να γράψω ένα βιβλίο που θα χαλάσει κόσμο ή, για την ακρίβεια, ένα βιβλίο που θα χαλάσει ΤΟΝ κόσμο. Η καταστροφή, όσο αντιφατικό και αν ακούγεται, είναι ένα θέμα που παρέχει άπειρες δυνατότητες για δημιουργία! Για καθένα από τα διηγήματα του βιβλίου προσπάθησα να δημιουργήσω έναν κόσμο με αρκετά διαφορετικά χαρακτηριστικά και, στη συνέχεια, να προκαλέσω την καταστροφή του. Επιπλέον, πέρα από την ευχαρίστηση που μου προσέφερε το να ξεκινάω την ημέρα μου αποφασίζοντας με ποιον τρόπο θα διαλύσω τα πάντα, η συντέλεια ως θέμα επέτρεψε την αλλαγή της εστίασης, σε σχέση με τα δύο προηγούμενα βιβλία μου, και με οδήγησε προς διαφορετικές κατευθύνσεις και συγκινήσεις.

Τελικά, λες να πλησιάζει το μοιραίο;
Έτσι λέγεται εδώ και μερικές χιλιετίες, αλλά ακόμη εδώ είμαστε και το συζητάμε. Δεν ξέρω αν κάπου μακριά υπάρχει ένας γιγάντιος αστεροειδής που πλησιάζει προς το μέρος μας χαμογελώντας όσο εμείς τα λέμε, ωστόσο δεν είμαι σίγουρος ότι τον έχουμε και ανάγκη. Σε αντίθεση με τους δεινοσαύρους, το ανθρώπινο είδος μπορεί να καταστρέψει ολόκληρο τον κόσμο χωρίς καμία εξωτερική βοήθεια. Αυτή η αυτοκαταστροφική βλακεία ίσως να αποτελεί και το μοναδικό ανθρώπινο χαρακτηριστικό στο οποίο μπορεί να στηριχτεί κανείς και να είναι σίγουρος ότι στο τέλος δεν θα απογοητευτεί…

Υπάρχει κάποια φόρμουλα να προστατευτούμε από το τέλος του κόσμου; Στο «Σςςςςςςςς», για παράδειγμα, νιώθω ότι η αφήγηση των ιστοριών μας, γραπτή ή προφορική, είναι κάτι που τελικά μπορεί να μας σώσει…
Κατά το μεγαλύτερο μέρος του τελευταίου βιβλίου μου προσπαθώ να αντιμετωπίσω το κάθε τέλος ως αφορμή για μια νέα αρχή, για επανεκκίνηση και επαναξιολόγηση όλων εκείνων που μόνο και μόνο επειδή τα έχουμε συνηθίσει τα θεωρούμε δεδομένα. Από αυτή την άποψη το τέλος δεν χρειάζεται να μας τρομάζει. Κάθε καταστροφή μπορεί να αποτελέσει ευκαιρία για αλλαγή. Αν, μάλιστα, η καταστροφή αυτή είναι αναπόφευκτη, οφείλουμε να την υποδεχόμαστε έτοιμοι για αγώνα. Η αφήγηση των ιστοριών ενός κόσμου που έχει χαθεί τον διατηρεί ζωντανό για όσο καιρό υπάρχει κάποιος πρόθυμος να τις ακούσει. Στις μέρες μας, βέβαια, ο καθένας ενδιαφέρεται περισσότερο να πει τη δική του ιστορία παρά να ακούσει τις ιστορίες των άλλων.

Η μνήμη, επιπλέον, ίσως… Από τη «Σιωπή των Αμνησιακών» το δανείζομαι ως σκέψη.
Στη «Σιωπή των Αμνησιακών» συναντάμε τη συζήτηση τριών ηλικιωμένων γυναικών που έχουν χάσει τη μνήμη τους και, γι’ αυτό, τον κόσμο τους. Τίποτα δεν με τρομάζει περισσότερο από την απώλεια της μνήμης. Εκεί μένουν ζωντανά ακόμη και όσα έχουν χαθεί, εκεί διατηρείται ό,τι μας προσδιορίζει, αλλά και ό,τι μπορεί να αποτελέσει την πρώτη ύλη για δημιουργία, ανεξαρτήτως αν πρόκειται για τη σύνθεση ενός ονείρου ή για τη συγγραφή ενός διηγήματος. Σε περίπτωση ολικής καταστροφής του κόσμου θα μπορούσε κανείς να βρει όλα τα απαραίτητα για να τον αναπλάσει μέσα σε έναν ανθρώπινο εγκέφαλο, που αποτελεί την υπέρτατη μηχανή δημιουργίας.

Έχεις και καμιά άλλη ιδέα για να τη γλιτώσουμε; Σε ρωτάω γιατί υποψιάζομαι ότι όλο και κάτι άλλο θα έχεις κατά νου…
Έχω κάνει ήδη τις επαφές μου, όπως φαντάζεσαι, αλλά δεδομένης της αναγνωσιμότητας της Athens Voice δεν μου επιτρέπεται να αποκαλύψω περισσότερα τώρα. Έλα να με συναντήσεις στο πίσω στενάκι μετά τη συνέντευξη και θα δούμε τι μπορεί να γίνει.

Πάντως ο Φραντς και ο Γκρέγκορ, οι κατσαρίδες, τα καταφέρνουν με κάποιον τρόπο…
Ναι, κάτι τέτοιοι τύποι συνήθως αποδεικνύονται ανθεκτικότεροι ακόμη και από τον εαυτό τους. Ίσως, τελικά, αυτοί να είναι οι ταπεινοί οι οποίοι στο τέλος θα κληρονομήσουν τα πάντα. Όποιος διαβάσει την ιστορία «Εν οίδα ότι…» θα καταλάβει και το γιατί.

© Γεωργία Συριοπούλου

Η «Θεωρία της Ελξέλιξης» σχετίζεται κάπως και με τον «Δεσμοφύλακα» στο μυαλό μου. Αλήθεια, πότε (και πώς) τελειώνει για έναν συγγραφέα ένα concept και πότε (και πώς) αρχίζει ένα καινούργιο;
Ένας συγγραφέας πρέπει να αφήνει πίσω του μια ιδέα, ένα concept, αν θέλεις, όταν αισθάνεται ότι δεν μπορεί πλέον να εκπλήξει τον εαυτό του. Όταν όλα του μοιάζουν αρκετά ασφαλή και προβλέψιμα. Στη «Θεωρία της ελξέλιξης» το τέλος μιας ερωτικής σχέσης παραλληλίζεται με το τέλος του κόσμου. Από άποψη θεματολογίας μπορεί να θεωρηθεί ως ένα είδος συνδετικού κρίκου με το προηγούμενο βιβλίο μου, ωστόσο έχω την αίσθηση ότι διαφέρει αρκετά ως προς τον τρόπο ανάλυσης των προβλημάτων που μπορούν να αναπτυχθούν στο εσωτερικό μιας σχέσης, ακόμη και αν όλα αυτά εντάσσονται σε ένα εσχατολογικό πλαίσιο.

«Η δημιουργία μιας καταστροφής είναι εξίσου σημαντική υπόθεση με την καταστροφή μιας δημιουργίας». Αυτή και μόνο η φράση μοιάζει ένας ενδιαφέρων οδηγός για να ασχοληθεί κάποιος με το τέλος του κόσμου…
Προσωπικά αντιμετώπισα την καταστροφή όσο πιο σοβαρά μπορούσα, και ποτέ δεν είμαι πιο σοβαρός απ’ όταν αστειεύομαι. Μάλλον πρόκειται για κάποιο κατάλοιπο της παιδικότητας που προσπαθώ να διασώσω μεγαλώνοντας.

Το «Επιρρεπίμετρο» είναι σαρκαστικό και σε αρκετά μεγάλο βαθμό αυτοσαρκαστικό. Τελικά πώς προσδιορίζεις τον εαυτό σου σ’ αυτόν τον τεράστιο κόσμο που κινείται γύρω από το γράψιμο;
Ως κάποιον που προσπαθεί, τέλος πάντων…

Θέλω να μου πεις για το εξώφυλλο. Αλλά και για τα εξώφυλλα όλων σου των βιβλίων…
Ναι, βλέπουμε τον θεριστή στον προσωπικό του χώρο, χαλαρό και αδιάφορο, ως συνήθως, για τις συνέπειες των πράξεών του, σε μια στιγμή ανάπαυλας από τη δουλειά, σε περισυλλογή, η οποία διακόπτεται από τα αδιάκριτα βλέμματα εκείνων που επισκέπτονται ένα βιβλιοπωλείο και τον παρατηρούν. Το συγκεκριμένο εξώφυλλο, όπως και καθένα από τα εξώφυλλα των προηγούμενων βιβλίων μου, είναι έργο του Δημήτρη του Μάνου, ζωγράφου και παιδικού μου φίλου από το νηπιαγωγείο ακόμη. Είμαι πολύ χαρούμενος για τη συνεργασία μας με τον Δημήτρη, τον οποίο θαύμαζα από τότε που δημιουργούσε με απίστευτη φυσικότητα αριστουργήματα σε κάθε είδους επιφάνεια, συνήθως σε θρανία, πίνακες και σχολικά βιβλία. Μερικές φορές εύχομαι να μπορούσα να ταξιδέψω πίσω στον χρόνο ώστε να σκύψω και να ψιθυρίσω στο αυτί της παιδικής εκδοχής των εαυτών μας δυο φωνήεντα για αυτό που θα συνέβαινε στο μέλλον, αλλά φοβάμαι ότι θα δεχόμουν και άλλες ερωτήσεις που θα με έβαζαν σε μπελάδες.

Γιατί διαλέγεις το διήγημα; Ως τώρα γύρω από αυτό κινείσαι –κι ας έχει διαφορετικές μορφές–, αν εξαιρέσουμε το «Κομπλεξικό»…
Όπως έχει γράψει είτε ο Αχιλλέας Κυριακίδης, είτε ο Μπόρχες, είτε ο Γκράουτσο Μαρξ, γιατί να γράψει κανείς ένα μυθιστόρημα όταν μπορεί να πει όσα θέλει γράφοντας ένα διήγημα, ένα ποίημα, ένα επίγραμμα ή μια λέξη κατουρώντας στο χιόνι;

Ένας συγγραφέας πρέπει να αφήνει πίσω του μια ιδέα, ένα concept, αν θέλεις, όταν αισθάνεται ότι δεν μπορεί πλέον να εκπλήξει τον εαυτό του

Το σκέφτεσαι να πας σε μεγαλύτερη φόρμα; Τι αλλιώτικο θα απαιτούσε ως προς τον τρόπο που δουλεύεις;
Προς το παρόν, και για πολλούς λόγους, όχι. Ενώ ένα διήγημα μοιάζει με φωτογραφία ή με ταινία μικρού μήκους, στην οποία μπορεί κανείς να εστιάσει σε μια λεπτομέρεια και να αφοσιωθεί στην ανάπτυξη των τεραστίων δυνατοτήτων που αυτή παρέχει, ένα μυθιστόρημα φαντάζει στα μάτια μου σαν τον Λώρενς της Αραβίας – ταινία που δεν έχω ποτέ παρακολουθήσει ολόκληρη, παρότι έχει παιχτεί άπειρες Κυριακές στην τηλεόραση από τότε που ήμουν παιδί, καθώς ήταν γεμάτη μεγάλα πράγματα και αμέτρητους τόνους άμμου… Προτιμώ να ασχολούμαι με δυο τρεις κόκκους, παρά με ένα ολόκληρο σακί άμμου ή με μια έρημο.

Τι βιβλιοπαρουσιάσεις έχεις στο πρόγραμμα; Θα είναι μετά μουσικής αν δεν κάνω λάθος…
Εμείς δεν κάνουμε βιβλιοπαρουσιάσεις, αλλά βιβλιοαπουσιάσεις. Στις βιβλιοαπουσιάσεις δεν προσκαλούνται εκλεκτοί ομιλητές, αλλά οι ιστορίες των βιβλίων μου παρουσιάζονται μετά μουσικής, η οποία συνήθως δεν συνοδεύει διακριτικά, αλλά κατέχει οργανικό ρόλο στην αφήγηση που πραγματοποιείται με μια κάποια θεατρικότητα. Ενώ για τις εκδηλώσεις των προηγούμενων βιβλίων μου συνεργαζόμουν σταθερά με τον αγαπημένο φίλο, κιθαρίστα και συνθέτη Θέμη Βασιλείου, για το «Τέλος Πάντων» θα δοκιμάσουμε κάτι διαφορετικό. Έτσι, προς το παρόν έχουμε προγραμματίσει εμφανίσεις με αγαπημένους μουσικούς και φίλους. Στο βιβλιοπωλείο Ζάτοπεκ, στην Καλλιθέα, στις 20 Μαρτίου, με τον Μιχάλη τον Σιγανίδη, και στις 9 Απριλίου στον Σπόρο στην Κηφισιά, με τον Γιάννη Ηλιάκη.

Είναι παράξενο να το συζητάμε αυτό αλλά μετά το Τέλος των Πάντων τι άλλο ετοιμάζεις;
Όπως είπαμε, κάθε Τέλος πρέπει να αντιμετωπίζεται ως εκείνο που προηγείται μιας νέας Αρχής. Έτσι, έχω έτοιμες δυο συλλογές διηγημάτων με διαφορετική και συγκεκριμένη θεματολογία, οι οποίες περιμένουν την ώρα τους. Ελπίζω μόνο να μην έρθει νωρίτερα η συντέλεια, και έχουμε τίποτα καθυστερήσεις…