Βιβλιο

Η επιστροφή του Ηρακλή Πουαρό

Το «Έγκλημα με υπογραφή» διαβάζεται αχόρταγα

Δημήτρης Καραθάνος
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ο ντετέκτιβ που διαβάστηκε περισσότερο από κάθε άλλον στον κόσμο ζωντανεύει έπειτα από 39 χρόνια. Η Sophie Hannah εκπλήρωσε τον συγγραφικό άθλο που της ανατέθηκε από το ίδρυμα Άγκαθα Κρίστι και το «Έγκλημα με υπογραφή» διαβάζεται αχόρταγα και ταυτόχρονα σε 30 χώρες. Η επιστροφή του Ηρακλή Πουαρό είναι το εκδοτικό γεγονός της χρονιάς.

image

Λέει πολλά για την Άγκαθα Κρίστι το γεγονός ότι ο καθένας έχει άποψη για το έργο της, και μάλιστα έχει διαβάσει ικανό μέρος του, ώστε να μπορεί να την τεκμηριώσει. 2 δισεκατομμύρια αντίτυπα σε 44 γλώσσες - ποιος μπορεί να συγκριθεί μαζί της; Οι περισσότεροι από εμάς της οφείλουμε την εξαρτησιογόνα σχέση μας με την αστυνομική λογοτεχνία, έστω και αν στην πορεία κρύψαμε τα βιβλία της στα αραχνιασμένα κάτω ράφια, σε μια απόπειρα να επιβεβαιώσουμε την αναγνωστική μας αυθεντία. Εμπορικό και εύπεπτο ίσον επουσιώδες, να μια παγίδα στην οποία είναι εύκολο να υποπέσεις.

Ας αναλογιστούμε όμως: πόσοι κατόρθωσαν να διαχειριστούν με τόση δεινότητα τους ψυχολογικούς στροβίλους που κυοφορούν το έγκλημα; Πόσοι απέδωσαν πειστικότερα τις νευρώσεις, τις ενοχές, τις διχόνοιες, την εγγενή ίντριγκα των ανθρώπινων σχέσεων, και πόσοι διέσχισαν ανετότερα τους σκοτεινούς διαδρόμους της ηθικής χρεοκοπίας που καταλήγουν σε σφαλιστά δωμάτια με αιμόφυρτα πτώματα και το κλειδί πεταγμένο έξω;

Στις κορυφαίες στιγμές της («Ποιος σκότωσε τον Ρότζερ Άκροιντ», «Πέντε μικρά γουρουνάκια», «Έγκλημα στο Οριάν Εξπρές»… συμπληρώστε με τα δικά σας αγαπημένα), η Άγκαθα Κρίστι κατέθεσε μυθιστορήματα χειροπιαστής αγωνίας που χειραγωγούν τον αναγνώστη και υποτάσσουν την προσοχή του ώσπου να αποκαλυφθεί ο δολοφόνος. Το πρόβλημα με το σύγχρονο νουάρ είναι ότι συχνά ο ντετέκτιβ μοιάζει να σπεύδει εκ των υστέρων, η ιστορία τείνει να ξετυλίγεται προς τα πίσω - στους γρίφους της Κρίστι, ποτέ δεν μας επιφυλάχθηκε κάτι λιγότερο από ένα καθαρτήριο, λυτρωτικό φινάλε.

Και έπειτα, είναι και η ατμόσφαιρα. Αυτό το τόσο αβρό, τακτοποιημένο και αγγλοπρεπές περιβάλλον που μολύνεται έξαφνα από ένα ζιζάνιο υστεροβουλίας για να έρθουν τα πάνω κάτω, ενώ οι σελίδες διαδέχονται η μια την άλλη και η ιστορία σε τυλίγει σαν κουκούλι: μια αναπαυτική ξαπλώστρα, η κούπα του Ερλ Γκρέι, το μεθυστικό άρωμα του περγαμόντου, η χαρτόδετη έκδοση του Λυχναριού ξεροψημένη από τον ήλιο, η προοπτική του καλοκαιριού που υπόσχεται να διαρκέσει για πάντα - να ένα τυπικό ενσταντανέ της ευτυχίας.

Γιατί θα έπρεπε λοιπόν να τερματίζεται οριστικά αυτή η ευδαιμονία στον επίλογο της τελευταίας σελίδας των 82 της βιβλίων; Κάτι τέτοιο θα πρέπει να σκέφτηκαν οι διαχειριστές του κληροδοτήματος της Άγκαθα Κρίστι αποφασίζοντας να επαναφέρουν στη ζωή τον ξακουστότερο ήρωά της, τον γκροτέσκο χοντρομπαλά Βέλγο με το τσιγκελωτό μουστάκι και τα υπερδραστήρια γκρίζα εγκεφαλικά κύτταρα. Στην πραγματικότητα, καιρός ήταν. Και αν υποδέχεται κανείς με δυσπιστία τη νεκρανάσταση εμβληματικών μυθιστορηματικών φυσιογνωμιών, ας ανατρέξει σε ορισμένες ακόμη πρόσφατες απόπειρες. Ο Άντονι Χόροβιτς έκανε θαύματα με τον δικό του Σέρλοκ Χολμς, ο Σεμπάστιαν Φοκς υπέγραψε καινούργιο Τζέιμς Μποντ, ο Τζον Μπάνβιλ μίλησε τη γλώσσα του Φίλιπ Μάρλοου. Ως γενικό συμπέρασμα, όταν συγγραφείς τέτοιου κύρους καταπιάνονται με χαρακτήρες τόσης αποδοχής, συνήθως τα εγχειρήματα δεν ανατίθενται στην τύχη, είναι προορισμένα να πετύχουν διάνα.

image

Πράγμα που μας φέρνει στην περίπτωση της Sophie Hannah. Ακαδημαϊκός, διαπρεπής ποιήτρια και συγγραφέας εννέα αστυνομικών και ψυχολογικών θρίλερ που κινούνται στην επικράτεια του τρομώδους, η δημιουργός από το Μάντσεστερ τυγχάνει και φανατική αναγνώστρια της Κρίστι. Ο λόγος που αραδιάζουμε όλα αυτά τα βιογραφικά δεν είναι για να της προσδώσουμε το κύρος που δεν έχει ανάγκη, όσο για να επισημάνουμε το υπόβαθρό της έξω από το γκέτο του νουάρ. Η Hannah είναι πρωτίστως μια καταξιωμένη ποιήτρια, η οποία δεν χορταίνει να διατυμπανίζει τον αφηγηματικό οίστρο της Κρίστι. Τη θαυμάζει ανεπιφύλακτα ως συγγραφέα και ως γνώστρια της ανθρώπινης ψυχολογικής γεωγραφίας.

Πάνω σε αυτή τη λατρεία πατάει και η ίδια σε αυτό το απαιτητικό εγχείρημα, το οποίο εκπληρώνει θεαματικά χωρίς να ανατρέψει τα στάνταρ που έθεσε η προκάτοχός της. Ανάμεσα στους πολλούς τρόπους να προσεγγίσει τον μύθο του Ηρακλή Πουαρό, διάλεξε τον στοιχειωδέστερο: οικονομία κλίμακας και ακαριαία βουτιά σε έναν διαβολεμένα δυσεπίλυτο γρίφο. Τρία πτώματα ανακαλύπτονται σε διαφορετικά δωμάτια του ίδιου λονδρέζικου ξενοδοχείου, καθένα τους με ένα μανικετόκουμπο με μονόγραμμα σφραγισμένο στο στόμα. Οι φόνοι διαδραματίζονται το 1929, παρότι το κίνητρο απορρέει από γεγονότα που διαδραματίστηκαν 16 χρόνια νωρίτερα. Σαν η σπαζοκεφαλιά να μην αρκεί, πληροφορούμενος το γεγονός από τον επιστήθιο φίλο του Κάτσπουλ (ο αντικαταστάτης του παλιού μας γνώριμου λοχαγού Χάστινγκς), ο Πουαρό θυμάται την αινιγματική επίκληση μιας νεαρής γυναίκας λίγες ώρες νωρίτερα: «Σας παρακαλώ, μην αφήσετε κανέναν να ανοίξει τα στόματά τους!». Και το ευδαιμονικό ταξίδι ξεκινά, σε ακαταμάχητα μυστηριώδεις σελίδες.

Το «Έγκλημα με υπογραφή» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Διόπτρα.