Βιβλιο

Σαν σήμερα: Οι δύο καριέρες του Ουμπέρτο Έκο

Από «πατέρας» της σημειολογίας, συγγραφέας best seller

Newsroom
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

Σαν σήμερα, 19 Φεβρουαρίου, το 2016 έφυγε από τη ζωή ο φιλόσοφος, «πατέρας» της σημειολογίας και μυθιστοριογράφος Ουμπέρτο Έκο 

Σαν σήμερα, 19 Φεβρουαρίου, το 2016 έφυγε από τη ζωή ο Ουμπέρτο Έκο, ένας από τους πιο διάσημους και πολυδιαβασμένους συγγραφείς και στη χώρα μας. Εμβάθυνε στην ιστορία της φιλοσοφίας και τη μαζική επικοινωνία και μας δίδαξε σημειολογία. Με την ίδια ευχέρεια, ωστόσο, έγραψε μερικά μυθιστορήματα που έγιναν best seller, με αποτέλεσμα το «Όνομα του Ρόδου», για παράδειγμα, να κλέβει τα «φώτα» από το σημαντικότατο ακαδημαϊκό έργο του.

O Ουμπέρτο Έκο ©wikipedia

Ουμπέρτο Έκο: Ο πατέρας της σημειωτικής

Ο Ουμπέρτο Έκο γεννήθηκε στις 5 Ιανουαρίου 1932 στην πόλη Alessandria, στο Piedmont της βόρειας Ιταλίας και μεγάλωσε εν μέσω της εξάπλωση του φασισμού και του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.

Ο πατέρας του ​​τον προέτρεψε να γίνει δικηγόρος, αλλά εκείνος φοίτησε στο Πανεπιστήμιο του Τορίνο καθώς αγαπούσε τη φιλοσοφία και την αισθητική. Έχοντας ως σημείο αφετηρίας τους κλασικούς: τον Πλάτωνα, τον Αριστοτέλη και τον Καντ, τελικά τον κέρδισε το πάθος του για τον μεσαίωνα και στράφηκε στον Θωμά Ακινάτη, στον οποίο αφιέρωσε τη διατριβή του. Μετά την αποφοίτησή του, ο Έκο εργάστηκε στον κρατικό ραδιοφωνικό σταθμό RAI, παράγοντας μια ποικιλία πολιτιστικών προγραμμάτων.

Το 1962 εξέδωσε την Opera aperta (μεταφρασμένη στα αγγλικά ως "The Open Work"). Σε αυτό το έργο ο Έκο έβαλε τις βάσεις για ό,τι θα ακολουθούσε. Υποστήριξε ότι τα λογοτεχνικά κείμενα είναι πεδία νοήματος και ότι νοούνται ως ανοιχτά, εσωτερικά δυναμικά και ψυχολογικά εμπλεκόμενα πεδία. Η λογοτεχνία που περιορίζει τη δυνητική κατανόηση κάποιου σε μια ενιαία, ξεκάθαρη γραμμή -ένα «κλειστό» κείμενο-, παραμένει η λιγότερο ανταποδοτική, ενώ τα κείμενα που είναι πιο «ανοιχτά» με συμβολικούς στίχους ή διφορούμενα μηνύματα καλούν το κοινό να συμμετέχει πιο ενεργά στην ερμηνευτική άρα και τη δημιουργική διαδικασία. Από το σημείο αυτό και μετά συνέχισε να εξερευνά άλλους τομείς επικοινωνίας και σημειωτικής, τον απασχόλησε ο λαϊκός πολιτισμός και τελικά επικεντρώθηκε στην ανάλυση του φαινομένου της μαζικής επικοινωνίας από κοινωνιολογική άποψη.

Το ακαδημαϊκό του ενδιαφέρον άρχισε να στρέφεται στις πολιτιστικές μελέτες και άρχισε να ερευνά τον ρόλο της γλώσσας και της λογοτεχνίας στην κοινωνία, καθώς και την επίδραση της κοινωνίας στη λογοτεχνία και τη γλώσσα. Έως το τέλος του 1970, ο Έκο ανέπτυξε τη δική του θεωρία στη σημειολογία και κατέστη ο «πατέρας» της σημειωτικής, όπως τη γνωρίζουμε σήμερα. 

Ουμπέρτο Έκο: Από τη σημειωτική στη λογοτεχνία

Το 1980 στράφηκε στη λογοτεχνία. Έγραψε το μυθιστόρημα «Το Όνομα του Ρόδου», ένα από τα κλασικά πλέον, προκαλώντας αίσθηση.

«Η αφήγηση ήταν πάντα μέσα σε ό,τι έγραφα, ακόμη και στα δοκίμια και τις μελέτες. Μου άρεσε πάντα να εξιστορώ. Έλεγα ανέκδοτα, έλεγα παραμύθια στα παιδιά μου. Μέχρι που κάποια στιγμή τα παιδιά μεγάλωσαν για να ακούν παραμύθια. Και τότε άρχισαν να γράφω τις ιστορίες μου. Βέβαια, αν έχεις αναγνωριστεί, έχεις γράψει 50 θεωρητικά βιβλία, που έχουν μεταφραστεί σε Αγγλικά, Γαλλικά, Γερμανικά... έχεις πανεπιστημιακή καριέρα, τι άλλο να κάνεις τότε; Ή πας στην Αφρική και γίνεσαι έμπορος όπλων ή το σκας με μια Κουβανή χορεύτρια ή γράφεις μυθιστορήματα» είχε δηλώσει σε μια συνέντευξή του.

Πότε και πώς αποφάσισε να γράψει λογοτεχνία, όμως; «Είναι μια ερώτηση μάλλον εκνευριστική και αν θέλω να απαντήσω με μια πρόκληση, θα έλεγα ότι είναι όπως όταν σου έρχεται η ανάγκη να ουρήσεις. Το αισθάνεσαι και τότε τρέχεις στην τουαλέτα» είχε πει με το γνωστό καυστικό χιούμορ του. Παρά ταύτα, είχε αποκαλύψει: «Ήταν όταν ένα φιλικό πρόσωπο που είχε έναν μικρό εκδοτικό οίκο μου είπε ότι είχε την ιδέα να εκδώσει διηγήματα αστυνομικού, ας το πούμε, περιεχομένου όμως να μην τα γράψουν λογοτέχνες, αλλά προσωπικότητες από άλλους τομείς, όπως η φιλοσοφία για παράδειγμα. Μου το πρότεινε, λοιπόν, και απάντησα αρνητικά. Είπα ότι μια τέτοια ιστορία εγώ θα την έγραφα σε 500 σελίδες και θα διαδραματιζόταν σε ένα μεσαιωνικό μοναστήρι. Το φιλικό μου πρόσωπο είπε: "Οk, όχι". Κι όταν γύρισα σπίτι άρχισα να γράφω μια λίστα με ονόματα μοναχών... Φαντάζομαι ότι η ιδέα θα κυκλοφορούσε μέσα μου ασυνείδητα καιρό νωρίτερα».

Για το «Όνομα του Ρόδου», όπως έχει δηλώσει ο ίδιος, δεν χρειάστηκε χρόνο για έρευνα, όπως στα επόμενα βιβλία του, καθώς γνώριζε τον μεσαίωνα πολύ κάλα. Είχε πει ότι συνήθως χρειαζόταν τουλάχιστον δύο χρόνια για έρευνα ώστε να δημιουργήσει έναν κόσμο, μέσα στον οποίο οι ήρωές του θα μπορούν να κινούνται άνετα. Σύμφωνα με τον ίδιο, οι συγγραφείς απλά θέτουν κάποιες αφετηρίες και οι ίδιοι οι ήρωες καθορίζουν την πλοκή και εξελίσσουν την ιστορία. Ο ίδιος για να ακολουθήσει αυτήν την ιστορία χρειαζόταν κατά μέσο όρο 6 χρόνια.

Εν αρχή είναι η εικόνα

Ο Ουμπέρτο Έκο χρειαζόταν εικόνες για να δημιουργήσει τον κόσμο μέσα στον οποίο θα «ζούσαν» οι λογοτεχνικοί ήρωές του. Για το «Όνομα του Ρόδου» είχε σχεδιάζει τα πρόσωπα των μοναχών, καθώς και 50 διαφορετικούς λαβυρίνθους βάσει συγγραμμάτων. Για το «Νησί της προηγούμενης ημέρας» είχε σχεδιάσει με κάθε λεπτομέρεια το πλοίο μέσα στο οποίο εξελίσσεται το μυθιστόρημα. Ήθελε να ξέρει πώς θα κινούνταν οι ήρωές του μέσα στους χώρους αυτούς.

Εικόνες ήταν και η πηγή έμπνευσής του, η δική του αφετηρία για τα μυθιστορήματά του. Για το «Νησί της προηγούμενης ημέρας» ήταν ρολόγια που έδειχναν την ώρα σε διαφορετικά σημεία της Γης. Για το «Όνομα του Ρόδου» ήταν η εικόνα ενός μοναχού που δηλητηριάστηκε την ώρα που διάβαζε ένα βιβλίο. Για το αγαπημένο του βιβλίο, το «Εκκρεμές του Φουκώ» υπήρξαν δύο εικόνες: «Το Εκκρεμές ξεκίνησε με δύο εικόνες. Μία το εκκρεμές που είχα δει στο Παρίσι σε ηλικία 20 ετών και η δεύτερη ένα παιδί που έπαιζε τρομπέτα σε ένα νεκροταφείο. Α! σκέφτηκα, θα γράψω ένα βιβλίο που θα ξεκινάει με την μία εικόνα και θα τελειώνει με την άλλη. Το τι θα γράψω ενδιάμεσα χρειάστηκε 8 χρόνια. Σταδιακά κατάλαβα όμως ότι για να γράψεις ένα μυθιστόρημα πρέπει να ξεκινήσεις με μια εικόνα. Εγώ τουλάχιστον».

Μπορεί να αγαπούσε το «Εκκρεμές του Φουκώ» ως το καλύτερο μυθιστόρημά του, ωστόσο το «Όνομα του Ρόδου» ήταν η μεγαλύτερη εμπορική επιτυχία του. Όταν είχε ερωτηθεί σχετικά, είχε δηλώσει: «Δεν μπορείς να ξεφύγεις από την μεγαλύτερη επιτυχία σου. Εκτός κι αν έρθει στο τέλος. Αν έρθει στην αρχή, είσαι καταδικασμένος να μιλάς μια ζωή για αυτό, όπως εγώ για το "Όνομα του Ρόδου"».

To «Όνομα του Ρόδου» εκτός από λογοτεχνικό best seller έγινε και ταινία (1986) με τους Σον Κόνερι και Κρίστιαν Σλέιτερ που σημείωσε μεγάλη επιτυχία. 

Το μυστήριο, η φιλοσοφία και ο Ντάν Μπράουν

Πέραν όμως της καταιγιστικής αστυνομικής πλοκής και του μυστηρίου που εκτυλίσσεται στο μεσαιωνικό μοναστήρι, το «Όνομα του Ρόδου» έχει παράλληλα ένα φιλοσοφικό υπόστρωμα: την αναζήτηση της αλήθειας. Στο ίδιο μοτίβο, το «Εκκρεμές του Φουκώ», αποτελεί μια εξερεύνηση μεταξύ φαντασίας και πραγματικότητας. Αν και ως πρώτη ύλη έχει θεωρίες συνωμοσίας, εν τούτοις δεν τις «πιστεύει» όπως για παράδειγμα ο Νταν Μπράουν στα δικά του μυθιστορήματα.

Το «Εκκρεμές του Φουκώ» έχει χαρακτηριστεί ως «Ο κώδικας Ντα Βίντσι του σκεπτόμενου ανθρώπου». Το μυθιστόρημα του Έκο, το οποίο προηγείται του "φαινομένου" Μπράουν τουλάχιστον κατά μία δεκαετία, ομοίως ασχολείται με τους Ναΐτες, πολύπλοκες συνωμοσίες, μυστικούς κώδικες και περιλαμβάνει ένα κυνηγητό γύρω από τα μνημεία του Παρισιού. Αυτό όμως το κάνει από μια πολύ περισσότερο κριτική σκοπιά: Είναι περισσότερο μια σάτιρα επί της ματαιοπονίας των θεωριών συνωμοσίας και αυτών που τις πιστεύουν αντί για απόπειρα ενίσχυσης τέτοιων πεποιθήσεων.

Όταν ρωτήθηκε αν διάβασε το μυθιστόρημα του Μπράουν, ο Έκο απάντησε: «Ήμουν υποχρεωμένος να το διαβάσω, γιατί όλοι με ρωτούσαν γι' αυτό. Η απάντησή μου είναι ότι ο Νταν Μπράουν είναι ένας από τους χαρακτήρες μου στο "Εκκρεμές του Φουκώ". Το βιβλίο πραγματεύεται άτομα που αρχίζουν να πιστεύουν σε αποκρυφιστικό υλικό.»