Βιβλιο

Τζέιμς Τζόυς: Ο σπουδαιότερος Ιρλανδός μοντερνιστής γεννιέται σαν σήμερα πριν 142 χρόνια

Το πειραματικό έργο και οι προσωπικές τραγωδίες που έζησε

Γιώργος Δήμος
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Τζέιμς Τζόις: Το έργο και η ζωή του ιρλανδού μοντερνιστή συγγραφέα.

Ο Τζέιμς Ογκουστίν Αλοΐσιους Τζόυς γεννήθηκε στο Δουβλίνο στις 2 Φεβρουαρίου 1882, όταν η Ιρλανδία ήταν ακόμα μέρος της Βρετανικής Αυτοκρατορίας. Διάσημος για τα μνημειώδη έργα του, «Το Πορτρέτο της νιότης του καλλιτέχνη» (1916), «Οδυσσέας» (1922) και «Η Αγρύπνια των Φίννεγκαν» (1939)—έργα πειραματικά που άφησαν ανεξίτηλο σημάδι στην πορεία του νέου ακόμα τότε κινήματος του Μοντερνισμού στην τέχνη—αλλά και την πιο συμβατική συλλογή διηγημάτων του, «Οι Δουβλινέζοι» (1914), που συμπεριλαμβάνει ίσως το καλύτερο διήγημα όλων των εποχών, «Οι Νεκροί», ο Τζόυς δεν συνεισέφερε μόνο στην εξέλιξη της παγκόσμιας λογοτεχνίας, αλλά και της ψυχολογίας, μέσω της ερμηνείας των ονείρων, αφού γνώριζε προσωπικά και τον διάσημο Ελβετό ψυχίατρο και ψυχαναλυτή, Καρλ Γκούσταβ Γιουνγκ, και βέβαια της πολιτικής, αφού λίγο μετά τους «Δουβλινέζους» του, που αποτελούν μία καυστική σάτιρα απέναντι στη βρετανική κυριαρχία, που φαίνεται να έχει αφαιρέσει την ψυχή από τους Ιρλανδούς υπηκόους, ξέσπασε ο αγώνας για την ανεξαρτητοποίηση της Ιρλανδίας.

Το συγγραφικό έργο και οι επιρροές του Τζέιμς Τζόυς

Για ένα συγγραφέα τόσο συγκεκριμένο, όσο αφορά τις γεωγραφικές και χρονολογικές λεπτομέρειες στα κείμενά του, είναι σημαντικό πως ο Τζόυς γεννήθηκε στις 2 Φεβρουαρίου το 1882, στο προάστιο Rathgar, του Δουβλίνου, με πατέρα του τον Τζον Στανισλάους και μητέρα του τη Μαίρη Τζέην Τζόυς. Ήταν, μάλιστα, ο μεγαλύτερος από τα δέκα παιδιά του ζευγαριού, τα οποία μεγάλωσαν σε ένα αυστηρά Ρωμαιοκαθολικό περιβάλλον. Η διαπαιδαγώγηση αυτή του Τζόυς από μικρό παιδί, αλλά και η φοίτησή του στο University College, που τον εξέθεσε στα γραπτά του μεσαιωνικού αρχετυπικού δάσκαλου της Καθολικής Εκκλησίας, Θωμά Ακινάτη, τον επηρέασε στον υπερθετικό βαθμό, παρά το γεγονός ότι ο συγγραφέας δήλωνε πως ήταν αγνωστικιστής, από τα πρώτα κιόλας χρόνια της καριέρας του στη λογοτεχνία.

Η σχέση του Τζόυς με την Καθολική Εκκλησία, όπως άλλωστε και με όλα τα πράγματα στη ζωή του, υπήρξε σύνθετη και συχνά αντιφατική. Ενώ η αδυναμία του στον κλασικισμό της αρχαίας Ελλάδας και της Ρώμης είναι ολοφάνερη, με τα ονόματα πολλών χαρακτήρων του να αναφέρονται σε πρόσωπα από τη μυθολογία (π.χ., ο Στέφανος Δαίδαλος, που αποτελεί κεντρικό πρόσωπο στο «Πορτρέτο της νιότης του καλλιτέχνη» και δευτερεύον χαρακτήρα στον «Οδυσσέα» και είναι επί της ουσίας μία μυθοπλαστική εκδοχή του ίδιου του συγγραφέα) τα διδάγματα του Ακινάτη ή του Ιερού Αυγουστίνου αναμειγνύονται το ίδιο συχνά στην αφήγηση, ενώ οι έννοιες της «ενοχής», της «αμαρτίας» και της «εξομολόγησης» παίζουν βασικό ρόλο στις ιστορίες του. Αυτή, βέβαια, είναι και η ιστορία του ανθρώπου κατά τον 20ό αιώνα γενικότερα, τον αιώνα «δίχως Θεό», που όμως είναι καταδικασμένος να βρίσκεται υπό τη σκιά ολόκληρης της ανθρώπινης ιστορίας που έχει προηγηθεί, μιας και οι πληροφορίες βρίσκονταν πια συγκεντρωμένες και άμεσα διαθέσιμες, σε κάθε άκρη της γης.

© Culture Club/Getty Images

Οι «Δουβλινέζοι» του Τζέιμς Τζόυς

Ύστερα από μερικές ποιητικές συλλογές, που, αν και εμπνευσμένες, συγκριτικά με τα μεταγενέστερα έργα του μοιάζουν με εφηβισμούς, ο Τζόυς άρχισε να συνθέτει τους «Δουβλινέζους», που πήραν οκτώμισι χρόνια για να εκδοθούν, αφότου ο συγγραφέας είχε υποβάλει το έργο στον εκδοτικό οίκο Maunsel and Company. Εν τω μεταξύ, ο Τζόυς είχε γνωρίσει τον έρωτα της ζωής του, τη Νόρα Μπάρνακλ και είχε αφήσει το Δουβλίνο οριστικά για την Τριέστη. Ένας από τους πρώτους υποστηρικτές του έργου του ήταν ο επίσης πρωτοπόρος μοντερνιστής, Έζρα Πάουντ, που τότε ζούσε στο Λονδίνο και ζήτησε από τον Τζόυς (μετά από προτροπή του ποιητή Ουίλιαμ Μπάτλερ Γέιτς) να συμπεριλάβει ένα παλαιότερο ποίημά του από τη συλλογή «Μουσική Δωματίου» (1907) στο περιοδικό του, Des Imagistes.

Η σχετική επιτυχία που γνώρισαν οι «Δουβλινέζοι» επέτρεψαν στον 32χρονο τότε Τζόυς να εκδώσει το κατά πολύ πιο πειραματικό του έργο (ως προς τη γλώσσα κυρίως, που μιμείται ήχους και χρησιμοποιεί πολλά λογοπαίγνια), το μυθιστόρημα «Το Πορτρέτο της νιότης του καλλιτέχνη» στο λονδρέζικο λογοτεχνικό περιοδικό The Egoist. Στο ενδιάμεσο, ο συγγραφέας άλλοτε ξεκινούσε και άλλοτε άφηνε κατά μέρους πρότζεκτ που τελικά δεν ολοκλήρωσε ποτέ, όπως το έργο «Τζάκομο Τζόυς» και τις «Εξορίες». Τελικά, λίγο μετά την έκδοση του «Πορτρέτου», ο Τζόυς ξεκίνησε να γράφει τον μνημειώδη «Οδυσσέα».

Ο «Οδυσσέας» είναι ένα πραγματικά μνημειώδες έργο, τόσο στη σύλληψη, όσο και στην εκτέλεσή του. Παραπάνω από 730 σελίδες σε οποιαδήποτε έκδοσή του, το βιβλίο-ορόσημο για το κίνημα του Μοντερνισμού ακολουθεί τη δομή της ομηρικής «Οδύσσειας», αλλά λαμβάνει χώρα στο σήμερα της εποχής που γράφτηκε, στο μυαλό, ουσιαστικά, του κεντρικού χαρακτήρα Λέοπολντ Μπλουμ, μέσα σε μία μόνο ημέρα—στις 16 Ιουνίου, που πλέον γιορτάζεται κάθε χρόνο στο Δουβλίνο υπό το όνομα «Bloomsday». Το βιβλίο, που βγήκε στην κυκλοφορία χάρη στην τολμηρή εκδότρια, Σίλβια Μπιτς, του οίκου Shakespeare and Company που είχε ξεκινήσει ως απλό βιβλιοπωλείο στο Παρίσι, έγινε σημείο αναφοράς χάρη στην avant-garde υφή του, την αυτόματη γραφή που χρησιμοποιεί για την αφήγηση και τον όγκο πληροφορίας από ολόκληρη την ιστορία της ανθρωπότητας που εμπερικλείει σε σύμβολα, πολλές φορές σε μία μόνο επινοημένη λέξη, σχεδόν σαν ιερογλυφικά.

© Bettmann

Ο «Οδυσσέας» του Τζέιμς Τζόυς

Ο «Οδυσσέας» (1922), που περιγράφει τη συγκλονιστική ημέρα του Εβραίου Ιρλανδού Μπλουμ, που περιφέρεται στους δρόμους του Δουβλίνου όπως ο Οδυσσέας στο πέλαγος, βρίσκοντας Λαιστρυγόνες και Κύκλωπες στο δρόμο του για την Ιθάκη, είναι ένα βιβλίο για την ημέρα, δηλαδή από το πρωί ως το σούρουπο, όταν ο ήρωας γυρίζει στο σπίτι του για να βρει τη γυναίκα του, Μόλυ, που κλείνει το έργο με έναν συγκλονιστικό μονόλογο, οκτώ γιγαντιαίων παραγράφων χωρίς σημεία στίξης, που τελειώνει με μία κατάφαση, τη λέξη «Ναι». Έτσι, λοιπόν, ο «Οδυσσέας», υπό το φως του πανόπτη και ζωοδότη ήλιου, είναι ένα αισιόδοξο έργο, νηφάλιο ακόμα κι αν η γλώσσα του μοιάζει πολλές φορές λιγάκι «μεθυσμένη». Ο Τζόυς δεν άφησε όμως τον πειραματισμό του σε αυτό το σημείο, προχωρώντας στη συγγραφή του έργου για το δεύτερο μισό της ημέρας, τη νύχτα, που κατέληξε να είναι και το τελευταίο βιβλίο του συγγραφέα, «Η Αγρύπνια των Φίννεγκαν» (1939).

© Bridgeman via Getty Images

Οι τραγωδίες στη ζωή του Τζέιμς Τζόυς

Όπως όλα στη ζωή του συγγραφέα, έτσι και η ολοκλήρωση του βαθιά πειραματικού έργου του αυτού για τον κόσμο του σκοταδιού, συνέπεσε συμβολικά με τη σταδιακή τύφλωση του Τζόυς. Ταυτόχρονα, η ζωή του επλήγη και από μία ακόμα τραγωδία, τη διάγνωση της κόρης του, Λουσία Τζόυς με σχιζοφρένια. Γνωστή είναι η συζήτηση του Τζόυς με τον Γιουνγκ για το ζήτημα, όπου ο συγγραφέας ισχυριζόταν πως η Λουσία έκανε ουσιαστικά τα ίδια πειράματα με τη γλώσσα που έκανε και εκείνος. Ο ψυχίατρος του απάντησε χαρακτηριστικά πως η ειδοποιός διαφορά ήταν πως εκείνος «κολυμπούσε», ενώ εκείνη αντίθετα «πνιγόταν». Όπως το σκοτάδι πάντα διαδέχεται την ημέρα, έτσι και ο Τζόυς στη δύση της ζωής του έγραψε το πιο αινιγματικό του έργο και σύμφωνα με πολλούς το πιο δύσκολο στην αγγλική γλώσσα.

Από το 1922 μέχρι το 1939, όταν το έργο ολοκληρώθηκε, ο Τζόυς ασχολούταν πυρετωδώς με την «Αγρύπνια των Φίννεγκαν», την οποία έδινε σε φίλους, όπως τον Σάμιουελ Μπέκετ, να διαβάζουν σε διάφορα στάδιά του. Οι φίλοι του αυτοί έγραψαν τις εντυπώσεις τους και συνέθεσαν τη συλλογή από δοκίμια, «Our Exagmination Round His Factification for Incamination of Work in Progress», η οποία εκδόθηκε το 1929, μια δεκαετία πριν την έκδοση της «Αγρύπνιας». Το βιβλίο είναι δύσκολο στην κατανόηση γιατί οι κεντρικοί χαρακτήρες, ο HCE και η ALP μεταμορφώνονται συνεχώς, με τη μόνη σύνδεση μεταξύ των διάφορων χαρακτήρων να είναι το φύλλο τους και η σχέση τους ως ανδρόγυνο, όπως ο Αδάμ και η Εύα.

Ο Τζέιμς Τζόυς πέθανε το 1941, σε ηλικία 59 ετών, στη Ζυρίχη, όπου ζούσε άλλωστε για πολλά χρόνια, από την εποχή του «Οδυσσέα». Αν και ενάντια στην Εκκλησία από ιδεολογικής απόψεως, ο συγγραφέας τελικά παντρεύτηκε τη Νόρα το 1931 και έζησαν μαζί μέχρι τον θάνατό του. Ίσως η ζωή του να μην ήταν η πιο εύκολη, όμως ο Τζόυς, προερχόμενος από μία χώρα με πλούσια λογοτεχνική ιστορία και πολύ δυνατές πένες, εξυμνήθηκε όσο ελάχιστοι, με μερικούς να τον παρομοιάζουν όχι μόνο με τον Όσκαρ Ουάιλντ, αλλά μέχρι και με τον Ουίλιαμ Σαίξπηρ. Αδιαμφισβήτητα, πάντως, θεωρείται ένας από τους καλύτερους συγγραφείς του αιώνα του.