Βιβλιο

Μένης Κουμανταρέας

Ένα μικρό προσωπικό σημείωμα

Δημήτρης Φύσσας
1’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Άκουσα –για την ακρίβεια διάβασα στις εφημερίδες– για πρώτη φορά το όνομα «Μένης Κουμανταρέας» επί χούντας, παιδί. Ήταν οι δίκες για το «Αρμένισμα», ήταν και τα περίφημα «Δεκαοχτώ κείμενα», όπου συμμετείχε. Έχω την τύχη να έχω την πρώτη έκδοση.

Μεταπολιτευτικά τον διάβαζα με μανία. Ανήκε στη γενιά των Ελλήνων συγγραφέων (μαζί με Ιωάννου, Χάκκα, Βασιλικό, Βαλτινό και μερικούς ακόμα κορυφαίους), που διαμόρφωσαν τη δική μου τη γενιά. «Η δόξα του σκαπανέα», «Το αρμένισμα», «Η κυρία Κούλα» και το «Το κουρείο» ήταν κατά τη γνώμη μου τα αριστουργήματά του, ενώ έβρισκα κάποια ευκολία και λεκτική διάχυση σε βιβλία όπως «Η φανέλα με το εννιά» και το «Δυο φορές Έλληνας» (αυτά από όσα βιβλία του έχω διαβάσει, γιατί –δεν ξέρω εσείς– εγώ δεν τα προλαβαίνω όλα). Σε κάθε περίπτωση, υπήρξε ο «αθηναϊκότερος» από τους σύγχρονους συγγραφείς μας: μπορεί κανείς να εξερευνήσει την Αθήνα μέσα στους τόπους της, αλλά και μέσα στο χρόνο (π.χ. στις αναμνήσεις του από τα Δεκεμβριανά, μέρες που είναι), διατρέχοντας  τα βιβλία του.

Σπουδαίες ήταν και οι μεταφράσεις του. Αναφέρω ειδικά τη θαυμάσια έκδοση τού «Η Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων» («Ερμείας»), που με συνόδευε στο στρατό το 1982.

Και, ακριβώς, σαν μεταφραστή τον γνώρισα. Ήθελα να παρουσιάσω το «Τρεις απόκληροι» που μόλις είχε βγάλει στον «Καστανιώτη» (οι τρεις αυτοί είναι ο μέγας «Μπάρτλμπι ο γραφιάς», μετά την παλιά, αρχική έκδοσή του στον «Οδυσσέα», και άλλοι δύο μελβιλικοί ήρωες), κι έτσι επιζήτησα να τον γνωρίσω.

Είχα πάει εκεί, στο ίδιο αστικό διαμέρισμα  όπου δολοφονήθηκε προχτές, την άνοιξη του 2011. Του πήρα συνέντευξη κι έγραψα το κείμενο «Ο Χέρμαν Μέλβιλ και μοντερνισμός», («The Athens Review of Books», τχ. 17, Απρίλιος 2011), όπου αναφέρω τις πληροφορίες που μου έδωσε ο ίδιος.

Συζητήσαμε πολλή ώρα, γνωριστήκαμε. Προσηνής, ευγενικός, πρόθυμος για κουβέντα. Μου μίλησε για αθηναϊκά σινεμά, κι όσα μου είπε τα έβαλα, αργότερα, στο διαδικτυακό μου βιβλίο «Τα σινεμά της Αθήνας 1896-2013». Το όνομά του είναι στις σχετικές ευχαριστίες. 

Τότε, σε κείνη τη μοναδική μας συνάντηση, του χάρισα και κάποιο από τα βιβλία μου – ποτέ δεν έμαθα αν το διάβασε. Ίσως κάποτε γράψω και για πολλά άλλα που μου είπε τότε και, ιδίως, για ό,τι είδα φεύγοντας, μετά το ραντεβού μας. Ακόμα είναι πολύ νωρίς. Για την ώρα, απλά κλαίω τον άδικο θάνατο, όπως όλες και όλοι μας.