Βιβλιο

Η Madame Bovary και η επαρχιακή ζωή

Το κλασικό μυθιστόρημα του Gustave Flaubert σε νέα έκδοση από την Athens Review of Books

A.V. Team
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Madame Bovary: Το κλασικό μυθιστόρημα του Gustave Flaubert σε νέα έκδοση από την Athens Review of Books

O αρχικός τίτλος του μυθιστορήματος που κυκλοφόρησε το 1857 ήταν “Madame Bovary, Mœurs de province”: μέσα από την ιστορία της Emma Bovary, ο Gustave Flaubert περιέγραφε τις κοινοτοπίες και την κενότητα της επαρχιακής ζωής, τα ανιαρά χρηστά ήθη, τη μικροπρέπεια και την ευτέλεια των μικροααστών - που δεν ήταν ούτε καλύτεροι, ούτε χειρότεροι από άλλα κοινωνικά στρώματα. Εκείνη τη χρονιά, η δίκη του συγγραφέα για αισχρότητα και η αθώωσή του έκαναν το βιβλίο μπεστ-σέλερ, μαζί με τα «Άνθη του κακού» του Charles Baudelaire - ο οποίος επίσης δικάστηκε για αισχρότητα.

Η Emma λαχταρά για πολυτέλεια και ρομαντισμό που της εμπνέουντα λαϊκά αναγνώσματα• αλλά, όταν παντρεύεται τον Charles Bovary, ένα χήρο officier de santé (επίτροπο υγείας: ένα είδος υγειονομικού υπαλλήλου) και εγκαθίσταται στην Yonville, δεν αργεί να διαπιστώσει ότι ο έγγαμος βίος και η μητρότητα δεν της προσφέρουν καμιά συγκίνηση. Αναζητώντας το πάθος, γοητεύεται αρχικά από έναν φοιτητή νομικής που μοιράζεται το ενδιαφέρον της Emma για τη λογοτεχνία και τη μουσική, ενώ στη συνέχεια σχετίζεται με έναν πλούσιο γαιοκτήμονα, ο οποίος δεν συμμερίζεται τον ενθουσιασμό της. Οι απογοητεύσεις συσσωρεύονται• η Emma ξανασυναντά τον νεαρό φοιτητή που τώρα έχει αποφοιτήσει και εργάζεται στη γειτονική Ρουέν κι από κείνη τη στιγμή χάνει τον έλεγχο του εαυτού της: καταναλώνει είδη πολυτελείας και ρούχα με πίστωση από τον έμπορο Lheureux, ο οποίος εποφθαλμιά την περιουσία του Charles. Το τέλος είναι πικρό. Αλλά, η πλοκή έχει μικρότερη σημασία από το ύφος της γραφής, από τον τρόπο της αφήγησης: ο Flaubert έλεγε ότι ήταν «ένα βιβλίο για το τίποτα, ένα βιβλίο που δεν εξαρτάται από τίποτα εξωτερικό, που αποκτά οντότητα από την εσωτερική δύναμη του στυλ του». Αυτή τη φράση θα μπορούσε να την έχει ξεστομίσει ο James Joyce ή η Virginia Woolf πενήντα χρόνια αργότερα: ο Flaubert απομακρυνόταν από τους συγχρόνους του κι από τους μεγάλους ρεαλιστές που είχαν προηγηθεί - όπως ο Balzac και ο Stendhal.

To Madame Bovary” αποτυπώνει την περίοδο του Nαπολέοντα ΙΙΙ ο οποίος κυριάρχησε στην πολιτική ζωή μετά τις εξεγέρσεις του 1848. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου η μεσαία τάξη διευρύνθηκε και έγινε πιο αναγνωρίσιμη, ενώ στο παρελθόν θεωρούνταν απλώς ένα ενδιάμεσο στρώμα ανάμεσα στην εργατική τάξη και τους ευγενείς. Ο Flaubert περιφρονούσε τους μικροαστούς: τη διανοητική και πνευματική τους επιπολαιότητα, την ωμή φιλοδοξία, τη ρηχή κουλτούρα, την προσκόλληση στα υλικά πράγματα, την απληστία και την παπαγαλία των συναισθημάτων και των πεποιθήσεων. Αυτά περιγράφει σ’ αυτό το μυθιστόρημα το οποίο χειροκρότησαν, κατά καιρούς, ο Henry James, o Marcel Proust, ο Nabokov, o Milan Kundera, o Giorgio de Chirico, o Julian Barnes.

Στην Ελλάδα, το μυθιστόρημα δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά σε συνέχειες στην εφημερίδα «Νέα Ελλάς» το 1913-1914, χωρίς να αναφέρεται όνομα μεταφραστή. Ακολούθησε η έκδοση σε δύο τόμους από τον αθηναϊκό εκδοτικό οίκο του Γεωργίου Ι. Βασιλείου το 1923-1924, σε μετάφραση του Κωνσταντίνου Θεοτόκη, μολονότι όταν κυκλοφόρησε ο δεύτερος τόμος ο Θεοτόκης είχε πεθάνει. Στην Αθήνα, παραμονές του Ελληνοϊταλικού Πολέμου 1940-1941, η “Madame Bovary” ανέβηκε στο Θέατρο Κοτοπούλη, σε διασκευή του Gaston Baty, σε μετάφραση του Λέοντα Κουκούλα και σκηνοθεσία του Κάρολου Κουν. Οι παραστάσεις του έργου διακόπηκαν εξαιτίας του πολέμου. Το 1957, με αφορμή τα εκατό χρόνια από την πρώτη κυκλοφορία του βιβλίου, ο Ι. Μ. Παναγιωτόπουλος έγραψε ότι με αυτό το έργο θεμελιώθηκε «ο ψυχογραφικός και αντικειμενοπαθής ρεαλισμός», ενώ ο Γιώργος Πράτσικας έγραψε στη «Νέα Εστία» πως η Έμμα είναι μια διαχρονική ηρωίδα. Μετά τη μετάφραση του Θεοτόκη, η Madame Bovary κυκλοφόρησε στα ελληνικά σε άλλες επτά μεταφράσεις. Στην έκδοση της Athens Review of Books περιλαμβάνεται πρόλογος του νομπελίστα Περουβιανού συγγραφέα Mario Vargas Llosa που έχει ασχοληθεί σε βάθος με τη δομή (τον χειρισμό του χρόνου, τη συνεχώς μεταβαλλόμενη αφηγηματική οπτική) και το νόημα του μυθιστορήματος του Flaubert. Τη μετάφραση έχει κάνει η Μαρίνα Κουνεζή.