- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
*Της Άννας Λυδάκη
Στο βιβλίο του «Δημοσιογράφος ή ρεπόρτερ - Η αφήγηση στις ελληνικές εφημερίδες, 19ος-20ός αιώνας» (εκδ. Πόλις) με βάση ανθρώπινες ιστορίες ο Νίκος Μπακουνάκης μελετά τα κοινωνικά συμφραζόμενα ενός αιώνα και το ρόλο των Μέσων.
«Το χθεσινόν ερωτικόν δράμα. Συγκίνησις εις την πόλιν» ήταν ο τίτλος στην εφημερίδα «Ακρόπολις» στις 28 Οκτωβρίου του 1900. Στη συνέχεια, ο συντάκτης του κειμένου περιγράφει λεπτομερώς και με μελοδραματικό ύφος την αυτοκτονία των νεότερων Βέρθερων, του ωραίου Λεωνίδα και της ξανθιάς Ρωσίδας ερωμένης του που, όπως ο Μιμίκος και η Μαίρη, έδωσαν τέλος στη ζωή τους καθώς η γονεϊκή εξουσία δεν τους επέτρεπε να παντρευτούν.
Πρόκειται για μια αφήγηση με ανθρώπινο ενδιαφέρον, όπως πολλές άλλες που περιέχονταν στις εφημερίδες του 19ου αιώνα, όταν ο Τύπος του μεγάλου κοινού ήταν κυρίως αφηγηματικός. Αυτές οι αφηγήσεις απασχολούν τον Νίκο Μπακουνάκη, που θεωρεί ότι «…η αφήγηση είναι το εργαλείο για τη στροφή προς το πραγματικό και την καταγραφή του», και μελετάει την παρουσία τους κατά τη διάρκεια του ελληνικού αιώνα των εφημερίδων, από το 1873 μέχρι το 1989 και 1997. Και οι αφηγήσεις γίνονται για το συγγραφέα το όχημα για μια εξαιρετική προσέγγιση του Τύπου, του αλλοτινού και του τωρινού, στο πλαίσιο μιας Αρχαιολογίας των Μέσων.
Ο συγγραφέας ξεκινάει από την εποχή που λούστροι και οψοκομιστές, παιδιά που μετέφεραν τα ψώνια στο σπίτι και είχαν για ανταμοιβή δωρεάν τροφή και στέγη στα γραφεία του πρώτου Πρακτορείου Διανομής Εφημερίδων (1875), πουλούσαν τις εφημερίδες «Εφημερίς», «Ακρόπολις», «Εστία»… όπως «Το παιδί που καπνίζει» στο έργο του Νικηφόρου Λύτρα (1894). Από αυτές τις εφημερίδες, αλλά και από μεταγενέστερες όπως το «Ελεύθερον Βήμα» και άλλες, ο Μπακουνάκης συλλέγει και μελετά αφηγήσεις.
Οι αφηγήσεις με ανθρώπινο ενδιαφέρον, που αντλούν τα θέματά τους από το αστυνομικό δελτίο, τα δικαστικά πρακτικά, το κοινωνικό περιθώριο, την εργατική τάξη, τους πολέμους και έχουν τίτλους που στοχεύουν στο συναίσθημα, όπως «Αίμα εις το Πανεπιστήμιον» «Φοιτηταί και αστυφύλακες», «Αι χθεσιναί άγριαι σκηναί»… προσελκύουν το αναγνωστικό κοινό περισσότερο από τις μεγάλες ειδήσεις που αφορούν πολιτικά γεγονότα, την οικονομία, την αγορά κ.λπ. Παρά ταύτα, οι κοινωνικοί επιστήμονες ασχολούνται με τα κείμενα των εφημερίδων κυρίως για να μελετήσουν τα «μεγάλα γεγονότα», την είδηση… Ο Μπακουνάκης πρωτοτυπεί και αναζητά μέσα σε ιστορίες ανθρώπων την κοινωνική πραγματικότητα που λανθάνει εντός τους.
Οι δημοσιογράφοι-ρεπόρτερ της εποχής εκείνης είναι ένα υβριδικό είδος, γράφει ο συγγραφέας, που κινείται ανάμεσα στη νέα δημοσιογραφία της εποχής και τη λογοτεχνία: «Ο δημοσιογράφος είναι ένα νέο είδος συγγραφέα που παράγει περιεχόμενο για τις εφημερίδες (…) γράφει για τα δημόσια πράγματα και για πολλές δεκαετίες θα φορά το «δανεικό φωτοστέφανο του συγγραφέα» σημειώνει. Ρεαλιστικό μυθιστόρημα και δημοσιογραφική αφήγηση αλληλοεπιδρούν. Η διαφορά τους είναι ότι το πρώτο επινοείται, ενώ η δεύτερη βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα.
Συγγραφέας και ρεπόρτερ συχνά ταυτίζονται. Άλλωστε οι εφημερίδες του 19ου αιώνα στελεχώνονται από συγγραφείς όπως ο Παλαμάς, ο Δροσίνης, ο Καρκαβίτσας, ο Ξενόπουλος κ.ά., οι οποίοι δημοσιεύουν σε επιφυλλίδες τα μυθιστορήματά τους. Χαρακτηριστικό είναι και το γεγονός ότι ο εκδότης της πρώτης ημερήσιας εφημερίδας, της «Εφημερίδος» είναι ο Δημήτριος Κορομηλάς, ο ίδιος που έγραψε τα έργα «Ο αγαπητικός της βοσκοπούλας» και «Η τύχη της Μαρούλας».
Ο ρεπόρτερ, ως δημιούργημα των εφημερίδων, θα εμφανιστεί αργότερα, και ο δημοσιογράφος θα γίνει ο αυτόπτης μάρτυρας που συλλαμβάνει την αλήθεια του γεγονότος και καταγράφει την εμπειρία του. Το «βλέμμα του ρεπόρτερ θα χάσει την αθωότητά του» και η αποστασιοποιημένη όραση, η εθνογραφική ματιά, θα είναι επιβεβλημένη από το 1920, όταν η προπαγάνδα απειλεί τις ειδήσεις. Τότε προβάλλεται το αίτημα της αντικειμενικότητας και της ενυπόγραφης είδησης και προοδευτικά δημιουργείται το επάγγελμα του δημοσιογράφου. Στη διάρκεια αλλάζουν και το τιράζ, η διανομή και η τεχνολογία, ενώ η εμφάνιση της λινοτυπικής μηχανής το 1886 μειώνει το κόστος.
Σήμερα, σχολιάζει ο συγγραφέας, με τις νέες τεχνολογίες και τις online συναθροίσεις ειδήσεων από τους χώρους όπου παράγονται αρχικά, το νόημα του γεγονότος που περιγράφεται κάθε φορά είναι βασισμένο σε πεποιθήσεις και γνώμες. Έτσι, η αντικειμενική είδηση χάνεται στη διαφορετική πρόσληψη της πραγματικότητας και στην πολλαπλότητα των ερμηνειών.
Το βιβλίο του Μπακουνάκη συναρπάζει. Με αφορμή και με βάση ανθρώπινες ιστορίες ο συγγραφέας μελετά τα κοινωνικά συμφραζόμενα ενός αιώνα και το ρόλο των Μέσων και των φορέων τους: των επαγγελματιών, που –δημοσιογράφοι ή ρεπόρτερ– οι ίδιοι, τα κείμενα και ο τρόπος γραφής τους «καθρεφτίζουν» την εκάστοτε πολιτισμική τάξη.