Βιβλιο

Evà Papadakis: fotografies & poihsh

«Καταλαβαίνω τους λόγους που η κάθε γενιά θέλει ίσως να κάτσει μόνη της, αλλά συγχρόνως χωρίς “μαζί” δεν έχει και νόημα»
Γιάννης Χ. Παπαδόπουλος
ΤΕΥΧΟΣ ok zoomer
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

OK Zoomer: Ο Ευά Παπαδάκη και η ποίησή του. Ένα φωτογραφικό άλμπουμ της Ειρήνης Ανδρουλάκη και μια συζήτηση με τον Οδυσσέα Γερονικολό και τον Γιάννη Παπαδόπουλο 

*Γράφουν οι Οδυσσέας Γερονικολός και Γιάννης Χ. Παπαδόπουλος

«μερακλίνα | κουκιμπιμπέρισσα | ομπλαντί». Η ποιητική συλλογή του Ευά Παπαδάκης (εκδόσεις Ευρασία - Στιγμός, Αθήνα 2021, σελ. 99), που τιμήθηκε με το βραβείο Γιάννη Βαρβέρη 2022 της Εταιρείας Συγγραφέων, αφορά το κουήρ βίωμα, το σώμα, την επιθυμία, την οικογένεια. Μικρές χρωματιστές κάθετες γραμμές υποδεικνύουν στον αναγνώστη πού να πάρει ανάσα καθώς διαβάζει, με το χρώμα της γραμμής να υποδηλώνει ποιο πρόσωπο μιλάει κάθε φορά: η Μερακλίνα, η Κουκιμπιμπέρισσα ή το Ομπλαντί. Ο ρυθμός της ποίησής του είναι μουσικός, γεννάει λέξεις, παίζει με την προφορά, γκρεμίζει τους στιχουργικούς κανόνες και εφευρίσκει μία νέα γλώσσα-δομή για να εισαγάγει θέματα όπως η ρευστότητα της σεξουαλικότητας και του φύλου, η κακοποίηση στη σχέση, η οικογένεια και το ίδιο το ανθρώπινο σώμα ως πηγή ζωής, έρωτα, πόνου και επιθυμίας. Τον συναντήσαμε έχοντας ο καθένας προσλάβει πολύ διαφορετικά το σώμα της δουλειάς του. Ο ένας διάβασε τη συλλογή ως μια συνομιλία του Παπαδάκη με τη μητέρα του, ο άλλος είχε ψυλλιαστεί τι παίζει με την τριπλή εκφορά μετά από κάτι που διάβασε στον Τύπο. Συζητήσαμε μαζί του αποκλειστικά για την ποίησή του, τα θέματα με τα οποία καταπιάνεται και τη μορφή που έχει δώσει στα ποιήματά του. Ξεφύγαμε μονάχα μια φορά μιλώντας για τη γενιά μας, με τον Ευά να λέει ότι πιστεύει πολύ σε αυτή, «πως έχουμε δύναμη αλλαγής, αλλά δεν είμαι σίγουρος για το αποτέλεσμα. Θεωρώ ότι τα θεμέλια των συστημάτων είναι τόσο εδραιωμένα και η προσπάθεια για αλλαγή γίνεται απομονωμένα, ενώ θα έπρεπε να συμβαίνει εκ των έσω με τους νέους να βρίσκονται στα μέσα αλλαγής. Καταλαβαίνω τους λόγους που η κάθε γενιά θέλει ίσως να κάτσει μόνη της, αλλά συγχρόνως χωρίς “μαζί” δεν έχει και νόημα».

Ακολουθεί ένα φωτογραφικό άλμπουμ της Ειρήνης Ανδρουλάκη με τον Ευά Παπαδάκη και όσα συζητήσαμε για την οικογένεια, τη γλώσσα και το ρυθμό στην ποίησή του.

///το δέχομαι///
 αν το δεχτώ και|απλώσω

τα πόδια μου|ξαπλώσω

 στην αγκαλιά σου αν|δώσω

 δίκιο|θα με παρηγορήσεις

 που γεννήθηκα λάθος;|

ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ

«Η ιστορία είναι το λαβ στόρι δύο γυναικών – η μία trans, η άλλη cis. Μερακλίνα είναι η μία ηρωίδα, Κουκιμπιμπέρισα η άλλη και το Ομπλαντί είναι το παιδί τους, το οποίο έρχεται ως η νέα ελπίδα, ως κάτι εντελώς ανοικτό.

Στη συλλογή πραγματεύομαι το θέμα του “είμαστε μαζί;”, “παραμένουμε μαζί;”. Τι σημαίνει για τη σχέση μας, ή για μένα, το ότι ξεκινάς μία μετάβαση; Η αγάπη μπορεί να είναι κάτι καθολικό αλλά συγχρόνως μπαίνει σε καλούπια και το ερώτημα είναι: “μπορώ να αγαπώ την άνθρωπό μου ως άνθρωπο και όχι απλώς ως κέλυφος;”.

Το ζήτημα της οικογένειας εδώ έχει να κάνει με την οικογένεια που φτιάχνουν οι ίδιες και νομίζω πως γενικά τα κουήρ ζευγάρια φτιάχνοντας οικογένειες χωρίς το κριτήριο της αναπαραγωγής είναι πιο ελεύθερα. Όταν μπαίνει το αναπαραγωγικό κομμάτι στη μέση, νιώθεις ημιτελής ως οικογένεια αν δεν έχεις εκπληρώσει τον “σκοπό” σου. Γι’ αυτό, νομίζω, πολύ λίγα ετεροκανονικά ζευγάρια αυτοπροσδιορίζονται ως οικογένεια όταν δεν έχουν αποκτήσει παιδιά. Αντίθετα τα κουήρ ζευγάρια, πέρα από νομικές ή βιολογικές δυσκολίες, επειδή έχουμε και μία λειτουργία, σαν copping mechanism, πολύ περισσότερο απ’ ό,τι τα στρέιτ ζευγάρια, θεωρούμε οικογένειες όχι αυτές που μας έχουν δοθεί, αλλά αυτές που επιλέγουμε.

Το “Ομπλαντί”, στο τελευταίο ποίημα, είναι ένας γρίφος, το παιδί της Σαπφώς και της Λένας. Γενικά, το πώς μεγαλώνεις ένα παιδί είναι ένας γρίφος, πόσο μάλλον σε μία οικογένεια η οποία ξεκίνησε σε ένα ετεροκανονικό/καθεστωτικό πλαίσιο και το πλαίσιο αυτό γκρεμίζεται και ξαναχτίζεται και ψάχνει να βρει τα θεμέλια στα οποία θα στηριχθεί και πώς θα επικοινωνηθούν αυτά τα θεμέλια με το παιδί. Αυτός ο γρίφος, αυτό το ενδεχομενικό, έχει να κάνει με την πρόθεση της Λένας και της Σαπφώς να έχει το παιδί αυτό που δεν είχαν οι ίδιες: το δικαίωμα στον αυτοπροσδιορισμό».

///η νέα γενιά///


 να προστατεύσουμε τα

παιδιά|τα καινούρια

πτώματα|

ΓΛΩΣΣΑ//ΜΟΡΦΗ

«Αυτό που με ενδιαφέρει πάντα είναι το μπόλιασμα, από αυτή την άποψη μπορούμε να μιλήσουμε για ελληνικότητα στη δική μου ποίηση. Κάποιες λέξεις, κάποια γράμματα, είναι με λατινικούς χαρακτήρες, σε κάποια ποιήματα τα -ρ είναι με πιο έντονους χαρακτήρες γιατί με ενδιαφέρει αυτό το πράγμα που εντοπίζω στα ομιλούντα νέα ελληνικά, η gen Z σαν να χρησιμοποιεί μια αφομοιωμένη αλβανική προφορά μιλώντας ελληνικά, που ενώ στην αρχή γινόταν κοροϊδευτικά, πια έχει αφομοιωθεί. Βλέπω αυτή τη γλωσσική ανάμειξη και στα κρητικά λόγω μεγάλου εργατικού δυναμικού αλβανικής καταγωγής.

Όσον αφορά τον τρόπο, αυτός προέκυψε. Ξεκίνησε από μία άσκηση σε ένα σεμινάριο δημιουργικής γραφής που έκανα, εκεί έγραψα το ποίημα “ο αχινός”. Ένιωσα ασφάλεια και οικειότητα μέσα σε αυτό το μορφολογικό κουκούλι. Ένιωσα ότι αυτόν το νέο τρόπο επικοινωνίας και γραφής μπορώ να τον φορέσω και να πω την ιστορία που θέλω. Μοιάζει, τουλάχιστον εξωτερικά, να είναι ένας τρόπος επιτηδευμένος, αλλά δεν το επέλεξα συνειδητά, συνέβη πηγαία. Μάλιστα, επειδή ήταν και για μένα μία καινούργια γλώσσα, το διάστημα που το έγραφα επικοινωνούσα έτσι και με φίλους. Δυσκολευόμουν να το πετάξω από πάνω μου, δεν ήταν απλώς αισθητικό. Ήταν ανάγκη, τρόπος ανάσας».

ΡΥΘΜΟΣ

«Έχοντας μεγαλώσει στην Κρήτη, παρ’ όλο που δεν ήμουν βουτηγμένος στις μαντινάδες, ήταν ένα κομμάτι της κουλτούρας μου. Παράλληλα, όσο έγραφα άκουγα διαρκώς δημοτικά τραγούδια γιατί με βοηθούσαν να μπω σε ένα συγκεκριμένο κλίμα και παρατηρούσα ότι ο ρυθμός που έχουν τα ποιήματα είναι “άτακτο”. Τον ρυθμό, σε πολλά από τα ποιήματα, τον δίνει η επανάληψη των λέξεων, κι αυτό συμβαίνει και στα δημοτικά τραγούδια. Στο τραγούδι “Κωνσταντίνο” υπάρχει διαρκώς η επανάληψη του ονόματος “Λενιώ” κι εγώ υπέθετα ότι το τραγούδι απευθυνόταν σε κάποια “Λενιώ”, ενώ χρησιμοποιείται απλώς ως γέμισμα του ρυθμού. Χρησιμοποίησα κι εγώ την επανάληψη κάποιων λέξεων για να δώσω ρυθμό, κάποια πράγματα προκύπτουν έτσι, από το πουθενά. Έτσι προέκυψαν και οι γραμμές που έβαζα στα ποιήματα. Μου άρεσε που κάνοντας μουσική σαν παιδί χωρίζαμε τα μέτρα. Γράφοντας τα ποιήματα αυτά τα διάβαζα με έναν πολύ συγκεκριμένο τρόπο. Όταν τα έδινα σε άλλους και τα διάβαζαν εντελώς διαφορετικά αυτό με “στρέσαρε’’. Κι έτσι αποφάσισα να βάζω γραμμές για να εξηγήσω πώς τα διάβαζα εγώ

Τώρα, δύο χρόνια μετά, τα διαβάζω κι εγώ διαφορετικά απ’ ό,τι τότε και πρέπει να ασχοληθώ για να καταλάβω γιατί έβαζα εκεί τις γραμμές. Το αυθόρμητό μου πλέον με κατευθύνει κάπου αλλού. Οι γραμμές είναι απλώς μία πρόταση ανάγνωσης. Η καθεμία το διαβάζει όπως θέλει.

Όταν έδειξα τα ποιήματά μου στην αδερφή μου, που είναι τραγουδίστρια όπερας, μου είπε ότι αυτό που έκανα ονομάζεται ceasurae (τσεζούρε), ένας μουσικός όρος που αφορά, ουσιαστικά, τον χωρισμό προτάσεων με βάση τις ανάσες. Ένας άλλος φίλος μου λέει: “Α, Όμηρος...”. Η πρόθεσή μου, όμως, δεν ήταν ούτε ο Όμηρος, ούτε το τσεζούρε. Ήταν απλώς να δείξω πώς τα διαβάζω εγώ. Όλο αυτό έγινε κάπως ασυνείδητα.

                                               

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου