- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
«Η ετυμηγορία του Καραβάτζο»: Ένα ανατριχιαστικό θρίλερ από την Ιταλία
Ένα αστυνομικό μυθιστόρημα για την τέχνη, και για τα ζοφερά σκοτάδια του μυαλού
Για το μυθιστόρημα «Η ετυμηγορία του Καραβάτζο» του Μάρκο Ντε Φράνκι (μετάφραση Μαρία Οικονομίδου, 688 σελίδες, Εκδόσεις Πατάκη)
Η «Ετυμηγορία του Καραβάτζο» είναι, μεν, το πρώτο μυθιστόρημα του Μάρκο Ντε Φράνκι, αλλά ταυτόχρονα είναι ίσως το καλύτερο αστυνομικό θρίλερ που θα διαβάσετε φέτος. Είναι μεγάλο, χορταστικό, γραμμένο «παραδοσιακά» αλλά και με πολλές μοντέρνες πινελιές, έχει συμπαθέστατους ήρωες που μπορούμε να στοιχηματίσουμε —με μηδενική πιθανότητα λάθους— ότι θα ξαναδούμε και σε επόμενα βιβλία, και έχει μια ευφάνταστη, πρωτότυπη πλοκή, γραμμένη στο υφάδι μιας πυκνής, σφιχτοδεμένης και τόσο καλά δουλεμένης μέχρι την τελευταία της λεπτομέρεια δομής, που σε καταπλήσσει. Πολύ έξυπνο βιβλίο, και μαστορικά δομημένο. Μας εντυπωσίασε. Με δυο λόγια, μιλάμε για ένα αγωνιώδες αστυνομικό μυθιστόρημα που (κλισέ ή όχι, δεν παύει να είναι αλήθεια) δεν μπορείς να το αφήσεις από τα χέρια σου. Επιπλέον, όσα περιγράφει σχετικά με την πολύπλοκη και πολυεπίπεδη έρευνα της αστυνομίας, έχουν ακριβώς έτσι. Μάλιστα, ο συγγραφέας δεν χρειάστηκε να πάρει πληροφορίες από κανέναν.
Ο Ντε Φράνκι ονειρευόταν από παιδί να γίνει ντετέκτιβ — και τα κατάφερε: υπηρέτησε με μεγάλη επιτυχία επί πολλά χρόνια στην Κεντρική Επιχειρησιακή Μονάδα, το αντίστοιχο ιταλικό ερευνητικό γραφείο τού FBI, και ως εκ τούτου αποκόμισε άπειρες εξειδικευμένες γνώσεις και υπερπολύτιμη εμπειρία, τόσο για τον τρόπο δουλειάς της αστυνομίας, όσο και για τις σχέσεις και τον ψυχισμό των συναδέλφων του στο Σώμα. Έχει βάλει μεγάλο μέρος της πείρας του σ’ αυτό το βιβλίο, και ο αναγνώστης θα το εκτιμήσει οπωσδήποτε. Το καθετί περιγράφεται και αναλύεται στην «Ετυμηγορία του Καραβάτζο» όπως ακριβώς θα γινόταν στην πραγματικότητα.
Δεν λείπουν οι πολύ δυνατές στιγμές από τις σελίδες του βιβλίου, ούτε οι ανατριχιαστικές, ή και οι οδυνηρές, καθώς μέσα στις σκιές πρωταγωνιστεί και κινεί τα νήματα ένας ψυχοπαθής κατά συρροή δολοφόνος —ένας ασύλληπτα σκληρός, σκοτεινός και διεστραμμένος άνθρωπος, ένας πραγματικός ψυχρός σαδιστής, μακρινός λογοτεχνικός απόγονος του Χάνιμπαλ Λέκτερ— που τον διακρίνει μία θανάσιμη εμμονή με τα έργα του σπουδαίου Καραβάτζο.
Την υπόθεση που αρχικά αναστατώνει την Τοσκάνη —στην οποία θύματα είναι και δύο δωδεκάχρονα παιδιά— θα κληθεί να λύσει η Βαλεντίνα Μέντιτσι, η νεότερη αστυνόμος της Κεντρικής Επιχειρησιακής Μονάδας, ουσιαστικά στην πρώτη της μεγάλη έρευνα. Θα ήταν απολύτως μόνη σ’ αυτό το δύσκολο έργο, αν δεν έβρισκε έναν σύμμαχο στο πρόσωπο του Φάμπιο Κόστα, ενός αστυνόμου με σκοτεινό παρελθόν, από το οποίο δεν μπορεί, ούτε γίνεται, να ξεφύγει. Επαναλαμβάνουμε ότι αυτό το δίδυμο είναι εκπληκτικά δοσμένο, έχουμε πολύ καλή, και πολύ ανθρώπινη, ανάπτυξη χαρακτήρων, που δένουν μαζί με έναν τρόπο παράδοξο, σπάνιο, αλλά εντέλει τρομερά αρμονικό. Ο κακός, επίσης, είναι πραγματικά κακός —δεν πάει ο νους σας πόσο—, και τα εμβόλιμα κεφάλαια σε δεύτερο πρόσωπο, που τον αφορούν, στ’ αλήθεια ανατριχιαστικά.
Και έπειτα, η τέχνη, ο Καραβάτζο. Όπως λέει και ο ίδιος ο Ντε Φράνκι, έτσι κι αλλιώς κάθε πίνακας του Μικελάντζελο Μερίζι κρύβει μέσα του και ένα μυθιστόρημα. Και δεν έχει άδικο.
Γενικά, έχουμε να κάνουμε με ένα αστυνομικό μυθιστόρημα, που είναι ταυτόχρονα και ένα τρομακτικό, αγωνιώδες ψυχολογικό θρίλερ υψηλής ποιότητας, με πολλές ανατροπές αλλά και με πολύ ρεαλισμό, που δεν θα αφήσει κανέναν παραπονεμένο: το αντίθετο. Ενώ επίσης —ξαναλέμε— όλα δένονται «ανεπαισθήτως» τόσο μαστορικά μεταξύ τους, ώστε στο τέλος τίποτε δεν μένει αναπάντητο. Και το μυστήριο είναι πράγματι μεγάλο, και περίπλοκο…
Το βιβλίο κυκλοφόρησε πέρυσι στην Ιταλία, και ήδη μεταφράζεται σε άλλες εφτά γλώσσες. Να σημειωθεί η πολύ καλή μετάφραση της Μαρίας Οικονομίδου στη δική μας. Συστήνεται ανεπιφύλακτα.
* * *
Ακολουθεί ένα μικρό απόσπασμα — το Κεφάλαιο 22:
Με το που πάτησε το πόδι της στο γραφείο, η Βαλεντίνα κατάλαβε αμέσως πως κάτι είχε αλλάξει. Αργά ή γρήγορα, η ενέργεια των πρώτων ωρών θα εξαντλούνταν, παρά τον ζήλο των ερευνητών. Αλλά εκείνο το πρωί φαινόταν να έχει ανανεωθεί.
Ο επιθεωρητής Μαρτίνι τής αποκάλυψε τον λόγο πηγαίνοντας προς το μέρος της. Αυτός της είχε τηλεφωνήσει πριν από λίγα λεπτά.
«Ίσως τον βρήκαμε!» επανέλαβε. «Πηγαίνουμε τώρα να τον πιάσουμε».
«Ποιος είναι; Και γιατί δεν ενημερώθηκα νωρίτερα;»
Ο επιθεωρητής πήρε μια αμήχανη έκφραση. «Πραγματικά μόλις πριν από λίγο το μάθαμε… Η κυρία Λουκκέζι πηγαίνει η ίδια στο σπίτι του υπόπτου με δύο αστυνομικούς. Μου είπε να σας ειδοποιήσω και ότι θα σας τηλεφωνούσε για να σας πει όλες τις λεπτομέρειες μόλις θα τον συλλάβουν. Ονομάζεται Γκουίντο Μαρκέζι…»
«Ποιος διάολο είναι ο Γκουίντο Μαρκέζι;» Η Βαλεντίνα είχε συγχυστεί από το γεγονός ότι τα πράγματα είχαν φτάσει σ’ αυτό το σημείο και η ίδια δεν είχε ενημερωθεί έγκαιρα.
«Είναι απλώς ένας ύποπτος». Η φωνή του Φάμπιο Κόστα την αιφνιδίασε πίσω της. Γύρισε, έτοιμη να δώσει μάχη. Τα μάτια του Κόστα την ηρέμησαν αμέσως. Δεν ήταν εντελώς γαλήνια ή ατάραχα, στην πραγματικότητα ποτέ δεν ήταν. Όμως έδειχναν να κοιτάζουν την πραγματικότητα με μια αξιοζήλευτη έλλειψη ψευδαισθήσεων.
«Τι σημαίνει αυτό;» τον ρώτησε επιθετικά, υποσχόμενη για ακόμα μια φορά στον εαυτό της να βρει μερικές παραπάνω πληροφορίες για το άτομό του. Θα ρωτούσε τον Φαλκόνε, όπως της είχε υποδείξει ο Ζούκκα. Ναι, αυτό θα έκανε.
Ο Φάμπιο την οδήγησε προς έναν υπολογιστή. Στην οθόνη φαινόταν η εικόνα ενός μεσήλικου άντρα, τα άσπρα μαλλιά του οποίου πλαισίωναν ένα πρόσωπο με ανεξιχνίαστη έκφραση.
«Γκουίντο Μαρκέζι. Είναι γιατρός, αλλά τον διέγραψαν από τον ιατρικό σύλλογο πριν από μερικά χρόνια. Έχει προηγούμενα με παιδική πορνογραφία και έχει εκτίσει μια καταδίκη για σεξουαλική βία σε βάρος ανηλίκων. Μένει στο Πιομπίνο, μόνος του. Δεν είναι μακριά ούτε από το Γκροσσέτο ούτε από τη Βολτέρρα».
Η Βαλεντίνα κοίταξε εκείνο το αδιάφορο πρόσωπο. Τα σαρκώδη χείλη. Τα φαινομενικά κενά μάτια που στερούνταν ευφυΐας. Δεν είχε την όψη ενός τέρατος ή κάποιου ικανού να καταφέρει πέντε μαχαιριές σε ένα άλλο ανθρώπινο πλάσμα. Αλλά ήξερε ότι αυτά ήταν απαράδεκτες αυθυποβολές.
«Πώς φτάσατε σ’ αυτόν; Ποιος έφτασε σ’ αυτόν;» Δε θα το άφηνε αυτό να περάσει έτσι.
«Τα αγόρια της Σίρια διασταύρωσαν κάποια στοιχεία. Η συνηθισμένη όρεξη για δουλειά, τίποτα το εξαιρετικό. Παλιές αναφορές, σεσημασμένοι που ζουν εδώ γύρω… Προέκυψαν καμιά δεκαριά ονόματα διάσπαρτα στην περιοχή. Τους ελέγχουν έναν προς έναν. Αλλά αυτός φάνηκε απ’ την αρχή πιο ενδιαφέρων».
Ο Κόστα πληκτρολόγησε κάτι, ανοίγοντας ένα καινούριο στιγμιότυπο οθόνης στο SDI, το σύστημα αναζήτησης της αστυνομίας, με τα στοιχεία για τον Μαρκέζι.
«Ορίστε. Συγκεκριμένο ποινικό μητρώο, επαγγελματικό περιβάλλον και κάτι ακόμα. Πρώτα απ’ όλα, είναι ιδιοκτήτης ενός παλιού California. Δε γνωρίζουμε ακόμη το χρώμα, αλλά είναι σημαντικό στοιχείο. Κι έπειτα, είναι γιατρός. Στην πραγματικότητα πρώην γιατρός, όπως σου είπα. Για την ακρίβεια ήταν αναισθησιολόγος. Και όπως ξέρεις, υπάρχει η λεπτομέρεια της γλουταραλδεΰδης…»
«Ναι… Συνεπώς, η Λουκκέζι ακολούθησε τελικά τις ιδέες μου…» Της φαινόταν παράξενο. Και δε μετρίαζε την οργή της. Παρόλο που, στην τελική, αν αυτός ο Μαρκέζι ήταν ο άντρας που έψαχναν, εκείνη θα έπρεπε να χαρεί.
«Έτσι φαίνεται. Αλλά υπάρχει και κάτι άλλο» είπε ο Φάμπιο.
Τους διέκοψε ο ήχος του κινητού της Βαλεντίνα. Ήταν η Σίρια Λουκκέζι. Απάντησε χωρίς να πάψει να κοιτάζει τον συνάδελφο στα μάτια.
«Μου είπαν ήδη γι’ αυτόν τον Μαρκέζι» άρχισε με ουδέτερο τόνο. «Μπορούσες να με ειδοποιήσεις νωρίτερα».
«Δεν πρόλαβα. Όταν μου έδωσαν την πληροφορία, προτίμησα να δράσω αμέσως. Πρέπει να τρέξουμε, έτσι δεν είναι; Ίσως ο Αντρέα είναι ακόμη ζωντανός…»
Η Λουκκέζι έδινε ύπουλα χτυπήματα. Αλλά δεν είχε σημασία. Θα ξεκαθάριζαν τις διάφορες πλευρές της διεύθυνσης των ερευνών, όμως όχι εκείνη τη στιγμή. Κατά βάθος, η συνάδελφος είχε δίκιο, είπε από μέσα της η Βαλεντίνα. Αυτή είχε πάει για ύπνο όταν οι άλλοι εργάζονταν πυρετωδώς.
Η Λουκκέζι συνέχισε: «Σου είπαν ότι ο Μαρκέζι γνώριζε καλά τον Τζάννι Βεντούρι και κατά συνέπεια, υποθέτουμε, και τον γιο του Αντρέα;».
Η Βαλεντίνα συνοφρυώθηκε. Ο Φάμπιο δεν είχε προλάβει να της πει όλη την ιστορία, προφανώς.
«Τι πράγμα;» ρώτησε.
«Α, όπως βλέπεις, δεν αρκεί η ενσυναίσθηση για μια απελπισμένη μητέρα για να λύσεις μια υπόθεση. Φοβάμαι ότι ο άντρας με τα μακριά άσπρα μαλλιά για τον οποίο μας μίλησε η Σινάγκρα δεν έχει καμία σχέση με τη δολοφονία και την εξαφάνιση του Αντρέα. Ο Γκουίντο Μαρκέζι ήταν γνωστός του Τζάννι Βεντούρι. Ήταν φίλοι στο Facebook και ίσως και στην πραγματική ζωή. Τηλεφωνήθηκαν μερικές φορές πριν από κάποιους μήνες. Στα σόσιαλ, μοιράζονταν το ίδιο πάθος για τη λογοτεχνία. Ο Μαρκέζι είναι επίδοξος συγγραφέας. Και φαίνεται πως του αρέσουν πολύ τα αστυνομικά του Βεντούρι».
«Στο Facebook;» επανέλαβε η Βαλεντίνα μπερδεμένη.
«Ναι. Το τσεκάραμε. Ο Τζάννι Βεντούρι είχε ποστάρει μερικές φωτογραφίες του γιου του στο τέλος ενός αγώνα μπάσκετ. Ξέρεις, ιδρωμένα και ευτυχισμένα παιδάκια. Το κάθαρμα ο Μαρκέζι έκανε share αυτές τις φωτογραφίες. Μόνο που τις κοινοποίησε και σε άλλες επαφές του στο διαδίκτυο, όχι και τόσο ευυπόληπτες… Τα αγόρια μου το κοιτάζουν. Θα μπορούσε να τις έχει βάλει σε κάποια πορνό ιστοσελίδα εξειδικευμένη στην παιδοφιλία. Δεν ξέρουμε αν ο Τζάννι Βεντούρι ήταν ενήμερος, αλλά θα πρέπει να το ψάξουμε κι άλλο. Κοντολογίς, μου φαίνεται ότι ο Μαρκέζι μας αξίζει μια σχετική προσοχή. Πηγαίνω σπίτι του. Πήρα διαταγή έρευνας από τηλεφώνου. Είσαι σύμφωνη, έτσι δεν είναι;»
Η Βαλεντίνα παρέβλεψε το γεγονός ότι αν η Λουκκέζι είχε ζητήσει τηλεφωνική εξουσιοδότηση από τον εισαγγελέα, θα μπορούσε να είχε βρει τον χρόνο και για να της τηλεφωνήσει.
Κοίταξε ξανά τη φωτογραφία του Μαρκέζι στην οθόνη. Ναι, αυτή τη στιγμή έμοιαζε ο καλύτερος δρόμος. Και βέβαια δεν μπορούσε να μην είναι ευχαριστημένη.
Κι όμως, αισθανόταν περιέργως αποθαρρυμένη. Μεγάλο μέρος της ανασύνθεσης των γεγονότων που είχε κάνει εκεί, αρχής γενομένης από την ομοιότητα μεταξύ των θυμάτων, κατέρρεε. Αλλά δεν ήταν σημαντικό. Το ουσιώδες ήταν να βρουν το συντομότερο δυνατό τον μικρό Αντρέα Βεντούρι. Κι αν τον είχε απαγάγει ο Γκουίντο Μαρκέζι, έπρεπε να δράσουν αμέσως.
«Πιάστε τον» είπε στο τέλος. «Εγώ και ο Φάμπιο σας περιμένουμε εδώ στη Βολτέρρα».
Η παύση, από την άλλη άκρη της γραμμής, ήταν εύγλωττη. Η Βαλεντίνα άκουγε στο βάθος το τρίξιμο του υπηρεσιακού ασυρμάτου στο αυτοκίνητο.
«Βαλεντίνα… Σχετικά με αυτόν που είναι μαζί σου αυτή τη στιγμή…» Η Λουκκέζι τώρα έδειχνε επιφυλακτική. «Στην ΚΕΜ δε σου είπαν τίποτα;»
Ο Φάμπιο Κόστα εξακολουθούσε να την κοιτάζει. Δεν κουνούσε ούτε μυ. Ήταν λες και ήξερε τι της έλεγε η Λουκκέζι.
«Δεν καταλαβαίνω».
«Ναι. Το φαντάζομαι». Η Λουκκέζι άφησε αργά την ανάσα της. «Κοίτα στο WhatsApp» είπε στο τέλος και το έκλεισε.
Η Βαλεντίνα κοίταξε τον Φάμπιο.
«Μοιάζει με υποσχόμενο ίχνος…» είπε.
Εκείνος κατένευσε. Αλλά η έκφρασή του έλεγε άλλα.
Ο ήχος του μηνύματος στο WhatsApp ακούστηκε με την ίδια δύναμη που ακούγεται το γκονγκ σε έναν αγώνα μποξ.
«Με συγχωρείς» είπε και απομακρύνθηκε για να διαβάσει το μήνυμα της Λουκκέζι.
Ήταν ένα άρθρο εφημερίδας πριν από εννιά χρόνια. Παρόλο που η φωτογραφία δεν ήταν πολύ καθαρή, ο Φάμπιο Κόστα ήταν αναγνωρίσιμος. Με στολή, πολύ νεότερος, με λιγότερο πονεμένη έκφραση κι ένα λαμπερό χαμόγελο που ερχόταν σε έντονη αντίθεση με τον τίτλο του άρθρου.
ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΚΑΤΑΓΓΕΛΛΕΤΑΙ ΓΙΑ ΣΕΞΟΥΑΛΙΚΗ ΒΙΑ
Ένας βιαστής.
Ο Φάμπιο Κόστα είχε βιάσει μια συνάδελφο.
* * *
ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ: Ένα δωδεκάχρονο παιδί που βρέθηκε να τρέχει γυμνό μέσα στη νύχτα σ’ έναν επαρχιακό δρόμο της Τοσκάνης. Ο Φόσκο Ανιέλλι υποστηρίζει ότι τον απήγαγαν αλλά κατάφερε να το σκάσει τρέχοντας στα χωράφια. Κανένας δεν τον πιστεύει ή ίσως κανένας δεν προσπάθησε να τον ακούσει πραγματικά. Εκτός από εμένα. Και ξέρω ότι στην ιστορία αυτή κρύβεται κάτι τρομερό. Κάτι μεγαλύτερο από αυτόν και, ίσως, κι από μένα. Μα τι μπορεί να είναι; Μόνο όταν εξαφανίζεται άλλο ένα παιδί αρχίζω να διακρίνω μια χαραμάδα φωτός για να συνεχίσω την έρευνά μου. Ο Φόσκο και ο Αντρέα ζουν μακριά ο ένας από τον άλλο, δε γνωρίζονται, δε φαίνεται να τους συνδέει τίποτα. Εκτός από ένα ασύλληπτο πράγμα: είναι ολόιδιοι, θα μπορούσαν να είναι δίδυμοι. Ο Αντρέα όμως παραμένει χαμένος: εναπόκειται σ’ εμένα να τον βρω, να ξετρυπώσω αυτόν που σκότωσε τον πατέρα του και τον πήρε από τη μητέρα του. Εναπόκειται σ’ εμένα να του σώσω τη ζωή. Αλλά μόνη μου δεν μπορώ να τα καταφέρω, χρειάζομαι βοήθεια. Ο μόνος άνθρωπος που με πιστεύει είναι ο Φάμπιο Κόστα, ένας ξεπεσμένος αστυνόμος με σκοτεινό παρελθόν, εξορισμένος σε ένα μικρό επαρχιακό τμήμα. Με λένε Βαλεντίνα Μέντιτσι, είμαι η νεότερη αστυνόμος της Κεντρικής Επιχειρησιακής Μονάδας και αυτή είναι η πρώτη μου πραγματική έρευνα. Και κινδυνεύει να είναι και η τελευταία της ζωής μου. Γιατί κανείς δεν μπορεί να πέσει σε ένα τόσο μαύρο, τόσο βαθύ πηγάδι και να ελπίζει πως θα ξανανέβει στην επιφάνεια άθικτος.