Βιβλιο

«Ο Λόφος των Ονείρων»: Η αυτοβιογραφική νουβέλα φαντασίας του Άρθουρ Μάχεν

Ο Ουαλός δημοσιογράφος, ηθοποιός, συγγραφέας και μυστικιστής, που θεωρείται «πατέρας» της μυθοπλασίας του φανταστικού και του τρόμου

Γιώργος Δήμος
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

Άρθου Μάχεν: Ο Ουαλός δημοσιογράφος, ηθοποιός, συγγραφέας και μυστικιστής, που θεωρείται «πατέρας» της μυθοπλασίας του τρόμου - Το αυτοβιογραφικό έργο του «Ο Λόφος των Ονείρων» 

Ο Άρθουρ Λιουέλιν Μάχεν γεννήθηκε στη μικρή πόλη Κέρλεον, της κομητείας Λάντρισαντ, της Ουαλίας, το 1863. Συγγραφέας, αλλά και φημισμένος μυστικιστής, ο Μάχεν είναι γνωστότερος σήμερα για τη νουβέλα του, «Ο Μέγας Θεός Παν» (1894), μια ιστορία τρόμου στα πρότυπα των «Ιστοριών Μυστηρίου και Φαντασίας» του Έντγκαρ Άλαν Πόε, που αποτέλεσε τον πρόδρομο για τα πιο μοντέρνα διηγήματα τρόμου του Χ.Φ. Λάβκραφτ και την αυτοβιογραφική λυρική του νουβέλα, «Ο Λόφος των Ονείρων» (1907). «Ο Λόφος των Ονείρων», στην πραγματικότητα, γράφτηκε πολύ νωρίτερα από την ημερομηνία που εκδόθηκε (με τον συγγραφέα να έχει αρχίσει να τη σχεδιάζει από το 1895 κιόλας) και παραμένει μία ιδιότυπη ιστορία, φανταστική μεν ως προς τα γεγονότα που περιγράφονται σε αυτή, όμως διάσπαρτη με τόσα αυτοβιογραφικά στοιχεία από τα νεανικά χρόνια του Μάχεν στην Ουαλία, μέχρι και που μετακόμισε στο Λονδίνο για να γίνει συγγραφέας, που είναι ό,τι πιο κοντά έχει γράψει σε προσωπική του βιογραφία.

© E. O. Hoppe/Edward Gooch Collection/Hulton Archive/Getty Images

Άρθουρ Μάχεν: Το λογοτεχνικό ύφος του συγγραφέα και οι επιρροές του

Το λογοτεχνικό ύφος του Μάχεν εδώ, όπως και στα περισσότερα έργα του, είναι επηρεασμένο αφενός από το κίνημα των «Καταραμένων Ποιητών» και αφετέρου από εκείνο του Ρομαντισμού και στη νουβέλα του αναφέρεται εκτενώς στις επιρροές του, από τον Σάμιουελ Τέιλορ Κόλεριτζ και τον Τόμας ντε Κουίνσυ, ως τα αναγεννησιακά κείμενα των Ροδόσταυρων. Ο Μάχεν (που στην ιστορία ονομάζεται Λούσιεν) περιγράφει τα παιδικά του χρόνια σε μια πόλη βασισμένη στο Κέρλεον, η οποία διαθέτει μία αρχαία (παγανιστική) ιστορία, με ένα ρωμαϊκό οχυρό να στέκει στην κορυφή ενός λόφου, λίγα μέτρα μακριά από το σπίτι του. Ο Λούσιεν, στην ιστορία, πηγαίνει εκεί συχνά και ένα καλοκαιρινό δειλινό αρχίζει να βλέπει οράματα με σκοτεινές ανθρωπόμορφες φιγούρες, τυλιγμένες στις φλόγες. Τα οράματα αυτά είναι τον παρακινούν να ξεκινήσει να γράφει το πρώτο του βιβλίο, μία προσπάθεια που ο Αγγλικανός ιερέας πατέρας του υποτιμά, καθώς, όσο ανοιχτόμυαλος και διαβασμένος και αν είναι, συνεχίζει να τη βλέπει σαν μία απασχόληση χωρίς μέλλον.

Ο Λούσιεν, όπως ίσως και ο Μάχεν στην πραγματική ζωή, μόλις ολοκληρώνει το πρώτο του έργο, στέλνει το χειρόγραφο σε έναν εκδότη, που έχει τη βάση του σε μία μεγαλύτερη γειτονική πόλη. Η απάντηση αργεί να έρθει και όταν τελικά έρχεται με το ταχυδρομείο είναι αρνητική, με ένα απολογητικό σημείωμα, που δεν απάντησαν νωρίτερα. Ο Λούσιεν συνεχίζει να παρακολουθεί τις νέες κυκλοφορίες του εκδοτικού οίκου, μέχρι που βλέπει ένα έργο ενός άγνωστου, σχετικά, συγγραφέα, το οποίο έχει χρησιμοποιήσει αυτούσια πολλά χωρία από το δικό του έργο. Όταν ο Λούσιεν τελικά εξηγεί στον πατέρα του τι έχει συμβεί, εκείνος τον παροτρύνει να διεκδικήσει τα πνευματικά του δικαιώματα. Όσο, όμως, συζητάνε, τόσο ο πατέρας του, όσο και ο αναγνώστης, σε αυτό το σημείο, συνειδητοποιούν με έκπληξη πως ο Λούσιεν, όχι μόνο δεν είναι διατεθειμένος να κάνει κάτι για την αισχρή λογοκλοπή του έργου του, αλλά φαίνεται, μάλιστα, να αδιαφορεί και να έχει το μυαλό του αλλού.

Όντας δεξιοτέχνης συγγραφέας, ο Μάχεν μας δίνει αρκετά στοιχεία, ούτως ώστε να καταλάβουμε τους λόγους που κρύβονται πίσω από αυτή τη φαινομενική απάθεια του Λούσιεν. Αφενός, υπάρχει ο νέος του έρωτας για τη Άννι, μια κοπέλα που δουλεύει στην υπηρεσία του σπιτιού, που έχει ξεκινήσει το ίδιο βράδυ, όταν τη συνάντησε τυχαία μόνη της, στο δρόμο για το σπίτι και αφετέρου, είναι εκείνα τα οράματα στο μαγεμένο λόφο, που τον έχουν αποτραβήξει από τα επίγεια προβλήματα. Αυτή, βέβαια, μοιάζει να είναι και η πεμπτουσία της ιστορίας του Μάχεν. Είναι αυτό που λέει ο Άμλετ στον φίλο του: «Υπάρχουν περισσότερα πράγματα σε ουρανό και γη, Οράτιε, από όσα έχει ονειρευτεί η φιλοσοφία σου». Αυτή ήταν σίγουρα η πεποίθηση του Μάχεν, καθώς ο μυστικισμός και η μύησή του σε αδελφότητες, όπως το Τάγμα της Χρυσής Αυγής, τον απασχόλησαν για το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του.

Το σπίτι που γεννήθηκε ο συγγραφέας Arthur Machen, The Square, High Street, Caerleon © Wikimedia Commons/Pwimageglow

Η νουβέλα συνεχίζει με τις περιπέτειες του Λούσιεν στο Λονδίνο, όπου πάει για να ξεκινήσει την καριέρα του, άγνωστος μεταξύ αγνώστων και πολύ φτωχός. Εδώ υπάρχουν αναφορές στους «Τεχνητούς Παραδείσους» των οπιούχων και τα οράματα του Κόλεριτζ ή του ντε Κουίνσυ και σίγουρα, στο πνεύμα της εποχής που γράφτηκε το έργο, θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί πως το πραγματικό θέμα του είναι ο τρόμος του εθισμού και των ναρκωτικών, όπως είναι τόσων άλλων, σύγχρονών του, διηγημάτων τρόμου. Ο Μάχεν, όμως, δεν μας λέει ποτέ ξεκάθαρα πως ο πρωταγωνιστής κάνει χρήση ουσιών, αλλά αντίθετα μοιάζει να «μεθάει» από την τέχνη του και φυσικά την ανήλεη απομόνωση της μεγάλης πόλης. Τα οράματα που έβλεπε από μικρός επιμένουν και γίνονται ολοένα και εντονότερα, με φόντο πια τον λονδρέζικο υπόκοσμο, με πόρνες και αλήτες και ένα γενικότερο κλίμα, που μόνο ευνοϊκό δεν είναι.

Ο Μάχεν μοιάζει να λέει, με έναν αλληγορικό τρόπο, πως το να είσαι συγγραφέας είναι ένα επικίνδυνο επάγγελμα. Δεν πρόκειται μόνο για ένα επάγγελμα που δεν σου εξασφαλίζει οικονομική άνεση ή ψυχική ηρεμία, αλλά, ενίοτε, είναι ικανό να σε οδηγήσει ακόμα και στον θάνατο. Επηρεασμένος, ίσως, από τις αποκρυφιστικές του γνώσεις, ο Μάχεν φαίνεται να συνδέει τον θάνατο με τη δημιουργία και έτσι κυρίαρχα στον «Λόφο των Ονείρων» είναι τα νεκρικά σύμβολα και εκείνα της επίγειας ομορφιάς. Σίγουρα, ο Μάχεν εμβαθύνει περισσότερο από ό,τι μπόρεσε ποτέ να εμβαθύνει ο Πόε και ο «Λόφος των Ονείρων», ένα έργο ζωής για εκείνον, μπορεί να διαβαστεί τόσο ως μία άρτια ιστορία φαντασίας, όσο και ως ένας διαλογισμός επάνω στο τι σημαίνει να είσαι συγγραφέας.