- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Κία Φιλιππίδου - Γιάννης Μπούζας: Συγγραφέας γεννιέσαι ή γίνεσαι;
Οι δύο πεζογράφοι μιλούν για τα νέα υθιστορήματα («Κυκλαδικό νουάρ» και «Ο παιγνιοθεραπευτής») από τις εκδόσεις Βακχικόν
Κία Φιλιππίδου και Γιάννης Μπούζας μιλούν για τα νέα τους μυθιστορήματα («Κυκλαδικό νουάρ» και «Ο παιγνιοθεραπευτής») που κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Βακχικόν.
Συνέντευξη στον Γιάννη Παπαδόπουλο
Τι είναι εκείνο που σας ωθεί να γράφετε;
Γιάννης Μπούζας: Η γραφή είναι μια μορφή έκφρασης, συναισθήματα που αναζητούν διεξόδους. Από τα εφηβικά μου χρόνια αποτύπωνα στο χαρτί διάφορες σκέψεις, η συστηματική όμως ενασχόληση με τη γραφή ξεκίνησε μόλις το 2014, όταν αποφάσισα να γράψω το πρώτο μου μυθιστόρημα. Από τότε η γραφή για μένα αποτελεί το βασικό συστατικό για να θρέφω τον νου, το ζωτικό στοιχείο της καθημερινότητάς μου. Αφήνομαι αδέσμευτος στον σκοπό της μυθιστορίας, τους ήρωες να με παρασύρουν στο αδύνατο.
Κία Φιλιππίδου: Νόμιζα ότι ήταν η ανάγκη για επικοινωνία με όσο το δυνατό περισσότερους ανθρώπους. Τελικά κατάλαβα ότι είναι η ανάγκη γνωριμίας με τον εαυτό μου.
Πόσο εύκολο ή δύσκολο είναι για εσάς είναι να καταφέρετε να εκφράσετε τη σκέψη σας πάνω στο χαρτί;
Γ.Μ.: Η συγγραφή είναι αναμφισβήτητα μια δύσκολη διεργασία· απαιτεί διαρκή πνευματική εγρήγορση, πρόγραμμα και συνέπεια. Θα έλεγα, ωστόσο, ότι η στιγμή, η κάθε στιγμή, καθορίζει το επίπεδο δυσκολίας ή ευκολίας. Υπάρχουν μέρες για παράδειγμα που το χέρι γλιστράει από μόνο του πάνω στο χαρτί (ή στα πλήκτρα του υπολογιστή) σαν μπαλαρίνα, και μέρες που μια λέξη μπορεί να ορθώσει το ανάστημά της σαν πελώριο κύμα έτοιμο να σε καταπιεί.
Κ.Φ.: Το δύσκολο είναι να εκφράσω τη σκέψη μου έτσι που να την καταλάβει ο αναγνώστης Αυτό με αναγκάζει να δω τα γραφόμενά μου με τα μάτια του, καταλήγοντας να. επανασυνδεθώ με τον εαυτό μου μέσω παράκαμψης. Είναι μια υπέροχη άσκηση και όπως κάθε άσκηση, για να σου αρέσει πρέπει να έχει ένα βαθμό δυσκολίας.
Ποιες είναι οι επιρροές σας;
Γ.Μ.: Είναι πολλοί οι συγγραφείς και τα βιβλία που μου αρέσουν, χωρίς να διακρίνω συγκεκριμένες σχολές ή λογοτεχνικά ρεύματα. Οι προτιμήσεις μου πολλές. Γάλλοι λογοτέχνες, αρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι, Γερμανοί στοχαστές. Ωστόσο, δεν θεωρώ ότι έχω επηρεαστεί (τουλάχιστον συνειδητά) ιδιαίτερα από κάποιον. Αν έστω και στο ελάχιστο είχα αντιληφθεί ότι τα γραπτά μου προσέγγιζαν προλεγόμενα καλούπια, αυθωρεί θα τα απέρριπτα, για τον απλούστατο λόγο ότι δεν θα είχαν τίποτα καινούργιο να πουν στον αναγνώστη. Είμαι της άποψης ότι αν δεν έχεις κάτι να πεις, καλύτερα να σιωπάς.
Κ.Φ.: Η Έμιλυ Μπροντέ, η Πατρίτσια Χάισμιθ, η Μαρία Ιορδανίδου και ο Νίκος Θέμελης.
Ποια θεματολογία κρατεί τον κυρίαρχο ρόλο στα έργα σας;
Γ.Μ.: Ο άνθρωπος και τα συναισθήματα που ηθελημένα ή μη κρύβει από τον εαυτό του.
Κ.Φ.: Η ανάγκη του ανθρώπου για αγάπη σε όλες τις μορφές της και υπό τις πιο ακραίες συνθήκες.
Πείτε μας λίγα λόγια για το βιβλίο σας.
Γ.Μ.: «Ο παιγνιοθεραπευτής» είναι ένα βιβλίο με φιλοσοφικές, θρησκευτικές και ψυχολογικές προσεγγίσεις. Από τη μια κατηγορεί τον άνθρωπο για τα ελαττώματά του και απ’ την άλλη τον υμνεί για τη χάρη του. Ο χρόνος δεν υφίσταται, τα ονόματα των ηρώων απουσιάζουν από το προσκήνιο, η αφήγηση εξισορροπείται ανάμεσα στο παρελθόν και το παρόν, καθώς το μέλλον μοιάζει τόσο μακρινό. Ένας άθεος καθηγητής φιλοσοφίας συναντά έναν καλόγερο. Η ανταλλαγή απόψεων καταλήγει σ’ ένα παιχνίδι ρόλων. Το παιχνίδι όμως που παίζουν δεν είναι ένα απλό παιχνίδι, κρύβει μυστικά. Είναι το παιχνίδι της ζωής που λίγοι έχουν το θάρρος να παίξουν. «Ο παιγνιοθεραπευτής» πρεσβεύει την πίστη στον αναγεννημένο άνθρωπο. Εύχομαι η θεραπεία του να γιατρέψει την καρδιά και ν’ απελευθερώσει το πνεύμα.
Κ.Φ.: Παρακολουθούμε τη ζωή μιας γυναίκας που προσπαθεί να κρατηθεί στο μεταξωτό κουκούλι της, ενώ εκείνο ξεφτίζει και ξηλώνεται αποκαλύπτοντας ότι η ευτυχία της ήταν επίπλαστη. Στη συνέχεια έρχεται σε επαφή με κατατάσσεις απειλητικές όχι μόνο για την ευτυχία της, αλλά και για την ίδια τη ζωή της. Συνάπτει συμμαχία επιβίωσης με κάποιον σχεδόν άγνωστο, που το μόνο πού τους ενώνει είναι η ερωτική έλξη. Αναζητά στηρίγματα σε φίλους από την παιδική της ηλικία για να ξανακερδίσει το αίσθημα ασφάλειας εκείνης της εποχής, αλλά καταλήγει σε τρομακτικό αδιέξοδο, έως ότου…(δεν θα τα αποκαλύψουμε όλα, το βιβλίο είναι ένα νουάρ…οι απαντήσεις θα δοθούν στο τέλος)
Συγγραφέας γεννιέσαι ή γίνεσαι;
Γ.Μ.: Συγγραφέας γεννιέσαι και στην πορεία γίνεσαι… και εξηγούμαι. Αν υποθέσουμε ότι ένα παιδί που γεννιέται έχει έμφυτο ταλέντο στο να γράφει κείμενα. Ποιος θα του το πει αν από μόνο του δεν προσπαθήσει, αν δεν εργαστεί, αν δεν αποδείξει με κάποιον τρόπο την κλίση του. Άρα λοιπόν συγγραφέας γίνεσαι, αλλά ο καλός συγγραφέας γεννιέται, αφού πρώτα καλλιεργήσει το φυσικό του χάρισμα.
Κ.Φ.: Γεννιέσαι με τη διάθεση να γράψεις, αλλά όπως κάθε νεογέννητο χρειάζεσαι χρόνο, πολύ φροντίδα και δουλειά, μέχρι να καταλήξεις στις πρώτες σου λέξεις.
Αν μπορούσατε να αλλάξετε κάτι στον τομέα της λογοτεχνίας τι θα ήταν αυτό;
Γ.Μ.: Η αγορά του βιβλίου εξελίσσεται, ο τρόπος γραφής έχει αλλάξει, το κέντρο βάρος της ανάγνωσης έχει μετατοπιστεί προς την πλευρά του αναγνώστη, ο συγγραφέας ακολουθεί την νέα τάση, παραγκωνίζοντας πολλές φορές τις ιδέες του για χάρη της πώλησης. Ο συνειρμός μου στην ερώτηση αυτή με οδηγεί στο να θέσω –πρωτίστως στον εαυτό μου− μια άλλη ερώτηση, για να δώσω μια τεκμηριωμένη απάντηση. Γιατί να αλλάξουμε κάτι (σε οποιοδήποτε τομέα) αν όλα κυλούν ομαλά; Μήπως τελικά δεν είναι όλα και τόσο ρόδινα όπως θέλουμε να πιστεύουμε; Παρότι ασχολήθηκα επαγγελματικά για πολλά χρόνια με το βιβλίο ως συνεργάτης του Εθνικού Κέντρου Βιβλίου (ΕΚΕΒΙ), ίσως η γνώμη μου δυσαρεστούσε συγγραφείς, εκδότες, βιβλιοπώλες, κράτος. Οι συγγραφείς γράφουμε μετριότητες (ο γράφων φυσικά δεν εξαιρείται) αποκλειστικά για το ελληνικό κοινό, οι εκδότες επιλέγουν κατά βούληση όσα βιβλία πιστεύουν ότι έχουν λογοτεχνική αξία, οι βιβλιοπώλες στοιβάζουν στα ράφια τους τα ευπώλητα, ενώ το κράτος κωφεύει με την ανυπαρξία ενός επίσημου οργανισμού (αναφέρομαι στην περίοδο μετά την κατάργηση του ΕΚΕΒΙ), που θα προωθεί σωστά την ελληνική λογοτεχνία στο εξωτερικό. Αν ήμουν σε κάποια άλλη θέση ίσως να άλλαζα τα πάντα, ίσως και τίποτα, γιατί απλά κανείς δεν θέλει ν’ αποχωριστεί το συμφέρον ή την αγνωσία του. Αναφέροντας μια φράση από το τελευταίο μου βιβλίο «Ο παιγνιοθεραπευτής», θα έλεγα: «… τα λόγια μου δεν έπεισαν κανένα. Φωνή βοώντος σε κέρινα αυτιά».
Κ.Φ.: Νιώθω πολύ μικρή για να τολμήσω να το σκεφτώ. Αυτό που προσπαθώ άλλωστε είναι να μην αντιμετωπίζω τη λογοτεχνία σαν «λογοτεχνία» αλλά να ταξιδεύω με το κάθε βιβλίο που διαβάζω, απολαμβάνοντας το ταξίδι, χωρίς να το κατηγοριοποιώ ή να το τοποθετώ. Το ίδιο κάνω και όταν γράφω∙ ζω μια επιπλέον ζωή από την καθημερινότητα μου και μου αρέσει αυτός ο εμπλουτισμός.
Έχετε επόμενα συγγραφικά σχέδια;
Γ.Μ.: Συγκεκριμένους στόχους ή σχέδια αποφεύγω να θέτω. Θεωρώ ότι το κοινωνικό μυθιστόρημα είναι ένα είδος που μου ταιριάζει, ωστόσο, με συνεπαίρνει να πειραματίζομαι και με άλλα είδη της μυθιστορηματικής αφήγησης, όπως το αστυνομικό ή το ιστορικό. Το επόμενο θα είναι μια συλλογή ετερόκλητων διηγημάτων, που η θεματολογία του θα φλερτάρει άλλοτε με το φανταστικό και άλλοτε με το απρόοπτο.
Κ.Φ.: Ναι, αλλά είναι παραπάνω από ένα. Δεν ξέρω ποιο από αυτά θα πάρει «σάρκα και οστά» ή καλύτερα θα μεταμορφωθεί σε βιβλίο από «φως», σε έναν ηλεκτρονικό υπολογιστή -για να αποτίσω φόρο τιμής στην εκπληκτική Irene Valleho και τον υπέροχο «Πάπυρό» της!