- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
«Το ορφανοτροφείο» του Serhiy Zhadan, ενός ροκ Ουκρανού συγγραφέα
Ένα σκληρό και συνάμα τρυφερό βιβλίο για τον ζόφο του πολέμου και τους «μικρούς ανθρώπους» που γίνονται ήρωες
Μία συζήτηση για τον Σεργκέι Ζαντάν, για τον πόλεμο της Ρωσίας στο Ντονμπάς, για την Ουκρανία και τη λογοτεχνία της, με τον Δημήτρη Τριανταφυλλίδη, μεταφραστή του μυθιστορήματος
«Το ορφανοτροφείο» του Σεργκέι Ζαντάν, που μόλις κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις Διόπτρα, είναι ένα μυθιστόρημα που σου κόβει την ανάσα – κυριολεκτικά: είναι στιγμές που απλώς σταματάς την ανάγνωση, σηκώνεις αλαφιασμένος το βλέμμα και σκέφτεσαι «Τι θα γινόταν αν…». Αυτό που ίσως γινόταν εδώ, συνέβη πράγματι εκεί, στην Ουκρανία. Και δεν ξεκίνησε τον Φεβρουάριο του 2022, αλλά το 2014… Επιδιώξαμε μία συζήτηση για το βιβλίο με τον άριστο γνώστη της περιοχής, και της γλώσσας, Δημήτρη Τριανταφυλλίδη, συγγραφέα, δημοσιογράφο, εκδότη και μεταφραστή. Τον ευχαριστούμε θερμά για τον χρόνο του. Σας προτρέπουμε να διαβάσετε το βιβλίο του Ζαντάν, αυτού του ροκ σταρ ποιητή, μυθιστοριογράφου, δημόσιου ομιλητή και ακτιβιστή. Πρώτα όμως, διαβάστε τα παρακάτω από τον μεταφραστή του στη γλώσσα μας. Σας ευχαριστούμε.
* * *
Κ.Α.: Κύριε Τριανταφυλλίδη, να πούμε πρώτα πρώτα, αν θέλετε, ότι ο Σεργκέι Ζαντάν τιμήθηκε στην τελευταία Έκθεση Βιβλίου της Φρανκφούρτης με το Βραβείο Ειρήνης από την Ένωση Εκδοτών και Βιβλιοπωλών της Γερμανίας – μια σημαντική βράβευση, και όχι η πρώτη βέβαια για τον συγγραφέα. Δεν είναι συνηθισμένο να δίνονται βραβεία σε λογοτέχνες εν ώρα πολέμου. Πόσο ξεχωριστές είναι αυτές οι στιγμές, αυτοί οι καιροί που ζούμε, για τα ουκρανικά Γράμματα γενικά;
Δ.Τ.: Χρειάστηκε ο πόλεμος που εξαπέλυσε η Ρωσία κατά της Ουκρανίας για να ανακαλύψουμε, οι υπόλοιποι Ευρωπαίοι, την πλούσια ουκρανική λογοτεχνία, η οποία είναι τμήμα ενός μακραίωνου, ιδιαίτερου πολιτισμού. Στη χώρα μας, για παράδειγμα, ήταν γνωστοί ο Αντρέι Κούρκοφ, η Σοφία Αντρούκοβιτς, η Κάτια Πετρόφσκαγια, η Μαρίνα Λεβίτσκα και η Κατερίνα Μπάμπκινα, για να αναφέρω μερικούς από αυτούς. Η περίπτωση του Σεργκέι Ζαντάν είναι ξεχωριστή. Πρόκειται για έναν συγγραφέα που ζει και δημιουργεί, κυριολεκτικά, στη γραμμή του μετώπου, αφού ζει στην πολύπαθη πόλη Χάρκοβο. Η βράβευσή του αποτελεί αναγνώριση όχι μόνο της συγγραφικής του δουλειάς, αλλά και της δράσης του ως ενεργού πολίτη της πατρίδας του. Ο ίδιος είναι πολυσχιδής προσωπικότητα. Ασχολείται με μεγάλη επιτυχία με την πεζογραφία, την ποίηση, τη στιχουργική, τη μουσική, συμμετέχοντας σε ροκ συγκρότημα. Είναι ιδιαίτερα ενεργός στις σελίδες κοινωνικής δικτύωσης, μέσω των οποίων πραγματοποιεί εράνους για την αγορά αναγκαίων για την άμυνα της πατρίδας του αυτοκινήτων, drones κ.λπ., ενώ καθημερινά κάνει απολογισμό για τον τρόπο με τον οποίο δαπανά τα ποσά που συγκεντρώνει. Παράλληλα, κάνει περιοδείες με το ska punk συγκρότημά του «Ζαντάν και Σκύλοι» στις δυτικές χώρες, όπου δίνει συναυλίες για ενίσχυση του ουκρανικού αγώνα, αλλά και για ενημέρωση της κοινής γνώμης.
Κ.Α.: Πριν πάμε στο «Ορφανοτροφείο», που μόλις εκδόθηκε από τη Διόπτρα σε δική σας μετάφραση, να δούμε λίγο και τα προηγούμενα βιβλία του Ζαντάν. Είναι μόλις 48 χρονών αλλά έχει πολύ πλούσιο έργο. Και με υψηλό ειδικό βάρος κυρίως. Ενώ ταυτόχρονα είναι και αυτό που λέμε ένας «δημόσιος διανοούμενος», σωστά;
Δ.Τ.: Ο Σεργκέι Ζαντάν έχει γράψει μέχρι στιγμής 6 μυθιστορήματα και 1 συλλογή διηγημάτων και ποίησης. Εκτός από αυτά, έχει εκδώσει 17 ποιητικές συλλογές. Πολλά από τα έργα του έχουν μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες, μεταξύ των οποίων και τα ρωσικά, τα γερμανικά, τα πολωνικά, τα σερβικά, τα κροατικά, τα λιθουανικά, τα λευκορωσικά, τα αρμενικά και τώρα πια και τα ελληνικά. Ο ίδιος έχει μεταφράσει από τα γερμανικά έργα του Πολ Τσελάν και από τα αγγλικά έργα του Τσαρλς Μπουκόφσκι. Πέραν, όμως, από τη δημιουργική του πλευρά, ο Ζαντάν, όντως, είναι αυτό που λέτε, ένα δημόσιος διανοούμενος, ο οποίος δεν διστάζει να πάρει θέση απέναντι στην πραγματικότητα της πατρίδας του. Δεν είναι από τους ανθρώπους που μασούν τα λόγια τους, δεν στρογγυλεύει τον λόγο του για να είναι αρεστός ή για να πάει με το ρεύμα της εποχής. Στηλιτεύει τα κακώς κείμενα στη χώρα του, εναντιώθηκε από την πρώτη στιγμή στη ρωσική εισβολή, χρησιμοποίησε τη δημόσια εικόνα και τον λόγο του για την ενθάρρυνση των συμπατριωτών του, για την ενίσχυση των ενόπλων δυνάμεων, και για τη διεύρυνση του αντιστασιακού κινήματος στα κατεχόμενα από τους Ρώσους εισβολείς, εδάφη της πατρίδας του. Δεν εγκατέλειψε τη γενέθλια πόλη του, δεν κρύφτηκε, δεν λιποψύχησε, βγήκε μπροστά. Και αυτό έχει μεγάλη σημασία, γιατί μπορούμε να πούμε πως ακύρωσε την «παράδοση» που ήθελε τους διανοουμένους να σχολιάζουν την ιστορία, αντί να μετέχουν ενεργά σε αυτή.
Κ.Α.: Πάμε, λοιπόν, στο «Ορφανοτροφείο». Βιβλίο του 2017. Εμείς, που δεν ξέραμε καλά την κατάσταση εκεί, που δεν την παρακολουθούσαμε όσο έπρεπε, διαβάζοντας το βιβλίο πιστεύουμε ότι είναι προφητικό. Σαν να μιλά, ακριβώς, για το σήμερα. Μοιάζει απίστευτο στα μάτια μας. Θέλετε να μας πείτε πώς εξηγείται αυτό;
Δ.Τ.: «Το ορφανοτροφείο» είναι το ημερολόγιο της υβριδικής επιχείρησης της Ρωσίας στις ανατολικές περιοχές της Ουκρανίας, η οποία ξεκίνησε αμέσως μετά την παράνομη προσάρτηση της Κριμαίας το 2014. Ο Ζαντάν επιλέγει ως κεντρικό ήρωα, ένα πρόσωπο γνωστό από τη λογοτεχνική παράδοση που προέρχεται, επιλέγει έναν «μικρό άνθρωπο» που βρίσκεται λόγω των περιστάσεων στις μυλόπετρες της ιστορίας. Είναι ένα οδοιπορικό στην κόψη του ξυραφιού, όπου είναι δύσκολο να αναγνωρίσει κανείς τον εχθρό και τον φίλο: η μοναχική πορεία ενός δασκάλου με σωματική αναπηρία, με στόχο να φέρει πίσω στο σπίτι του τον ανιψιό του, ο οποίος ζει σε ένα ορφανοτροφείο στη νεκρή ζώνη ανάμεσα στις αντιμαχόμενες πλευρές. Ουσιαστικά, πρόκειται για ένα ταξίδι αυτογνωσίας αλλά και ανάκτησης της ταυτότητας των δύο βασικών πρωταγωνιστών, του δασκάλου και του ανιψιού του, οι οποίοι υποχρεώνονται να διασχίζουν μια αφιλόξενη no mans land περιοχή για να επιστρέψουν στη φτωχική, πατρική εστία.
Κ.Α.: Όμως και ο Πάσα, ο πρωταγωνιστής –για να γυρίσω λίγο πίσω τη σκέψη μου– κάνει σαν εμάς: δεν θέλει να μάθει την αλήθεια, κρύβει το κεφάλι του στην άμμο, προτιμά να ζει στην άγνοια, πασχίζει να είναι «απολιτίκ» που λέμε. Η άγνοια, άλλωστε, είναι πηγή ευδαιμονίας. Είναι έτσι; Πότε αλλάζει κανείς στάση; Όταν δεν γίνεται αλλιώς; Όταν κινδυνεύουν οι πολύ δικοί του άνθρωποι; Όταν κινδυνεύει πια και ο ίδιος;
Δ.Τ.: Ο Πάσα, αυτός ο γλυκός, μειλίχιος δάσκαλος ουκρανικής γλώσσας, δεν είναι άλλος από τους ανθρώπους που βρέθηκαν στο μεταίχμιο των εποχών, στη μετάβαση από το ένα σύστημα (ΕΣΣΔ) στη μετακομουνιστική, δημοκρατική Ουκρανία. Κουβαλάει μέσα του το παρελθόν που τον κρατάει καθηλωμένο σε μία στάση κατ’ επιλογήν αδιαφορίας για όλα όσα συμβαίνουν γύρω του, θεωρώντας πως δεν μπορεί να επηρεάσει τη ροή των γεγονότων. Ξεκινώντας να πάει να συναντήσει τον ανιψιό του, συγκρούεται μετωπικά με την πραγματικότητα και, από ένας άβουλος δημόσιος υπάλληλος, αναγκάζεται να διασχίσει γρήγορα το κενό που τον χωρίζει από την πραγματική ενηλικίωση και την ανάληψη ευθυνών. Στις χιονισμένες στέπες και τα ρουμάνια της διαδρομής, στις συναντήσεις με αγνώστους, στις πορείες μέσα στη νύχτα και στον ανεπίδοτο έρωτα που βίωσε για μια άγνωστη, ο Πάσα μεταμορφώνεται, χωρίς να χάσει την ανθρωπιά του. Η ιαματική συνάντηση με την ιστορική αναγκαιότητα.
Κ.Α.: «Το ορφανοτροφείο» είναι ένα βιβλίο για τον πόλεμο στην Ουκρανία, ένα βιβλίο για τον πόλεμο και τη σκληρότητα του πολέμου γενικώς. Κάποιες φορές μάλιστα είναι σχεδόν αβάσταχτο να διαβάσεις κάποιες σελίδες, σου πιάνεται η ψυχή. Θεωρώ ότι αυτό είναι από τα πολύ μεγάλα, από τα πολύ σπουδαία επιτεύγματα του Ζαντάν. Μιλήστε μας αν θέλετε γι’ αυτό.
Δ.Τ.: «Το ορφανοτροφείο» είναι ένα σκληρό και συνάμα τρυφερό βιβλίο. Έχει σελίδες που διαβάζοντάς τες, όπως λέτε, όντως σφίγγεται η ψυχή σου. Έχει, όμως, και πολλές τρυφερές σελίδες, μέσα από τις οποίες ο αναγνώστης ταυτίζεται πότε με τον πρωταγωνιστή, πότε με τον ανιψιό του και πότε με διάφορα άλλα πρόσωπα που παρελαύνουν στην πλοκή, δημιουργώντας μία πινακοθήκη απλών ανθρώπων που σκιαγραφούν τη σύγχρονη ουκρανική κοινωνία, τις διαιρέσεις που επικρατούν, τις νεκροζώντανες παραδόσεις και τη βαριά κληρονομιά του κομουνιστικού παρελθόντος, τον ζόφο του πολέμου που δεν επεδίωξαν, αλλά τους επιβλήθηκε.
Κ.Α.: Έχουν παραλληλίσει «Το ορφανοτροφείο» με τον «Δρόμο» του Κόρμακ Μακάρθι. Δεδομένου ότι ο «Δρόμος» είναι ένα μετα-αποκαλυπτικό βιβλίο, πόσο κοντά σε μια «Αποκάλυψη» νιώθουν σήμερα οι Ουκρανοί; Για τι βαθμό καταστροφής μιλάμε στη χώρα;
Δ.Τ.: Η Ουκρανία είναι ο τόπος της «Αποκάλυψης» του 21ου αιώνα. Της Αποκάλυψης της ασιατικής σκληρότητας και βαρβαρότητας που επιδεικνύει η Ρωσία βομβαρδίζοντας αμάχους, βασανίζοντας απλούς πολίτες, βιάζοντας και πλατσικολογώντας ολόκληρες πόλεις και χωριά. Της Αποκάλυψης του ηρωισμού ενός έθνους που ξαναγεννιέται μέσα από τις στάχτες του πολέμου. Η ιστορία καταγράφει με επιμέλεια τα εγκλήματα πολέμου της Ρωσίας. Καταγράφει, όμως, και την καρτερικότητα, τον ηρωισμό και την αυταπάρνηση των Ουκρανών, οι οποίοι μόνοι τους αντιμετωπίζουν αυτή την απρόκλητη, ανήθικη επίθεση. Η Ουκρανία σήμερα είναι ένα τεράστιο πεδίο μάχης. Πέραν από τη λεγόμενη «γραμμή επαφής» στις ανατολικές και νότιες περιοχές, όλη η υπόλοιπη χώρα είναι ένα απέραντο πεδίο βολής για το ρωσικό πυροβολικό και τους αεροπορικούς βομβαρδισμούς. Έχουν καταστραφεί κρίσιμες υποδομές στον τομέα της ενέργειας, της ύδρευσης και της θέρμανσης, έχουν ναρκοθετηθεί χιλιάδες εκτάρια, έχουν μετατραπεί σε ερείπια πολλές βιομηχανίες. Κι όμως, οι άνθρωποι ζουν, εργάζονται και πολεμούν, χωρίς να βαρυγκωμούν, προσφέροντας ένα φωτεινό παράδειγμα στους υπόλοιπους λαούς της Ευρώπης. Η Ουκρανία θα ξαναγεννηθεί με τη βοήθεια των δυτικών χωρών και θα αποτελέσει το παράδειγμα για τον 21ο αιώνα. Το παράδειγμα του αγώνα για τον αυτοπροσδιορισμό και την αυτοδιάθεση.
Κ.Α.: Θεωρώ το μυθιστόρημα ένα πολύ μεγάλο βιβλίο, ένα μυθιστόρημα που πρέπει να διαβαστεί από πολλούς αναγνώστες για μία σειρά από λόγους. Αλλά, δεδομένου του πολέμου της Ρωσίας στην Ουκρανία σήμερα, είναι σαφές ότι πρέπει, και μπορεί, να διαβαστεί για να μάθει ο αναγνώστης –και πώς; διαβάζοντας ένα περιπετειώδες μυθιστόρημα!– τα «πάντα» για την κατάσταση στο Ντονμπάς, και όχι μόνο. Ισχύει;
Δ.Τ.: Δεν ξέρω αν μπορεί να μάθει τα πάντα για το Ντονμπάς, δηλαδή για τις περιοχές του Λουγκάνσκ και του Ντονιέτσκ, σίγουρα, όμως, θα αποκτήσει μια εικόνα για τα δεινά του ντόπιου πληθυσμού μετά το 2014. Η περίπτωση του Ντονμπάς έχει ιδιαίτερη σημασία, όχι μόνο για το βιβλίο του Ζαντάν, αλλά και γενικότερα για την κατάσταση στην περιοχή και τον πόλεμο. Στη χώρα μας δεν έχει αναλυθεί επαρκώς η ιστορία της περιοχής, τα τεράστια οικονομικά συμφέροντα και τα δίκτυα των ολιγαρχών και των μυστικών υπηρεσιών, που ήθελαν να τη χωρίσουν σε τιμάρια και να εκμεταλλευτούν τον υπόγειο και επίγειο πλούτο της.
Κ.Α.: Ξαναγυρνώ πάλι στα συναισθήματα που σου προκαλεί η ανάγνωση του «Ορφανοτροφείου»: ο αναγνώστης, θέλοντας και μη, ταυτίζεται με τους ήρωες, και ειδικά με το αγόρι. Και τρέμει. Και δακρύζει. Ο Ζαντάν είναι και ποιητής, μεταξύ των άλλων, όμως –μολονότι το βιβλίο είναι φανερό πως γράφτηκε από έναν ποιητή– έχει τα πόδια του καρφωμένα στη γη, στο χώμα. Αυτός ο ρεαλισμός είναι που σε κάνει να τρομάζεις. Πόσο «ποιητική» είναι η ματιά των Ουκρανών για τον κόσμο;
Δ.Τ.: Οι Ουκρανοί έχουν μακρά ποιητική παράδοση που ξεκινάει από τον Γκριγκόρι Σκοβοροντά και τη Λέσια Ουκραΐνκα και φτάνει μέχρι τη σημερινή γενιά, η οποία έχει πολλούς αξιόλογους εκπροσώπους. Ας μη ξεχνάμε πως η Ουκρανία έρχεται από τα βάθη των αιώνων, καταφέρνοντας, παρά τις διώξεις τόσο επί τσάρων, όσο και επί κομουνιστών, να διατηρήσει την εθνική της ταυτότητα και γλώσσα, και να παραγάγει μεγάλα έργα σε όλους τους τομείς του πολιτισμού, από τη δημώδη και λόγια ποίηση, μέχρι τη συμφωνική μουσική, τη ζωγραφική, το θέατρο κ.λπ. Ο Ζαντάν ο ίδιος μάς έχει προσφέρει σημαντικά ποιητικά έργα, σκληρά και τρυφερά, όπως είναι η ίδια η ουκρανική ψυχή, που ήταν υποχρεωμένη να ζει σε ένα αφιλόξενο γεωγραφικό περιβάλλον, πολεμώντας για την αυτοδιάθεσή της πότε με τους Πολωνούς, πότε με τους Σουηδούς, πότε με τους Τάταρους και πότε με τους Ρώσους. Η ουκρανική ποίηση είναι το τρυφερό, δροσερό άγγιγμα που φέρνει η στέπα μια ημέρα με καύσωνα στα μέσα του καλοκαιριού, είναι όμως και η απόκοσμη παγωνιά μέσα στο καταχείμωνο που σου κόβει την ανάσα.
Κ.Α.: Έχετε πολύ καλή γνώση της κατάστασης στην Ουκρανία, όπως άλλωστε και στη Ρωσία. Μιλάτε με πολλούς ανθρώπους εκεί. Θέλω μόνο να σας ρωτήσω τι γίνεται σήμερα με τους ανθρώπους του βιβλίου στην Ουκρανία. Όσους, τέλος πάντων, δεν είναι στο μέτωπο με ένα όπλο στο χέρι. Πώς ζουν, τι κάνουν; Πώς συμμετέχουν σε όλο αυτό; Επίσης: μπορείς να γράψεις όταν δίπλα σου ή στη διπλανή σου πόλη, σκάνε βόμβες;
Δ.Τ.: Ναι, στην Ουκρανία πέφτουν καθημερινά πύραυλοι και βόμβες. Πολυκατοικίες καταστρέφονται ολοσχερώς, θάβοντας στα ερείπιά τους άμαχους, νέους, γυναίκες, παιδιά γέρους. Κι όμως, γράφουν, μεταφράζουν, εκδίδουν βιβλία. Οι Ουκρανοί αγαπούν τα γράμματα και τις τέχνες, αγαπούν το διάβασμα. Κάθε μέρα γίνονται παρουσιάσεις βιβλίων, εκδηλώσεις, συναυλίες, ακόμη και στις στάσεις του μετρό την ώρα του βομβαρδισμού.
Κ.Α.: Μια τελευταία ερώτηση, μιας και έχετε και προσωπική σχέση με σκύλους. Εμφανίζονται διάφορα σκυλιά στο βιβλίο. Από την άλλη, όσοι παρακολουθούμε κάπως πιο στενά τα νέα από το μέτωπο, βλέπουμε μια θυελλώδη σχέση αγάπης που έχουν οι Ουκρανοί με τα σκυλιά, αλλά και με τις γάτες. Θέλετε να μας μιλήσετε γι’ αυτό;
Δ.Τ.: Πριν από μερικά χρόνια, όταν ακόμη ο πόλεμος σε εμάς τους Δυτικούς, ήταν κάτι το απίθανο, στην Ουκρανία γίνονταν εκδηλώσεις στις οποίες έπαιρναν μέρος χιλιάδες άνθρωποι μαζί με τα σκυλιά τους. Ήταν μία εκστρατεία για την υιοθέτηση αδέσποτων ζώων, η οποία είχε μεγάλη επιτυχία. Είναι συχνό το φαινόμενο κάθε σπίτι, κάθε νοικοκυριό να έχει σκυλί ή γάτα. Εξάλλου, πρόσφατες είναι οι εικόνες Ουκρανών προσφύγων, οι οποίοι κατέφυγαν σε άλλες περιοχές ή σε άλλες χώρες, έχοντας μαζί τους τα αγαπημένα τους ζώα. Αν ψάξει κανείς, θα δεις πως η σχέση αυτή έχει χτιστεί εδώ και αιώνες, αφού κάθε σπίτι είχε πάντα δικά του ζώα, με τον σκύλο να είναι ο πρώτος βοηθός στη φύλαξη και την προστασία του νοικοκυριού, ο πρώτος φίλος με τον οποίο θα μιλούσαν κατά τη διάρκεια της μεγάλης νύχτας του χειμώνα, ο πρώτος συνεργάτης στο ανοιξιάτικο κυνήγι ή στη φθινοπωρινή συλλογή μανιταριών ή φρούτων του δάσους.
Κ.Α.: Σας ευχαριστώ πολύ! Και θα περιμένουμε και το «Depeche Mode» του Σεργκέι Ζαντάν, μυθιστόρημα του 2004, που επίσης μεταφράζετε για τη Διόπτρα. Να είστε καλά.
Το τελευταίο τραγούδι του Σεργκέι Ζαντάν με το συγκρότημά του «Ζαντάν και Σκύλοι»