Βιβλιο

Γιατί ένας πεζογράφος να διαβάσει ποίηση;

«Εκεί που είχαν ζήσει», πεζογραφία μεταμφιεσμένη σε ποίηση από τον Ρέυμοντ Κάρβερ

Άρης Σφακιανάκης
ΤΕΥΧΟΣ 859
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ο Άρης Σφακιανάκης γράφει για το βιβλίο «Εκεί που είχαν ζήσει» του Ρέυμοντ Κάρβερ, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κίχλη

Αγαπάμε Ρέυμοντ Κάρβερ. Τον διαβάζουμε ξανά και ξανά. Τον έχουμε σε τιμητική θέση στη βιβλιοθήκη μας. (Ο επαναλαμβανόμενος εδώ πληθυντικός δεν είναι της μεγαλειότητας, αλλά εκφράζει –ευελπιστώ– εκείνο το πλήθος των αναγνωστών που έχουν θαυμάσει την πεζογραφία του.)

Το συγκεκριμένο βιβλίο που έχω στα χέρια μου, το «Εκεί που είχαν ζήσει», σε πολύ καλή μετάφραση του Άκη Παπαντώνη, δεν έχει να κάνει με πεζογραφία. Πρόκειται για το ποιητικό του έργο, ένα απάνθισμα του ποιητικού του έργου για την ακρίβεια, που μας συστήνει έναν άλλον Κάρβερ. Τον ποιητή Κάρβερ.

Ομολογώ, χωρίς να ερυθριώ, ότι εδώ και αρκετά χρόνια απέχω της ποίησης. Υπάρχουν βέβαια αρκετά –έως πολλά– τομίδια ποίησης στη βιβλιοθήκη μου, Ελλήνων και ξένων. Μένουν να σκονίζονται έως κάποιο ευγενικό χέρι αποφασίσει να τα απαλλάξει του γκρίζου μανδύα των. Ενίοτε ανασύρω τα ποιήματα του Καβάφη και τα διαβάζω ξανά με συγκίνηση – είναι τα μόνα.

Η ποίηση του Κάρβερ, ωστόσο, δεν μπορεί παρά να θέλξει έναν πεζογράφο (εμένα) γιατί ακριβώς τα ποιήματά του είναι πεζογραφία μεταμφιεσμένη σε ποίηση. Και για να σας δώσω να καταλάβετε τι εννοώ, θα παραθέσω εδώ ένα ποίημά του:

Η γυναίκα μου
Η γυναίκα μου έχει εξαφανιστεί μαζί με τα ρούχα της.
Άφησε πίσω της δυο νάιλον καλσόν και
μια βούρτσα μαλλιών ξεχασμένη πίσω απ’ το κρεβάτι.
Θα ήθελα να σας επιστήσω την προσοχή
σε αυτά τα καλοφτιαγμένα καλσόν και στις χοντρές
σκούρες τρίχες που έχουν πιαστεί στη βούρτσα.
Πετάω τα καλσόν στη σακούλα των σκουπιδιών· τη βούρτσα
θα την κρατήσω και θα τη χρησιμοποιώ. Μόνο το κρεβάτι
μοιάζει παράξενο κι είναι αδύνατον να εξηγήσω το γιατί.

Ο Ρέυμοντ Κάρβερ παντρεύτηκε δύο φορές. Το ανωτέρω ποίημα το έγραψε προφανώς για την πρώτη του γυναίκα που δεν άντεξε άλλο τον μέθυσο και ακαμάτη σύζυγό της κι έβαλε πλώρη για άλλα λιμάνια αφήνοντας πίσω της δυο νάιλον καλσόν και μια βούρτσα μαλλιών ξεχασμένη πίσω από το κρεβάτι.

Ο Κάρβερ, που κάποτε είχε παρακολουθήσει ο ίδιος μαθήματα δημιουργικής γραφής, βρίσκεται τώρα να διδάσκει ο ίδιος σε διάφορα πανεπιστήμια των Ηνωμένων Πολιτειών. Και τυχαίνει να γνωρίσει την Τες Γκάλλαχερ, ποιήτρια κι αυτή, στο πρόσωπο της οποίας βρίσκει την αδελφή ψυχή του και μένει μαζί της ως το τέλος του βίου του – που δεν είναι μακρύς, πεθαίνει στα πενήντα του, αφού πρώτα παντρεύεται ξανά με την καινούργια του αγαπημένη. Σε αυτήν αφιερώνει και το παρακάτω ποίημα που με συγκίνησε με την απλότητά του και το μεταφέρω προς αναγνωστική απόλαυση:

Κολιμπρί
Για την Τες
Ας πούμε πως λέω καλοκαίρι,
γράφω τη λέξη «κολιμπρί»,
τη βάζω σ’ ένα φάκελο,
και κατηφορίζω το λόφο
ως το γραμματοκιβώτιο. Όταν ανοίξεις
το γράμμα μου θα σου έρθουν στο νου
εκείνες οι μέρες και το πόσο πολύ,
απλώς το πόσο πολύ σε αγαπώ.